26 Ιουλίου 2016

Τράπεζα της Ελλάδος: Αυξήθηκαν και το 2016 τα κόκκινα δάνεια

Περαιτέρω αύξηση των κόκκινων δανείων (μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων) για εφέτος προβλέπει η «Επισκόπηση του Ελληνικού Χρηματοπιστωτικού Συστήματος» της Τραπέζης της Ελλάδος που δόθηκε σήμερα για πρώτη φορά στη δημοσιότητα.

Όπως επισημαίνει η ΤτΕ στο βαθμό που οι τράπεζες δεν προβούν σε αναδιαρθρώσεις των χαρτοφυλακίων τους, (π.χ. περιορισμός του κόστους εξυπηρέτησης των δανείων μέσω της αναχρηματοδότησης υφιστάμενων δανείων με ευνοϊκότερο για τις εταιρίες επιτόκιο, ανταλλαγή εταιρικού χρέους με μετοχικό κεφάλαιο), τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα αναμένεται να αυξηθούν και κατά τη διάρκεια του 2016, ακόμη στην περίπτωση ομαλοποίησης των μακροοικονομικών συνθηκών, δεδομένου ότι έχει παρατηρηθεί ιστορικά χρονική υστέρηση μεταξύ της θετικής αναστροφής του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, και της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.

Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι ο πιστωτικός κίνδυνος και η περαιτέρω επιδείνωση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή αστάθειας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Συγκεκριμένα, η ποιότητα του χαρτοφυλακίου δανείων των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων εξακολουθεί να επιδεινώνεται από την αρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης μέχρι και σήμερα. Οι δυσμενείς μακροοικονομικές συνθήκες οδήγησαν σε ονομαστικές περικοπές μισθών, στην αύξηση της ανεργίας, στην αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων σε θέσεις μερικής απασχόλησης και σε πιο ευέλικτες μορφές εργασίας. Οι παραπάνω εξελίξεις σε συνδυασμό με την αύξηση των φορολογικών υποχρεώσεων συνέβαλαν στη σημαντική μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος καθώς και στην αποδυνάμωση της ικανότητας αποπληρωμής των δανειακών υποχρεώσεων των νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Επιπροσθέτως, η επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων από τις 28.6.2015, παρά τις όποιες ενέργειες χαλάρωσης των αρχικών περιορισμών, έχει δυσχεράνει την οικονομική δραστηριότητα. Αποτέλεσμα ήταν η συνιστώσα της οικονομικής δραστηριότητας που αφορά τις επενδύσεις να επιδεινωθεί σημαντικά.

Ως αποτέλεσμα των προαναφερθεισών εξελίξεων, ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων προς το σύνολο των ανοιγμάτων σε ατομική βάση αυξήθηκε και διαμορφώθηκε στο 44,2% το 2015 έναντι 39,9% το 2014. Η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω καθώς το πρώτο τρίμηνο του 2016 ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων προς το σύνολο των ανοιγμάτων σε ατομική βάση αυξήθηκε και διαμορφώθηκε στο 45,1%.

Δεδομένου ότι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα αποτελούν περισσότερο από το 44% του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου, με ανάλογα ποσοστά για δάνεια προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις, κάθε άλλο παρά εφησυχασμό προκαλούν οι ενδείξεις που προκύπτουν από την ανάλυση.

Συγκεκριμένα, τα ανοίγματα σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών και οι καταγγελμένες απαιτήσεις αποτελούν περίπου το 30% και 44% αντίστοιχα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Η ΤτΕ προειδοποιεί καθώς οι ενδείξεις αυτές αποτελούν ένα στοιχείο έγκαιρης προειδοποίησης για την εξέλιξη του πιστωτικού κινδύνου στις τράπεζες ενώ απαιτείται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, που να καθορίζει συγκεκριμένα εργαλεία για τη διαχείριση των πρόωρων ληξιπρόθεσμων οφειλών.

ΤτΕ: «Έτσι θα αρθούν τα capital controls»

Kύριοι παράμετροι για την άρση των κεφαλαιακών περιορισμών αποτελούν η εφαρμογή των μέτρων που προβλέπει το Ελληνικό πρόγραμμα καθώς και η συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ

Τον οδικό χάρτη για την πλήρη άρση των capital controls καταγράφει η ΤτΕ στην ειδική, εξαμηνιαία, έκθεση της για την κατάσταση και τους κινδύνους που αντιμετωπίζει το χρηματοοικονομικό σύστημα.

Κεντρική επιδίωξη, σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα είναι η εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής προκειμένου να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των καταθετών αλλά και να ενταχθούν τα ελληνικά ομόλογα στο QE της ΕΚΤ ώστε να αυξηθεί η ρευστότητα και παράλληλα να μειωθεί το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζικών ιδρυμάτων.

Γράφει σχετικά η ΤτΕ:

«Για την άρση των υφιστάμενων περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, είναι απαραίτητη η εκπλήρωση κάποιων προϋποθέσεων.

Κατόπιν της επιτυχημένης ολοκλήρωσης της αξιολόγησης του προγράμματος χρηματοδοτικής διευκόλυνσης της χώρας από τους πιστωτές της και στη συνέχεια της επανένταξης των ελληνικών τίτλων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστημα εξασφαλίσεις, κύριοι παράμετροι για την άρση των κεφαλαιακών περιορισμών αποτελούν η εφαρμογή των μέτρων που προβλέπει το Ελληνικό πρόγραμμα, γεγονός που θα επιτρέψει την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των καταθετών, επιταχύνοντας την επιστροφή των καταθέσεών τους καθώς και η συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ.

Όλα τα παραπάνω θα συμβάλουν στη μείωση του κόστους χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών και ακολούθως στη διοχέτευση πιστώσεων στην πραγματική οικονομία, γεγονός που θα τονώσει την οικονομική ανάπτυξη.

Σημαντική παράμετρο για την περαιτέρω χαλάρωση των υφιστάμενων περιορισμών αποτελεί μεταξύ άλλων η αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που θα διευκολύνει τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας από το τραπεζικό σύστημα, στηρίζοντας τις κερδοφόρες και ανταγωνιστικές επιχειρήσεις.

Επίσης η επαναφορά της επιλεξιμότητας των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ, θα συμβάλει στην αύξηση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών, μειώνοντας το κόστος χρηματοδότησής τους και την εξάρτησή τους από τον Έκτακτο Μηχανισμό Ρευστότητας (ELA).

Είναι γεγονός ότι η ύπαρξη περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων δημιουργεί στρεβλώσεις στην επιχειρηματική λειτουργία και αποτελεί τροχοπέδη για την προσέλκυση νέων επενδύσεων. Ωστόσο, η πλήρης άρση τους θα πρέπει να γίνει σταδιακά, με σταθερά βήματα και εφόσον έχουν δημιουργηθεί οι κατάλληλες συνθήκες μακροοικονομικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των καταθετών και των επενδυτών στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Σε αντίθετη περίπτωση, οι συνέπειες τόσο για το χρηματοπιστωτικό σύστημα όσο και για την οικονομία ενδέχεται να είναι εξαιρετικά δυσμενείς».

Πηγή: Newmoney.gr