11 Οκτωβρίου 2015

Το τρίτο Μνημόνιο, πολύ σκληρότερο από το δεύτερο, που κατάγγελλε ο κ. Τσίπρας

Ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του βρίσκονται αντιμέτωποι με μία κωμικοτραγική κατάσταση, στη δημιουργία της οποίας συνέβαλαν με τα λάθη και τις παραλείψεις τους. Ετοιμάζονται να εφαρμόσουν ένα εξαιρετικά δύσκολο τρίτο Μνημόνιο που έχει τριετή διάρκεια και επιβαρύνεται από τη μεγάλη υστέρηση που παρατηρείται στα φορολογικά και ασφαλιστικά έσοδα.

Η κατάσταση είναι σήμερα πολύ πιο δύσκολη απ’ ό,τι ήταν το 2014 και είναι προγραμματισμένη η επιδείνωσή της για το επόμενο δωδεκάμηνο. Το σχέδιο κρατικού προϋπολογισμού για το 2016 βασίζεται στην εκτίμηση ότι το ΑΕΠ θα υποχωρήσει κατά 2,3% το 2015 και 1,3% το 2016 ενώ η ανεργία θα σκαρφαλώσει σε επίπεδα ρεκόρ.
Η πολιτική επικράτηση του κ. Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ στηρίχτηκε στην καταγγελία του πολύ πιο ήπιου δεύτερου Μνημονίου για την ολοκλήρωση του οποίου χρειαζόμασταν μέτρα 2-2,5 δισ. ευρώ και μια προσπάθεια μερικών ακόμη μηνών. Οι ψηφοφόροι έδωσαν την εντολή στον κ. Τσίπρα και στον ΣΥΡΙΖΑ τον Σεπτέμβριο χωρίς τις υποσχέσεις του λεγόμενου προγράμματος της Θεσσαλονίκης, δεν είναι βέβαιο όμως ότι οι περισσότεροι από αυτούς έχουν κατανοήσει τις δυσκολίες που έρχονται.

Σημαντική επιδείνωση

Κατά τη διάρκεια του 2015 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ. μετέτρεψε την προοπτική της ανάπτυξης σε νέα ύφεση, αντικατέστησε το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα με έλλειμμα, το οποίο είναι δύσκολο ακόμη να προσδιοριστεί, και συνέβαλε στην εκτόξευση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου από το 175% του ΑΕΠ, που ήταν η προγραμματισμένη οροφή, προς το 205% του ΑΕΠ που προβλέπεται να φτάσει, με βάση τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, μέσα στο 2016.

Επειδή τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ πήραν την ψήφο του λαού υποσχόμενα καλύτερες ημέρες βρίσκονται τώρα σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Η συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης στη Βουλή οδήγησε πολλούς υπουργούς σε διαρκείς ελιγμούς σε μια μάταιη προσπάθεια να κρύψουν την πραγματική κυβερνητική ατζέντα. Ετσι, είδαμε τον υπουργό Οικονομίας κ. Σταθάκη να υποστηρίζει ότι η ύφεση θα είναι μικρότερη από την επίσημη πρόγνωση που περιλαμβάνεται στο σχέδιο του κρατικού Προϋπολογισμού. Επιπλέον, υποστήριξε ότι το δημόσιο χρέος δεν αυξήθηκε εξαιτίας των λαθών και των παραλείψεων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ. Αρκεί μία αναφορά στην αναγκαστική ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με δημόσιο χρήμα και δαπάνες των φορολογούμενων πολιτών για να αντιληφθούμε ότι οι ισχυρισμοί του κ. Σταθάκη δεν στηρίζονται στη λογική αλλά στην πολιτική ιδιοτέλεια. Σημασία άλλωστε δεν έχει η άποψη του κ. Σταθάκη για την πορεία του χρέους αλλά η άποψη των πιστωτών, οι οποίοι έσπευσαν να αναθεωρήσουν προς τα πάνω την καμπύλη του χρέους.

Εντύπωση προκάλεσαν και οι παρεμβάσεις του υπουργού Εργασίας κ. Κατρούγκαλου, που προσπαθεί να πείσει ότι το διευρυνόμενο ασφαλιστικό έλλειμμα δεν θα καλυφθεί με οριζόντιες περικοπές συντάξεων. Μια ματιά στα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί και συμπεριλαμβάνονται στο τρίτο Μνημόνιο οδηγεί στο συμπέρασμα ότι θα υπάρξουν οριζόντιες περικοπές με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, όπως ήταν η περίπτωση της οριζόντιας αύξησης των κρατήσεων για την περίθαλψη των συνταξιούχων.

Επιδιώκουν νέο διχασμό

Εάν η κυβερνητική ηγεσία είχε μια ευρωπαϊκού τύπου προσέγγιση στα μεγάλα προβλήματα, θα επεδίωκε τη συναίνεση των κομμάτων της αντιπολίτευσης που δίνουν μάχη υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής της Ελλάδας. Επειδή όμως έχει διαφορετική νοοτροπία και λειτουργία, προτιμά τη συνεχή επινόηση διαχωριστικών γραμμών ακόμη κι αν αυτό μπορεί να οδηγήσει στον περιορισμό της αποτελεσματικότητας της δύσκολης πολιτικής που είναι υποχρεωμένη να εφαρμόσει και σε μια νέα διεθνή κρίση αξιοπιστίας σε βάρος της Ελλάδας.

