02 Απριλίου 2013

Τα συστατικά της αυτοκαταστροφής

Tου Σταθη Ν. Καλυβα*

Υπάρχουν δύο λαοί στους οποίους πάει γάντι η έκφραση «χαμένες ευκαιρίες»: οι Παλαιστίνιοι και οι Σέρβοι. Και οι δύο διεκδικούν τα σκήπτρα της αυτοκαταστροφής, αφού σε κρίσιμες ιστορικές καμπές απέρριψαν συμβιβαστικές λύσεις, υιοθετώντας μαξιμαλιστικά αιτήματα που αποδείχθηκαν τυφλά και αδιέξοδα. Οδηγήθηκαν έτσι σε οδυνηρές ήττες, μπροστά στις οποίες οι συμβιβαστικές λύσεις φαντάζουν θρίαμβοι. Οι Παλαιστίνιοι θα είχαν σήμερα το δικό τους κράτος, ενώ οι Σέρβοι θα είχαν προστατέψει τους μειονοτικούς τους πληθυσμούς στην Κροατία, τη Βοσνία και το Κόσοβο αντί να τους μετατρέψουν σε πρόσφυγες. Και, εννοείται, θα είχαν αποφύγει την τραγωδία πολύνεκρων πολέμων. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως και οι δύο λαοί διαθέτουν πλειάδα θαυμαστών στην Ελλάδα.

Διατρέχοντας την ιστορική εμπειρία των δύο αυτών λαών, διαπιστώνει κανείς πως το πιο ενδιαφέρον στοιχείο δεν είναι η αυτοκαταστροφή και οι χαμένες ευκαιρίες καθαυτές, αλλά η αναγωγή της επαναλαμβανόμενης ήττας και τραγωδίας σε απόδειξη ηρωισμού και αυτοθυσίας και η μετατροπή της σε συστατικό στοιχείο της εθνικής τους ταυτότητας. Το αποτέλεσμα είναι πως η καταστροφή όχι μόνο δεν τους έχει διδάξει, αλλά τους έχει οδηγήσει στη συστηματική επανάληψη των σφαλμάτων τους με τραγικές συνέπειες. Η αδυναμία τους αυτή έχει μάλιστα γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους αντιπάλους τους. Εχουν γραφτεί δεκάδες αναλύσεις για το πώς οι Ισραηλινοί καταφέρνουν να ενεργοποιούν την τάση αυτή των Παλαιστινίων, οδηγώντας τους έτσι σε καταστροφικές επιλογές.

Η Κύπρος δεν διαφέρει τόσο. Η ιστορία της είναι γεμάτη από άστοχες ή άκαιρες επιλογές με τραγικές συνέπειες. Η πρόσφατη κρίση επιβεβαίωσε την αυτοκαταστροφική ροπή των Κυπρίων αλλά και την αδυναμία εξαγωγής διδαγμάτων από προηγούμενα λάθη τους: από την εγκληματική αδράνεια της κυβέρνησης Χριστόφια ώς τις παλινδρομήσεις των πρόσφατων διαπραγματεύσεων και το «ηρωικό όχι» της Βουλής, η Κύπρος πέτυχε ένα σχεδόν χείριστο αποτέλεσμα - σχεδόν, γιατί τουλάχιστον απέφυγε τη χρεοκοπία, αυτό δηλαδή που την καλούσαν να πράξει διάφοροι εκ του ασφαλούς καλοθελητές, όπως ακριβώς το φιλοθεάμον κοινό προτρέπει τον απελπισμένο να πηδήσει στο κενό. Δυστυχώς, η πλειοψηφία των καλοθελητών αυτών ήταν Ελλαδίτες που αναζητούσαν ευκαιρία να φωνάξουν το δικό τους «ηρωικό όχι» με το αζημίωτο, πάνω στην πλάτη των Κυπρίων.

