Tου ΒΑΣΟY ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Είναι προδοσία», φώναξε ο ταγματάρχης Τάσος Μάρκου και εκστόμισε μια βρισιά, όταν είδε τα τουρκικά άρματα να προελαύνουν. Γύρισε σε έναν από τους στρατιώτες που ανέμεναν διαταγές και του είπε «φύγετε», θυμάται ο ίδιος, ο τότε έφεδρος Δημήτρης Δημητριάδης.
Ο έφεδρος άρχισε πεζοπορία για να διασωθεί από τους Τούρκους εισβολείς. Σε ένα σπίτι στην Κυθρέα βρήκε πολλούς στρατιώτες που ανέμεναν για να παραδοθούν. Μάλλον δεν γύρισαν ποτέ. Ένα βράδυ ακούστηκαν γυναικεία κλάματα και όλα συνέκλιναν στο ότι οι Τούρκοι βίαζαν γυναίκες. Μια από τις ιστορίες της τουρκικής εισβολής του 1974, την οποία μας αφηγείται ο 26χρονος τότε Δημήτρης Δημητριάδης:
Ανήκα στο 9ο Τακτικό Συγκρότημα και όταν εκδηλώθηκε η εισβολή κατέληξα στη Μια Μηλιά, όπου εδραστηριοποιείτο η ομάδα του ταγματάρχη Τάσου Μάρκου. Βρέθηκα στο φυλάκιο «12» το οποίο έπεσε τελευταίο όταν μας επιτέθηκαν οι Τούρκοι. Αμέσως μετά την επίθεση, εγκατέλειψαν την περιοχή σχεδόν οι πάντες, αξιωματικοί και στρατιώτες. Μαζί μας ήταν ο ανθυπολοχαγός Μακρίδης ο οποίος τραυματίστηκε από όλμο μαζί με άλλους οκτώ, όταν επεχείρησε να στήσει ένα «πενηντάρι». Ο ανθυπολοχαγός, μαζί με τους άλλους οκτώ που τραυματίστηκαν, έφυγαν πριν πέσει το φυλάκιο.
Στο φυλάκιο έμεινε και ο Νεοπτόλεμος Λεφτής, ο οποίος μου ζήτησε να διαλύσουμε το οπλοπολυβόλο που τέθηκε εκτός λειτουργίας, ώστε να μην το βρουν οι Τούρκοι σε λειτουργήσιμη κατάσταση. Ύστερα μου είπε να πάρω και άλλους στρατιώτες και να εγκαταλείψω την περιοχή. Έφυγα με ένα από τα δύο LandRover τα οποία ήταν διάτρητα από βλήματα όλμων. Ήταν και ο γιος του Παπαχρίστου από τα Λατσιά που τώρα είναι αγνοούμενος. Πήγαμε στον φράχτη και συναντήσαμε τον Τάσο Μάρκου λίγο μετά τις 9.30π.μ. Ο Τάσος Μάρκου μας ζήτησε να αντεπιτεθούμε για να ανακαταλάβουμε το φυλάκιο «12». Δοκιμάσαμε να επικοινωνήσουμε με τον ασυρματιστή με σκοπό να μας στηρίξουν αλλά δεν απάντησε. Κοίταξα αριστερά και είδα άρματα και ρώτησα τον ταγματάρχη αν είναι δικά μας ή τουρκικά. Ο Τάσος Μάρκου κοίταξε με τα κιάλια και μας είπε «είναι όλα προδομένα, φύγετε» και εκστόμισε μια βαριά βρισιά.
Εγώ πήγα Κυθρέα όπου βρήκα πολλούς στρατιώτες και τους ρώτησα τι θα έκαναν και μου είπαν πως θα έμεναν εκεί να συλληφθούν αιχμάλωτοι. Τους είπα πως αν ήταν Άγγλοι να έμενα αλλά με Τούρκους δεν θα έμενα.
Ξεκίνησα και όταν έφτασα στην εκκλησία Αγίου Γεωργίου, μου φώναξε κάποιος Αντρέας Ταμανάς με το όνομά μου και όταν πήγα κοντά τον αναγνώρισα. Αφήσαμε τα στρατιωτικά και ξεκινήσαμε μαζί με τον Ταμανά και τον αδελφό του.
