11 Οκτωβρίου 2012

Που χάθηκαν οι διαδηλωτές;

Να τους βάλω 50.000; Θέλετε 60.000; Άντε για χάρη σας να φθάσουμε τους 70.000 αν και φυσικά τόσοι δεν ήταν. Μιλώ για τους διαδηλωτές προχθές στην Αθήνα που υποδέχθηκαν την Αγκέλα Μέρκελ. Για τους ειδικούς των διαδηλώσεων, η Τρίτη ήταν «η μητέρα όλων των διαδηλώσεων». Η «D Day» των κινημάτων. Δεν είναι και μικρό πράγμα να έχεις στην πατρίδα σου την «προσωποποίηση της κρίσης». Τη γυναίκα – δηλητήριο. Την new age κόπια του Χίτλερ όπως καθημερινά αναφέρουν τα ΜΜΕ.

Που πήγαν όμως τελικά οι διαδηλωτές; Γιατί οι Έλληνες για μια ακόμη φορά χάθηκαν από τους δρόμους; Είναι δυνατό σε μια χώρα με 1,5 εκατομμύριο ανέργους και πάνω από 4 εκατομμύρια νεόπτωχους μόλις λίγες χιλιάδες να διαδηλώνουν; Που είναι αυτό το κύμα γνήσιας οργής και αγανάκτησης; Ακόμα κι όταν η χώρα μας πήρε το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα το 2004, περισσότερος κόσμος ήταν στους δρόμους. Όχι τώρα δα που παίζεται η ύπαρξη μας. Που η ζωή μας είναι υποθηκευμένη σε ξένες δυνάμεις.

Ας ξεκαθαρίσουμε λοιπόν κάποια πράγματα. Οι Έλληνες στο βάθος του μυαλού μας έχουμε ξεκάθαρα τη δική μας ευθύνη για τα σημερινά προβλήματα κι όχι την ευθύνη των άλλων, που στο κάτω της γραφής θα μας δώσουν και μια χείρα βοηθείας. Ξέρουμε πως εμείς ψηφίζαμε τους κλέφτες, εμείς δίναμε τεράστιες πλειοψηφίες σε ακατάλληλους ηγέτες. Εμείς λαδώναμε στις πολεοδομίες, εμείς κάναμε τα στραβά μάτια στις παρανομίες. Ήμασταν εκείνοι που θεωρούσαμε μάγκα αυτόν που διαφεύγει της δαγκάνες του νόμου και κρυφά τον ζηλεύαμε. Που δεν αποκαλούσαμε τέτοια πρόσωπα «κλέφτες» αλλά «καταφερτζήδες». Δική μας η ευθύνη λοιπόν που φέραμε την πατρίδα σε αυτά τα χάλια. Όχι της κάθε Μέρκελ και του κάθε Γερμανού γραφειοκράτη που μας βρήκε πεσμένους και μας εκμεταλλεύτηκε. Που ναι μεν μας ζητά θυσίες και παίρνει ληστρικά επιτόκια, όμως ταυτόχρονα έστω και στο «και πέντε» προσπαθεί να αναστρέψει το κλίμα.

Αυτή η ενοχή είναι που μας βαραίνει. Που μας κλείνει στο σπίτι. Αυτή η ενοχή καθώς και ο φόβος πως η Ελλάδα θα απομονωνόταν εάν απόδιωχνε τους δανειστές της. Γιατί αγαπητοί μου φίλοι κακά τα ψέματα. Όταν τα χρήματα μιλούν, οι συνειδήσεις σιωπούν. Ιδιαίτερα σε λαούς βολεμένους στην αφθονία, όπως είμαστε εμείς οι Έλληνες τα τελευταία 30 χρόνια. Γιατί ξεκάθαρα στις δεκαετίες του ’80 και του ’90 καλομάθαμε και τώρα μας κακοφαίνεται πως δεν καταναλώνουμε. Αν αγανακτούσαμε τοοοοόσο πολύ, αν μας έπνιγε το εθνικό συναίσθημα ή το ένστικτο της αυτοσυντήρησης θα έπρεπε προχθές να πλημμυρίζαμε την Αθήνα. Εμείς αρκεστήκαμε στο να κάνουμε κριτική στη φράου Μέρκελ από τις οθόνες της ΝΕΤ και του Μεγκα.

Είμαστε ο ίδιος λαός που δεν αντιστάθηκε στη δικτατορία του Παπαδόπουλου (για να λέμε σκληρές αλήθειες) αναζητώντας το μύθο μας πίσω από 2.000 το πολύ παιδιά που κλείστηκαν στο Πολυτεχνείο και πίσω από έναν Αλέκο Παναγούλη. Οι άλλοι 10 εκατομμύρια έκαναν τουμπεκί και μάλιστα ψιλοκομμένο. Είμαστε αυτοί που δεν ξέπλυναν την ντροπή της Κύπρου αφήνοντας τη Μεγαλόνησο 40 χρόνια έρμαιο στους Τούρκους, δίχως να αντισταθούμε και να προχωρήσουμε έστω και σε ένα υποτυπώδες αντάρτικο. Είμαστε εκείνοι που ψηφίζαμε τον Πάγκαλο κι ας κατέβασε τη σημαία στα Ίμια. Είμαστε ένας λαός που βολεύτηκε και που δυστυχώς μας μάθανε να κοιτάμε το μικρό συμφέρον μας κι όχι την πρόοδο της πατρίδας και του συνόλου.

Που από τις βουνοκορφές της Πίνδου του ’40 και το έπος των βαλκανικών πολέμων, συνηθίσαμε στην προδοσία και τον ωφελιμισμό. Ιδιαίτερα από τον εμφύλιο και μετά. Είμαστε ο λαός που δεν επένδυσε στον πολιτισμό αλλά στα μπουζούκια. Που την Ακρόπολη τη θυμόμαστε μόνο όταν θέλουμε να ξεφύγουμε από τη μειονεξία που νιώθουμε έναντι των άλλων, προηγμένων πολιτιστικά και τεχνολογικά λαών. Κι ας έχουμε να ανέβουμε στον ιερό βράχο πάνω από 30 χρόνια. Είμαστε τα κακομαθημένα παιδιά της Ευρώπης, οι βολεψάκηδες, φιγουρατζήδες που λοιδορούμε όποιον τολμά να ξεχωρίσει και σπάνια παραδεχόμαστε κάποιον ανώτερο μας. Που τις αυθεντίες μας τις αποδιώχνουμε και κρατάμε εντός συνόρων τον κατιμά.

Δημ. Μαρκόπουλος
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