19 Σεπτεμβρίου 2015

Ζήσε το μύθο σου στην Ελλάδα: Κυβέρνησε με 5%

Τους βλέπεις στα τηλεοπτικά πάνελ εν όψει των εκλογών.

Πολιτικοί και πολιτευόμενοι, δημοσιογράφοι, επιστήμονες, εκπρόσωποι του καλλιτεχνικού χώρου... Φοράνε τα κοστούμια και τις γραβάτες τους -ή μόνο τα πουκάμισά τους, όπως επιβάλλει η τελευταία λέξη της μόδας- και επιχειρούν να αναλύσουν, με ύφος περισπούδαστο και βεβαιότητα που δεν χωράει αντιρρήσεις, τις τάσεις του εκλογικού σώματος.

Αν τους έχετε κάνει τη χάρη να τους αφιερώσετε λίγο από το χρόνο σας, θα έχετε ίσως διαπιστώσει ότι ξεκινούν, στις περισσότερες των περιπτώσεων, από μια βασική παραδοχή: «Ο λαός (ή ο τόπος) θέλει κυβερνήσεις συνεργασίας».

Το άκουγα χθες στο ραδιόφωνο, επιστρέφοντας από τη δουλειά. Μια υποψήφια βουλευτής του Ποταμιού, της οποίας δυστυχώς το όνομα δεν συγκράτησα, δήλωνε ευθαρσώς στο συνομιλητή της δημοσιογράφο, ότι... «ευτυχώς, οι κυβερνήσεις αυτοδυναμίας έχουν τελειώσει σε αυτόν τον τόπο. Ο λαός θέλει κυβερνήσεις συνεργασίας». Ε, δεν ήθελε και πολύ, για να μου ανέβει το αίμα στο κεφάλι...

Δεν ξέρω εάν τους διαφεύγει εσκεμμένα ή άθελά τους, αλλά τα δύο από τα τρία Μνημόνια της άγριας λιτότητας και των οδυνηρών περικοπών, τα «φάγαμε στη μάπα» -συγχωρήστε μου το χυδαίο της έκφρασης- επί θητείας κυβερνήσεων συνεργασίας: η συγκυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου ήταν που υπέγραψε το δεύτερο εξ αυτών και ο συνασπισμός των Τσίπρα - Καμμένου που έφερε το τρίτο. Από μόνο του αυτό το γεγονός, θα έπρεπε να είναι αρκετό, για να μας πείσει περί της χρησιμότητας και αποτελεσματικότητας των κυβερνήσεων συνεργασίας...

Φαίνεται όμως πως δεν είναι. Το... αφήγημα -για να χρησιμοποιήσουμε την πιο... πολυφορεμένη λέξη αυτών των εκλογών- των κοστουμαρισμένων πολιτικάντηδων περί κυβερνήσεων συνεργασίας είναι μια απάτη, ένα άλλοθι φτιαγμένο από άμμο, προκειμένου να δικαιολογούν την παρουσία τους. Από τη δική μου οπτική γωνία, όταν το εκλογικό σώμα δίνει ποσοστό 3%, 4%, άντε ακόμα και 5%-6%, σε ένα κόμμα, σημαίνει ότι ελάχιστα θέλει το κόμμα αυτό να έχει λόγο στα πολιτικά πράγματα -πόσω μάλλον να γίνεται φορέας εξουσίας. Αλλά, και από την ανάποδη αν το δει κανείς, πάλι δεν βγαίνει νόημα. Πώς γίνεται τα κόμματα που διεκδικούν την τρίτη θέση στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων, να διατείνονται ότι έχουν... κυβερνητικό πρόγραμμα; Να με συμπαθάτε, αλλά όταν ζητάς να σε ψηφίσει το 5% ή το 8% ή έστω το 10% των πολιτών, και αποδέχεσαι εκ προοιμίου ότι οι πρώτες δύο θέσεις είναι «καπαρωμένες», τότε είσαι... προορισμένος να μην κυβερνήσεις.

Και κάπως έτσι φτάνουμε στο φαινόμενο της πολιτικής «βδέλλας», όπως μου αρέσει να το αποκαλώ: μην ψάχνετε για περιγραφές... Αναλογιστείτε απλά το ρόλο που έπαιξε το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου στην κυβέρνηση της ΝΔ του Σαμαρά και τον αντίστοιχο των ΑΝΕΛ του Καμμένου στη διακυβέρνηση της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα. Το κόμμα-«βδέλλα», βέβαια, το χρειάζονται στις μέρες μας οι μεγαλύτερες και ισχυρότερες παρατάξεις, για να κυβερνήσουν.

