16 Αυγούστου 2013

Μεσογειακό Ενεργειακό Αλαλoύμ

του Μάριου Ευρυβιάδη

Τουλάχιστον σε επίπεδο της ευρύτερης πληροφόρησης, μέσω του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου, επικρατεί ένα αλαλούμ αναφορικά με το ζήτημα της ύπαρξης υδρογονανθράκων στη Μεσόγειο, των αγωγών, και ποια κατεύθυνση και μορφή, κυρίως πολιτική, θα πάρει η εκμετάλλευση του φυσικού αυτού πλούτου από τα δικαιούχα κράτη.
Λέγονται, ακούγονται και γράφονται τόσα πολλά ώστε μέσα στη πολιτική ομίχλη που δημιουργείται να "χάνεται " κυριολεκτικά η μπάλα, ο μπούσουλας και να δημιουργείται εύλογη σύγχυση στον κόσμο. Πέραν των αντικειμενικών γεγονότων ως προς την υπάρξει και σε ποια μορφή υδρογονανθράκων και ποιες είναι οι εφικτές συνθήκες εκμετάλλευσης των, κυριαρχεί και η πολιτικό-ιδεολογική διάσταση . Είναι κυρίως η τελευταία που δημιουργεί το πρόβλημα και την σχετική σύγχυση.

Πιο συγκεκριμένα είναι ο παρουσιαζόμενος "αστάθμητος" παράγοντας, δηλαδή η συμπεριφορά και ο ρόλος της Τουρκίας, ο οποίος κατά κάποιους δεν μπορεί να εκτιμηθεί , που δημιουργεί μια ρευστότητα η οποία δεν επιτρέπει την εκμετάλλευση, κατά την αντίληψη αυτή,του ενεργειακού πλούτου της Κύπρου χωρίς τη συναίνεση της Άγκυρας.

Στο κείμενο που ακολουθεί θα προσπαθήσω να περιορίσω την ομίχλη και την σύγχυση. Και θα αρχίσω με ένα σύντομο αλλά απαραίτητο ιστορικό για τα μέχρι στιγμής δεδομένα.

Η υπάρξει ενεργειακών αποθεμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο ήταν γνωστή στους Αμερικανούς και κατά συνέπεια στις μεγάλες αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρίες από την δεκαετία του 1950. Τότε οι Αμερικανοί χαρτογράφησαν ολόκληρο τον βυθό της Μεσογείου για στρατηγικούς λόγους. Προγραμμάτιζαν να αναπτύξουν στην Ανατολική λεκάνη της Μεσογείου του υποβρύχιου στρατηγικού τους όπλου, των πυρηνικών πυραύλων Πολάρις, στα ομώνυμα υποβρύχια. Η πρώτη γενιά των υποβρυχίων αυτών, με επιχειρησιακό βεληνεκές 800 περίπου ναυτικών μιλίων, αναπτύχθηκε από βάσεις στη Ισπανία στην Ανατολική Μεσόγειο, κυριολεκτικά κάτω από την Κύπρο. Στρατηγικός τους στόχος ήταν να πλήξουν τις βιομηχανικές περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης νοτίως της Μόσχας. Η ανάπτυξη διήρκεσε από τα τέλη του 1950 μέχρι τα τέλη τις δεκαετίας του 1960 και αποτελούσε κορυφαίο γεγονός του Ψυχρού Πολέμου με ότι αυτό συνεπάγεται .

Μαζί με τη χαρτογράφηση και ανάπτυξη των Πολάρις, οι Αμερικάνοι εντόπισαν και την ύπαρξη των πλουσίων ενεργειακών κοιτασμάτων τα οποία, ωστόσο, δεν τους ενδιέφεραν διότι υπήρχε τότε πληθώρα πάμφθηνου πετρελαίου στη Μέση Ανατολή και στις ΗΠΑ.

Η σύγχρονη, σημερινή φάση, άρχισε με την ανακάλυψη κοιτασμάτων στις εκβολές του Νείλου στην Αίγυπτο που για μεγάλο χρονικό διάστημα μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον τροφοδοτώντας μάλιστα, μέσω αγωγών, και τους Ισραηλινούς. Ανακαλύψεις υγραερίου περιορισμένων ποσοτήτων έγινε στα χωρικά ύδατα του Ισραήλ και της Γάζας το 1999. Αλλά ήταν δέκα χρόνια αργότερα, το 2009-10, που εντοπίσθηκαν τα γιγαντιαία κοιτάσματα υγραερίου στο Ισραήλ (Ταμάρ και Λεβιάθαν αντίστοιχα ) και στη Κύπρο στο αλίπεδο Αφροδίτη το 2011 και τα οποία άλλαξαν τα δεδομένα .

