Υπάρχουν κάποια καίρια ζητήματα που απορρέουν από την έκθεση του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία. Αλλά για να μπορέσουμε να τα εξάγουμε, χρειάζεται να αποκρυπτογραφήσουμε πρώτα αυτά που εννοούνται πίσω από τις γραμμές του κειμένου που έχει συντάξει ο Π. Τόμσεν και οι συνεργάτες του.
Δεν είναι καινούργιο εύρημα να αναφερθούμε στις παρατηρήσεις και τις κίτρινες κάρτες που έδωσε το Ταμείο προς την ελληνική πλευρά. Άλλωστε κάθε μία νέα έκθεση που έδινε το ΔΝΤ στη δημοσιότητα για την Ελλάδα, ήταν γεμάτη από αρνητικούς χαρακτηρισμούς για τα “επιτεύγματα” των ελληνικών αρχών. Τότε τι νέο είναι αυτό που κομίζει στη σημερινή συγκυρία η έκθεση του Ταμείου; Ποιές αλήθειες παραδέχεται και ποιές άλλες άραγε κρύβει;
Το ΔΝΤ και ο κ. Τόμσεν, με μία καθυστέρηση δύο ετών, αντιλαμβάνεται τις σκληρές αλήθειες που πάνε “πακέτο” με την εξίσου σκληρή ελληνική πραγματικότητα. Κατά πρώτον, γίνεται παραδοχή λαθών από μέρους του. Το είπε ο κ. Τόμσεν απαντώντας στην ερώτηση του ΣΚΑΪ. Ομολόγησε- για πρώτη φορά- ότι το Ταμείο έκανε λάθη κυρίως ως προς το γεγονός ότι υπερεκτίμησε την ευκολία να παταχθεί η φοροδιαφυγή. Έκανε επίσης υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις για την διοικητική και διαχειριστική ικανότητα του ελληνικού κράτος να προχωρήσει και να εφαρμόσει με ολοκληρωμένο τρόπο μεταρρυθμίσεις που είτε αυτές αγγίζουν τον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων, είτε τις εργασιακές σχέσεις είτε τον δραστικό περιορισμό των δημόσιων δαπανών είτε φυσικά την εκτεταμένη φοροδιαφυγή. Και κυρίως οι εκτιμήσεις, όπως αποδείχθηκε, ήταν ανεδαφικές ως προς τα χρονικά πλαίσια που έχουν τεθεί για την υλοποίησή τους, ως συνέπεια αυτής της αδυναμίας που προαναφέρθηκε. Κατά δεύτερον, ο κ. Τόμσεν, έστω και αργά πάλι, παραδέχεται την αλήθεια ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν είναι βιώσιμο ούτε και ήταν πριν ένα ή δύο χρόνια όταν συνέταξε εξίσου υπεραισιόδοξες εκθέσεις για την δήθεν σταδιακή πορεία μείωσής του. Σήμερα, βγαίνει και λέει ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος δε θα είναι βιώσιμο αν δεν εφαρμοστεί χωρίς αποκλίσεις το πρόγραμμα PSI της 27ς Οκτωβρίου. Αφού πρώτα φυσικά είχε υπεραμυνθεί της συμφωνίας της 21ς Ιουλίου για “κούρεμα” 20%, για το οποίο τώρα ομολογεί την αλήθεια ότι αν ακόμα εφαρμοζόταν στο σύνολό του δε θα ήταν και πάλι αρκετό. Κατά τρίτον, ο κ. Τόμσεν φέρεται να λέει ότι η φοροδοτική δυνατότητα των Ελλήνων έχει πιάσει “ταβάνι”. Το ομολογεί κι αυτό έστω και αργά, αφού το ΔΝΤ- αν και δεν είχε πιέσει ανοιχτά για νέους φόρους- ωστόσο δεν είχε κάνει κάτι για να τους αποτρέψει από τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης Παπανδρέου. Θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ως προς αυτό το σημείο το ΔΝΤ επέδειξε μία δογματική συμπεριφορά για δημοσιονομικούς στόχους που ήταν αδύνατον να πιαστούν σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα κι όμως το ίδιο επέμενε να επιτευχθούν με “όποιο κόστος”. Και εκεί έγκειται η δική του ευθύνη, την οποία έστω και αργά έστω και έμμεσα αναλαμβάνει στα μάτια όσων βλέπουμε και ερμηνεύουμε τις δηλώσεις,
Από χθες ο κ. Τόμσεν εμφανίζεται περισσότερο γνώστης της αλλόκοτης ελληνικής πολιτικής, διοικητικής, οργανωτικής, κρατικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Ή τουλάχιστον τείνει να είναι πιο ρεαλιστής ως προς τα δεδομένα, τα μέσα και τους στόχους μίας αποστολής που από κοινού με τις ελληνικές αρχές υποτίθεται ότι θέλουν να φέρουν εις πέρας, δηλαδή τη ανάκτηση της εμπιστοσύνης της χώρας μας από τις αγορές. Παραπιπτόντως η τελευταία δεν πρόκειται να γίνει πριν το 2021, όπως λέει το ΔΝΤ στην έκθεσή του. Κι αυτό ένα ακόμα δηλωτικό στοιχείο ρεαλισμού από μέρους του σε σχέση με τους ισχυρισμούς που έλεγαν ότι αυτό θα συμβεί σε δύο ή- άντε το πολύ- τρία χρόνια.
