27 Ιουνίου 2016

Νέα Δημοκρατία: Η πρωτιά είναι βέβαιη, αλλά η εξουσία αργεί…

Μακρύς και δύσκολος ο δρόμος της επανόδου της ΝΔ στην κυβέρνηση, λέει στο «Π» κορυφαίο στέλεχός της

Με «εργαλείο» όλες τις τελευταίες δημοσκοπήσεις και –κυρίως– τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά, τα οποία μπορεί να αξιοποιηθούν με μεγαλύτερη ασφάλεια για την εξαγωγή συμπερασμάτων, και με κοινή εκτίμηση ότι η κυβέρνηση έχει κερδίσει χρόνο και θα επιδιώξει να τον αξιοποιήσει και μέσω της αλλαγής του εκλογικού νόμου για τον σχηματισμό ενός νέου πολιτικού τοπίου, η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται προ του πιεστικού αιτήματος για εξεύρεση σταθερού και στιβαρού πολιτικού βηματισμού.

Το επιτελείο της Συγγρού και ο ίδιος ο αρχηγός της ΝΔ, Κυρ. Μητσοτάκης, θέλουν να αξιοποιήσουν το «χαλαρό» κλίμα του καλοκαιριού για να οργανωθούν καταλλήλως και έγκαιρα για το φθινόπωρο, οπότε αναμένουν ότι η κυβέρνηση θα περάσει από νέες, σκληρές δοκιμασίες, τέτοιες που ούτε η αλλαγή του εκλογικού συστήματος ούτε η συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση μπορεί να μειώσουν.

Γνωρίζουν, ωστόσο, καλά ότι η κυβέρνηση έχει φέρει στο τραπέζι την αλλαγή του εκλογικού συστήματος, όχι μόνο για την αλλαγή του κλίματος, αλλά κυρίως για τη διαμόρφωση νέων πολιτικών συμμαχιών και για τη διεύρυνση των πιθανών μελλοντικών της συμμάχων.

Στη Νέα Δημοκρατία εμφανίζονται πεπεισμένοι ότι βασικό κίνητρο της κυβερνητικής πρωτοβουλίας είναι το γεγονός ότι σε όλες τις δημοσκοπήσεις του 2016 ο ΣΥΡΙΖΑ έχει απολέσει την πρωτιά.

Κατανοούν, ωστόσο, ότι στην περίπτωση που η κυβέρνηση καταλήξει στην καθιέρωση της απλής αναλογικής, θα υποχρεώσει το ΠΑΣΟΚ, την Ένωση Κεντρώων, αλλά πιθανόν και το ΚΚΕ και τη Χρυσή Αυγή να το υπερψηφίσουν.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι, παρά τη δεδομένη καταψήφιση εκ μέρους της ΝΔ, ο νέος εκλογικός νόμος έχει τις προϋποθέσεις να περάσει με πλειοψηφία πάνω από 200 βουλευτές, γεγονός που θα τον καταστήσει εφαρμόσιμο στις επόμενες εκλογές, όποτε κι αν αυτές γίνουν.

Ψυχραιμία στη Συγγρού

Στη Συγγρού, ωστόσο, διατηρούν την ψυχραιμία τους. Όχι μόνο γιατί δεν είναι σαφές αν το «όλον» ΠΑΣΟΚ ή η Ένωση Κεντρώων και το Ποτάμι θα επιλέξουν τελικά να συμπλεύσουν με τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αλλά γιατί είναι πεπεισμένοι ότι οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί δεν λαμβάνουν υπόψη μια σειρά από κρίσιμους –για τη διαμόρφωση του κλίματος στην κοινή γνώμη– παράγοντες, όπως η πιθανή ενεργοποίηση του «κόφτη» λόγω αποκλίσεων όσον αφορά τους στόχους, οι απαιτήσεις της 2ης αξιολόγησης για κατάργηση και των τελευταίων εργασιακών δικαιωμάτων κ.ά.

