16 Οκτωβρίου 2015

Επιστημονική υπηρεσία Βουλής: Προβληματικές δεκάδες διατάξεις του πολυνομοσχεδίου

Οι παρατηρήσεις αφορούν, μεταξύ άλλων, την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, τη φορολόγηση των ανείσπρακτων ενοικίων, τις αλλαγές στις τιμές των φαρμάκων και τις διατάξεις για δέσμευση θυρίδων

Ουσιαστικές και επιμέρους παρατηρήσεις για δεκάδες άρθρα του πολύνομοσχεδίου κάνει η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου προς τους αρμόδιους υπουργούς για παραβιάσεις του Συντάγματος αλλά και για κίνδυνο να καταπέσουν πολλά από τα μέτρα στα αρμόδια δικαστήρια.

Οι παρατηρήσεις του επιστημονικού συμβουλίου επικεντρώνονται κυρίως στις φορολογικές διατάξεις, στις συνταξιοδοτικές ενώ συστάσεις κάνουν και για τις αλλαγές που επιχειρεί η κυβέρνηση στον καθορισμό της τιμής των φαρμάκων.

Ηδη, με την έναρξη της συζήτησης του νομοσχεδίου στην Ολομέλεια της Βουλής ο κ Ανδρέας Λοβέρδος προανήγγειλε ότι θα θέσει ζήτημα αντισυνταγματικότητας για μια σειρά άρθρων.

Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με την έκθεση:

Παραβίαση κεκτημένου ασφαλιστικού δικαιώματος
Για την τρίτη παράγραφο του πρώτου άρθρου που αυξάνει τα όρια συνταξιοδότησης ασφαλισμένων που είχαν εξαιρεθεί από τις σχετικές διατάξεις επισημαίνεται «στο µέτρο που µε την προτεινόµενη ρύθµιση αυξάνονται τα όρια ηλικίας υπαλλήλων οι οποίοι, µε προγενέστερες ρυθµίσεις, είχαν εξαιρεθεί από την αύξηση αυτή - µε επίκληση του «θεµελιωµένου» ασφαλιστικού δικαιώµατος και της «ώριµης προσδοκίας» -, εγείρεται προβληµατισµός ως προς το εάν η προτεινόµενη ρύθµιση ανταποκρίνεται στην αρχή της προστασίας του κεκτηµένου ασφαλιστικού δικαιώµατος»

Για τα ανείσπρακτα ενοίκια
Για τον κίνδυνο φορολόγησης των ανείσπρακτων ενοικίων (αρ.2 παρ.5) μετά την κατάργηση των διατάξεων που επέτρεπαν στους ιδιοκτήτες να εκχωρούν τα ανείσπρακτα ποσά στο Δημόσιο, ξεκαθαρίζεται ότι « Προϋπόθεση επιβολής φόρου εισοδήµατος αποτελεί η κτήση εισοδήµατος από τον φορολογούµενο, ως εισόδηµα, δε, νοείται οποιοδήποτε έσοδο ή προσαύξηση περιουσίας που συγκεντρώνει τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά του εισοδήµατος και εντάσσεται σε κάποια από τις κατηγορίες εισοδήµατος που προβλέπονται στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήµατος». Γίνεται τέλος σαφής αναφορά σε παραβίαση του Συντάγματος, σημειώνοντας «Υπό το φως των ανωτέρω, µετά την κατάργηση της παραγράφου 4 του άρθρου 39 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήµατος, πρέπει να παρασχεθεί δυνατότητα έκπτωσης από το φορολογητέο εισόδηµα της αξίας των µη εισπράξιµων ή επισφαλών απαιτήσεων από µισθώµατα, άλλως σε βάθος χρόνου, κατ’ αποτέλεσµα, φορολογείται πλασµατικό εισόδηµα, κατά παράβαση του άρθρου 78 παρ.1 του Συντάγµατος, όπως και του άρθρου άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγµατος που επιτάσσει τη φορολόγηση µε βάση τη φοροδοτική ικανότητα»

Για τις θυρίδες
Οι νομικοί της Βουλής εκφράζουν τον προβληματισμό και για τις διατάξεις που δεσμεύουν τις τραπεζικές θυρίδες (αρ.3 παρ.4)  αναφέροντας ότι «Στο πλαίσιο αυτό, προβληµατισµός δηµιουργείται ως προς το αν η δέσµευση «του µη χρηµατικού περιεχοµένου των θυρίδων και των µη χρηµατικών παρακαταθηκών», δηλαδή πραγµάτων που, κατά τεκµήριο, δεν µπορούν να χρησιµοποιηθούν για την καταβολή των ως άνω φορολογικών οφειλών, είναι µέτρο πρόσφορο για την επίτευξη του ανωτέρω σκοπού»

