Τα αποτέλεσμα των εργασιών του G7 καταγράφει ο απεσταλμένος των Financial Times, Πίτερ Σπίγκελ, και φυσικά αναφέρεται στο ελληνικό θέμα που κυριάρχησε στις συζητήσεις των ηγετών επί γερμανικού εδάφους.
Όπως αναφέρει ο Σπίγκελ, οι ελπίδες της ελληνικής πλευράς ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ θα στηρίξει τον Αλέξη Τσίπρα και θα πιέσει τη Γερμανία, διαψεύστηκαν. Αυτή τη φορά ο κ. Ομπάμα απέδωσε την ευθύνη στον Τσίπρα ζητώντας του να πάρει σκληρές αποφάσεις. Γράφει χαρακτηριστικά:
«Ο Μπαράκ Ομπάμα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, προειδοποίησε την Αθήνα ότι πρέπει να κάνει γρήγορα δύσκολες οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Πρόκειται για το πιο ξεκάθαρο σημάδι ότι η Ελλάδα απομονώνεται στο διεθνές στερέωμα, εξαιτίας της μαχητικής της στάσης απέναντι στους δανειστές.
Ο κ. Ομπάμα είπε ότι οι ηγέτες που συγκεντρώθηκαν στην συνάντηση της G7 στην Γερμανία, αισθάνθηκαν ότι είναι επείγον να υπάρξει γρήγορα μια συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της για την απελευθέρωση των 7,2 δισ. ευρώ προς την Αθήνα. Αλλά σε αντίθεση με τις προηγούμενες εκκλήσεις και προς τις δύο πλευρές να κάνουν παραχωρήσεις, ο κ. Ομπάμα απέδωσε την ευθύνη στον Αλέξη Τσίπρα, τον Έλληνα πρωθυπουργό, λέγοντας πως έχει έρθει η ώρα «για σκληρές αποφάσεις».
«Αυτό που θα χρειαστεί είναι η Ελλάδα να είναι σοβαρή σε ό,τι αφορά την εφαρμογή κάποιων σημαντικών μεταρρυθμίσεων, όχι μόνο για να ικανοποιήσει τους πιστωτές, αλλά - ακόμη πιο σημαντικό- προκειμένου να δημιουργήσει μια πλατφόρμα ώστε η ελληνική οικονομία να αρχίσει και πάλι να αναπτύσσεται» ανέφερε ο κ. Ομπάμα σε συνέντευξη τύπου μετά την συνάντηση. «Οι Έλληνες θα πρέπει να το κάνουν και να κάνουν κάποιες σκληρές πολιτικές επιλογές οι οποίες θα είναι καλές μακροπρόθεσμα» πρόσθεσε.
Κατά την διάρκεια της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης, ο κ. Ομπάμα έχει επανειλημμένα χρησιμοποιήσει τις συγκεντρώσεις των ηγετών της G7 και της G20 για να ασκήσει πίεση στους Ευρωπαίους – ειδικά στην Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ – να είναι πιο γενναιόδωροι στην χρήση των πόρων τους για την βοήθεια των πιο αδύναμων οικονομιών.
Η ελπίδα της Ελλάδας
Πράγματι, ορισμένοι Έλληνες αξιωματούχοι ήλπιζαν ότι ο Λευκός Οίκος θα παρέμβει στην «αναμέτρηση» Ελλάδας-δανειστών, για να κρίνει την έκβαση υπέρ τους. Ο κ. Ομπάμα κάλεσε τους δανειστές την Δευτέρα να δείξουν κάποια «ευελιξία». Αλλά δίνοντας έμφαση δημόσια στις υποχρεώσεις της Ελλάδας σε μια τόση κρίση καμπή των διαπραγματεύσεων, ο κ. Ομπάμα έκλεισε μια από τις τελευταίες πιθανές εξόδους διαφυγής για την Αθήνα.
Σύμφωνα με αξιωματούχους της G7 με γνώση των συζητήσεων που έγιναν για την Ελλάδα στην συνάντηση, όλοι οι ηγέτες εξέφρασαν ανησυχίες πως μια χρεοκοπία της Ελλάδας και μια έξοδος από την ευρωζώνη θα προκαλούσε οικονομική αστάθεια. Ωστόσο, παραδέχτηκαν ότι δεν είναι ξεκάθαρο πόσο ισχυρός θα είναι ο αντίκτυπος σε παγκόσμιο επίπεδο.
Αξιωματούχοι σημείωσαν πως ο κ. Ομπάμα ήταν πολύ πιο θετικά διακείμενος απέναντι στους Ευρωπαίους σε σχέση με τιυς προηγούμενες συναντήσεις των G7 και G20, αναγνωρίζοντας πως η Αθήνα απογοήτευσε ως συνομιλητής.