Το «ηρωικό όχι» αποτελεί κλασική συνταγή με γνωστό μοτίβο. Πρώτο συστατικό της, η κυριαρχία ενός θερμού συναισθηματισμού αντί του απαραίτητου ψυχρού ορθολογισμού. Σύμπτωμά του είναι η επικράτηση της ρητορικής κορόνας και του λυρισμού αντί της λογικής ανάλυσης. Συνέπειές του, οι σπασμωδικές κινήσεις, η έλλειψη προετοιμασίας και η ένδεια σχεδιασμού. Δεύτερο συστατικό, η επικράτηση μιας ηρωικής ανάγνωσης του εαυτού μας που οδηγεί στην υπερτίμηση των δυνατοτήτων μας και στην αντίστοιχη υποτίμηση της άλλης πλευράς. Εδώ εντάσσεται και η έκδηλη αδυναμία ερμηνείας των πραγματικών της κινήτρων και η αυτόματη απόδοση μοχθηρών και κακόβουλων προθέσεων.

Στην περίπτωση της Κύπρου, προτού καταλήξει κανείς σε εύκολα συμπεράσματα ως προς την υποτιθέμενη πρόθεση του Βορρά να διαλύσει τον Νότο, καλό θα ήταν να εξετάσει κάποιες απλούστερες ερμηνείες όπως, π.χ., την κατανοητή επιθυμία της πλειοψηφίας των χωρών της Ευρώπης (και όχι μόνο του Βορρά, των προτεσταντών ή των πλούσιων χωρών όπως λανθασμένα επαναλαμβάνεται) να μην εξαναγκάσουν τους φορολογουμένους τους να επωμιστούν το κόστος διάσωσης ενός τραπεζικού συστήματος με τα χαρακτηριστικά του κυπριακού. Σημειώνω εδώ και την απίστευτα αδαή παρουσίαση ως θριάμβου του νεοφιλελευθερισμού, μιας καθαρά σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής επιλογής όπως η αντίθεση στη χαμηλή φορολόγηση του μεγάλου κεφαλαίου και στην έλλειψη ενός στιβαρού ελεγκτικού πλαισίου για τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος. Οδηγούμαστε έτσι στην ακατάσχετη συνωμοσιολογία. Χαρακτηριστικό σύμπτωμα εδώ είναι η απόπειρα εξαπάτησης και η κουτοπονηριά, αφού οι άλλοι θεωρούνται εξ ορισμού κατώτεροι.

Τέταρτο συστατικό είναι η υιοθέτηση μιας αφηγηματικής στρατηγικής που βασίζεται στην αναλογία των αγνών και μικρών που αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν με άνισους όρους τους μοχθηρούς και ισχυρούς (εδώ παρεισφρέει και το γνωστό μοτίβο της ήττας λόγω προδοσίας). Η συνέπεια είναι πως αφού δεν μπορείς να επικρατήσεις, καλύτερα να νικήσεις στο ηθικό πεδίο με την ηρωική σου αυτοθυσία. Πρόκειται για την αθεράπευτα ρομαντική απόδοση προτεραιότητας στο μέσο έναντι του αποτελέσματος: έτσι πλασάρεται η «ηθική επικράτηση» ως άλλοθι για την αποτυχία. Ομως η έλλειψη ισχύος από μόνη της δεν εγγυάται την ηθική ανωτερότητα ούτε οδηγεί απαραίτητα σε ήττα. Πέμπτο και πιο ακραίο συστατικό είναι η λατρεία της ήττας. Η καθημερινότητα έχει την κακή συνήθεια να υπονομεύει τον ρομαντισμό και οι κραυγές περί ηθικής νίκης γρήγορα γίνονται αντιληπτές ως το θλιβερό φύλλο συκής που είναι πραγματικά. Ετσι, όταν συσσωρευθούν οι αποτυχίες, καλλιεργείται συστηματικά η λατρεία της ήττας. Εδώ περνάμε στο στάδιο της συλλογικής αυταπάτης, στο οποίο έχουν διαπρέψει οι Σέρβοι και όπου ευτυχώς δεν έχουμε φτάσει, τουλάχιστον όχι ακόμη.

Για να απαλλαγούμε από αυτές τις βλαβερές ροπές πρέπει να προχωρήσουμε σε βαθιές τομές στους μηχανισμούς που τις συντηρούν: την ενημέρωση και, ιδίως, την παιδεία.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