Κάποτε, όχι πολύ παλιά, στις περιόδους της απόλυτης κυριαρχίας του δικομματισμού και στις αυτοδύναμες κυβερνήσεις του 45% και του 50%, κανένας δεν τολμούσε να μιλήσει για κυβερνήσεις συνεργασίας. Θα τον έπαιρναν με τις πέτρες... Σήμερα, όλοι «ξορκίζουν» τις αυτοδύναμες κυβερνήσεις και μιλάνε για συνεργασίες: το συρρικνωμένο ΠΑΣΟΚ, επειδή έμαθε να κάθεται στις καρέκλες της εξουσίας και δεν μπορεί να συνηθίσει στην ιδέα ότι έχει προ πολλού έρθει ο καιρός να τις εγκαταλείψει. Το νεόκοπο Ποτάμι, άλλο φαινόμενο των καιρών και αυτό, επειδή μακριά από τα κυβερνητικά πόστα δεν έχει καμία δυνατότητα να ολοκληρώσει την αποστολή, που του ανέθεσαν οι εμπνευστές του. Ζητάει τώρα, για παράδειγμα, ο κ. Θεοδωράκης, να του δώσουμε εκλογική δύναμη 10%, όταν από καταβολής του κόμματός του ο ίδιος διατράνωνε ότι, αν ο λαός του δώσει ποσοστά κοντά στο 5%, δεν θα έχει λόγο ύπαρξης και θα εγκαταλείψει την πολιτική. Ε, περίπου τόσο του έδωσαν οι ψηφοφόροι και στις ευρωεκλογές και στις βουλευτικές, κι ακόμα εδώ είναι... Προφανώς, δεν έχει ακόμα επιτελέσει το «καθήκον» του.

Αλλά και τα μικρότερα κόμματα, ο Λεβέντης, οι ΑΝΕΛ... Δεν θέλουν, λέτε, να γευτούν το... νέκταρ της εξουσίας; Τι κι αν οι πολίτες τους δίνουν οριακά τη δύναμη να μπουν στη Βουλή; Εάν κάποιο από τα μεγάλα κόμματα τους χρειαστεί, για να σχηματίσει κυβέρνηση, προθύμως θα ανταποκριθούν στα κελεύσματά του. Μόνο το ΚΚΕ και η Λαϊκή Ενότητα έχουν την αυτογνωσία ότι δεν είναι υποψήφιοι κυβερνητικοί εταίροι για κανέναν -και δεν προσθέτω σε αυτούς και τη Χρυσή Αυγή, που ως πολιτική παράταξη δεν θα έπρεπε να υπάρχει καν. Όλοι οι άλλοι... «Στασίδι» κυβερνητικό να 'ναι κι ό,τι να 'ναι.

Έζησα και μεγάλωσα στην εποχή των αυτοδύναμων κυβερνήσεων. Τότε που κάθε κόμμα είχε σαφές ιδεολογικό στίγμα, χωρίς αλλοιώσεις, τότε που κάθε κυβέρνηση είχε το πρόγραμμά της και το εφάρμοζε χωρίς προσκόμματα. Θα μου πείτε, πού μας οδήγησαν οι κυβερνήσεις αυτές; Δεν έχετε άδικο, αλλά ας μην τα ισοπεδώσουμε όλα. Όλο και για κάποιο από τα έργα και τις ημέρες τους, τις μνημονεύουμε σήμερα. Αντίθετα, τις κυβερνήσεις-Βαβέλ, της δήθεν πολυφωνίας και των συνεργασιών, εάν τις... μελετάμε για κάτι, είναι ότι συναίνεσαν και συνυπέγραψαν τα επαχθή και μη βιώσιμα Μνημόνια, που μέλλει να αποδειχθούν και η «ταφόπλακα» του λαού -και δη, της νέας γενιάς. Πώς να μην γίνει κάτι τέτοιο, εξάλλου; Αλλιώς σε αντιμετωπίζει ο συνομιλητής σου -λέγε με Γιούνκερ, Μέρκελ, Σόιμπλε ή όπως αλλιώς θες-, όταν «κουβαλάς» την ισχύ ενός 40% ή ενός 50% της προτίμησης των εκλογέων και αλλιώς όταν είσαι ένα... συνονθύλευμα του 25%+8%+3% ή του 36%+4%, δίχως μάλιστα ενιαία πολιτική αφετηρία και γραμμή.

Είπαμε, όμως... Οι κυβερνήσεις συνεργασίας ανάμεσα σε ηγετίσκους από τη μία και σε ανυπόληπτους, από την άλλη, είναι της... μόδας. Είναι αυτό που, όπως μας λένε, θέλει ο λαός. Το λαό τον ρώτησαν;

Βασίλης Αναστασόπουλος
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