Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Από το «μολών λαβέ» του αείμνηστου Λεωνίδα της Σπάρτης ώς το «Οχι» του Ιωάννη Μεταξά, η άρνηση έχει κατοχυρωθεί στη συλλογική μας συνείδηση ως η ύστατη πράξη του ηρωισμού. Ασχέτως αποτελεσμάτων εννοείται. Πάντα αναρωτιόμουν ποιοι ψυχολογικοί μηχανισμοί παραμερίζουν τους πραγματικούς νικητές του αγώνα των Ελλήνων κατά των Περσών, όπως ήταν ο Θεμιστοκλής της Σαλαμίνας ή ο Μιλτιάδης του Μαραθώνα. Και καλά αυτοί οι δύο, οι οποίοι στη συνέχεια αποδείχθηκαν φιλοχρήματοι και έπεσαν θύματα της ανεξέλεγκτης φιλοδοξίας τους. Ποιος θυμάται όμως τον Αριστείδη, που ήταν στρατηγός των Αθηναίων στις Πλαταιές και πέθανε άπορος, και ποιος τον Κίμωνα, που έδιωξε οριστικά τον περσικό στόλο από το Αιγαίο;
Ακόμη και ο τρόπος που η εθνική μας ιδεολογία ιεραρχεί τις αξίες στη σχεδόν μυθική για εμάς αρχαιότητα αποδεικνύει ότι οι νικητές έρχονται πάντα δεύτεροι και καταϊδρωμένοι στον αγώνα του ηρωισμού.
Ισως αυτή η ψυχολογική παράμετρος να εξηγεί το γεγονός ότι είμαστε η μοναδική χώρα, εξ όσων γνωρίζω, που γιορτάζουμε κάθε χρόνο την αρχή και όχι το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μας φτάνει το «Οχι» που είπε ο Μεταξάς για να κοιμόμαστε με τη συνείδησή μας ήσυχη. Χρειάστηκε να περάσουν χρόνια από τότε που πρωτοκάθισα στα θρανία του δημοτικού για να συνειδητοποιήσω ότι, μετά τον ηρωικό αγώνα στην Αλβανία, ακολούθησαν μια συντριπτική ήττα, η Κατοχή, η απελευθέρωση από τους Βρετανούς και ο αιματηρός Εμφύλιος. Ως τότε μου μάθαιναν πως το «Οχι», από μόνο του, ήταν ένα είδος νίκης που δεν συγκρίνεται με καμία πραγματική νίκη στα πεδία των μαχών. Οσο για τον Εμφύλιο που ακολούθησε, αυτός ήρθε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Κάποιοι ήθελαν την Ελλάδα ηττημένη, κι ας είχε συμμετάσχει στο στρατόπεδο των νικητών του Μεγάλου Πολέμου. Μόνον έτσι θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις ψυχολογικές παραμέτρους του ηρωισμού της ήττας, ο οποίος αδιαφορεί για το κόστος σε ανθρώπινες ζωές. Για εμάς οι ήρωες είναι πάντα νεκροί και ηττημένοι. Οι ζωντανοί και οι νικητές αντιμετωπίζονται με καχυποψία. Σε κάποιους πούλησαν τη συνείδησή τους για να μείνουν ζωντανοί, κάτι έχουν στο μυαλό τους και δεν μας το λένε. «Σου είπαν ψέματα πολλά», που λέει και ο σύντροφος Μίκης.
Αυτό το ψυχολογικό σύνδρομο εξηγεί και την παράδοξη εικόνα που μου περιέγραψε κάποτε μια συγγενής μου. Πριν από δύο δεκαετίες περίπου, στην εποχή της ευμάρειας, η ελληνική κοινότητα του Λονδίνου είχε οργανώσει μια συνεστίαση για να συγκεντρώσει χρήματα για κάποιον φιλανθρωπικό σκοπό. Πλην όμως, είχαν την ατυχή έμπνευση να καλέσουν τον Στράτο Διονυσίου, ο οποίος μόλις εμφανίστηκε επί σκηνής προκάλεσε τα γνωστά εξαρτημένα αντανακλαστικά, με αποτέλεσμα να σπάσουν στην πίστα όλα τα πιάτα του σερβίτσιου. Επειδή δε τα πιάτα ήταν από πορσελάνη, όσα χρήματα συγκεντρώθηκαν για τον φιλανθρωπικό σκοπό κατέληξαν στην αποζημίωση του ξενοδοχείου. Το σπάσιμο των πιάτων είναι και αυτό ένα μικρό, πλην όμως βροντερό, «όχι» απέναντι στη ζωή που έχεις φτιάξει. Τίποτε δεν μετράει περισσότερο και καμία λογική δεν μπορεί να σε συγκρατήσει να δακρύζεις με την «Απονη ζωή» και να τα σπας ακόμη κι αν έχεις κάτι εκατομμύρια στην Ελβετία.
