Τα 16 εκατομμύρια ελβετικά φράγκα που εισέπραξε η υπεράκτια εταιρία BlueBell S.A., του ξάδερφου του Άκη Τσοχατζόπουλου για την προμήθεια των ρωσικών αντιαεροπορικών πυραύλων TOR M1, θα μπορουσαν να είχαν αποκαλυφθεί αρκετά νωρίτερα, από την εποχή της περιβόητης εξεταστικής επιτροπής της Βουλής για τους εξοπλισμούς.
Η επιτροπή δεν άσκησε ποινική διωξη στους πρώην υπουργούς Άμυνας και οι ενδεχόμενες ποινικες ευθύνες των Τσοχατζόπουλου και Παπαντωνίου ουσιαστικά παραγράφησαν με τη θυροκόλληση του διατάγματος λήξης της «Β’ τακτικής συνόδου της ΙΑ κοινοβουλευτικής περιόδου», στις 29 Σεπτεμβρίου του 2006.
Από τα στοιχεία του εισαγγελικού πορίσματος , βάσει του οποίου ο πρώην υπουργός κατηγορείται για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας κατ’ εξακολούθηση, φαίνεται ότι η εξεταστική επιτροπή είχε τη δυνατότητα να εντοπίσει τις διαδρομές του πολιτικού χρήματος που διακινήθηκε αλλά αδράνησε. Οι ημέρες και τα έργα της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής, που με τυμπονοκρουσίες είχε συγκροτήσει η ΝΔ το 2004 για να διερευνήσει ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες των υπουργών Άμυνας Άκη Τσοχατζόπουλου και Γιάννου Παπαντωνίου στις υποθέσεις προμήθειας των ρωσικών αντιαεροπορικών πυραύλων TOR M1 και των αμερικανικών ραντάρ TPQ 37, επανέρχονται στο προσκήνιο προκαλώντας πολιτική αντιπαράθεση αναμεσα σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.
Στο εισαγγελικό πόρισμα αναφέρεται ότι μετά το αίτημα δικαστικής συνδρομής που υπέβαλε η Ελλάδα το καλοκαίρι του 2006 στις αρμόδιες δικαστικές αρχές της Ελβετίας για άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών της εταιρίας DRUMILAN, καθώς και του ιδιοκτήτη της, Fouad Al Zayat, προέκυψαν τα εξής ενδιαφέροντα. Από τις 26 Ιουνίου 2000 έως στις 7 Ιουνίου του 2001 από τον προσωπικό λογαριασμό του Σύρου επιχειρηματία Fouad Al Zayat εμβάστηκαν πέντε τραπεζικές επιταγές συνολικού ύψους 16,2 εκατομμυρίων ελβετικών φράγκων στην λιβεριανή υπεράκτια εταιρία BlueBell S.A.. Η εν λόγω εταιρία, όπως αναφέρεται στο πόρισμα, ανήκει στο Νικολαο Ζήγρα, επιχειρηματία και ξάδελφο του Άκη ενώ τα χρήματα «εισπράχθηκαν για λογαριασμό του πρώην υπουργού».
Η DRUMILAN ήταν γνωστή στην Εξεταστική της Βουλής από την εμπλοκή της στα αντισταθμιστικά ωφελήματα (Α.Ω.) που συμφωνήθηκαν το Φεβρουάριο του 1999 με την αγορά των TOR Μ1, συνολικής αξίας 818 εκατομμυρίων δολαρίων. Το πιο «αμαρτωλό» κεφάλαιο της υπόθεσης των ρωσικών πυραύλων ήταν η σύμβαση των αντισταθμιστικών ωφελημάτων. Τη διαχείριση των αντισταθμιστικών προγραμμάτων είχε αναλάβει η εταιρία DRUMILAN INTERNATIONAL HELLAS, μέλος ενός ομίλου υπεράκτιων εταιριών, ιδιοκτησίας Fuad Al Zayat. Από τα προγράμματα των αντισταθμιστικών υλοποιήθηκε -και μάλιστα υπερκοστολογημένο- μόλις το 2%. Παρόλα αυτά, οι υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Εξοπλισμών βεβαιώσαν ότι εκτελέσθηκε περισσότερο από το 25% του συνόλου των προγραμμάτων.
Κατά τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής καταδείχθηκε ως ύποπτη διαδρομή για διακίνηση πολιτικού χρήματος μέσω των υπεράκτιων εταιριών DRUMILAN INTERNATIONAL LTD και DRUMILAN OFFSET PROGRAMME LTD, οι οποίες δεν είχαν καμία σχέση με τα A.Ω των TOR, υπήρξαν όμως αποδέκτριες χρηματικών ποσών που σχετίζονταν με τα ανατισταθμιστικά Ειδικότερα, προέκυψε ότι το 2000 διακινήθηκαν σε τραπεζικούς λογαριασμούς της DRUMILAN και του Fuad Al Zayat 25 εκατομμύρια δολάρια. Τα χρήματα εκταμιεύθηκαν από την προμηθεύτρια εταιρία ANTEY, ακολούθησαν τη διαδρομή Μόσχα, Νέα Υόρκη, Λευκωσία και κατέληξαν -σχεδόν στο συνολό τους- σε τραπεζικούς λογαριασμούς των υπεράκτιων DRUMILAN, στη CREDIT AGRICOLE INDOSUEZ της Γενεύης. Η Ελβετία ήταν το 2006 ο τελευταίος γνωστός σταθμός των ύποπτων εμβασμάτων. Η επιτροπή της Βουλής με καθυστέρηση υπέβαλε αίτημα δικαστικής συνδρομής στις ελβετικές αρχές για άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών. Από τότε πέρασαν έξι ολόκληρα χρόνια για να μάθουμε, μέσω του πορίσματος, ότι από το άνοιγμα των λογαριασμών της περίφημης DRUMILAN προέκυψε ότι 16,2 εκ ελβετικά φραγκα εμβάστηκαν στη Blue Bell S.A, ιδιοκτησίας του ξάδερφου του Ακη. Παραμένει αναπάντητο το ερώτημα γιατί ενώ είχε υποδειχθεί η δυαδρομή των μιζών, χρειάστηκαν τόσα χρόνια για να κατηγορηθεί ο πρώην υπουργός για αυτό που στη συνείδηση των περισσοτέρων είναι ήδη καταγεγραμμένο. Ότι δηλαδή «ο Άκης τα άρπαξε από τους αμυντικούς εξοπλισμούς».
