16 Μαΐου 2014

Ή το δικαστήριο ή το ΥΠΟΙΚ παίζουν το πουλάκι τους με τις καθαρίστριες-Τι λέει η απόφαση του δικαστηρίου

[Αν είναι αλήθεια ότι οι τύπισσες έπαιρναν από 373 ως 750 ευρώ όπως λέει το δικαστήριο (καθαρά και στο χέρι όμως και όχι να έπαιρναν άλλα 500-1000 ευρώ στα μουλωχτά σε επιδόματα όπως γίνεται συνήθως), το ΥΠΟΙΚ είναι για πολλές ροχάλες που τις απέλυσε για να τις αντικαταστήσει με ιδιωτικά συνεργεία που θα έχουν παρόμοιο κόστος... Αν το οικονομικό όφελος δεν ήταν εμφανές και για μικροποσά ξεσηκώνουν την κοινωνία (γιατί εκτός απ' τις ΣΥΡΙΖΑίες που έχουν κατασκηνώσει έξω από το ΥΠΟΙΚ ανησυχούν κι άλλοι για το τι τους περιμένει) τότε ξαναλέω είναι για μπάτσες. Και δείγματα γραφής στη μαλακ@α έχουν δώσει πολλοί υπουργοί της κυβέρνησης, αρκεί να θυμηθούμε...
τον πανικό για το γάλα το οποίο είχε σαν αποτέλεσμα την επόμενη μέρα της δημοσίευσης του ΦΕΚ η ΟΛΥΜΠΟΣ να μειώσει την τιμή αγοράς από τους παραγωγούς κατά 4 λεπτά, χωρίς μέχρι τώρα να έχουμε δει να μειώνεται η τιμή του γάλακτος στο ράφι... για να μην πούμε για το θέμα της κατάργησης της ενιαίας τιμής στα βιβλία που δεν ισχύει πουθενά στην Ευρώπη (σε όλη την ΕΕ υπάρχει ενιαία τιμή!) που γάμ@σε τα μικρά βιβλιοπωλεία σε όφελος των Public, Παπασωτηρίου και Πολιτείας... Κάποια στιγμή πρέπει στην Ελλάδα όταν κάποιοι παίρνουν ένα μέτρο να το παρακολουθούν και λίγο και να μας λένε αν τους δικαίωσε και όχι να μένουμε στα αρχικά υποτιθέμενα οφέλη... Σε κάθε περίπτωση το ΥΠΟΙΚ οφείλει να τοποθετηθεί επί της απόφασης και όχι να ψελλίσει παπαριές του στυλ θα κάνουμε έφεση...

Με ένα σκεπτικό 10 σελίδων, το  Μονομελές Πρωτοδικείο «κατακεραυνώνει» το μέτρο της διαθεσιμότητας που εφαρμόστηκε στην περίπτωση  των καθαριστριών του υπουργείου Οικονομικών,  κρίνοντας ότι ο θεσμός «θα ήταν συμβατός προς το δημοσιονομικό συμφέρον εφόσον είχε διασφαλιστεί ότι το προσωπικό που τίθεται σε διαθεσιμότητα πλεονάζει ή είναι ακατάλληλο για την εκτέλεση της εργασίας που παρέχει».

Το δικαστήριο με την υπ'αριθμόν 1584/2014 απόφασή του δικαίωσε 397 καθαρίστριες, οι οποίες είχαν βγει στη διαθεσιμότητα από τον περασμένο Σεπτέμβριο, κάνοντας δεκτή την αγωγή τους, κρίνοντας άκυρη την καταγγελία της σύμβασης, και διατάσσοντας την επαναπρόσληψή τους από το υπουργείο Οικονομικών.

Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, το δημόσιο «κατήργησε όλες τις οργανικές θέσεις του εν λόγω κλάδου, μολονότι οι θέσεις αυτές δεν πλεόναζαν, αλλά ήταν προδήλως απαραίτητες για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών, η δε αντικατάστασή τους από ιδιωτικά συνεργεία καθαρισμού καθιστά τούτο προφανές, ότι σε καμία περίπτωση δεν ήταν αναγκαία η κατάργηση του συνόλου των οργανικών θέσεων του κλάδου».

Μάλιστα όπως αναφέρεται, οι ενάγουσες παρείχαν υψηλότερες ποιότητας υπηρεσίες από τα ιδιωτικά συνεργεία, «τα οποία ισοσκελίζουν τις χαμηλές προσφορές μέσω της παροχής ελλιπών και χαμηλής ποιότητας υπηρεσιών. Σε κάθε δε περίπτωση, οι απολαβές των εναγόντων ήταν ήδη χαμηλές, αφού κυμαίνονταν από 373 ευρώ έως 750 ευρώ μηνιαίως, και συνεπώς η ανάθεση του έργου καθαριότητας σε ιδιωτικά συνεργεία συνεπάγεται αμφίβολο ταμειακό όφελος».

Το δικαστήριο όμως προχωρά σε μία ακόμη «τολμηρή» σκέψη αφού ρητά αμφισβητεί το νομικό επιχείρημα του δημοσίου το οποίο έκανε επίκληση λόγων δημοσίου συμφέροντος για να αιτιολογήσει την καταγγελία των συμβάσεων των καθαριστριών. «Οι λόγοι υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος που επικαλείται το εναγόμενο (σ.σ δημόσιο) δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να δικαιολογούν ριζοσπαστικές επεμβάσεις στη ζωή των πολιτών που οδηγούν στην εξαθλίωση πλήθους οικογενειών, με προφανή κίνδυνο αποδόμησης της κοινωνίας. Σε κάθε δε περίπτωση, η καταγγελία των συμβάσεων εργασίας θα έπρεπε να είναι το ύστατο μέτρο δημοσιονομικής πειθαρχίας».