Παρ’ όλα αυτά εκτιμώ ότι ακόμα και τώρα το ΔΝΤ και ο κ. Τόμσεν επαναλαμβάνουν το ίδιο λάθος. Εξακολουθούν να φοβούνται να δουν κατάματα ή να αρνούνται να αποδεχθούν- όπως θέλετε πείτε το- επιμέρους στοιχεία αυτής της πραγματικότητας. Το ένα σκέλος αυτής έχει να κάνει με το στόχο που έχει τεθεί για πλεόνασμα τουλάχιστον 4% μέχρι το 2014. Με δεδομένα όλα τα παραπάνω, μία απλή ανάγνωση των διαφόρων ειδών στοιχείων που υπάρχουν αυτή τη στιγμή, ένας τέτοιος στόχος δεν είναι τίποτα παραπάνω από μία εικασία που είναι εξαιρετικά δύσκολο να εκπληρωθεί. Το άλλος σκέλος αφορά στο πρόγραμμα PSI και τη μείωση του ελληνικού δημόσιου χρέους στο 120% μέχρι το 2020. Ουδείς γνωρίζει αν το τελικό ποσοστό συμμετοχής και οι προϋποθέσεις αυτής της συμμετοχής των ιδιωτών θα καταστήσει επιτεύξιμο αυτόν τον στόχο. Πάντως αυτό που και ο κ. Τόμσεν και τα στελέχη του Ταμείου ξέρουν - και είμαι σε θέση να το γνωρίζω- είναι ότι μία και μία νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους στο άμεσο μέλλον είναι πάρα πολύ πιθανή. Παρά τα όσα για ακόμα μία φορά διακηρύττουν δημόσια…
Ποιό είναι το συμπέρασμα όλων αυτών; Ότι εδώ που φθάσαμε σήμερα, με την Ελλάδα να βυθίζεται σε μία πρωτόγνωρη ύφεση τουλάχιστον κατά 6% για το 2011, δεν ευθύνονται μόνο η διαχειριστική, διοικητική και πολιτική ανεπάρκεια ενός κυβερνητικού σχήματος που ηγήθηκε τη χώρα τα τελευταία δύο χρόνια- και δυστυχώς παραμένει το ίδιο ως επί το πλείστον και σήμερα- αλλά μερίδιο ευθύνης, και μάλιστα σημαντικό, υπάρχει και στην άλλη πλευρά, αυτή της Τρόικα. Και αν οι εμμονές από μέρους του Ταμείου υποχωρούν -έστω και αργά, αλλά υποχωρούν- αυτό που δεν υποχωρεί μέχρι στιγμής είναι η δυσκαμψία του ελληνικού κράτους να ενσωματώσει ή να δημιουργήσει από μόνο του, να εισηγηθεί και να υλοποιήσει νεωτερικές πολιτικές ενάντια στην κρίση.
Μπορεί πολιτικές του Ταμείου και της Τρόικα να απέτυχαν. Αυτό συνομολογείται από τους πάντες σχεδόν σήμερα. Την ίδια στιγμή ουδείς υπάρχει στην Ελλάδα που σε αντικατάσταση αυτών των αποτυχημένων πολιτικών να είναι σε θέση προτείνει κάτι ουσιαστικό, ρεαλιστικό και καινοτόμο για την έξοδο της χώρας από την παρακμή. Και αυτό είναι εξίσου επικίνδυνο για μας με τους μέχρι σήμερα εμμονικούς δογματισμούς που αποδείχθηκε ότι διακατέχονταν ο κ. Τόμσεν και οι συνεργάτες του για την Ελλάδα.
Θ. ΔΗΜΑΔΗΣ
skai.gr