Αντισυνταγματική η κατάργηση των προληπτικών ελέγχων στις δαπάνες
Για την ρύθμιση που καταργεί τους προληπτικούς ελέγχους στις δαπάνες του κράτους και των ΟΤΑ επισημαίνεται: « η Γνωµοδότηση της Ολοµέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 22ης Γενικής Συνεδριάσεως της 19ης Νοεµβρίου 2014, συµφώνως προς την οποία, «δεν είναι δυνατή κατά το Σύνταγµα η παντελής κατάργηση των θεσµών προληπτικού δηµοσιονοµικού ελέγχου που ασκούνται από το Ελεγκτικό Συνέδριο, ούτε η αντικατάστασή τους από άλλους θεσµούς ελέγχων δαπανών και συµβάσεων στους οποίους ελλείπει το στοιχείο της πρόληψης διενέργειας παράνοµης δαπάνης ή ανάληψης παράνοµης συµβατικής υποχρέωσης», καθόσον (…) «ο κοινός Νοµοθέτης δύναται να περιορίζει τους προληπτικούς ελέγχους που διενεργεί το Δικαστήριο ανάλογα µε την κατηγορία στην οποία εντάσσονται οι υπό έλεγχο δηµόσιες δαπάνες και συµβάσεις ή το ποσό στο οποίο αφορούν» και «δικαιούται να διαρρυθµίζει τις αρµοδιότητες του Δικαστηρίου για την καλύτερη άσκησή τους στο πλαίσιο που προδιαγράφεται από λόγους εξυπηρέτησης του δηµοσίου συµφέροντος. Δεν είναι όµως δυνατό να θεωρηθεί ότι εντάσσεται στο πλαίσιο εξυπηρέτησης του δηµοσίου συµφέροντος, η κατάργηση ή η ουσιώδης µεταβολή των ελέγχων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, προκειµένου η δηµοσιονοµική διαχείριση του Κράτους απλώς και µόνον να στοιχηθεί πίσω από ένα διεθνές µοντέλο οργάνωσης, το οποίο επιδεικνύει έλλειψη ανοχής στη θεσµική διαφορετικότητα. Υπό την ως άνω έννοια, δεν θα συνιστούσε ερµηνεία αλλά παραβίαση του Συντάγµατος, η από το Ελεγκτικό Συνέδριο, και περαιτέρω από την Ελληνική Κυβέρνηση, αποδοχή της κατάργησης του προληπτικού χαρακτήρα του ελέγχου δαπανών και συµβάσεων που διενεργεί το Δικαστήριο, όταν αυτό δεν επιβάλλεται από επιτακτικές ανάγκες, που θα δικαιολογούσαν τη διαρρύθµιση του τρόπου ασκήσεώς των, αλλά από αντιλήψεις δογµατικής προέλευσης περί την καλή οργάνωση, οι οποίες µόνο σε επίπεδο θέσπισης κανόνων από τον κοινό Νοµοθέτη µπορεί να εξετάζονται». Εξ άλλου, προσφάτως, «το Ελεγκτικό Συνέδριο δέχθηκε (πρακτικά Ολοµελείας 7.5.2014), µε οριακή πλειοψηφία, ότι ήταν συνταγµατικώς ανεκτή η περαιτέρω αύξηση του ορίου του ποσού για τα εντάλµατα πληρωµής του Δηµοσίου επί των οποίων ασκείται προληπτικός έλεγχος από τις 15.000 € στις 30.000 €»

Τιμή του φαρμάκου
Αναφορικά με την τιμή του φαρμάκου εξηγείται ότι  « η επιβολή διατίµησης (και, γενικώς, η κρατική ρύθµιση της τιµής) θεωρείται, υπό προϋποθέσεις, συνταγµατικώς ανεκτή ως µέσο άρσης της σύγκρουσης µεταξύ του δικαιώµατος για φαρµακευτική κάλυψη και της επιχειρηµατικής ελευθερίας. Έτσι, ο συγκεκριµένος περιορισµός του ελεύθερου ανταγωνισµού χαρακτηρίζεται σύµφωνος προς τη συνταγµατική τάξη, όταν προκύπτει µε γνώµονα την αρχή της αναλογικότητας, µετά από στάθµιση των συγκρουόµενων αλλά και παραπληρωµατικών έννοµων αγαθών». Προστίθεται όμως πως « Δύο, εποµένως, είναι οι κρίσιµες προϋποθέσεις για να αξιολογηθεί συνταγµατικώς ο επίµαχος περιορισµός της ιδιωτικής επιχειρηµατικής πρωτοβουλίας. Αφενός, να µην προσβάλλεται ο πυρήνας της επιχειρηµατικής ελευθερίας, αφετέρου, ο περιορισµός να είναι αναγκαίος, κατάλληλος και επαρκής, εν στενή εννοία ανάλογος προς τον επιδιωκόµενο σκοπό». Επισημαίνεται τέλος ότι κατά το Συµβούλιο της Επικρατείας, η τιµή πώλησης φαρµάκου όχι µόνο δεν µπορεί να είναι κατώτερη από το κόστος παραγωγής ή εµπορίας ορθολογικώς οργανωµένης επιχείρησης στον κλάδο παραγωγής ή εµπορίας φαρµάκου -– όπως το κόστος αυτό διαµορφώνεται υπό συγκεκριµένες, από άποψη τόπου και χρόνου, οικονοµοτεχνικές συνθήκες – «αλλά πρέπει να περιλαµβάνει και εύλογο ποσοστό κέρδους που προσδοκά µία ορθολογικώς επίσης οργανωµένη επιχείρηση».

Xρήστος Μπόκας
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