29 Νοεμβρίου 2011

Οι λειτουργίες του λογισμικού «δεν πρέπει να καλύπτονται με copyright στην ΕΕ»

Ενόψει της εκδίκασης μιας υπόθεσης που θα μπορούσε να έχει σημαντικές συνέπειες για τη βιομηχανία λογισμικού, σύμβουλος που κλήθηκε να γνωμοδοτήσει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι οι λειτουργίες του λογισμικού δεν καλύπτονται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.

Η τελική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, σχολιάζει το Reuters, έχει σημασία όσον αφορά την ανάπτυξη προγραμμάτων  που συνεργάζονται με ανταγωνιστικά προϊόντα.

«Αν δεχόμασταν ότι η λειτουργικότητα ενός προγράμματος υπολογιστή μπορεί να προστατευτεί ως τέτοια, αυτό ουσιαστικά θα καθιστούσε δυνατή τη δημιουργία μονοπωλίων στις ιδέες, με αποτέλεσμα να υπάρχουν επιπτώσεις στην τεχνολογική πρόοδο και τη βιομηχανική ανάπτυξη» εκτίμησε ο Ιβ Μποτ, γενικός συνήγορος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Η γνώμη του δεν είναι δεσμευτική, είναι όμως ενδεικτική της στάσης που θα κρατήσει το δικαστήριο.

Η υπόθεση ξεκίνησε το 2009, όταν η αμερικανική εταιρεία λογισμικού SAS Institute κινήθηκε νομικά κατά της World Programming Ltd (WPL), κατηγορώντας τη βρετανική εταιρεία λογισμικού ότι παραβίασε την πνευματική ιδιοκτησία της.

Χωρίς να έχει πρόσβαση στον πηγαίο κώδικα της SAS, η WPL είχε αναπτύξει προγράμματα που αναπαράγουν τις λειτουργίες προϊόντων της SAS και συνεργάζονται με αυτά.

Η υπόθεση εκδικάστηκε αρχικά στο Ανώτατο Δικαστήριο Αγγλίας και Ουαλίας, το οποίο αποφάνθηκε ότι οι λειτουργίες που εκτελεί ένα πρόγραμμα, για παράδειγμα η κίνηση του κέρσορα πάνω στην οθόνη, δεν μπορούν να κατοχυρώνονται ως πνευματική ιδιοκτησία.

Το δικαστήριο ζήτησε επίσης τη συνδρομή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, το οποίο αναμένεται να εκδώσει την τελική του απόφαση του χρόνου.

Την Τρίτη, όμως, δημοσιοποιήθηκε η γνωμοδότηση του Ιβ Μποτ,  ο οποίος συμφώνησε με το Ανώτατο Δικαστήριο Αγγλίας και Ουαλίας.

Ο Μποτ εκτιμά ότι το copyright δεν μπορεί να καλύπτει τις λειτουργίες προγραμμάτων και γλωσσών προγραμματισμού.

Θεωρεί μάλιστα ότι, εφόσον υπακούουν κάποιους κανόνες, οι εταιρείες μπορούν να αναπαράγουν τον πηγαίο κώδικα ανταγωνιστών τους προκειμένου να εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα των προϊόντων τους με ανταγωνιστικά προϊόντα.