02 Σεπτεμβρίου 2014

Τόλκιν. Αποκάλεσε τον Χίτλερ βλάκα και αρνήθηκε στους Beatles να κάνουν ταινία το έργο του

Λίγους μήνες αφότου γεννήθηκε, στις 3 Ιανουαρίου του 1893, ο Τζον Τόλκιν έπεσε θύμα απαγωγής. Η οικογένειά του κατοικούσε στη Νότια Αφρική κι ένας από τους μαύρους υπηρέτες του σπιτιού γοητεύτηκε τόσο από το χαριτωμένο νεογέννητο, που θέλησε να το πάρει μαζί του για να το δείξει στην οικογένειά του.
Το επέστρεψε στους δικούς του την επόμενη μέρα, αλλά μία νύχτα ήταν αρκετή για να τρελαθεί η μητέρα του από την ανησυχία. Όταν ήταν 3 χρόνων, πήγαν με τη μητέρα του στην Αγγλία για να επισκεφτούν συγγενείς. Όσο ήταν εκεί, ο πατέρας του πέθανε στην Αφρική και αναγκάστηκαν να παραμείνουν στους συγγενείς τους. Μάλιστα, η θεία του είχε μία φάρμα με το όνομα “Μπαγκ Εντ”, το οποίο αργότερα έδωσε στο σπίτι του πρωταγωνιστή του Χόμπιτ, Μπίλμπο Μπάγκινς.

Ο Τόλκιν έμαθε να διαβάζει σε ηλικία 4 ετών και πολύ σύντομα, έγραφε με μεγάλη άνεση. Το ταλέντο του με τις γλώσσες έγινε εμφανές και αργότερα, όταν δημιούργησε διάφορες γλώσσες για να επικοινωνεί μυστικά με τα ξαδέλφια και τους φίλους του. Όταν ήρθε η ώρα για το πανεπιστήμιο, κανείς δεν εξεπλάγη που ο νεαρός επέλεξε να μελετήσει την αγγλική γλώσσα και λογοτεχνία. Ιδιαίτερη αδυναμία είχε στους ισλανδικούς μύθους, όπως του Μπέογουλφ και στη μελέτη των παλαιότερων μορφών της αγγλικής γλώσσας, που συνδύαζαν σαξονικά και σκανδιναβικά στοιχεία. Από αυτά επηρεάστηκε και δημιούργησε αργότερα τη γλώσσα των ξωτικών στον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών.


Η οικογένεια Τόλκιν με τους υπηρέτες, 1892

Λούθιεν και Μπέρεν
Ο Τόλκιν γνώρισε τον έρωτα της ζωής του σε ηλικία 16 ετών. Την έλεγαν Έντιθ Μπρατ, ήταν 19 χρονών και ανταποκρίθηκε αμέσως στον νεαρό Τόλκιν. Το καλοκαίρι του 1909 τους έμεινε αξέχαστο, καθώς περνούσαν κάθε λεπτό μαζί. Συνήθιζαν να πηγαίνουν για τσάι σε όσα μαγαζιά είχαν μπαλκόνι και πετούσαν κύβους ζάχαρης στους περαστικούς. Προσπαθούσαν πάντα να πετύχουν τη μέση του καπέλου τους. Αν οι ζάχαρες τελείωναν, απλά συνέχιζαν στο επόμενο τραπέζι. Όμως, σύντομα εμφανίστηκε ένα εμπόδιο στο δρόμο τους.

Οι γονείς του Τόλκιν είχαν πεθάνει και κηδεμόνας του ήταν ο καθολικός ιερέας Φράνσις Εξέβιερ Μόργκαν, που απαγόρευσε στον νεαρό να ξαναδεί την προτεστάντισσα Έντιθ. Πέρα από τη διαφορετική θρησκεία, ο Μόργκαν ανησυχούσε ότι οι σπουδές του Τόλκιν θα χαραμίζονταν, αν είχε μυαλό μόνο για έρωτες. Γι’ αυτό μέχρι ο Τόλκιν να κλείσει τα 21 του χρόνια και να τελειώσει τις σπουδές του, δεν θα έβλεπε ξανά και δεν θα είχε καμία επικοινωνία με την Έντιθ. Ο Τόλκιν υπάκουσε, καθώς λάτρευε τον ιερέα που του είχε φερθεί σαν πατέρας.

Αν και ήταν εξαιρετικά δύσκολο να απομακρυνθεί απ’ την αγαπημένη του, έκανε υπομονή και για τρία χρόνια δεν αντάλλαξε ούτε κουβέντα με την Έντιθ. Άντεξε μέχρι και τα 21α γενέθλιά του. Τότε της έστειλε ένα γράμμα όπου της ζητούσε να τον παντρευτεί. Η Έντιθ του απάντησε ότι ήταν αρραβωνιασμένη, αλλά πρόθυμη να διαλύσει τον αρραβώνα για να μείνει μαζί του. Ο μόνος λόγος που είχε δεχτεί την πρόταση άλλου, του είπε, ήταν επειδή νόμιζε ότι την είχε ξεχάσει.


Στις 8 Ιανουαρίου του 1913, την επισκέφτηκε και μετά από λίγες ώρες συζήτησης, ανακοίνωσαν τους αρραβώνες τους. Παντρεύτηκαν τρία χρόνια αργότερα, τον Μάρτιο του 1916. Σε γράμμα του, ο Τόλκιν σχολίασε ότι αν και οι γυναίκες ήταν λιγότερο ρομαντικές απ’ τους άντρες και έψαχναν την οικονομική ασφάλεια, ήταν περήφανος που η Έντιθ επέλεξε να παντρευτεί έναν άντρα χωρίς χρήματα και χωρίς δουλειά, που ήταν αρκετά πιθανό ότι θα πέθαινε στον πόλεμο.

