Το πραγματικό θέμα πίσω από τη συζήτηση περί της οικονομικής μας μοίρας δεν είναι αν θα μείνουμε ή θα φύγουμε από το ευρώ, αλλά τι θα απογίνει στη μία ή στην άλλη εκδοχή. Το νόμισμα είναι ένα μέσο για την οικονομία και όχι ένας αυτοσκοπός. Αντιθέτως, εκείνο που μετράει είναι αν το νόμισμα αποτελεί εγγύηση για τις μελλοντικές αξίες.
Η Ελλάδα έχασε πάρα πολλά εξαιτίας ενός εξευτελισμένου άρα κακού νομίσματος, της δραχμής, για να φερθεί απερίσκεπτα στο σύγχρονο δίλημμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι υπεραπιστές της δραχμής στον πολιτικό χώρο, και όχι στον καθαρά οικονομικό, δολίως διαχέουν το επιχείρημα της «καλύτερης δραχμής», κλείνοντας το μάτι στο υπονοούμενο που θέλει να μας πείσει πως «τότε τα πράγματα ήσαν καλύτερα». Μακάρι παρόμοια ζητήματα να ήταν τόσο απλά. Δεν είναι, κυρίως γιατί επιχειρούν να δελεάσουν τους πολίτες με το αυτονόητο πλην όμως παιδαριώδες επιχείρημα ότι «ήταν καλύτερα όταν είμασταν νέοι!».
Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι, πλην ορισμένων αξιόλογων πανεπιστημιακών, κανείς πολιτικός δεν εκτίθεται «επωνύμως» στην καμπάνια για τη δραχμή. Αν και τα δημοσιογραφικά γραφεία διατρέχουν συχνά-πυκνά διηγήσεις οι οποίες με συγκεκριμένο τρόπο μαρτυρούν για κομματικούς παράγοντες, συνδικαλιστικά στελέχη, βιομηχάνους, εμπόρους, τραπεζίτες, εκδότες και πολιτικούς που επιθυμούν την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη.
Αυτό που πραγματικά θέλουν δεν είναι τόσο τις οικονομικές λειτουγίες που υποτίθεται ότι θα φέρει μαζί της η «δραχμή», όσο το «καθεστώς» με το οποίο συνδυάζουν το ιστορικό νόμισμα στην οικονομία και, κυρίως, στην πολιτική. Η τάση αυτή είναι περισσότερο από εμφανής μεταξύ των νεοφώτιστων της δεξιάς, οι οποίοι, δυστυχώς, ορίζουν εαυτούς ως λεγεωνάριους του Αντώνη Σαμαρά. Πανομοιότυπα συνθήματα και επιχειρήματα χρησιμοποιούνται και από μεγάλη μερίδα ακτιβιστών της αριστεράς, στην ακατοίκητο κεφαλή των οποίων η δραχμή είναι συνώνυμο «απαραίτητης» κρατικής αυθαιρεσίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι όλοι αυτοί -και οι συνοδοιπόροι τους- επιδεικτικά αγνοούν όχι μόνον τα απλά παραδείγματα που διατύπωσε δημοσίως («Κ» της 31ης/12/2011) με τον πλέον ευθύ και υπεύθυνο τρόπο ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος, αλλά και την ιστορική εμπειρία.
Επιμελώς αποκρύπτουν πως μια από τις βασικές επιπτώσεις της ευτελούς «νέας δραχμής» θα είναι ο μεγάλος πληθωρισμός και η εξ αυτού απώλεια αγοραστικής δύναμης των εισοδημάτων και η κατακρήμνιση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων των οικογενειών και της χώρας.
Συμπεριφέρονται ως να αγνοούν ότι στη διάρκεια της περιόδου των τριών υποτιμήσεων, στο όνομα της οποίας ομνύουν σήμερα εθνικιστές νεοδεξιοί και νεοταξίτες της αριστεράς, σημειωνόταν διαρκής ευτελισμός του νομίσματος, όπως αποδεικνύει ο επί 22 χρόνια, μεταξύ 1973 και 1994, διψήφιος πληθωρισμός. Μια δραχμή άξιζε 15 λεπτά του ευρώ και έπεσε στο μισό λεπτό! Ψιθυρίζουν οι αγνωστικιστές της δραχμής, με κύριο προπαγανδιστή τον «εκδότη» Γ. Κουρή της Αυριανής, αλλά και άλλους υπερχρεωμένους επιχειρηματίες, πως τα πράγματα θα είναι καλύτερα αφού η Ελλάδα θα μπορέσει να προχωρήσει σε «νομισματική χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών», ως να μην καταλαβαίνουμε εμείς οι υπόλοποι ότι αυτό που ζητούν είναι να τους διαγράψουν τα «καλοφάγωτα» δανεικά των πολλών τελευταίων ετών.
Επειδή πολλά λέγονται και περισσότερα θα ειπωθούν τις ημέρες αυτές, κρατήστε τα παρακάτω στοιχεία. Μεταξύ 1998, έτος από το οποίο πρέπει να μετρούμε τη σταθερότητα που έφερε το ευρώ, αφού τότε «κλείδωσε» και η ισοτιμία ανταλλαγής της δραχμής με το κοινό νόμισμα, και του 2007, όταν η οικονομία έφτασε στο υψηλότερο σημείο της, σημειώθηκε αύξηση του ΑΕΠ κατά 43,5%. Στις προηγούμενες δεκαετίες, η αύξηση ήταν 7% από το 1988 ώς το 1998 και 6,5% μεταξύ 1978 και 1988. Ο υπολογισμός έγινε σε πραγματικές τιμές, χωρίς τον πληθωρισμό, σε όρους πραγματικής αγοραστικής δύναμης και σε δολάρια. Αγνοούν οι οπαδοί της εξαθλιωμένης δραχμής την πραγματικότητα ή απλώς κοροϊδεύουν τον κόσμο;
Μπαμπης Παπαδημητριου
kathimerini.gr