Αδιευκρίνιστο παραμένει επίσης το γεγονός ότι η Εξεταστική Επιτροπή δεν κάλεσε ποτέ για κατάθεση το πρόσωπο «κλειδί» της υπόθεσης, Fuad Al Zayat. Το ίδιο έπραξε και με τον πρώην αναπληρωτή διευθυντή εξοπλισμών Αντώνιο Κάντα, ο οποίος στις 24 Απριλίου του 2000 με έγγραφό του πρoς την προμηθεύτρια εταιρία των TOR, ANTEY, πίστωσε προγράμματα αντισταθμιστικών τα οποία ουδέποτε υλοποιήθηκαν. Το έγγραφο Κάντα ουσιαστικά έδωσε το πράσινο φως για την εκταμίευση των 25 εκατομμυρίων δολαρίων που δεν έφτασαν ποτέ στην Ελλάδα. Ο κύριος Κάντας δεν εκλήθη πότε από την Εξεταστική Επιτροπή. Η επιτροπή δεν κάλεσε επίσης τον γενικό διευθυντής εξοπλισμών Γιώργο Κολλίρη ο οποίος διαδέχθηκε στο υπουργείο Άμυνας τον Γιάννη Σμπώκο και επί των ημερών του πιστοποιήθηκε η DRUMILAN HELLAS ως διαχειρίστρια των Α.Ω.. Ούτε ο απόστρατος αξιωματικός Ιωάννης Διαμαντάκος εκλήθη από την Επιτροπή της Βουλής για να εξηγήσει για ποιο λόγο εισέπραξε 300 χιλιάδες δολάρια από το ποσό των 25 εκατομμυρίων που προορίζονταν για τα αντισταθμιστικά. Με άλλα λόγια, στην Εξεταστική Επιτροπή δεν εκλήθησαν σημαντικοί μάρτυρες που ενδεχομένως να διαφώτιζαν πλήρως της υπόθεση.
Σήμερα, οι εισαγγελείς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «η διακίνηση των χρημάτων με τον ανωτέρω περιγραφόμενο τρόπο υποδηλώνει μια προσπάθεια συγκάλυψης των ιχνών και στοιχείων ταυτότητας του αποστολέα και του λήπτη τους, γεγονός που καταδεικνύει ότι πρόκειται για προϊόντα αξιόποινης πράξης και συγκεκριμένα δημοσιών λειτουργών… Από την επισήμανση αυτή, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η εταιρία Blue Bell S.A. δεν ενεπλάκη με οποιονδήποτε τρόπο στη σύμβαση των Α.Ω. συνάγεται ότι εισπράχθηκαν για λογαριασμό του τότε υπουργού Εθνικής Άμυνας Άκη Τσοχατζόπουλου». Τα χρήματα αυτά επιχειρήθηκε να νομιμοποιήθουν με τις αγορές ακινήτων.
Ενδεχομένως στα ίδια συμπεράσματα να είχε καταλήξει πριν αρκετό καιρό η κοινοβουλευτική και δικαστική έρευνα, αν ακολουθούσαν τον «δρόμο του χρήματος» και εξέταζαν τους σωστούς μάρτυρες. Δεν το έπραξαν. Οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ με επικεφαλής τους Βενιζέλο, Λοβέρδο αγωνίζονταν με σθένος για να καταρρίψουν τις κατηγορίες που βάρυναν τους υπουργούς Άμυνας. Από την άλλη πλευρά, οι βουλευτές της ΝΔ με τη στάση που τήρησαν στην εξεταστική επιτροπή υπήρξαν ανακόλουθοι στην τότε προεκλογική τους εξαγγελία περί καταπολέμησης της διαφθοράς του πολιτικού συστήματος.
Η μη ποινική δίωξη του Άκη Τσοχατζόπουλου από την Εξεταστική Επιτροπή και η παραγραφή του αδικήματος της παθητικής δωροδοκίας που σημειώθηκε εξαιτίας των διατάξεων του νόμου περί ευθύνης των υπουργών, όχι μόνο δυσχαίρανε όλα αυτά τα χρόνια τη διερεύνηση της υπόθεσης από τη τακτική δικαιοσύνη αλλά μπορεί να αποτελέσει και ισχυρό «νομικό χαρτί» του Άκη στις κατηγορίες που του αποδίδονται σημερα.
http://alatzas.skai.gr/post/21382614715