Η νέα πολιτική επινόηση του κ. Τσίπρα και των συνεργατών του έχει σχέση με την υποτιθέμενη «για πρώτη φορά» αναδιάρθρωση του χρέους που είναι αποτέλεσμα της επιθετικής διπλωματίας της κυβέρνησης Τσίπρα και στην οποία δεν θέλει να συμβάλει η Ν.Δ.

Το Μαξίμου αξιοποίησε μάλιστα και τις δηλώσεις που έκανε ο πρόεδρος της Γαλλίας κ. Ολάντ στο Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο στο Στρασβούργο, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να αρχίσει η συζήτηση για το ελληνικό χρέος γιατί πρόκειται για μέρος της συνολικής συμφωνίας. Οπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, η κυβερνητική ηγεσία ερμηνεύει αυθαίρετα τις δηλώσεις των ξένων ηγετών δίνοντας έμφαση στη συζήτηση για το χρέος και ξεχνώντας… τη συμφωνία, στην οποία αναφέρθηκε ο πρόεδρος της Γαλλίας.

Η συμφωνία του Ιουλίου 

Η διαχείριση του χρέους του Δημοσίου θα γίνει με βάση τη συμφωνία της Συνόδου Κορυφής της ευρωζώνης που πραγματοποιήθηκε στις 12 Ιουλίου του 2015 και απέτρεψε, την τελευταία στιγμή, το Grexit.
Οι παράγραφοι που αναφέρονται στη διαχείριση του χρέους έχουν ως εξής: «Υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Αυτό οφείλεται στη χαλάρωση των πολιτικών κατά τη διάρκεια των τελευταίων δέκα μηνών, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την πρόσφατη επιδείνωση στο εγχώριο μακροοικονομικό και χρηματοπιστωτικό περιβάλλον. Η Σύνοδος Κορυφής υπενθυμίζει ότι οι χώρες-μέλη της ευρωζώνης πήραν κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών ένα σύνολο αξιοπρόσεκτων μέτρων που στήριξαν τη διαχειρισιμότητα του ελληνικού χρέους, κάνοντας πιο ομαλή την πορεία εξυπηρέτησης του χρέους που ακολουθεί η Ελλάδα και περιορίζοντας σημαντικά τα κόστη.

● Με βάση αυτό το προηγούμενο και στο πλαίσιο ενός πιθανού μελλοντικού προγράμματος του ESM και σύμφωνα με το πνεύμα της δήλωσης του Eurogroup του Νοεμβρίου του 2012, το Eurogroup είναι έτοιμο να λάβει υπόψη του, εάν αυτό είναι αναγκαίο, πιθανά πρόσθετα μέτρα (πιθανή επιμήκυνση της περιόδου χάριτος και αποπληρωμής) που θα έχουν στόχο να εξασφαλίσουν ότι οι συνολικές ανάγκες χρηματοδότησης θα παραμείνουν σε διατηρήσιμα επίπεδα. Προϋπόθεση για τη λήψη αυτών των μέτρων θα είναι η πλήρης εφαρμογή των μέτρων που θα συμφωνηθούν στη βάση ενός πιθανού νέου προγράμματος και θα εξεταστούν μετά την πρώτη θετική ολοκλήρωση της αξιολόγησης.

● Η Σύνοδος Κορυφής υπογραμμίζει ότι ονομαστικό κούρεμα του χρέους δεν μπορεί να επιχειρηθεί.

● Οι ελληνικές αρχές επαναλαμβάνουν την πλήρη δέσμευσή τους να τιμήσουν όλες τις οικονομικές υποχρεώσεις τους προς όλους τους πιστωτές τους, πλήρως και με βάση το χρονοδιάγραμμα».
Σε απλά ελληνικά, η μελλοντική αναδιάρθρωση του χρέους του Δημοσίου στηρίζεται στην πολιτική απόφαση του Eurogroup του Νοεμβρίου του 2012, επί κυβέρνησης Σαμαρά, και η σχετική συζήτηση θα αρχίσει μόλις ολοκληρωθεί η πρώτη θετική αξιολόγηση της εφαρμογής του τρίτου Μνημονίου.

Επομένως, δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερα νέο στοιχείο στη διαχείριση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου εφόσον στηρίζεται σε πολιτική απόφαση του 2012 και έχει ως προϋπόθεση την εφαρμογή του μνημονίου. Το μόνο που έχει αλλάξει είναι οι διαστάσεις του χρέους εφόσον η τυχοδιωκτική πολιτική του κ. Τσίπρα και του κ. Βαρουφάκη οδήγησε σε κατακόρυφη αύξησή του. Επίσης, υπάρχει ρητή δέσμευση για εγκατάλειψη του «κουρέματος», το οποίο μέχρι πριν από λίγους μήνες αποτελούσε άλλη μία προπαγανδιστική επινόηση του κ. Τσίπρα και των συνεργατών του.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των περισσότερων ειδικών, η αναδιάρθρωση του χρέους δύσκολα θα περιορίσει την τρέχουσα αξία του πάνω από 15%-20% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι θα καλύψει ένα μέρος της νέας αύξησης που προκλήθηκε το 2015 εξαιτίας των αποτυχημένων αριστερών πειραμάτων και δεν θα συμβάλει στην ουσιαστική μείωσή του, όπως εάν είχε ολοκληρωθεί το δεύτερο Μνημόνιο και είχαμε βγει οριστικά από τη μνημονιακή περίοδο.
Επομένως, η προσπάθεια του Μαξίμου να αντισταθμίσει επικοινωνιακά και πολιτικά αυτά που έρχονται με μια νέα προπαγανδιστική κατασκευή για το χρέος δεν έχει σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας.