03 Φεβρουαρίου 2013

Το ανέκδοτο της ημέρας: Σε δίκη 49 άτομα για το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου

Εκείνο το καλοκαίρι του 1999, ενάμισι εκατομμύριο και πλέον επενδυτές αγόραζαν εκστασιασμένοι από την φρενήρη άνοδο των μετοχών. Μυημένοι και μη, δοκίμαζαν να πλουτίσουν μέσα σε μια ημέρα - καθώς, όλοι ήθελαν να είναι μέσα στο παιχνίδι του γρήγορου πλουτισμού. Ήθελαν να κερδίσουν, έστω και σε μικρογραφία, ότι, και οι μεγαλόσχημοι στις παραλίες και πισίνες των ελληνικών νησιών.

Για κακή τους τύχη, οι παραισθήσεις κράτησαν λίγους μήνες αφού η παγίδα εξαπάτησης είχε στηθεί αριστοτεχνικά εμφανίζοντας εταιρείες – «περίπτερα» ως μηχανές χρήματος. Τα νήματα της παραπλάνησης κινούσαν άλλοι μηχανισμοί σε πολυτελή γραφεία , μέσω εξωχώριων εταιρειών, μέσω επενδυτικών εταιρειών, τριγωνικών λογαριασμών ή μέσω τραπεζικών swift.

Παρόλο που η απονομή δικαιοσύνης σε σκανδαλώδεις υποθέσεις όπως του χρηματιστηρίου, αργεί, για μια από αυτές – ίσως για τη σημαντικότερη- ήρθε η ώρα της.

Δεκατρία χρόνια- μετά την πρώτη δίωξη που είχε ασκήσει τότε ο εισαγγελέας κ. Δημήτριος Ασπρογέρακας- η υπόθεση 49 κατηγορουμένων έρχεται επιτέλους ξανά στο εδώλιο.
Στις 15 Απριλίου 2013, στο Πέμπτο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων πρόκειται να δικαστούν 49 κατηγορούμενοι από όλους τους χώρους της οικονομικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας : ιδιοκτήτες εισηγμένων, χρηματιστές, εφοπλιστές, μεσάζοντες ακόμη και ένα πρώην μοντέλο.

Παραγραφή

Τα αδικήματα είναι βαρύτατα. Κατά περίπτωση αποδίδεται στους κατηγορουμένους, απάτη, ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, υπεξαίρεση και παραβίαση χρηματιστηριακής νομοθεσίας και της άμεσης συνέργιας στα αδικήματα αυτά κατ επάγγελμα και κατ εξακολούθηση.
Ύστερα λοιπόν από άλλες δίκες για χειραγώγηση που αναβάλλονταν συνεχώς, από δίκες που κινήθηκαν ύστερα από δίωξη από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς και περιορισμένες φυλακίσεις, η υπόθεση με τις μετοχές - «φούσκες» στο Χρηματιστηρίου φθάνει επιτέλους στο εδώλιο με τον κίνδυνο της παραγραφής να ελλοχεύει.
Οι 49 κατηγορούμενοι θα καθίσουν στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, καθώς ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αναίρεση που άσκησε, ο εκ των κατηγορουμένων Παν. Κονταλέξης κατά του εφετειακού βουλεύματος (1764/2012). Αν πάντως η δίκη δεν διεξαχθεί και γίνουν δεκτές ενστάσεις περί ακυρότητας που μπορεί να προβάλλουν οι κατηγορημένοι στο ακροατήριο, τότε η υπόθεση θα πέσει στα …βράχια της παραγραφής καθώς από την τέλεση των αδικημάτων έχουν παρέλθει ήδη 13 χρόνια.

