12 Μαρτίου 2014

Γιατί κλαίει ο καραγκιόζης ο Χωμενίδης για την κεντροαριστερά που παραπαίει; Αφού αυτός μια χαρά γλύφει και την κεντροδεξιά και τον βολεύει...

[Και τι ζόρι τραβάς εσύ ρε σούργελο... αφού και με την κεντροδεξιά μια χαρά βολεμένος είσαι και τα αρπάζεις απ' τη ΝΕΡΙΤ... έλα τώρα πες μας ότι είσαι άμισθος να γελάσει και το παρδαλό κατσίκι]

Ούτε ο Ιησούς Χριστός Αυτοπροσώπως

ΑΠΟ ΤΟΝ Χ.Α.ΧΩΜΕΝΙΔΗ

Σπανίως ένας πολιτικός χώρος στην Ελλάδα εμφανίστηκε τόσο κατακερματισμένος. Χωρισμένος σε φέουδα που αλληλοσπαράσσονται. Με «ιστορικούς» ηγέτες και ηγετίσκους να διαγκωνίζονται. Με ομάδες και ομαδούλες να συγκροτούνται και να διασπώνται εντός μηνός.
Με χαρισματικούς –ή και λιγότερο χαρισματικούς– αλεξιπτωτιστές, από τον χώρο των επιχειρήσεων, της διανόησης, της δημοσιογραφίας, να σηκώνουν ο καθένας το δικό του μπαϊράκι και να αγωνίζονται να κρατήσουν για παραπάνω από δυο μέρες τους προβολείς στραμμένους επάνω τους.
Ο αχταρμάς αυτός θυμίζει την πέραν του ΚΚΕ Αριστερά κατά την πρώιμη Μεταπολίτευση: ΚΚΕ μλ, μλ ΚΚΕ, ΕΚΚΕ, ΚΟ Μαχητής... Και αν οι αριστεριστές εκείνου του καιρού όμνυαν στα ιερά τοτέμ του Μάο και του Στάλιν, του Ενβέρ Χότζα και του Χό-Τσι-Μιν, οι κεντροαριστεροί –ή όπως αλλιώς θέλετε πείτε τους– των ημερών μας οραματίζονται την ενότητα και την ανασυγκρότηση της μεγάλης παράταξης, η οποία βρίσκει τις ρίζες της στον Ελευθέριο Βενιζέλο και φτάνει μέχρι τον Ανδρέα Παπανδρέου και τους κυβερνήσαντες επιγόνους του – τι και αν ο Ανδρέας καταδίκαζε κατά τα πρώτα χρόνια του ΠΑΣΟΚ σφοδρότατα τη σοσιαλδημοκρατία;
Θα συμφωνήσω καταρχήν μαζί τους: ο πολιτικός χώρος στον οποίον είναι ταγμένοι διαθέτει και σπουδαίους «ιδρυτικούς πατέρες» και μεγάλη ιστορική διάρκεια. Έχει δοκιμαστεί στα πιο δύσκολα. Έχει αναλάβει επανειλημμένα τον εκδημοκρατισμό και τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας. Έχει εκπροσωπήσει άξια την Ελλάδα των ανοιχτών οριζόντων απέναντι στη νοοτροπία της Ψωροκώσταινας που χαρακτήριζε άλλες παρατάξεις. Βαρύνεται, βεβαίως, και με αμαρτίες και με ατολμίες και με το μικρόβιο –κυρίως– του λαϊκισμού που εξαπλώθηκε και σχεδόν επικράτησε στον δημόσιο βίο από το 1981 και εντεύθεν. Αυτή όμως αποτελεί άλλης ώρας κουβέντα.
