21 Νοεμβρίου 2016

Στα βήματα του Χ. Κολ η Μέρκελ εξηγεί γιατί θα είναι πάλι υποψήφια: Δεν είμαι ακόμα ένα μισοπεθαμένο ερείπιο

«Διανύουμε δύσκολους καιρούς. Αυτό έπαιξε για μένα ένα ρόλο» στο να είμαι και πάλι υποψήφια καγκελάριος. «Είμαι μέρος της λύσης» του προσφυγικού και «είμαι το ίδιο λαός όσο και άλλοι, όχι μόνο το AfD».

Αυτά είπε μεταξύ άλλων η Άνγκελα Μέρκελ σε συνέντευξή της στο πρώτο γερμανικό δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο ARD μετά την επίσημη ανακοίνωση της υποψηφιότητάς της στις εκλογές του 2017 χτες το βράδυ.

Ηδη από αρχή η Γερμανίδα καγκελάριος τόνισε με έμφαση ότι σκέφτηκε πάρα πολύ πριν πάρει την απόφαση της να είναι εκ νέου υποψήφια για την καγκελαρία και είπε ότι έθεσε στον εαυτό της πολλά ερωτήματα «Μπορείς να δώσεις στη χώρα σου κάτι ακόμα; Επαρκούν οι δυνάμεις σου να το κάνεις; ή μήπως δεν μπορείς;». Τώρα όμως χαίρεται που μπορεί να πει «ναι, θα συμμετάσχω ξανά σε αυτόν τον προεκλογικό αγώνα».

Για το αν η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ έχει να κάνει με την απόφασή της, η Μέρκελ απάντησε ότι δεν μπορεί να απαντήσει στο ερώτημα και έθεσε η ίδια ένα άλλο ρητορικό: «Θα είχα αποφασίσει διαφορετικά, εάν δεν είχε γίνει το Brexit;».

Πάντως, η εξωτερικη πολιτική την επηρέασε προφανώς: «Διανύουμε δύσκολους καιρούς. Αυτό έπαιξε για μένα ένα ρόλο», διότι αναρωτήθηκε, όπως είπε, αν έχει τη δύναμη και είναι υγιής ώστε να συμμετάσχει σε τέτοιου είδους αντιπαραθέσεις. Εν τούτοις, μετά αποφάσισε ότι δεν μπορεί απλώς να πει πως όλα αυτά είναι για μένα πολύ περίπλοκα, δεδομένου ότι μπορεί να συνεισφέρει σε αρκετά θέματα, ώστε να καταστήσει σαφές ότι η ισχυρή Ευρώπη είναι προς το συμφέρον της Γερμανίας .

Πρόσθεσε επίσης ότι μπορεί μαζί με άλλους «να επιτύχει συμβιβασμούς και να κάνουν προόδους. Θα ήταν όμως γκροτέσκο και παράλογο να παρουσιαζόμουν ως ο κύριος πυλώνας», όπως είπε υπαινισσόμενη την αναφορά του Μπαράκ Ομπάμα ότι είναι η εναπομείνασα κύρια εκπρόσωπος των ελεύθερων, ανοικτών δυτικών δημοκρατιών.

«Το ερώτημα είναι τι μπορώ να δώσω εγώ στη χώρα. Εκείνο το οποίο μου έδωσε την ώθηση είναι το γεγονός ότι είμαι σίγουρη ότι έλαβα την απόφαση έχοντας πλήρη επίγνωση και συνείδηση της απόφασής μου», πρόσθεσε η Γερμανίδα καγκελάριος.

Το προσφυγικό υποβαθμίστηκε ως θέμα ως εάν να είχε λήξει και εθίγη μόνο εμμέσως, τόσο από τη δημοσιογράφο Ανε Βιλ όσο και από την ίδια την καγκελάριο. Περισσότερο μίλησε με πάθος η Μέρκελ για το κόμμα Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD) και το αντιϊσλαμικό κίνημα Pegida. Δεν μπορεί να αντιληφθεί, είπε χαρακτηριστικά, ότι αυτοί που απλώς λένε όχι και απλώς επικρίνουν ισχυρίζονται πως «είναι ο λαός»: «Και εγώ είμαι λαός όπως και άλλοι», τόνισε η Μέρκελ. «Το AfD έχει κολλήσει βέβαια σε μένα» αλλά δεν θα παρακάμψει έτσι το πρόβλημα «Είμαι ήδη μέρος της λύσης», είπε χαρακτηριστικά αποκρούοντας τις επικρίσεις του.

