05 Μαρτίου 2013

Η ποιότητα των Δ.Υ.

της Λώρης Κέζα

Με τους δημόσιους υπαλλήλους ακολουθείται η ίδια, αποτυχημένη, μέθοδος. Καταγράφεται ο αριθμός τους και υπολογίζονται οι αποχωρήσεις αδρομερώς. Τόσες χιλιάδες λέει ο υπουργός, πολλαπλάσιες λέει ο συνδικαλιστής. Διαθεσιμότητα και μετατάξεις λέει το κράτος, αποχωρήσεις και συντάξεις λένε οι εργαζόμενοι. Για ορίζοντα έτους ομιλεί η πολιτεία, για τριετία οι αναλυτές της πιάτσας.


Ασφαλώς δεν είναι εύκολη απόφαση ούτε για τον κ. Αντώνη Μανιτάκη, υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης, ούτε για τους τροϊκανούς. Δεν είναι εύκολη απόφαση να εκδιωχτούν 25.000 υπάλληλοι. Ομοίως δεν είναι εύκολη η συντήρηση του δημόσιου τομέα σε βάρος του πτωχού ιδιωτικού. Εντούτοις προκαλεί εντύπωση ότι οι συζητήσεις στέκονται στο πόσοι θα φύγουν, πόσα θα παίρνουν όταν φύγουν (γιατί θα εξακολουθήσουν να πληρώνονται από τον προϋπολογισμό) και τι κονδύλια θα εξοικονομηθούν. Αυτό που δεν είδαμε την τελευταία τριετία, που δεν είδαμε ούτε την τελευταία τριακονταετία, ούτε από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους, είναι μια σαφής καταγραφή των αναγκών σε σχέση με την παραγωγή κάθε δημοσίου υπαλλήλου. Υπάρχουν ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως η αναλυτική περιγραφή καθηκόντων των εκπαιδευτικών: τόσα παιδιά, τόσες τάξεις, τόσες ειδικότητες, γίνονται οι λογαριασμοί και λαμβάνεται η απόφαση για ορισμένες ώρες διδασκαλίας την εβδομάδα. Στον υπόλοιπο δημόσιο τομέα τα πράγματα είναι ελαφρώς αφηρημένα.

Αυτά λοιπόν που απουσιάζουν από τη συζήτηση είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Τι ακριβώς κάνει ο υπάλληλος ενός υπουργείου ή ενός οργανισμού από το πρωί που προσέρχεται ως το μεσημέρι που αποχωρεί; Θα απαντήσουν ορισμένοι ότι τους βγαίνει η Παναγία για την εξυπηρέτηση του πολίτη αλλά από την πλευρά οι κάτοικοι αυτής της χώρας έχουν τη βεβαιότητα ότι δεν ζουν ούτε στη Σουηδία ούτε στον Καναδά. Δηλαδή στην επαφή με τον δημόσιο τομέα όλοι έχουν εμπειρίες από υπαλλήλους που κωλυσιεργούν επειδή αγνοούν το αντικείμενο, επειδή βαριούνται ή επειδή την κοπάνησαν από το ωράριο.

Ο δημόσιος τομέας έχει έναν μαγικό τρόπο να αποχαυνώνει το δυναμικό του. Το βλέπουμε κάθε φορά που συγκρίνουμε μια υπηρεσία του δημοσίου με μια αντίστοιχη εταιρεία του ιδιωτικού τομέα. Για το δημόσιο, το έργο άλφα χρειάζεται περισσότερο προσωπικό και περισσότερο χρόνο για μικρότερο αποτέλεσμα σε σχέση με την οργάνωση αντίστοιχης ιδιωτικής μονάδας. Οσο κι αν δεν μας αρέσει θεωρητικά, κάτι δείχνει που όλο και περισσότερο επιλέγεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα η πρακτική του outsourcing, δηλαδή η ανάθεση έργου σε εξωτερικούς συνεργάτες. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα, ας σταθούμε σε ένα: οργανισμός συνεργάζεται με εταιρεία για τα λογιστικά ενώ απασχολεί και μισθοδοτεί υπαλλήλους λογιστηρίου. Τι είναι αυτό που καθιστά πιο αποτελεσματικό τον εξωτερικό συνεργάτη από τον μόνιμο υπάλληλο δεδομένου ότι έχουν αποφοιτήσει από τις ίδιες σχολές και έχουν τα ίδια χρόνια εμπειρίας; Εδώ δεν χωρεί απάντηση ότι ο υπάλληλος του δημοσίου θα κλέψει, γιατί το ίδιο ισχύει παντού στον κόσμο, σε όλους τους κλάδους, σε όλες τις δομές: κάποιοι είναι ανέντιμοι και όταν βρεθούν σε ευεπίφορο περιβάλλον, θα αρπάξουν.

ο πρόβλημα λοιπόν με τους δημόσιους υπαλλήλους δεν είναι ο αριθμός αλλά η ασάφεια καθηκόντων. Δεν έχουν ημερήσιο στόχο παραγωγής, δεν ελέγχονται στο τέλος του μήνα, δεν αξιολογούνται για τις δεξιότητές τους. Ξέρουμε όμως ποιο θα είναι το αποτέλεσμα αν ξεκινήσει συζήτηση για το τι κάνει ο καθένας: θα βγουν οι κομματικές ταυτότητες, θα γίνουν τηλεφωνήματα στον μπάρμπα βουλευτή, θα επικρατήσουν οι συμπάθειες, οι φιλίες, οι προσωπικές αδυναμίες.

ΤΟ ΒΗΜΑ