Η Μπουρμπούλια

Η δικογραφία με τις μετοχές – φούσκες βρίσκονταν αρχικά στα χέρια της πρώην ανακρίτριας Κώνσταντίνας Μπουρμπούλια, η οποία όπως αποκαλύφθηκε εκ των υστέρων είχε ευνοήσει ορισμένους κατηγορουμένους στην υπόθεση. Μάλιστα, για τους χειρισμούς στην υπόθεση του χρηματιστηρίου, η πρώην ανακρίτρια καταδικάστηκε σε 12 χρόνια φυλάκιση από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων. Η Κ. Μπουρμπούλια, κρίθηκε ένοχη για κατάχρηση εξουσίας και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η πρώην ανακρίτρια δωροδοκήθηκε προκειμένου να μην ασκήσει δίωξη σε βαθμό κακουργήματος σε βάρος των υπευθύνων της εταιρείας Σ. ΣΙΓΑΛΑΣ ΑΤΕ που φέρονται να εξαπάτησαν την περίοδο 1999–2000 χιλιάδες επενδυτές του Χρηματιστηρίου, αποκομίζοντας τεράστια οικονομικά οφέλη.
Η αποκάλυψη αυτή, ότι δηλαδή, η ανακρίτρια χρηματίζονταν για να μην προφυλακίσει κατηγορουμένους για τις μετοχές – φούσκες, έδωσε και το έναυσμα για την επανεξέταση της υπόθεσης, η οποία χαρακτηρίστηκε ως μια από τις πιο σημαντικές στην μεταπολιτευτική ιστορία της Ελλάδας.
Ο εισαγγελέας Χαράλαμπος Λακαφώσης είχε ζητήσει την επανεξέταση κάποιων υποθέσεων για τις μετοχές – φούσκες του Χρηματιστηρίου και ύστερα από πρότασή του παραπέμφθηκαν αρχικά σε δίκη 67 άτομα, τα οποία στη συνέχεια έφτασαν με το εφετειακό βούλευμα που εκδόθηκε στα 49. Κατά αυτού του βουλεύματος ασκήθηκε αναίρεση από τον κατηγορούμενο Παναγιώτη Κονταλέξη. Η αίτησή του, ωστόσο, δεν είχε καμία τύχη. Όχι μόνο δεν έγινε δεκτή από τον Άρειο Πάγο, αλλά οι ανώτατοι δικαστές υιοθέτησαν πλήρως το εφετειακό βούλευμα, που σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο είχε πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.

Ποιοι θα δικαστούν

Έτσι, στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων κάθονται στις 15 Απριλίου, οριστικά και αμετάκλητα οι: Παναγιώτης Κονταλέξης χρηματιστής, Γεώργιος Μπατατούδης μέτοχος της Ιντερσάτ, Παναγιώτης Πανούσης μέτοχος της Άττικατ, Κωνσταντίνος Στέγγος, Χρυσή Στέγγου, Στυλιανή Στέγγου ( της Τεχνικής Ολυμπιακής), Σπυρίδωνας Τασόγλου της ομώνυμης εισηγημένης εταιρείας, Ηλίας Τσοτάκος χρηματιστής, Δημήτριος Ράνιος χρηματιστής, Ηλία Μπογδάνος της Active Επενδυτικής, Γεώργιος Μαυροειδής εφοπλιστής, Σπυρίδωνας Σπύρου, Μιχαήλ Μιχαηλίδης, Αποστολία Βεργάδου, Γεώργιος Παπαχρήστου, Γεώργιος – Ελευθέριος Καλογήρου, Κωνσταντίνος Μαρκέτος, Βασίλειος Βεργάδος, Ιωάννης Γρυπάρης, Joseph Saman, Κωνσταντίνος Αδηλίνης (του Ιωάννη), Θεόδωρος Αδηλίνης (του Δημητρίου), Θεόδωρος Αδηλίνης (του Ιωάννη) Ελένη Ζησιμοπούλου, Καλλιόπη Γεωργαντζή, Αλκιβιάδης Γεωργαντζής, Θεοφάνης Ράνιος (χρηματιστής), Ιωάννης Σφακιανάκης, Άτταλος Τριανταφύλλου, Λάμπρος Τσίλης, Αγγελική Ζησιμοπούλου, Βασίλειος Μανιός (εφοπλιστής), Αναστασία Κολλακή (σύζυγος εφοπλιστή), Παντελής – Ελευθέριος Κολλάκης (εφοπλιστής), Ανθή Πριοβόλου (πρώην φωτομοντέλο), Μηνάς Παναγιωτίδης, Σταύρος Γαλανάκης, Γεώργιος Λυραράκης (εφοπλιστής), Αθανάσιος Παπούλιας, Ιωάννης Τσούρτης, Γεώργιος Στέγγος (Τεχνική Ολυμπιακή), Βαρβάρα Τσούρτη, Σταυρούλα – Μαρία Λακοπούλου, Ιορδάνης Αρζόγλου, Ζωή Στέγγου, Ιωάννης – Γεώργιος Ραζής, Σπυρίδωνας Σκιαδόπουλος, Κωνσταντίνος Ιγγλέσης, Σταματίνα Βατικιώτου.