Πώς ανέχεται κανείς την Ελλάδα;
Δύο ανώτατοι αξιωματούχοι πως ορισμένες από τις πιο σκληρές δηλώσεις κατά την διάρκεια μιας συνεδρίασης κεκλεισμένων των θυρών έγιναν από τον Καναδό πρωθυπουργό Στέφεν Χάρπερ. Σύμφωνα με τον έναν από τους δύο αξιωματούχους, ο κ. Χάρπερ απηύθυνε έκκληση για μια συμφωνία αλλά αναρωτήθηκε «πώς ανέχεται κανείς την Ελλάδα».
Εκτός από την μεγάλη επιρροή που έχει η Ουάσινγκτον σε θέματα παγκόσμιας οικονομικής διακυβέρνησης, η κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι και ο μεγαλύτερος μέτοχος στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που είναι ο πιστωτής της Ελλάδας που έχει κρατήσει την πιο σκληρή γραμμή με την Αθήνα για την ανάγκη διαρθρωτικών οικονομικών μεταρρυθμίσεων.
Η συνάντηση στις Βρυξέλλες
Ο κ. Τσίπρας αναμένεται να συναντηθεί με την κ. Μέρκελ και τον Γάλλο ομόλογο του, Φρανσουά Ολάντ, στα περιθώρια της ευρωπαϊκής Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ηγέτες της Λατινικής Αμερικής που θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη στις Βρυξέλλες.
Αλλά η κ. Μέρκελ προειδοποίησε πως η πρόταση που έγινε από τους δανειστές την περασμένη εβδομάδα – την οποία απέρριψε εμφατικά – πρέπει να αποτελέσει την βάση για τις διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν.
«Θέλουμε η Ελλάδα να μείνει στην Ευρωζώνη, αλλά οι τρεις θεσμοί έχουν ξεκαθαρίσει ότι η αλληλεγγύη προϋποθέτει να γίνουν μεταρρυθμίσεις από την Αθήνα είπε η κ. Μέρκελ.«Δεν είμαι σίγουρη ότι έχει απομείνει πολύ χρόνος. Γι’ αυτό πρέπει να κάνουμε πολύ δουλειά. Ο χρόνος τελειώνει, κάθε ημέρα μετράει» τόνισε.
Προσπάθεια για βελτίωση των σχέσεων
Η Αθήνα φάνηκε να προσπαθεί να βελτιώσει τις σχέσεις με τους πιστωτές και να κλείσει μια συμφωνία, μετά την επιδείνωση του κλίματος την περασμένη εβδομάδα. Ο κ. Τσίπρας έστειλε την Δευτέρα τρία από τα πιο έμπιστα στελέχη στις Βρυξέλλες, για την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων.
Μεταξύ αυτών ήταν ο Νίκος Παππάς, ο οποίος θεωρείται ο πιο στενός συνεργάτης του κ. Τσίπρα. ΟΕυκλείδης Τσακαλώτος, ο οποίος επιλέχτηκε ως επικεφαλής των διαπραγματεύσεων τον περασμένο μήνα και ο Γιώργος Χουλιαράκης, ο εκπρόσωπος της Ελλάδας στο Euro Working Group.
Kαι οι τρεις τους θεωρούνται πραγματιστές από τους διαπραγματευτές της ευρωζώνης και είναι υπεύθυνοι για την επανεκκίνηση των συνομιλιών μετά από μήνες αδιεξόδου.
Παρά τα σημάδια ότι η Αθήνα προσπαθεί να μειώσει τις διαφορές με τους πιστωτές, ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών, αντιμετώπισε με σαρκασμό την πρόταση που παρουσίασαν την προηγούμενη εβδομάδα η ΕΚΤ, το ΔΝΤ και η Κομισιόν.
Σε συνέντευξη του στην γερμανική Tagesspiegel, η οποία έγινε στο Βερολίνο όπου συνάντηση τον Γερμανό ομόλογο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο κ. Βαρουφάκης είπε ότι οι θεσμοί «έχουν κάνει μια πρόταση που την κάνεις μόνο αν δεν θες μια συμφωνία».
Πρόσθεσε ότι σημεία στα οποία είχε επιτευχθεί συμφωνία κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων είχαν αποσυρθεί – με την στήριξη της κ. Μέρκελ – και ότι οι πιστωτές οπισθοχώρησαν σε απαιτήσεις που είχαν κάνει στην αρχή των συνομιλιών.
