14 Φεβρουαρίου 2012

Τι προβλέπει το επόμενο Μνημόνιο

Tου Σεραφειμ Kωνσταντινιδη
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ορισμένοι νομίζουν ότι η προχθεσινή ψηφοφορία στη Βουλή συμβολίζει το τέλος της περιόδου αντιμετώπισης της ελληνικής κρίσης, ενώ στην πραγματικότητα είναι η αφετηρία της. Αν οι προχθεσινές ρυθμίσεις ψηφίζονταν πριν από δύο χρόνια ενδεχομένως η κατάσταση θα ήταν καλύτερη σήμερα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι βρέθηκε η λύση, απλά διευκολύνεται η εφαρμογή του επόμενου Μνημονίου…

Σήμερα το κεντρικό ερώτημα είναι γιατί θα πετύχει το δεύτερο Μνημόνιο ενώ απέτυχε το πρώτο. Η πρώτη εύκολη απάντηση είναι ότι θα πετύχει επειδή τώρα το χρέος θα μειωθεί (με το PSI) κατά 100 δισ. περίπου, δηλαδή κάτι λιγότερο από το ένα τρίτο και συνεπώς οι δαπάνες για την εξυπηρέτησή του θα είναι λιγότερες. Θεωρητικά, μετά το κούρεμα στα ελληνικά ομόλογα το χρέος περιορίζεται σε 120% του ΑΕΠ, ποσοστό που θεωρείται βιώσιμο. Το καλό για την Ελλάδα είναι ότι το ίδιο ποσοστό χρέους / ΑΕΠ έχει η Ιταλία. Γι’ αυτό θεωρείται βιώσιμο!

Ο μεγάλος κίνδυνος και ενδεχομένως η χαμένη ευκαιρία είναι ότι οι χώρες που είχαν κρίση ή πλησίαζαν στην «καυτή» περιοχή απομακρύνονται. Η Ιταλία κερδίζει την εμπιστοσύνη των αγορών και δανείζεται με άνεση. Η Ιρλανδία αρχίζει να μπαίνει σε αναπτυξιακή τροχιά. Η Ελλάδα έμεινε ως ειδική περίπτωση και το επόμενο στάδιο είναι να θεωρηθεί ότι δεν σώζεται και να πειστούν όλοι πως είναι διαχειρίσιμο το κόστος από την καταστροφή της. Αν συνεχιστεί η ύφεση της οικονομικής δραστηριότητας, μετά το κούρεμα, το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ μπορεί να βρεθεί πάνω από 120% και τότε η κατάσταση δεν θα κριθεί βιώσιμη. Η Ιταλία θα έχει σωθεί…

Η δεύτερη αλλά σημαντική διαφορά αυτού του Μνημονίου είναι ότι δεν περιορίζεται στην επιβολή φόρων και οριζόντιας μείωσης των κρατικών δαπανών, αλλά προβλέπονται ουσιαστικά μέτρα μείωσης του δημόσιου τομέα, κατάργησης συλλογικών συμβάσεων και απελευθέρωσης επαγγελμάτων. Αν αποκλείσουμε (ως εξωπραγματικό…) το ενδεχόμενο να μην εφαρμοστούν στην πράξη οι δεσμεύσεις αυτές, είναι η πρώτη φορά που λαμβάνονται μέτρα ανάπτυξης. Γιατί αναπτυξιακά μέτρα στην ελληνική περίπτωση δεν είναι να δοθούν κεφάλαια στους εργολάβους για έργα, αλλά να ανοίξουν οι δυνατότητες επιχειρηματικής δραστηριότητας και κυρίως των εξαγωγών. Το σημερινό βιοτικό επίπεδο δεν μπορεί να διατηρηθεί με μισθούς και έργα που πληρώνει το κράτος που δεν μπορεί να δανειστεί.

Πολύ πιθανόν το επόμενο Μνημόνιο να προβλέπει άμεσα μέτρα για την αύξηση των εξαγωγών με διψήφιο ποσοστό κάθε χρόνο. Η αναγκαία εκτίναξη των εξαγωγών δεν μπορεί να στηρίζεται στον τουρισμό, καθώς δεν μπορεί να διπλασιαστεί για παράδειγμα η υποδομή, αλλά ούτε και να αυξηθούν οι τιμές που πληρώνουν οι τουρίστες. Ωστόσο, η ελληνική οικονομία πρέπει να μάθει να δημιουργεί έσοδα από τη διεθνή αγορά. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνον με εξαγωγές «πολύπλοκων» προϊόντων και υπηρεσιών, όχι μόνον πρώτων υλών και νωπών αγροτικών προϊόντων.