Τον Μάρτιο του 2010, κατά τις εκτιμήσεις του U.S. Geological Survey υπήρχαν, στη Λεκάνη της Λεβαντίνης ( Γάζα, Ισραήλ , Λίβανος, Συρία , Κύπρος) υπήρχαν 1.7 δις βαρέλια πετρελαίου και 3.45 τρις κυβικά μέτρα (tcm) υγραερίου . Οι ποσότητες αυτές είναι "ασύλληπτες " με κάθε μέτρο. Και σε αυτές δεν λογαριάζεται ο πλούτος στα χωρικά ύδατα της Αιγύπτου.

Οι παραπάνω εκτιμήσεις θεωρούνται συντηρητικές. Αλλά όπως όλοι γνωρίζουμε , το γεγονός της ύπαρξης τους εισήγαγε ένα ανατρεπτικό παράγοντα στην εξίσωση της ισορροπίας ισχύος στη περιοχή. Πιο συγκεκριμένα , και σε ότι αφορά στην Κύπρο, εισήγαγε ένα πολιτικά αναπάντεχο παράγοντα ο οποίος, μαζί με την ένταξη της Κύπρου στη ΕΕ το 2004 και τις πρόσφατες ανατρεπτικές αλλαγές στον Αραβικό κόσμο , ενίσχυσαν την διαπραγματευτική διεθνή θέση της Κύπρου και, κατά επέκταση, εναντίον της βουλιμικής Τουρκίας.

Ωστόσο, και εδώ βρίσκεται κατά τη δική μου εκτίμηση το κλειδί των μελλοντικών εξελίξεων, η διαπραγματευτική θέση της Κύπρου θα παρέμενε περιορισμένη και πιθανότατα πολιτικά αναποτελεσματική , χωρίς μια ακόμη στρατηγική ανατροπή στην περιοχή . Αναφέρομαι στη πολιτική ρήξη ανάμεσα σε Τουρκία και Ισραήλ.

Μελετώ επισταμένα εδώ και δεκαετίες τις πολυσύνθετες σχέσεις ανάμεσα στις δυο αυτές χώρες και έχω δημοσιεύσει εκτεταμένα ερευνητικά κείμενα σε επιστημονικά περιοδικά του εξωτερικού. Δεκάδες κείμενα μου έχουν επίσης δημοσιευθεί στον Κυριακάτικο Φιλελεύθερο. Αμεσα σχετικά υπήρξαν και τα δυο πρόσφατα κείμενα, "Οι Αγωγοί της Τουρκικής Ειρήνης", Φιλελεύθερος 21/6/13 και "Που το Πάει το Ισραήλ", 14/4/13.

Στις αναλύσεις μου έχω τεκμηριώνει ότι από τη δημιουργία του Ισραήλ το 1948 μέχρι και την άνοδο των Ισλαμιστών του Ερντογάν στην εξουσία στις αρχές του 2000, λειτουργούσε ανάμεσα στις δυο χώρες, με τις ευλογίες της Ουάσιγκτον , ένας στρατηγικός άξονας. Ως αποτέλεσμα η Τουρκία διατηρούσε βέτο στην πολιτική του Ισραήλ σε ζητήματα που η Άγκυρα θεωρούσε ζωτικά. Μπορεί αυτό να ακούγεται παράξενα σε ορισμένους που πιστεύουν ότι το Ισραήλ ελέγχει τα πάντα. Αλλά από τη δική μου έρευνα αυτό είναι διαπιστωμένο. Έχω επιπλέον και λόγω υπηρεσίας μου στην Πρεσβεία της Κύπρου στη Ουάσιγκτον τη δεκαετία του 1980, ζήσει έμπρακτα την λειτουργία του Τούρκο-Ισραηλινού άξονα και τις αρνητικές συνέπειες του κατά τα συμφέροντα του ελληνισμού. ( Γενικότερα ως προς το πώς λειτουργούσε το Ισραήλ ως υποτελής της Άγκυρας οι ενδιαφερόμενοι παραπέμπονται στο έργο του Αμίκαμ Ναχμάνι "Ισραήλ, Τουρκία και Ελλάδα: Ταραγμένες Σχέσεις στη Ανατολική Μεσόγειο", Παπαζήσης 2003).