Ο πόλεμος αυτός ήταν ασφαλώς ο Ά Παγκόσμιος. Ο Τόλκιν καθυστέρησε να καταταχτεί, αλλά αναγκάστηκε μετά από δύο χρόνια λόγω της κοινωνικής κατακραυγής. Υπηρέτησε ως ανθυπολοχαγός στη μάχη του Σομμ το 1916, όπου έχασε τους περισσότερους παιδικούς και νεανικούς του φίλους. Ο ίδιος στάθηκε τυχερός, όταν αρρώστησε από τις ψείρες που κυκλοφορούσαν στο στρατόπεδο και στάλθηκε μακριά από το πεδίο της μάχης. Δεν βρέθηκε στο μέτωπο ξανά μέχρι και το τέλος του πολέμου και μάλιστα για ένα διάστημα έμενε μαζί με τη σύζυγό του. Ένα πρωί πήγαν μαζί ένα περίπατο στο δάσος και βρήκαν ένα ξέφωτο.

Η Έντιθ άρχισε ξαφνικά να χορεύει και ο Τόλκιν περιέγραψε τη στιγμή σε επιστολή του: “Εκείνες τις μέρες τα μαλλιά της ήταν κατάμαυρα, το δέρμα της αψεγάδιαστο και τα μάτια της έλαμπαν περισσότερο από ποτέ. Και τραγουδούσε και χόρευε”.

Από εκείνο τον περίπατο εμπνεύστηκε μία από τις διασημότερες ιστορίες του, τον έρωτα του θνητού Μπέρεν και της αθάνατης Λούθιεν. Η απόγονος της Λούθιεν, Άργουεν, είναι χαρακτήρας του “Άρχοντα των “Δαχτυλιδιών” και ερωτεύεται και αυτή τον θνητό Άραγκορν. Αν και δεν αποκάλεσε ποτέ τη σύζυγό του με αυτό το όνομα, ο Τόλκιν ζήτησε στην ταφόπλακα τους, κάτω από το όνομα της Έντιθ, να γραφτεί το “Λούθιεν” και κάτω από το δικό του, το “Μπέρεν”.


«Ο βλάκας με την κόκκινη μούρη»

Το 1938, ο γερμανικός εκδοτικός οίκος “Rütten & Loening Verlag” ήθελε να εκδόσει το “Χόμπιτ” στη Γερμανία, αλλά πριν το κάνει αυτό, έπρεπε να σιγουρευτεί ότι ο Τόλκιν ανήκε στην άρια φυλή.

Του έστειλαν ένα γράμμα ρωτώντας τον ακριβώς αυτό και ο Τόλκιν, που χαρακτήριζε τη θεωρία περί ανώτερης φυλής ως κακοήθη και αντιεπιστημονική, έγινε έξω φρενών. Έστειλε δύο διαφορετικές απαντήσεις στον εκδότη του, μία πιο ήπια και μία πιο υβριστική και του είπε να στείλει όποια ήθελε. Ο εκδότης του έστειλε την πρώτη και η “εξαγριωμένη” επιστολή έμεινε πίσω. Ο Τόλκιν είχε αποκαλέσει τον Χίτλερ “ο βλάκας με την κόκκινη μούρη”.

Οι Beatles και ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών
Στην 76η απονομή των Όσκαρ, στις 29 Φεβρουαρίου του 2004, η τρίτη ταινία του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών κέρδισε και τα 11 Όσκαρ για τα οποία ήταν υποψήφια. Ανάμεσα στο κοινό βρισκόταν και ο Πολ Μακάρτνεϊ που έσπευσε να συγχαρεί τον σκηνοθέτη της τριλογίας, Πίτερ Τζάκσον και του αποκάλυψε ότι στα νιάτα του, είχε θελήσει κι αυτός να γυρίσει μία τέτοια ταινία. Ήταν ιδέα του Τζον Λένον, ο οποίος ήθελε να υποδυθεί το Γκόλουμ, ενώ ο Πολ θα έπαιζε τον Φρόντο, ο Ρίνγκο Σταρ τον Σαμ και ο Τζορτζ Χάρισον τον Γκάνταλφ. Δυστυχώς για τα “Σκαθάρια”, ο Τόλκιν είχε ακόμα τα δικαιώματα και δεν τους έδωσε ποτέ την άδεια να γυρίσουν την ταινία.

Ο λόγος, πολλοί πιστεύουν, ήταν η απέχθεια του Τόλκιν για τη «φασαρία». Το 1953 μετακόμισε σε μία περιοχή της Οξφόρδης που πίστευε ότι θα ήταν ήσυχη, αλλά για κακή του τύχη, διαψεύστηκε. Η κίνηση από τα αυτοκίνητα στο δρόμο, οι γείτονες, τα σκυλιά, τα ραδιόφωνα τρέλαιναν τον ίδιο και την άρρωστη γυναίκα του. Αλλά πιο ενοχλητικοί απ’ όλους ήταν κάποιοι νεαροί γείτονες, οι οποίοι θύμιζαν στον Τόλκιν τους Beatles: “Σε ένα σπίτι λίγο πιο δίπλα, έμεναν ορισμένοι νεαροί άνδρες που προσπαθούσαν να γίνουν σαν το συγκρότημα Beatles. Τις ημέρες που επέλεγαν να εξασκηθούν, η φασαρία ήταν απερίγραπτη.” Ο Τζον Ρόναλντ Ρούελ Τόλκιν πέθανε στις 2 Σεπτεμβρίου του 1973, σε ηλικία 81 ετών.