02 Οκτωβρίου 2016

Ανησυχεί το Πατριαρχείο για τη βία στην Τουρκία μετά το πραξικόπημα-Δεν έχουν εκπληρώσει τις υποσχέσεις τους για τη Χάλκη

Ο Μητροπολίτης Προύσης και Ηγούμενος της Θεολογικής Σχολής Χάλκης, Ελπιδοφόρος, δηλώνει ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο ανησυχεί από το συνεχιζόμενο κύμα βίας στη μετά το πραξικόπημα εποχή στην Τουρκία.

Ο κ. Ελπιδοφόρος σε συνέντευξη στην εφημερίδα «Καθημερινή» της Κύπρου, με την ευκαιρία της συμμετοχής του στο συνέδριο για την Θεολογική Σχολή της Χάλκης στην Πάφο, απαντώντας σε ερώτηση για την κατάσταση στην Τουρκία, είπε: «Η προσπάθεια ανατροπής της δημοκρατικής τάξης μας ανησύχησε βαθύτατα, όπως και ολόκληρη την κοινωνία της χώρας και ολόκληρο το φάσμα των πολιτικών κομμάτων».

Το Πατριαρχείο μας, όμως είναι, σημείωσε, «καθαρά πνευματικός και εκκλησιαστικός θεσμός και δεν εμπλέκεται σε πολιτικές ή διπλωματικές διαφορές, και προσπαθεί να επιτελέσει το πνευματικό του έργο με φόβο Θεού, σεβόμενο τη διάκριση Κράτους και Θρησκείας, όπως αυτό ισχύει στην Τουρκία». Επίσης, δήλωσε ότι «ασφαλώς μας ανησυχεί το γεγονός ότι κάποιοι κύκλοι προσπάθησαν να μας εμπλέξουν στις εσωτερικές αντιπαλότητες που είναι σε εξέλιξη σήμερα στην Τουρκία, αλλά ευτυχώς απεδείχθησαν άμεσα οι πλαστογραφίες, και οι εν λόγω προσπάθειες περιορίστηκαν στο περιθώριο του πολιτικού και κοινωνικού βίου».

Σε ερώτηση του δημοσιογράφου Απόστολου Τομαρά για την στάση του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Κυπριακό, ο Μητροπολίτης Προύσης απάντησε: «Το Πατριαρχείο μας έχει περάσει μέσα από συγκεκριμένες ιστορικές διαδρομές, οι οποίες έχουν διαμορφώσει το σημερινό του ύφος και συμπεριφορά. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι είμαστε Εκκλησία, και ως τέτοια οφείλουμε να εκφραζόμαστε στο σύγχρονο κόσμο».

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, τόνισε, « δεν αναμιγνύεται σε πολιτικά, διπλωματικά και άλλα διεθνή ζητήματα, παραμένοντας πιστό στον πνευματικό και ποιμαντικό του ρόλο. Στο πλαίσιο αυτό ερμηνεύεται και η μη ανάμιξή του σε ένα θέμα που δεν είναι της αρμοδιότητάς του.

Για το κυπριακό ζήτημα υπάρχουν οι υπεύθυνοι εκείνοι, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με το καθήκον της αναζήτησης μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης». Η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως , σημείωσε, « παρόλο το γεγονός ότι κατέβαλε μεγάλο κόστος και υπέστη σοβαρές συνέπειες από τότε που δημιουργήθηκε το κυπριακό ζήτημα, δεν υπέκυψε στον πειρασμό να ξεφύγει από τον καθαρά πνευματικό και εκκλησιαστικό του ρόλο».

Επίσης υπογράμμισε «Δεν έπαψε, όμως, ποτέ (το Οικουμενικό Πατριαρχείο),να προσεύχεται για την ευημερία και την ευτυχία και, κυρίως, για την ειρήνη στην Κύπρο».

Για την κατάσταση στην Μέση Ανατολή ο Μητροπολίτης Προύσης είπε ότι οι χριστιανοί όλων των δογμάτων διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο, κάτι που φάνηκε εκ πρώτης αρχής με την απαγωγή και εξαφάνιση προ ετών των δύο Μητροπολιτών Χαλεπίου, του ελληνορθόδοξου κ. Παύλου και του συροϊακωβίτη κ. Ιωάννη, των οποίων η τύχη εξακολουθεί να αγνοείται κατά πολύ περίεργο τρόπο.