Το ερώτημα είναι γιατί τα τελευταία χρόνια η απήχηση της Κεντροαριστεράς διαρκώς συρρικνώνεται. Γιατί τα ποσοστά των φορέων της αθροιζόμενα –με το «Ποτάμι» μέσα– μόλις που υπερβαίνουν το 12%; Γιατί στις νεότερες ηλικίες η απήχησή της εμφανίζεται περιθωριακή σχεδόν; Γιατί ο πράσινος ήλιος του ΠΑΣΟΚ φαίνεται να προκαλεί αναφυλαξία ακόμα και στους επί μια ζωή ψηφοφόρους του;
«Το ΠΑΣΟΚ –και η Κεντροαριστερά γενικά– έχει ταυτιστεί με το μνημόνιο» εξηγούν αρκετοί.
Εάν, δηλαδή, το κράτος είχε χρεοκοπήσει στα χέρια του Κώστα Καραμανλή, η Νέα Δημοκρατία θα ήταν τώρα μονοψήφια και το ΠΑΣΟΚ θα έξυνε το 30%; Και κάποιο μόρφωμα παρόμοιο με τους «Ανεξάρτητους Έλληνες» θα επείχε θέση δεξιού ΣΥΡΙΖΑ;
Εάν, έστω, ο Γιώργος Παπανδρέου δεν είχε δημιουργήσει στις εκλογές του 2009 μεσσιανικές προσδοκίες, οι οποίες διαψεύσθηκαν οικτρά μέσα σε ελάχιστους μήνες... Εάν η Ελλάδα δεν είχε μπει σε μια εφιαλτική περιδίνηση... Εάν ο Γιώργος Παπανδρέου δεν είχε χάσει τον έλεγχο, για να παραιτηθεί –ντροπιαστικά σχεδόν– μετά την περί δημοψηφίσματος εξαγγελία του στα τέλη του 2011... Εάν ο Ευάγγελος Βενιζέλος δεν είχε τον ανθρωποδιώκτη... Εάν ο Φώτης Κουβέλης δεν έδειχνε τις κρίσιμες στιγμές ατολμία και σύγχυση... Εάν ζούσε ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης, ήταν νεότερος και λιγότερο φθαρμένος ο Κώστας Σημίτης, είχε δεχθεί να αναλάβει ηγετικό ρόλο ο Γιάννης Μπουτάρης...
«Τι με νοιάζουν εμένα όλα αυτά;» εξερράγη χθες το βράδυ ένας πενηντάρης που συνάντησα σε φιλικό σπίτι. Άνθρωπος ξύπνιος και σπαθάτος, βαμμένος το πάλαι Πασόκος. «Εγώ ξέρω ότι η ζωή μου έχει διαλυθεί. Δούλευα τριάντα χρόνια στην οικοδομή και σήμερα οικοδομή δεν υπάρχει. Δεν έγινα ποτέ πλούσιος, ούτε καν το επιθύμησα. Δεν πήρα δάνεια, δεν άπλωσα τα πόδια μου έξω απ' το πάπλωμα. Μεγάλωνα απλώς τα παιδιά μου, περνούσα σχετικά άνετα με τη γυναίκα μου, είχα τη σιγουριά πως άμα αρρωστήσω δεν θα πάω σαν το σκυλί στο αμπέλι κι όταν γεράσω θα 'χω μια αξιοπρεπή σύνταξη. Τώρα δεν έχω ούτε για τσιγάρα. Τα ασφαλιστικά ταμεία ούτε συζήτηση να τα πληρώσω. Τη βγάζω όλη μέρα στο καφενείο, ξύνω τ' αρχίδια μου έξι ώρες πάνω από έναν φραπέ. Και δεν το θέλω – σιχαίνομαι τον εαυτό μου. Μπουρλότο σε όλους τους! Στο διάολο να πάνε οι Βενιζέλοι και οι Θεοδωράκηδες και οι Κουβέληδες! Στο διάολο κι ακόμα παραπέρα!».
Όταν αντιμετωπίζεις την «Αγανάκτηση» και το κίνημα του «Ψόφα» στα socialmedia, σού είναι εύκολο να το κοντράρεις ή να το αγνοήσεις. Όταν, όμως, βρίσκεσαι ενώπιον ενός τέτοιου ανθρώπου, το στόμα σου στεγνώνει. Άμα δεν καταπίνεις και τη γλώσσα σου.