Πηγή: Euro2day
Time: Ο Ομπάμα δεν προσφέρει τίποτα για να λυθεί το πρόβλημα της Ελλάδας
Κάθε ημέρα που περνάει το στοίχημα για την Ελλάδα ανεβαίνει, όπως και ο κίνδυνος σφάλματος. Την ίδια στιγμή η μικροπολιτική νικάει στα σημεία και στο ενδιάμεσο οι ΗΠΑ αναζητούν ένα ρόλο.
Το περιοδικό Time επικρίνει την επαμφοτερίζουσα στάση του Ομπάμα.
Το ερώτημα που θέτει ο αναλυτής Ίαν Μπρέμερ και πρόεδρος του Eurasia Group, είναι «τι ακριβώς θέλουν να πετύχουν οι ΗΠΑ και ποια στάση έχουν κρατήσει;». Η απλή απάντηση είναι ότι η Ουάσιγκτον έχει συμφέρον να υπάρχει μια ισχυρή Ευρώπη, καθώς από κοινού μπορούν να αντιμετωπίσουν θέματα όπως ο Πούτιν, το Ισλαμικό Κράτος και την άνοδο της Κίνας. Οι ΗΠΑ θέλουν την Ελλάδα στην Ευρωζώνη, αλλά από την άλλη επιθυμούν το θέμα να λυθεί ενδοοικογενειακά.
Η στρατηγική των ΗΠΑ
Τι σημαίνει αυτό; Ο Μπρέμερ αναφέρει πως η στρατηγική της Ουάσιγκτον έχει τρεις πτυχές. Στην πραγματικότητα είναι ένα ασυνάρτητο μείγμα της εικόνας που έχουν οι ΗΠΑ για τον εαυτό τους: της απαραίτητης Αμερικής, της οικονομικά ισχυρής Αμερικής και της ανεξάρτητης Αμερικής.
Στους G7, ο Ομπάμα ζήτησε από την Ελλάδα να πάρει σοβαρά την κατάσταση στα χέρια της και να προχωρήσει άμεσα σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Λίγο αργότερα, όμως, είπε πως και οι δύο πλευρές πρέπει να επιδείξουν την αναγκαία ευελιξία για να λύσουν το πρόβλημα και ότι τέλος πάντων πρέπει αμφότεροι να πάρουν σκληρές αποφάσεις.
Η υπερδύναμη
Η εξήγηση του Μπρέμερ σε όλα αυτά τα «ναι μεν, αλλά» του προέδρου Ομπάμα είναι η εξής: «Τα σχόλια αυτά αντικατοπτρίζουν την αμερικανική υπερηφάνεια, απότοκη από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ΗΠΑ θεωρούν πως μπορούν να εγγυηθούν την παγκόσμια ασφάλεια. Αυτό συνοδεύεται από την αίσθηση του δικαιώματος που απαιτεί να έχει η μόνη υπερδύναμη του κόσμου όταν τα πράγματα πηγαίνουν στραβά στον κόσμο. Αυτή είναι η γενική κοσμοθεωρία των ΗΠΑ».
Υπάρχει, όμως, και η οικονομική διάσταση της χώρας που επιθυμεί να δρα παρασκηνιακά και να αφήσει το προβάδισμα στη Γερμανία.
Ο ρόλος των ΗΠΑ
Πέραν της οικονομικής συνεισφοράς των ΗΠΑ στο ΔΝΤ, η Ουάσιγκτον δεν προσφέρει στην πραγματικότητα τίποτα σε αυτή τη διαπραγμάτευση. Τίποτα που να έχει πραγματική αξία και να μειώνει το χάσμα ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της. Αυτή η προσέγγιση έχει να κάνει με την ανεξαρτησία της Αμερικής και που είναι σαν να λέει στους Ευρωπαίους «λύστε μόνοι σας το πρόβλημα». Όπως θυμίζει ο Μπρέμερ, οι Αμερικανοί δεν μπορούν να χρηματοδοτήσουν την ευρωπαϊκή ενότητα και, τελικά, αυτή η ιστορία δεν ανήκει στην Ουάσιγκτον.
Μεμονωμένα, όλοι οι προσεγγίσεις των ΗΠΑ έχουν κάποιο νόημα. Αν, όμως, προσπαθήσει κάποιος να τις συνδυάσει σε μια ad hoc βάση, τότε η εξίσωση δεν βγαίνει.
Ο Ομπάμα λέει «θέλουμε να επιλυθεί το θέμα», αλλά ποιους περιλαμβάνει σε αυτό τον πληθυντικό; Οι ΗΠΑ είτε θα πάρουν μέρος, είτε όχι. Δεν έχει νόημα να ασκείς πίεση και στις δύο πλευρές, όταν δεν προσφέρεις τίποτα για να λυθεί ο κόμπος, καταλήγει ο Μπρέμερ.