Προς στιγμήν, στοεπιτελείο της Συγγρού μελετούν σε βάθος όλες τις δημοσκοπήσεις της τελευταίας περιόδου, προκειμένου να διακρίνουν τις τάσεις που κρύβονται πίσω από τα νούμερα, και στη βάση αυτών των αναλύσεων να σχεδιάσουν τις επόμενες κινήσεις του κόμματος –κυρίως, δε, να καλύψουν τυχόν «κενά» πολιτικής που αντανακλώνται στις έρευνες τάσεων της εκλογικής συμπεριφοράς των πολιτών.

Όλα τα έμπειρα κομματικά στελέχη, όπως και οι στενοί συνεργάτες του αρχηγού της ΝΔ, Κυρ. Μητσοτάκη,συνομολογούν ότι σε μία εποχή μεγάλης ρευστότητας και αλλαγής των εκλογικών προτιμήσεων, με σημαντικότατα ποσοστά αδιευκρίνιστης ψήφου, οι δημοσκοπήσεις, σε καμία περίπτωση, δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως «ευαγγέλια», αλλά αποκλειστικά ως ένα ακόμη εργαλείο πολιτικής ανάλυσης.

Τα συμπεράσματα

Με τις όποιες επιφυλάξεις προκαλεί το μεγάλο ποσοστό των πολιτών που εξακολουθούν να μη διευκρινίζουν τις εκλογικές τους προθέσεις, από τις δημοσκοπήσεις του πρώτου εξαμήνου του 2016 μπορεί να εξαχθούν κάποια χρήσιμα συμπεράσματα. Το πρώτο είναι η συνολική κρίση του πολιτικού κόσμου,η έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών, η κόπωση από τη συνεχή λιτότητα και η αγωνία για το μέλλον της χώρας.

Η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να έχει παγιώσει ευδιάκριτο προβάδισμα από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά τα ποσοστά της, όπως και αυτά της κυβερνητικής πλειοψηφίας, παραμένουν χαμηλά –πιθανότατα γιατί έχει απομακρυνθεί το ενδεχόμενο νέων εκλογών–, ενώ οι υπόλοιπες δυνάμεις, πλην της Χρυσής Αυγής, που κι αυτή όμως δεν εμφανίζει δυναμική ανόδου, παραμένουν καθηλωμένες σε ποσοστά κατώτερα των προσδοκιών τους. Στην ενότητα αυτή περιλαμβάνεται και η σταθερότητα με την οποία ένα σημαντικό μέρος των πολιτών κρίνει ότι ο καταλληλότερος για την πρωθυπουργία είναι ο «Κανένας»!

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην τελευταία δημοσκόπηση η δημοτικότητα του πρωθυπουργού, Αλ. Τσίπρα, έχει υποχωρήσει κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες (29,7% από 34,8%),ενώ η δημοτικότητα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει υποχωρήσει κατά 3%.

Απαισιόδοξοι οι Έλληνες

Στην τελευταία δημοσκόπηση της Kάπα Research, το βασικό συμπέρασμα είναι η επαναβεβαίωση της απαισιοδοξίας του εκλογικού σώματος για το μέλλον της χώρας. Επίσης, επιβεβαιώνεται –για μία ακόμη φορά– το προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας στην πρόθεση ψήφου, με 3% και με 4,4%, με αναγωγή της αδιευκρίνιστης ψήφου, στοιχείο που κάνει τους δημοσκόπους να μιλούν για τάση παγίωσης της πρωτιάς της Νέας Δημοκρατίας, η οποία καταγράφεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις από την αρχή του χρόνου.

Από την άλλη πλευρά, από τα έμπειρα «γαλάζια» στελέχη δεν διαφεύγουν κάποια στοιχεία τα οποία χρήζουν προσοχής για τη φιλελεύθερη παράταξη και, κυρίως, τα ποσοστά που αποδεικνύουν ότι η μετακίνηση ψηφοφόρων από τον ΣΥΡΙΖΑ προς τηΝΔ δεν είναι ανάλογη του ρυθμού τηςφθοράς της κυβερνητικής παράταξης, η οποία, αν και κλονισμένη στη συνείδηση των πολιτών, δείχνει να κρατάει ακόμη δυνάμεις.

