Αλλαγή φρουράς στο Γραφείο Διασύνδεσης της Βουλής των Ελλήνων με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες. Πρόκειται για θέση πολύ σημαντική, καθώς ο κάτοχός της βοηθάει καθοριστικά τους βουλευτές αλλά και τους ευρωβουλευτές στο έργο τους, όμως ταυτόχρονα και επίζηλη, λόγω του ότι όποιος την κατέχει έχει μια επιπλέον σημαντική αμοιβή, που στην εποχή της λιτότητας πολλοί θα ζήλευαν.
Πριν από λίγες ημέρες, όπως αποκαλύπτει το SECRET, ένθετο της εφημερίδας ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, έληξε η θητεία της κυρίας Δ.Φ., η οποία είχε τοποθετηθεί στις Βρυξέλλες με απόφαση του τότε προέδρου του Κοινοβουλίου, Βαγγέλη Μεϊμαράκη -τον Μάιο του 2013-, ενώ προηγουμένως υπηρετούσε στα γραφεία της Νέας Δημοκρατίας της Βουλής. Για τη θέση της ενδιαφέρθηκαν πολλοί, αλλά τυχερή ήταν επίσης μια κυρία, η οποία όμως προέρχεται από τον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ.
Πρόκειται για την Ε.Σ., η οποία τα προηγούμενα χρόνια ήταν αποσπασμένη από τη Βουλή στο Μέγαρο Μαξίμου και κατείχε μία από τις τρεις επίζηλες θέσεις γραμματέων του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα. Για τη νέα επικεφαλής του Γραφείου στις Βρυξέλλες ακούγονται πολύ καλά λόγια τόσο σε ό,τι αφορά την κατάρτιση όσο και την εργατικότητά της, αλλά ταυτόχρονα δεν λείπουν και οι αιχμές, καθώς οι απολαβές της στις Βρυξέλλες θα είναι αρκετά μεγαλύτερες από εκείνες των συναδέλφων της στη Βουλή, έστω κι αν είναι αποσπασμένοι σε υπηρεσίες όπως το Μέγαρο Μαξίμου. Ακούγεται μάλιστα ότι ο σύζυγός της είναι σύμβουλος του υπουργού Παιδείας, Νίκου Φίλη, καθώς και αυτός κινείται στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι άγνωστο πάντως αν θα την ακολουθήσει στη βελγική πρωτεύουσα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2013 άλλη μία υπάλληλος της Βουλής προερχόμενη από το ΠΑΣΟΚ, η κυρία Ε.Ζ., είχε αποσπαστεί επίσης στις Βρυξέλλες για τις ανάγκες της τότε ελληνικής προεδρίας, ενώ προηγουμένως υπήρξε συνεργάτις του Χρήστου Παπουτσή. Την περίοδο εκείνη οι αποσπασμένοι λάμβαναν την αποζημίωση αλλοδαπής, που ήταν το 60% της αντίστοιχης που λάμβανε τότε ο Ελληνας πρέσβης στο Βέλγιο και έφτανε τότε τα 4.000 ευρώ. Βεβαίως, σήμερα τα ποσά αυτά έχουν μειωθεί σημαντικά σε σχέση με την περίοδο εκείνη, εξακολουθούν πάντως να είναι πολύ υψηλότερα από εκείνα που λαμβάνουν οι υπάλληλοι του ελληνικού Δημοσίου.