Τι να του πεις; Ότι η οικοδομή θα ξαναπάρει τα πάνω της; Πως το πρωτογενές πλεόνασμα θα βελτιώσει άρδην τις συνθήκες διαβίωσής του; Ή να τον συμβουλέψεις να αλλάξει στα πενήντα του δουλειά; Να εγκαταλείψει τα Πατήσια, να εγκατασταθεί στην Ήπειρο ή την Θεσσαλία και να ασχοληθεί με τις βιολογικές καλλιέργειες;
Το μόνο που μπορείς να του πεις είναι ότι τα οράματα και θάματα που επαγγέλλεται η αντιμνημονιακή αντιπολίτευση κινούνται εν πολλοίς στον χώρο του ανέφικτου. Ακόμα και αν τον κλονίσεις όμως έτσι, είναι μάλλον αδύνατον να τον πείσεις να δώσει στην Κεντροαριστερά μια ακόμα ευκαιρία.
Εξ ορισμού και ιστορικά, η Κεντροαριστερά έχει για ραχοκοκαλιά της τη μεσαία τάξη. Τα στρώματα εκείνα που απολαμβάνουν μια σχετική ασφάλεια και διαθέτουν μια σχετική μόρφωση. Κι έτσι μπορούν να διεκδικούν το άνοιγμα των κοινωνικών οριζόντων και τη διεύρυνση της δημοκρατίας. Να αγωνίζονται για την προστασία των μειονοτήτων, να προβληματίζονται για την ανατέλλουσα ψηφιακή πραγματικότητα, την περιβαλλοντική απειλή, την πράσινη ενέργεια...
Πώς να μιλήσει η Κεντροαριστερά σε έναν πολίτη ο οποίος καταβαραθρώνεται οικονομικά και ως εκ τούτου περιθωριοποιείται κοινωνικά; Που έχει χάσει κάθε σχεδόν σημείο στήριξης και άρα κάθε αυτοπεποίθηση; Ο πολίτης αυτός –είναι μαθηματικά βέβαιο– πως θα στραφεί προς τα άκρα. Εκεί όπου οι κραυγές απελπισίας του δεν θα ηχούν άναρθρες, δεν θα χαλάνε την «πολιτισμένη συζήτηση» και τους «γόνιμους προβληματισμούς».
Η επιβίωση –διά του μετασχηματισμού της προφανώς– της μεσαίας τάξης αποτελεί στις μέρες μας το μέγα διακύβευμα στην Ελλάδα. Η μεσαία τάξη (στην οποία μέχρι πρόσφατα όλοι μας, λίγο-πολύ, ανήκαμε) είναι η εγγύηση για τη δημοκρατία, καθώς και για αμέτρητα άλλα συλλογικά και ατομικά αγαθά. Καθώς και για την Κεντροαριστερά.
Κοντολογίς: δίχως μεσαία τάξη, Κεντροαριστερά δεν νοείται. Δεν πάει να ηγηθεί του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜ.ΑΡ., της Ελιάς ή του Ποταμιού ο Ιησούς Χριστός αυτοπροσώπως.
Εάν θέλει η Κεντροαριστερά –κυβερνώσα ή μη– να κάνει ένα ύστατο καλό στον εαυτό της και κυρίως στον τόπο, πρέπει να ρίξει όλες τις εναπομείνασες δυνάμεις της στην προστασία της μεσαίας τάξης. Με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, με χειροπιαστές πράξεις. Και να αποδείξει έτσι έμπρακτα τη χρησιμότητά της.
Όσο ομφαλοσκοπεί ή γενικολογεί, τόσο θα δύει, θα φυλλορροεί και θα στερεύει.

Πηγή: www.lifo.gr