Στην τελευταία δημοσκόπηση, η κοινή γνώμη εμφανίζεται έντονα αρνητική απέναντι στην κυβερνητική πολιτική, στις επιλογές και στους χειρισμούς της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, αλλά και επιφυλακτική για την παρουσία της Νέας Δημοκρατίας, αναμένοντας ένα ξεκάθαρο στίγμα μετά την εκλογή του νέου αρχηγού. Είναι ενδεικτικό ότι το 79,7% κρίνει αρνητικά το έργο της κυβέρνησης από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου έως σήμερα, ενώ ανάλογο είναι το ποσοστό των πολιτών που κατακρίνουν (70,6%) τη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τους εταίρους για το κλείσιμο της αξιολόγησης.

Αντίστοιχα, το ποσοστό των πολιτών που δηλώνει δυσαρεστημένο από τη στάση της Νέας Δημοκρατίας, μετά την εκλογή του κ. Μητσοτάκη στην ηγεσία του κόμματος, αγγίζει το 66,1%.

Προοπτική νίκης

Από την άλλη πλευρά, η Νέα Δημοκρατία δείχνει να κερδίζει «κατά κράτος» τον ΣΥΡΙΖΑ στην προοπτική νίκης, αφού το 61% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι αν γίνονταν εκλογές τώρα, θα τις κέρδιζε η «γαλάζια» παράταξη υπό τον Κυρ. Μητσοτάκη. Το στοιχείο αυτό κρίνεται διαχρονικά ως σημαντικό, γιατί δείχνει την τάση διαμόρφωσης του κλίματος.

Η Νέα Δημοκρατία, ωστόσο, πέραν της γενικής απογοήτευσης των πολιτών, κυρίως για το κυβερνητικό παρελθόν των κομμάτων εξουσίας και τα πεπραγμένα της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, κατά τους ειδικούς, πρέπει να ρίξει το βάρος σε δύο ακόμη στοιχεία: Τo γεγονός ότι, παρά το εξαιρετικά υψηλό ποσοστό των πολιτών που κρίνουν αρνητικά το κυβερνητικό έργο από τον Σεπτέμβριο έως σήμερα (αγγίζει το 77%), η κοινή γνώμη δείχνει κουρασμένη από τις περιπέτειες των τελευταίων χρόνων και δεν επιθυμεί αιφνίδιες ανατροπές.

Είναι χαρακτηριστικό ότι αποτιμά θετικά το κλείσιμο της αξιολόγησης, παρά τα εξαιρετικά σκληρά μέτρα του τελευταίου «πακέτου», εκτιμά ότι πρέπει να δοθεί χρόνος στην κυβέρνηση και βλέπει με συμπάθεια την προοπτική ενός αναλογικότερου εκλογικού συστήματος, όπως αυτό που προωθεί ο πρωθυπουργός, Αλ. Τσίπρας.

Αρνητική στάση για ΣΥΡΙΖΑ

Συνολικά από τα δημοσκοπικά ευρήματα του 2016, οι ειδικοί περί των αναλύσεων των τάσεων της κοινής γνώμης εκτιμούν ότι δείχνει να παγιώνεται η αρνητική στάση του εκλογικού σώματος έναντι του κυβερνώντος κόμματος, κάτι που είναι δύσκολο να ανατραπεί.

Η χρονιά άνοιξε δημοσκοπικά με την έρευνα της Kάπα Research. Τότε, στις αρχές του 2016, το ποσοστό των πολιτών που δήλωναν απαισιόδοξοι για το μέλλον έφτανε το 55,1%.

