Το σχέδιο Μάρσαλ, όπως το ευαγγελίζεται το Βερολίνο για την Ελλάδα, δεν έχει ναυαγήσει. Οι ισχυρισμοί ορισμένων εφημερίδων, όπως η «''Die Welt”, που επικαλούνται γι αυτό σχετικό εσωτερικό έγγραφο του γερμανικού υπουργείου οικονομίας, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
«Για ναυάγιο ούτε λόγος» δήλωσε το απόγευμα της Τετάρτης στο Βερολίνο στο κυβερνητικό μπρίφινγκ ο εκπρόσωπος του υπουργείου Χόλγκερ Σλίνκαμπ. «Εμείς διατηρούμε την προσφορά βοήθειας προς την Ελλάδα. Δυστυχώς όμως δεν βλέπουμε προθυμία αποδοχής της από τις ελληνικές Αρχές».
Στο έγγραφο (το «Βήμα» το παρουσίασε ήδη την προηγούμενη εβδομάδα) ελέγχονται, μεταξύ άλλων, οι εξής «αμαρτωλές» παραλείψεις της Αθήνας έναντι της προσφερόμενης βοήθειας:
- εμπόδια στη χρηματοδότηση και έγκριση νέων επιχειρήσεων με γερμανική χρηματοδότηση.
- Παλιότερες αιτήσεις για επενδύσεις παραμένουν στο ψυγείο. «Η μεγάλη πλειοψηφία τους δεν προωθείται, παρά τα επανειλημμένα μας διαβήματα. Αυτό φρενάρει την επενδυτική διάθεση» αναφέρεται στο έγγραφο.
- Οι διαπραγματεύσεις για τη δημιουργία μιας τράπεζας προώθησης επενδύσεων κυρίως για μεσαίες επιχειρήσεις κατά το πρότυπο της γερμανική KfW καρκινοβατούν.
«Τέτοια είναι τα εμπόδια που φρενάρουν τη δραστηροποίησή μας στην Ελλάδα, όχι κάποια αλλαγή της πολιτικής μας» πρόσθεσε ο εκπρόσωπος. «Βασικά είμαστε πρόθυμοι να κάνουμε και νέα προσφορά βοήθειας στην Ελλάδα σε ότι αφορά την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα».
Ο ίδιος απέφυγε πάντως να ρίξει λάδι στη φωτιά της πρόσφατης αντιδικίας μεταξύ του Φίλιπ Ρόσλερ και του Μιχάλη Χρυσοχοίδη, σχετικά με το αν οι δυο τους είχαν συζητήσει κάποτε μεταξύ τους το θέμα της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Ο γερμανός αντικαγκελάριος και υπουργός οικονομίας είχε υποστηρίξει ότι στις ευάριθμες συναντήσεις τους «δεν συζητούσαν και τίποτα άλλο», ενώ αντίθετα, ο έλληνας υπουργός ανάπτυξης επέμενε, μάλλον παιδιαριωδώς, στο ότι δεν είχαν πει ποτέ κουβέντα γι αυτό.
Επικριτική έναντι των ελληνικών Αρχών ήταν και πηγή της καγκελαρίας, η οποία αναφέρθηκε στην Ελλάδα ενόψει της συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 1η και 2η Μαρτίου στις Βρυξέλλες. «Εάν η χώρα δεν στήσει ένα πολύ πιο αποτελεσματικό κράτος, δεν πρόκειται να καρποφορήσει οποιαδήποτε επένδυση και οποιαδήποτε σχέδιο Μάρσαλ» είπε.
Η τοποθέτηση αυτή αποκαλύπτει, σύμφωνα με τον ίδιο αναλυτή, μια μέχρι τώρα λίγο συζητημένη αντίφαση στην πολιτική του Βερολίνου - πολιτική, που συνίσταται στη φόρμουλα: Από τη μια προτροπή στην Αθήνα για γρήγορη ανάπτυξη, από την άλλη σύνδεση της ανάπτυξης με την επανίδρυση του ελληνικού κράτους. Δεδομένου, συνεχίζει ο αναλυτής, ότι η επανίδρυση είναι θέμα πολλών ετών, αν όχι δεκαετιών, η ανάπτυξη - κι αυτό είναι η αντίφαση - κάθε άλλο παρά γρήγορα μπορεί να γίνει. Με αποτέλεσμα, η έξοδος της Ελλάδας από την κρίση να παραπέμπεται έτσι στις ελληνικές καλένδες.
Η ίδια πηγή δήλωσε καθαρά, ότι το Βερολίνο δεν αποδέχεται συζήτηση για ενίσχυση του μόνιμου ταμείου στήριξης ESM τουλάχιστον ως το τέλος Μαρτίου.
«Καταρχάς θα περιμένουμε να δούμε τι θα αποφέρει η αναδιάρθρωση του χρέους στην Ελλάδα» είπε. «Μόνο μετά θα μπορέσουμε να συζητήσουμε με συγκεκριμένους αριθμούς το θέμα».
Δεδομένου όμως, πρόσθεσε, ότι τα spread για τα ομόλογα της Ιταλίας και της Ισπανίας έχουν πέσει δραματικά τους τελευταίους μήνες - λόγω της καλής λειτουργίας του προσωρινού ταμείου στήριξης EFSF, αλλά και της πρόσφατης δανειοδότησης των τραπεζών με ένα τρισεκατομμύριο ευρώ από την ΕΚΤ - το πιθανότερο είναι ότι η Γερμανία θα πει τελικά «όχι» στην ενίσχυση.
«Το ESM θα μείνει στα συμφωνηθέντα 500 δισεκατομμύρια ευρώ. Τελεία και παύλα» συμπλήρωσε. «Τα χρήματα του EFSF, το οποίο θα καταργηθεί το ερχόμενο καλοκαίρι, δεν πρόκειται να προστεθούν στο διάδοχο ταμείο του, το ESM».
Παρόμοιο «όχι» έδωσε η πηγή και στο ερώτημα, εάν δεν θα ήταν καλύτερο, ο πακτωλός των ταμείων να διατεθόταν για έργα ανάπτυξης, και όχι για την εξυπηρέτηση χρεών.
«Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κολυμπούσαν για πολλές δεκαετίες στα χρήματα που προέρχονταν από τα διαρθρωτικά ταμεία» ήταν η απάντησή του. Παρόλα αυτά, πρόσθεσε, ορισμένες από αυτές έκαναν παράλογη, ή καθόλου χρήση τους για την ανάπτυξη.
Το ζητούμενο είναι λοιπόν όχι μια νέα χρηματική πλημμυρίδα, αλλά η στοχευμένη διάθεση των πόρων και η δημιουργία ανταγωνιστικών δομών, μέσων των οποίων οι πόροι μπορούν να αποδώσουν το μέγιστο δυνατό. «Κάθε προσδοκία για ανάπτυξη απλώς μέσω νέων ποταμών χρημάτων» κατέληξε «αποτελεί αυταπάτη».