Η ρήξη Τουρκίας και Ισραήλ προέκυψε λόγω της αυτονόμησης της Τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και των ιμπεριαλιστικών φιλοδοξιών της Άγκυρας που έχουν τις καταβολές τους πριν τη επικράτηση του πολιτικού Ισλάμ . Κορυφώθηκαν ωστόσο επί πρωθυπουργίας Ερντογάν και με αφορμή το αιματηρό επεισόδιο Μαβί Μαρμαρά του 2010. Το επεισόδιο αυτο σηματοδοτούσε την πολιτική βούληση της Άγκυρας να ταπεινώσει και να ευνουχίσει πολιτικά και δημόσια το Ισραήλ, αφαιρώντας του έτσι την δυνατότητα επιλογών σε ζωτικά για αυτό,ζητήματα. Η έκδηλη αυτή προσπάθεια της Άγκυρας να ηγεμονεύσει στην Ανατολική Μεσόγειο, υπαγορεύοντας πολιτικές όχι μόνο επί της Κύπρου άλλα και επί του Ισραήλ, έφερε την γεωπολιτικά αναπόφευκτη ρήξη μεταξύ Άγκυρας και Ιερουσαλήμ. Άνοιξε ταυτόχρονα και στρατηγικό διάλογο μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ .

Η μέχρι τότε τουρκόλαγνη ισραηλινή ελίτ συνειδητοποίησε ότι τα αίτια της ρήξης ήταν βαθύτερα και υπαρξιακά για το Ισραήλ και δεν ήταν απλά συνέπεια της αμφιλεγόμενης προσωπικότητας ενός ηγέτη-- του ισλαμιστή Ερντογάν. Αυτό επέτρεψε τη συνομολόγηση της δεσμευτικής και παγκόσμιου ενδιαφέροντος και σημασίας συμφωνίας μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ για την χάραξη των ορίων στην αναμεταξύ τους Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη.

Ο στρατηγικός αυτός διάλογος συνεχίστηκε στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο και διευκόλυνε και τη ανάπτυξη εξίσου σημαντικών σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και Αθήνας. Η ανάπτυξη της τριγωνικής αυτής σχέσης εκφράσθηκε πριν λίγες μέρες με την πανηγυρική συνομολόγηση μνημονίου μεταξύ των τριών κρατών που στοχεύει στη ενεργειακή αυτάρκεια και τη μελλοντική συνεργασία για τροφοδοσία της ΕΕ απο το ενεργειακό πλεόνασμα των τριών κρατών.

Λόγω και των συναφών εξελίξεων στη περιοχή και του γεγονότος ότι το περιβόητο στρατηγικό βάθος της Τουρκίας αποδεικνύεται καθημερινά ρηχό αν όχι ανύπαρκτο, η αργά αλλά σταθερά αναπτυσσόμενη σχέση ανάμεσα σε Ιερουσαλήμ, Λευκωσία και Αθήνα προσφέρει το ζητούμενο της σταθερότητας στη περιοχή και ένα αξιόπιστο συνομιλητή για την ΕΕ και τους διεθνείς οικονομικούς δρώντες. Προδιαγράφει ταυτόχρονα και την μελλοντική πορεία των γεγονότων στο προκείμενο ζήτημα.

Εναπόκειται λοιπόν στη πολιτική ωριμότητα αυτών που στις τρεις χώρες διαχειρίζονται την τριγωνική αυτή σχέση να τη ενισχύσουν και να την αρματώσουν πολιτικά ώστε να ανταποκριθεί στις προκλήσεις, στη δοκιμασία του χρόνου και κυρίως την αποφύγει των πειρασμών του εύκολου κέρδους και των πολιτικάντικων πανηγυρισμών.

Θα υπάρξουν σίγουρα προκλήσεις εκ μέρους της Τουρκίας η οποία αναγνωρίζει ότι οι πολιτικές της επιλογές και η συνεχής ρευστότητα δεν την ευνοούν διότι αναδεικνύουν καθημερινά την εναλλακτική στρατηγική σημασία των διμερών σχέσεων Κύπρου Ισραήλ όπως και αυτών με την Ελλάδα. Οι προκλήσεις αυτές μπορούν να τύχουν αποτελεσματικής διαχείρισης και να εξουδετερωθούν . Εξυπακούεται όμως σε ότι αφορά στην Κύπρο που φαινομενικά αποτελεί τον αδύνατο κρίκο στη ανάπτυξη της τριμερούς αυτής σχέσης, η συνειδητοποίηση ότι για να είσαι παίκτης στο διεθνές σύστημα και να προστατεύεις έτσι την ελευθερία και τη αξιοπρέπεια των πολιτών του κράτους και να συνομολογείς διακρατικές συμφωνίες, απαιτείται να διατηρείς ως κόρην οφθαλμού τη υπόσταση σου ως υποκείμενο του διεθνούς συστήματος και όχι να λειτουργείς ως αντικείμενο του ή αλλιώς ως κλωτσοσκούφι. Η χειρότερα να επιχειρείς εσύ ως κυβέρνηση να αυτοκαταργηθείς ακολουθώντας πολιτικές άσχετες με τις δομές και τις λειτουργίες της διεθνούς πολιτικής, χάρις ευσεποθισμών, ιδεοληπτικών πεποιθήσεων και ραγιαδισμού.