Το σύνδρομο αυτό μπορεί να εξηγήσει και την απόλυτη κυριαρχία του αριστερόφρονος λυρισμού στη μακρόσυρτη μεταπολίτευση. Ηταν μια σταθερή αξία που γέμιζε στάδια, κινηματογραφικές και θεατρικές αίθουσες και σάρωνε στις πωλήσεις των βιβλιοπωλείων. Μόνον ως δυστυχής μπορούσες να σταδιοδρομήσεις στον καλλιτεχνικό χώρο και να εισπράξεις τις απαραίτητες επιδοτήσεις. Οσο οι νικητές του Εμφυλίου τρώγονταν με τις ενοχές της νίκης τους, οι ηττημένοι υμνούσαν τον ηρωισμό της δικής τους ήττας.
Θα μου πείτε κανένας σοβαρός λογαριασμός δεν μπορεί να γίνει παρ’ ημίν αν δεν συνυπολογισθεί και η παράμετρος της τραγικής παράδοσης. Οι Ελληνες ανακάλυψαν την τραγική συνθήκη της ύπαρξης, και ως εκ τούτου ως Ελληνες την κουβαλάμε στα κύτταρα της γλώσσας μας. Μας φτάνει που ο τραγικός ήρωας είναι πάντα ηττημένος. Και ξεχνάμε ότι δεν φτάνει να ηττηθείς για να γίνεις τραγικός ήρωας. Ο οικογενειάρχης που φορτώνει γυναίκα και παιδιά στο αυτοκίνητο και τρέχει με διακόσια για να συγκρουσθεί μετωπικά με τον απέναντι είναι απλώς ηττημένος από τη νοημοσύνη του. Δεν έχει τίποτε το ηρωικό και τίποτε το τραγικό, και ας μιλάμε μετά για «τραγικό δυστύχημα».
Η αξία τού «όχι» είναι τόσο βαθιά ριζωμένη μέσα μας, που αδιαφορούμε για τα συμφραζόμενα. Δεν έχει σημασία αν το λες, όπως ο Ιωάννης Μεταξάς, για να αντισταθείς στην πρόκληση κάποιου κατακτητή, ή αν το λες για να αντιμετωπίσεις τα χρέη σου, και να προστατεύσεις τους μεγαλοκαταθέτες των τραπεζών σου. Παρατηρώντας την ηρωική διάθεση που μας έχει καταλάβει, ψάχνω μέρες τώρα να βρω κάποιον χαρακτήρα στην ιστορία της λογοτεχνίας ο οποίος έγινε τραγικός εξαιτίας των χρεών του. Δεν βρήκα κανέναν. Αντιθέτως, η κωμωδία από τον Αριστοφάνη ώς τον Μολιέρο μάς προσφέρει πολλούς.
Καθημερινή
Από το «μολών λαβέ» του αείμνηστου Λεωνίδα της Σπάρτης ώς το «Οχι» του Ιωάννη Μεταξά, η άρνηση έχει κατοχυρωθεί στη συλλογική μας συνείδηση ως η ύστατη πράξη του ηρωισμού. Ασχέτως αποτελεσμάτων εννοείται. Πάντα αναρωτιόμουν ποιοι ψυχολογικοί μηχανισμοί παραμερίζουν τους πραγματικούς νικητές του αγώνα των Ελλήνων κατά των Περσών, όπως ήταν ο Θεμιστοκλής της Σαλαμίνας ή ο Μιλτιάδης του Μαραθώνα. Και καλά αυτοί οι δύο, οι οποίοι στη συνέχεια αποδείχθηκαν φιλοχρήματοι και έπεσαν θύματα της ανεξέλεγκτης φιλοδοξίας τους. Ποιος θυμάται όμως τον Αριστείδη, που ήταν στρατηγός των Αθηναίων στις Πλαταιές και πέθανε άπορος, και ποιος τον Κίμωνα, που έδιωξε οριστικά τον περσικό στόλο από το Αιγαίο;
Ακόμη και ο τρόπος που η εθνική μας ιδεολογία ιεραρχεί τις αξίες στη σχεδόν μυθική για εμάς αρχαιότητα αποδεικνύει ότι οι νικητές έρχονται πάντα δεύτεροι και καταϊδρωμένοι στον αγώνα του ηρωισμού.
Ισως αυτή η ψυχολογική παράμετρος να εξηγεί το γεγονός ότι είμαστε η μοναδική χώρα, εξ όσων γνωρίζω, που γιορτάζουμε κάθε χρόνο την αρχή και όχι το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μας φτάνει το «Οχι» που είπε ο Μεταξάς για να κοιμόμαστε με τη συνείδησή μας ήσυχη. Χρειάστηκε να περάσουν χρόνια από τότε που πρωτοκάθισα στα θρανία του δημοτικού για να συνειδητοποιήσω ότι, μετά τον ηρωικό αγώνα στην Αλβανία, ακολούθησαν μια συντριπτική ήττα, η Κατοχή, η απελευθέρωση από τους Βρετανούς και ο αιματηρός Εμφύλιος. Ως τότε μου μάθαιναν πως το «Οχι», από μόνο του, ήταν ένα είδος νίκης που δεν συγκρίνεται με καμία πραγματική νίκη στα πεδία των μαχών. Οσο για τον Εμφύλιο που ακολούθησε, αυτός ήρθε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Κάποιοι ήθελαν την Ελλάδα ηττημένη, κι ας είχε συμμετάσχει στο στρατόπεδο των νικητών του Μεγάλου Πολέμου. Μόνον έτσι θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις ψυχολογικές παραμέτρους του ηρωισμού της ήττας, ο οποίος αδιαφορεί για το κόστος σε ανθρώπινες ζωές. Για εμάς οι ήρωες είναι πάντα νεκροί και ηττημένοι. Οι ζωντανοί και οι νικητές αντιμετωπίζονται με καχυποψία. Σε κάποιους πούλησαν τη συνείδησή τους για να μείνουν ζωντανοί, κάτι έχουν στο μυαλό τους και δεν μας το λένε. «Σου είπαν ψέματα πολλά», που λέει και ο σύντροφος Μίκης.