Βαρθολομαίος: Δεν εκπληρώθηκαν ακόμη οι υποσχέσεις για την επαναλειτουργία της Χάλκης

Την απογοήτευσή του, για το γεγονός ότι ακόμη δεν έχουν εκπληρωθεί οι υποσχέσεις για την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, εξέφρασε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.

Αυτό τόνισε στο μήνυμά του στις εργασίες διήμερου επιστημονικού συμποσίου στην Πάφο με θέμα «Ιερά Θεολογική Σχολή Χάλκης. Θεολογία και σύγχρονος κόσμος». Το συμπόσιο συμπίπτει με τα 172 χρόνια από τα εγκαίνια της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και τα 45 χρόνια, που έπαψε να λειτουργεί με απόφαση της Άγκυρας.

«Σε ουδένα αντικαθίσταται ο εν Χάλκη βίος και πολιτεία. Διακηρύξαμε παντού το δίκαιο του αιτήματος μας, λαμβάνοντας πλείστα μηνύματα και δείγματα αναγνωρίσεως του δικαίου μας, αλλά και πλείστας απογοητεύσεις από υποσχέσεις, που μέχρι τώρα δεν εκπληρώθηκαν», υπογράμμισε ο Οικουμενικός Πατριάρχης.

Η Θεολογική Σχολή Χάλκης, πριν κλείσει από τις τούρκικες αρχές το 1971, ήταν η κύρια θεολογική σχολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Την ιδέα για την Σχολή είχε ο Πατριάρχης Φώτιος Α΄ (858-861 και 878-886). Το 1844, ο Πατριάρχης Γερμανός Δ΄ κατά την πρώτη του πατριαρχεία (1842-1845), ίδρυσε το 1843 θεολογική Σχολή στις εγκαταστάσεις της μονής της Αγίας Τριάδας, την οποία και εγκαινίασε το αμέσως επόμενο έτος στις 13 Σεπτεμβρίου 1844. Όλα τα κτήρια εκτός από ένα παρεκκλήσι καταστράφηκαν στο μεγάλο σεισμό που συνέβη στη Κωνσταντινούπολη στις 28 Ιουνίου του 1894 με συνέπεια να διακοπεί η λειτουργία της. Μετά από εκτεταμένες επισκευές και αναστηλώσεις από τον αρχιτέκτονα Περικλή Φωτιάδη, διάρκειας 17 μηνών, η σχολή με νέο πλέον κτίριο εγκαινιάστηκε στις 1 Οκτωβρίου του 1896. Σημαντική ανακαίνιση έγινε στη δεκαετία του '50.

Πολλοί Ορθόδοξοι θεολόγοι, ιερείς, επίσκοποι και πατριάρχες φοίτησαν στην Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, συμπεριλαμβανομένου και του Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Οι φοιτητές στη Χάλκη περιλάμβαναν όχι μόνο γηγενείς Έλληνες, αλλά και Ορθόδοξους Χριστιανούς από όλο τον κόσμο, προσδίδοντας στη σχολή έναν διεθνή χαρακτήρα. Επίσης, πολλοί πατριάρχες, επίσκοποι και πρώην δάσκαλοι έχουν ταφεί σε ειδική περιοχή του κήπου.

Οι εγκαταστάσεις περιλαμβάνουν τον ναό της Αγίας Τριάδoς, κοιτώνες, αναρρωτήριο, γραφεία, και την πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη, στην οποία υπάρχει σημαντική ιστορική συλλογή βιβλίων, περιοδικών και χειρογράφων. Το 1971 η σχολή έκλεισε εξαιτίας ενός τουρκικού νόμου που απαγόρευε τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Το 1998 η επιτροπή ιδιοκτητών της σχολής διατάχθηκε να διαλυθεί, αλλά διεθνής κριτική έπεισε την Άγκυρα να ακυρώσει τη διαταγή.