15 Αυγούστου 2013

Η Όπρα δεν ήταν θύμα ρατσισμού... ήταν θύμα του ναρκισισμού της

του Κωνσταντίνου Καραλή

Η είδηση εμφανίσθηκε την προηγούμενη Παρασκευή σε εφημερίδες και ιστότοπους σχεδόν σε όλο τον κόσμο, από το BBC και το CNN μέχρι τη Σομαλία, με τίτλους όπως «Η Όπρα Γουίνφρι θύμα ρατσισμού στην Ελβετία». Σύμφωνα με όσα δήλωσε στην εκπομπή του Λάρυ Κίνγκ η διάσημη τηλεπαρουσιάστρια και μία από τις πλουσιότερες και με μεγάλη προσωπική επιρροή γυναίκες του πλανήτη, μπήκε σε μία ακριβή μπουτίκ της Ζυρίχης, όπου ζήτησε να δει μία τσάντα από δέρμα κροκοδείλου.
Όμως, η υπάλληλος της μπουτίκ, που δεν την αναγνώρισε, αρνήθηκε τρεις φορές να της δώσει την τσάντα επειδή η τιμή της ήταν 35.000 φράγκα (κάπου 32.000 ευρώ) και της είπε ότι είναι πολύ ακριβή γι αυτήν. Θεωρώντας, ότι ο μόνος λόγος που θα έκανε την υπάλληλο να υποθέσει ότι η Γουίνφρι δεν είχε τα χρήματα ήταν το χρώμα της, προέκυψε αβίαστα το συμπέρασμα για ρατσισμό στην Ελβετία. Η μεγάλη επιρροή της Γουίνφρι θεωρήθηκε ικανή να αμαυρώσει την εικόνα της Ελβετίας ως τουριστικού προορισμού για τους Αμερικανούς (που αποτελούν μεγάλη τουριστική αγορά για τη χώρα), κάνοντας έτσι τον Ελβετικό Οργανισμό Τουρισμού να ζητήσει συγνώμη μέσω τουΐτερ!

Ωστόσο νομίζω ότι θα έπρεπε να είναι κανείς πιο επιφυλακτικός με τους ισχυρισμούς της Γουίνφρι: Τα καταστήματα της Bahnhofstrasse, όπως και όλα τα άλλα ακριβά καταστήματα στον κόσμο, συναλλάσσονται εδώ και αρκετές δεκαετίες με πελάτες από όλον τον κόσμο, που μπορεί να διαθέτουν υψηλά εισοδήματα ανεξαρτήτως φυλής και χρώματος. H εκδοχή της υπαλλήλου, την οποία, σημειωτέον, στήριξε η ιδιοκτήτρια του καταστήματος ακόμα και στον πιεστικό δημοσιογράφο του BBC που περίπου ζητούσε την απόλυσή της(!), είναι διαφορετική. Η υπάλληλος λοιπόν, η οποία από τη μέρα που ξέσπασε όλη αυτή η συζήτηση «εξ αιτίας» της, ζει σε έναν εφιάλτη, είπε ότι η τσάντα ήταν ασφαλισμένη σε ειδική προθήκη (και με δεδομένο ότι κατά μέσο όρο πουλάνε μία τέτοια το χρόνο) της πρότεινε να δει μια άλλη με ίδιο σχέδιο από άλλο υλικό. Η Γουίνφρι αρνήθηκε και έφυγε, έχοντας μείνει συνολικά 5 λεπτά. Καθένας καταλαβαίνει ότι, αν όντως ήθελε να αγοράσει την τσάντα, μπορούσε με μία απλή συζήτηση με την υπάλληλο να διαλύσει την όποια παρεξήγηση. Αντ’ αυτού, δημιούργησε με τη δύναμη που διαθέτει ένα μεγάλο ζήτημα, που εύστοχα ο ελβετικός Τύπος χαρακτήρισε ως «τσαντάκι-γκέιτ» (κατά το Γουότερ-γκέιτ). Ζήτημα όμως, στο οποίο μπορούμε να αναγνωρίσουμε περισσότερες διαστάσεις από αυτές που ήθελε να δώσει η ίδια.

Έτσι η προσβολή που ένιωσε η Γουίνφρι μπορεί π.χ. να εξηγηθεί πολύ καλύτερα ως προσβολή στον ναρκισσισμό της, επειδή δεν αναγνώρισε η υπάλληλος αυτήν την παγκόσμια προσωπικότητα (την αυτοδημιούργητη με τα 2,8 δισ. δολάρια περιουσία κ.λπ.), την οποία επί τόσα χρόνια όλοι γνωρίζουν και θαυμάζουν, (το κλασικό ελληνικό «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;») Όπως έγραψε ο δημοσιογράφος Ούγκο Σταμ στην ελβετική Τάγκεσαντσάιγκερ, «αυτό που η Γουίνφρι βίωσε ως ρατσισμό (και άσχετα με το αν υπάρχει ή όχι ρατσισμός στην Ελβετία) είναι ο πληγωμένος ναρκισσισμός μιας γυναίκας που έχει μάθει ότι όλος ο κόσμος περιστρέφεται γύρω της, επειδή μπορεί να μιλάει ωραία μπροστά στην κάμερα και να θέτει έξυπνα ερωτήσεις». Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης και από την άποψη του είδους της δημοσιότητας σε τέτοιες περιπτώσεις το ότι το 2008 η Γουίνφρι ονομάσθηκε από την οργάνωση Peta ως πρόσωπο της χρονιάς στον αγώνα για την προστασία των ζώων, ενώ πέντε χρόνια μετά πήγε να αγοράσει τσαντάκι από δέρμα κροκοδείλων, για το οποίο χρειάζεται να σκοτωθούν 3 με 4 ζώα, πράγμα που μάλιστα γίνεται με ιδιαίτερα επώδυνο τρόπο!

Και όμως, σχεδόν όλη η παγκόσμια δημοσιογραφική κοινότητα παρουσίασε (μόνο ή κυρίως) την εκδοχή της Γουίνφρι επισκιάζοντας κάθε άλλη λογική ανάλυση, με αποτέλεσμα την επικράτηση σε παγκόσμιο επίπεδο της κλασικής σκηνής της αμερικάνικης Δύσης στον Λούκυ Λουκ «πρώτα η κρεμάλα – μετά η δίκη».

* Ο Κωνσταντίνος Καραλής είναι Χημικός Μηχανικός - Οικονομολόγος.

http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.post&id=26830