Υψηλότερα ακόμη ήταν τα ποσοστά (71,1%) των πολιτών που έκριναν ότι τα πράγματα στην Ελλάδα πήγαν προς το χειρότερο, γεγονός που δικαιολογεί και την απογοήτευση του κόσμου και το ότι το 57,7% εξέφρασε απαισιοδοξία για την κατάστασή του το 2016.

Ήταν, επίσης, η πρώτη φορά που το 70,4% χρέωνε στον πρωθυπουργό, Αλ. Τσίπρα, το ότι πήγαν τα πράγματα προς το χειρότερο, ενώ μόνο το 39,7% εκτιμούσε ότι υπεύθυνος για την επιδείνωση της κατάστασης ήταν ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης.

Την ίδια περίοδο, σε άλλη έρευνα, της Metron Analysis, το ποσοστό των δυσαρεστημένων από την κυβέρνηση πολιτών έφτανε το 75%, με το 48% εξ αυτών να προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Στη συγκεκριμένη έρευνα,η οποία πραγματοποιήθηκε λίγο μετά την αλλαγή ηγεσίας στην αξιωματική αντιπολίτευση, η ΝΔ προηγείτο κατά 3,7 ποσοστιαίες μονάδες στην πρόθεση ψήφου και κατά μία μονάδα του ΣΥΡΙΖΑ (42% έναντι 41%) στην παράσταση νίκης. Ωστόσο, ο πρωθυπουργός, κ. Τσίπρας, εξακολουθούσε να έχει το προβάδισμα –για τελευταία φορά μέχρι σήμερα– στην ερώτηση περί καταλληλότερου πρωθυπουργού, με 22% έναντι 20% του αρχηγού της ΝΔ, Κυρ. Μητσοτάκη.

Υψηλό, όμως, και συγκεκριμένα 32%, ήταν από τότε και το ποσοστό όσων στο συγκεκριμένο ερώτημα απαντούσαν «Κανένας από τους δύο».

Στα τέλη Φεβρουαρίου, η δημοσκόπηση του Πανεπιστημίου Μακεδονίας για την τηλεόραση του ΣΚΑΪ ανέδειξε ως δημοφιλέστερο πολιτικό αρχηγό τον αρχηγό της Ένωσης Κεντρώων, Β. Λεβέντη! Επίσης, η διαφορά της ΝΔ από τον ΣΥΡΙΖΑ στην πρόθεση ψήφου «σκαρφάλωσε» στις 6,5 ποσοστιαίες μονάδες.

Τον Μάρτιο, η εταιρεία Rass εντόπισε το προβάδισμα της ΝΔ από τον ΣΥΡΙΖΑ στις 2,9 ποσοστιαίες μονάδες και τη Χρυσή Αυγή να καταλαμβάνει την τρίτη θέση, όπως και στην προηγούμενη δημοσκόπηση.

Ακολούθησε δημοσκόπηση της Pulse, που ανέβασε τη διαφορά στις έξι μονάδες υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, ενώ παγιώθηκε και η διαφορά (7 ποσοστιαίων μονάδων) υπέρ του Κυρ. Μητσοτάκη στην καταλληλότητα για πρωθυπουργός. Σταθερά, όμως, πάνω από το 41% έκρινε ότι κανένας από τους δύο δεν είναι κατάλληλος για την πρωθυπουργία.

Τι σημαίνουν όλα τα παραπάνω; Ότι, όπως έλεγε στο «Π» κορυφαίο στέλεχος της ΝΔ, ο δρόμος για την επάνοδο της «γαλάζιας» παράταξης προς την εξουσία είναι μακρύς και δύσκολος. Και για την κατάκτησή της θα απαιτηθεί ένας πολύ καθαρός πολιτικός λόγος σε συνδυασμό με οργανωτική επάρκεια, πειθώ και καίριες και ουσιαστικές πολιτικές παρεμβάσεις.

Της Έλλης Τριανταφύλλου

* Ρεπορτάζ από το ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ που κυκλοφόρησε