Πήγαμε στη Χαλεύκα και βρήκαμε περίπου δέκα λοκατζήδες αλλά ακολουθήσαμε διαφορετική πορεία και φτάσαμε στη Χάρτζια όπου ανοίξαμε ένα καφενείο και πήραμε κονσέρβες και τσιγάρα. Κατευθυνθήκαμε προς το δάσος, προς τον Άγιο Αμβρόσιο. Βρήκαμε ένα βοσκό ο οποίος μας είπε πως όπου να ‘ναι έρχονται οι Τούρκοι. Τραβήξαμε για την Καλογραία. Περνούσε ένα τρακτέρ και το σταματήσαμε και ανεβήκαμε κι εμείς πάνω. Φτάσαμε στην Ακανθού, όπου κάποιος με ένα VW μας είπε ότι έπεσε το Τρίκωμο. Στη συνέχεια φτάσαμε στον Δαυλό, όπου βρήκαμε περίπου 300 ανθρώπους. Μας έβαλαν φαγητό, μας έδωσαν και ένα ψωμί και φύγαμε. Φτάσαμε στον Άη Νικόλα κοντά στην Καντάρα, όπου κρυφτήκαμε σε μια σπηλιά. Ήρθαν και παιδιά από την κοινότητα και από τρεις γίναμε δώδεκα. Οι χωριανοί, μας έφερναν φαγητό κι εμείς τους βοηθούσαμε στα χωράφια τα οποία συνέχιζαν να περιποιούνται.
Πήγαμε στο λιμανάκι και θα παίρναμε βάρκες να φύγουμε αλλά μια γυναίκα μας είπε ότι θα μας συλλάβουν οι Τούρκοι και έτσι αλλάξαμε σχέδια τα οποία μας έσωσαν. Κατά τις 10π.μ. ακούσαμε ριπές. Είχαμε ένα χάρτη και αποφασίσαμε ότι θα φεύγαμε από τον Δαυλό για την Άχνα. Περπατούσαμε όλο το βράδυ. Όταν φεύγαμε από τη σπηλιά ακούγαμε κλάματα γυναικεία και φαίνεται ότι βίαζαν γυναίκες. Βρήκαμε ένα βράχο και μπήκαμε από κάτω. Όταν ξημέρωσε βρήκαμε μια ποταμωσιά και κινούμασταν μόνο το βράδυ. Σε κάποια στιγμή περάσαμε από τον Άη Λια, διψασμένοι και πεινασμένοι. Ακούσαμε ομιλίες στα ελληνικά. Καταλάβαμε πως ήταν το χωριό Σύγκραση. Πέρασε από δίπλα μας ένας και αντιληφθήκαμε πως ήταν Τούρκος. Κάποιοι δικοί μας έφερναν νερό από πηγή αγιάσματος. Μείναμε εκεί μέχρι το απόγευμα και τη μέρα φάγαμε καρπούζια που βρίσκονταν στο χωράφι. Πρέπει να περάσαμε από τον Άη Σέρκη, διότι είδαμε χοιροστάσια που ήξερα ότι υπήρχαν στην περιοχή. Περάσαμε κοντά από την Αλόα και κρυφτήκαμε σε έναν σημείο. Όταν ξημέρωσε άκουσα τρακτέρ. Το τρακτέρ πέρασε δίπλα μας και κατέληξε σε ένα περιβόλι. Μείναμε εκεί όλη μέρα και φύγαμε τη νύχτα. Ήταν πεδιάδα η Αλόα και έπρεπε να τη διασχίσουμε. Κάποιος έσκυψε κάτω και πήρε χώμα. Είπε πως είμαστε στα Κοκκινοχώρια. Ήταν ο Μάρκος Δημητριάδης από το Δάλι και αυτός μας έσωσε. Έπαιζε ποδόσφαιρο στον Χαλκάνορα και αναγνώρισε το γήπεδο της Άχνας. Πέρασε ένα τρακτέρ και ο οδηγός του μας είπε πού βρισκόμασταν. Οι πρόσφυγες απέναντι νόμισαν πως ήμασταν Τούρκοι και αναστατώθηκαν. Πήγαμε εκεί και μας είπαν ότι υπάρχουν φορτηγά για να μας μεταφέρουν. Την επομένη κατελήφθη η Άχνα. Εμένα με μετέφερε σπίτι ένας συγχωριανός μου.
ΠΗΓΗ: http://WWW.PHILENEWS.COM – ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΣΗΜΕΡΙΝΗ
http://mignatiou.com/2014/08/ine-prodosia-fonaxe-o-iroas-tasos-markou/