Στο ερώτημα, τέλος, πότε νομίζει ότι έρχεται το τέλος ενός πολιτικού, απάντησε: «Δεν θέλω να είμαι τότε ένα μισοπεθαμένο ερείπιο» και πρόσθεσε γελώντας πως κοιτάζοντας τον καθρέφτη «βρίσκω ότι δεν είμαι ακόμα».

Η Ανγκελα Μέρκελ στα ίχνη του Χέλμουτ Κολ -Διεκδικεί να μείνει 16 χρόνια στην Καγκελαρία

Μετά από 11 χρόνια στο αξίωμα, η γερμανίδα καγκελάριος επισημοποίησε χθες την τέταρτη υποψηφιότητά της, εκτιμώντας ότι έχει ακόμη να προσφέρει στη χώρα. Πόσο βοηθά τη δημοκρατία το απεριόριστο της θητείας της;

Μετά από 11 χρόνια στο αξίωμα της καγκελαρίου η Άγκελα Μέρκελ επισημοποίησε χθες την επιδίωξή της να διεκδικήσει μια τέταρτη θητεία. Το γερμανικό Σύνταγμα δεν προβλέπει άλλωστε χρονικό περιορισμό για την άσκηση του αξιώματός της, και αυτό δεν αποτελεί εξαίρεση στην Ευρώπη.

Συνιστά αυτό πρόβλημα για την εύρυθμη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος; Όχι, απαντά ο Φρανκ Ντέκερ, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Βόννης. Όπως επισημαίνει στην DW, «στα κοινοβουλευτικά συστήματα διακυβέρνησης, όπου διεξάγονται εκλογές κάθε τέσσερα ή πέντε χρόνια, το ζήτημα ρυθμίζεται κατά κάποιο τρόπο από μόνο του. Ως εκ τούτου δεν χρειάζεται χρονικός περιορισμός της θητείας».

Ο επικεφαλής της κυβέρνησης μπορεί να καταψηφιστεί μέσω πρότασης δυσπιστίας εντός του κοινοβουλίου, κάτι που συνέβη το 1982, όταν τον Σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο Χέλμουτ Σμιτ διαδέχθηκε ο Χριστιανοδημοκράτης Χέλμουτ Κολ, που διατήρησε το αξίωμα του καγκελαρίου 16 ολόκληρα χρόνια, όσο κανείς άλλος. Πάντως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες υπήρξαν συχνές κυβερνητικές αλλαγές. Για παράδειγμα, τα τελευταία 70 χρόνια μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου αναδείχθηκαν στην Ιταλία πάνω από 20 πρωθυπουργοί και στη Μ. Βρετανία 15.

Στα ίχνη του Χέλμουτ Κολ
Η Άγκελα Μέρκελ δεν είναι διατεθειμένη να παραχωρήσει τη σκυτάλη και φιλοδοξεί να επαναλάβει το ρεκόρ του Κολ. Μία εξέλιξη που κάνει ορισμένους να θέτουν το ερώτημα πόση σχέση έχουν όλα αυτά με τις θεμελιώδεις αρχές της δημοκρατίας. Ο πολιτικός επιστήμονας Φρανκ Ντέκερ ομολογεί ότι «με την πρώτη ματιά η ερώτηση φαίνεται εύλογη, αλλά ο Χέλμουτ Κολ είχε δώσει κάποτε μια καλή απάντηση. Όταν του είπαν ότι πλησιάζει σχεδόν τον καγκελάριο Μπίσμαρκ σχολίασε: Σε αντίθεση με τον Μπίσμαρκ, εγώ εξελέγην επανειλημμένα».

Στα προεδρικά συστήματα διακυβέρνησης, για παράδειγμα στην αμερικανική ήπειρο, όπου ο πρόεδρος εκλέγεται ανεξάρτητα από το κοινοβούλιο, δεν επιτρέπεται να παραμείνει επ' αόριστον. Στις περισσότερες περιπτώσεις επιτρέπονται δύο θητείες. Όπως στις ΗΠΑ, όπου ο πρόεδρος δεν μπορεί να υπερβεί τα οκτώ χρόνια.

Στη Γερμανία υπάρχουν φωνές που ζητούν να τεθούν αντίστοιχοι περιορισμοί. Ο Φρανκ-Ρούντολφ Κόρτε, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Ντούισμπουργκ-Έσσεν, θέτει όριο διακυβέρνησης τις δύο νομοθετικές περιόδους. Όπως έγραψε στο περιοδικό Focus, «έτσι τα κόμματα και οι ψηφοφόροι θα απαλλάσσονταν από κουρασμένους υποψηφίους και αναξιοπρεπείς μάχες διαδοχής».

Πηγή: Deutsche Welle