Πώς εξαπάτησαν το επενδυτικό κοινό

Σε 836 σελίδες του εφετειακού βουλεύματος που υιοθετεί και ο Άρειος Πάγος, περιγράφεται με κάθε λεπτομέρεια το μεγάλο σκάνδαλο …αφαίμαξης του πλούτου των επενδυτών, ενώ παρατίθενται και τα ευρήματα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ). Παράλληλα, οι δικαστές μέλη του συμβουλίου επισημαίνουν τις «σοβαρότατες αδυναμίες στην οργάνωση των χρηματιστηριακών εταιρειών και τον εσωτερικό τους έλεγχο», τις οποίες είχε εντοπίσει στην πρόταση του προς το συμβούλιο και ο Εισαγγελέας Εφετών Αθηνών Ιωάννης Λιακόπουλος.

Σύμφωνα με την εισαγγελική πρόταση που υιοθετούν οι δικαστές μέλη του Συμβουλίου, ορισμένοι εκ των κατηγορουμένων που κατείχαν εισηγμένες εταιρείες προχωρούσαν σε ψευδείς ανακοινώσεις χρηματιστηριακών συναλλαγών (πακέτων). Χαρακτηριστικά στο βούλευμα αναφέρεται: «Οι τιμές στις οποίες πραγματοποιήθηκαν οι συγκεκριμένες συναλλαγές διαφέρουν σημαντικά από τις αντίστοιχες τιμές που ανακοινώθηκαν στο ευρύ επενδυτικό κοινό στο οποίο δημιουργήθηκε παραπλανητική εικόνα για την πορεία των μετοχών, την τιμή και την εμπορευσιμότητά τους». Παράλληλα, κατά τους δικαστές, μέσω δεκάδων εξωχώριων εταιρειών διακινήθηκαν πακέτα με σκοπό την παραπλάνηση των επενδυτών, οι οποίοι επένδυσαν στις μετοχές εξαιτίας της πλαστής εμπορευσιμότητας που αυτές παρουσίαζαν.

Μάλιστα, οι δικαστές περιγράφουν την τακτική ορισμένων εκ των κατηγορουμένων να διαβεβαιώνουν σε γενικές συνελεύσεις των μετόχων των εταιρειών τους, ότι είχε εκδηλωθεί ενδιαφέρον από ξένους επενδυτές για αγορά μετοχών, επιδιώκοντας με αυτό τον τρόπο να ανεβάσουν τις τιμές τους. «Οι διαβεβαιώσεις για προτάσεις ξένων επενδυτών ήταν αναληθείς αφού αποδείχθηκε πως αγοραστές δεν ήταν στην πλειοψηφία τους ξένοι θεσμικοί επενδυτές αλλά ιδιώτες και υπεράκτιες εταιρείες», διαπιστώνουν τώρα οι δικαστές.

Στο πολυσέλιδο βούλευμα περιγράφεται η εξαπάτηση του επενδυτικού κοινού από συγκεκριμένους κατηγορούμενους που οδήγησε τελικά και στην απώλεια των περιουσιών τους και τους κόπους μιας ζωής. Αναφέρει το βούλευμα για τη δράση αυτή των κατηγορουμένων: «Σύμφωνα πάντοτε με τις ίδιες παραδοχές των ελεγκτών, σε κάθε περίπτωση με τις ενέργειες τους αυτές εξαπατήθηκε το επενδυτικό κοινό που αγόραζε τις μετοχές σε τιμές που με τεχνάσματα διαμορφώνονταν σε υψηλότερα επίπεδα στη χρηματιστηριακή αγορά και τελικά οδήγησαν σε απαξίωση της μετοχής και απώλεια μεγάλων χρηματικών ποσών από το ευρύτερο επενδυτικό κοινό, ενώ οι ίδιοι καρπώθηκαν παράνομα ιδιαίτερα μεγάλα χρηματικά ποσά». Εάν, κατά τους δικαστές, «το επενδυτικό κοινό γνώριζε την εξωχρηματιστηριακή τιμή της μετοχής ασφαλώς δεν θα προέβαινε σε αγορές σε τιμές μεγαλύτερες του 50% της χρηματιστηριακής αξίας».