Αυτό το ψυχολογικό σύνδρομο εξηγεί και την παράδοξη εικόνα που μου περιέγραψε κάποτε μια συγγενής μου. Πριν από δύο δεκαετίες περίπου, στην εποχή της ευμάρειας, η ελληνική κοινότητα του Λονδίνου είχε οργανώσει μια συνεστίαση για να συγκεντρώσει χρήματα για κάποιον φιλανθρωπικό σκοπό. Πλην όμως, είχαν την ατυχή έμπνευση να καλέσουν τον Στράτο Διονυσίου, ο οποίος μόλις εμφανίστηκε επί σκηνής προκάλεσε τα γνωστά εξαρτημένα αντανακλαστικά, με αποτέλεσμα να σπάσουν στην πίστα όλα τα πιάτα του σερβίτσιου. Επειδή δε τα πιάτα ήταν από πορσελάνη, όσα χρήματα συγκεντρώθηκαν για τον φιλανθρωπικό σκοπό κατέληξαν στην αποζημίωση του ξενοδοχείου. Το σπάσιμο των πιάτων είναι και αυτό ένα μικρό, πλην όμως βροντερό, «όχι» απέναντι στη ζωή που έχεις φτιάξει. Τίποτε δεν μετράει περισσότερο και καμία λογική δεν μπορεί να σε συγκρατήσει να δακρύζεις με την «Απονη ζωή» και να τα σπας ακόμη κι αν έχεις κάτι εκατομμύρια στην Ελβετία.
Το σύνδρομο αυτό μπορεί να εξηγήσει και την απόλυτη κυριαρχία του αριστερόφρονος λυρισμού στη μακρόσυρτη μεταπολίτευση. Ηταν μια σταθερή αξία που γέμιζε στάδια, κινηματογραφικές και θεατρικές αίθουσες και σάρωνε στις πωλήσεις των βιβλιοπωλείων. Μόνον ως δυστυχής μπορούσες να σταδιοδρομήσεις στον καλλιτεχνικό χώρο και να εισπράξεις τις απαραίτητες επιδοτήσεις. Οσο οι νικητές του Εμφυλίου τρώγονταν με τις ενοχές της νίκης τους, οι ηττημένοι υμνούσαν τον ηρωισμό της δικής τους ήττας.
Θα μου πείτε κανένας σοβαρός λογαριασμός δεν μπορεί να γίνει παρ’ ημίν αν δεν συνυπολογισθεί και η παράμετρος της τραγικής παράδοσης. Οι Ελληνες ανακάλυψαν την τραγική συνθήκη της ύπαρξης, και ως εκ τούτου ως Ελληνες την κουβαλάμε στα κύτταρα της γλώσσας μας. Μας φτάνει που ο τραγικός ήρωας είναι πάντα ηττημένος. Και ξεχνάμε ότι δεν φτάνει να ηττηθείς για να γίνεις τραγικός ήρωας. Ο οικογενειάρχης που φορτώνει γυναίκα και παιδιά στο αυτοκίνητο και τρέχει με διακόσια για να συγκρουσθεί μετωπικά με τον απέναντι είναι απλώς ηττημένος από τη νοημοσύνη του. Δεν έχει τίποτε το ηρωικό και τίποτε το τραγικό, και ας μιλάμε μετά για «τραγικό δυστύχημα».
Η αξία τού «όχι» είναι τόσο βαθιά ριζωμένη μέσα μας, που αδιαφορούμε για τα συμφραζόμενα. Δεν έχει σημασία αν το λες, όπως ο Ιωάννης Μεταξάς, για να αντισταθείς στην πρόκληση κάποιου κατακτητή, ή αν το λες για να αντιμετωπίσεις τα χρέη σου, και να προστατεύσεις τους μεγαλοκαταθέτες των τραπεζών σου. Παρατηρώντας την ηρωική διάθεση που μας έχει καταλάβει, ψάχνω μέρες τώρα να βρω κάποιον χαρακτήρα στην ιστορία της λογοτεχνίας ο οποίος έγινε τραγικός εξαιτίας των χρεών του. Δεν βρήκα κανέναν. Αντιθέτως, η κωμωδία από τον Αριστοφάνη ώς τον Μολιέρο μάς προσφέρει πολλούς.
Καθημερινή