Το βαθύ «μπορντοροδοκόκκινο» χρώμα της αντανακλά στο λευκό του χιονιού. Τελικός προορισμός, η μοναδική ελληνική επιχείρηση που κατάφερε να σκαρφαλώσει στο βουνό των απανταχού κροίσων σε υψόμετρο 1.850 μέτρων, το μυκονιάτικο «Nammos».
«When luxury meets luxury» (όταν η πολυτέλεια συναντά την πολυτέλεια) αναφέρεται στη σχετική αφίσα του event που έχει αναρτηθεί σε περίοπτη θέση στην είσοδο του μαγαζιού. Οι πελάτες του, επί το πλείστον Αραβες και Ρώσοι, πρόκειται να βιώσουν μια ξεχωριστή εμπειρία. Οι made in Russia καλλονές που έχουν αναλάβει το promotion θα προσφέρουν, σε όποιον ενδιαφέρεται, τα κλειδιά της νέας ανοιχτής Rolls στο χέρι για ένα test drive κυριολεκτικά πάνω στο χιόνι. Ποιος δεν θα ήθελε να βρίσκεται στη θέση τους. Στους ανυποψίαστους κοινούς θνητούς η εκδήλωση θυμίζει σκηνικό βγαλμένο από ταινία Τζέιμς Μποντ. Σχεδόν οσμίζεσαι την παρουσία του Ντάνιελ Κρεγκ στο διακοσμημένο με πανάκριβες σαμπάνιες μπαρ στην αυλή του «Nammos». Τον φαντάζεσαι να φλερτάρει με την εντυπωσιακή ξανθιά Σουηδέζα ηθοποιό Βικτόρια Σίλβστεντ, η οποία παρεμπιπτόντως εμφανίζεται με αγνώστων στοιχείων μελαχρινό συνοδό.
Η συνέχεια του ευφάνταστου σεναρίου θέλει τον αγαπημένο κινηματογραφικό ήρωα να κλέβει και το κορίτσι και τη Rolls. Για κάποιους άλλους θαμώνες της Κουρσεβέλ, το ενδιαφέρον δεν επικεντρώνεται στο νέο μοντέλο της Rolls, αλλά στην απεριόριστη κατανάλωση αφρώδους οίνου. Η Cristal εξακολουθεί να βρίσκεται στο ίδιο διάφανο μπουκάλι από τότε που ο τσάρος Νικόλαος Β’ το είχε απαιτήσει προκειμένου να την απολαμβάνει χωρίς να χρειάζεται να ανησυχεί για το αν κάποιος από τους πολλούς εχθρούς του έχει ρίξει μέσα δηλητήριο για να τον σκοτώσει. Ο σερβιτόρος του καταστήματος με το custom made Armani μπουφάν σερβίρει δύο πελάτισσες που μαζί με την παρέα τους έχουν ήδη κατεβάσει, ούτε ένα ούτε δύο, αλλά δέκα μπουκάλια Cristal, κόστους 390 ευρώ το καθένα. Στη Μύκονο θα πληρώσεις το ίδιο μπουκάλι στη διπλή τιμή. Περίεργο; «Οχι και τόσο αφού βρίσκεσαι στην πηγή της σαμπάνιας», μας εξηγεί άνθρωπος του μαγαζιού.
Παραδόξως, στην Κουρσεβέλ το αλκοόλ σε σχέση με το φαγητό θεωρείται φθηνό. Οι τουρίστες ξοδεύουν πολλά σε οτιδήποτε φαγώσιμο ικανοποιεί τα ιδιαίτερα απαιτητικά γαστριμαργικά τους γούστα, με το χαβιάρι και την τρούφα να είναι ψηλά στις προτιμήσεις τους.
Ενδεικτικά, στο «Nammos» ένα κομματάκι kobe nigiri με χαβιάρι Beluga, διακοσμημένο από φύλλα χρυσού 24Κ, στοιχίζει 60 ευρώ. Στα 1.550 μ. υψόμετρο και στην ταβέρνα «L’Oeil de Boeuf» (Το μάτι του βοδιού) θα πληρώσεις για μια νόστιμη μπριζόλα ψημένη στο τζάκι 75 ευρώ.
Η διαμονή στα πεντάστερα ξενοδοχεία της Κουρσεβέλ κοστίζει το λιγότερο 1.000-1.500 ευρώ τη βραδιά. Οι εκλεκτοί πελάτες μεταφέρονται στις πίστες του σκι και όπου αλλού επιθυμούν αποκλειστικά με πολυτελή οχήματα αξίας δεκάδων, ακόμα και εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ.
Για παράδειγμα, στο περίφημο ξενοδοχείο της Louis Vuitton με το εντυπωσιακό spa όπου η διαμονή κοστίζει 50.000 ευρώ τη βραδιά, διατίθεται για τις καθημερινές απλές μετακινήσεις των πελατών είτε το SUV Bentayga της Bentley ή το ολοκαίνουριο Range Rover.
Για μια βόλτα στο χιόνι με έλκηθρο που σύρει ομάδα καλοζωισμένων χάσκι θα πληρώσεις 1.500 ευρώ.
Αν επιθυμήσεις γυναικεία συντροφιά, οι τιμές ξεκινούν από τα 1.000 ευρώ (μίνιμουμ) για μια ώρα χαλάρωσης σε χώρο της επιλογής σου. Οι συνοδοί πολυτελείας στην Κουρσεβέλ ξεχωρίζουν όπως η μύγα μες στο γάλα. Ποια γυναίκα άλλωστε θα τολμούσε να φθείρει πάνω στο χιόνι τις 12ποντες Casadei γόβες της για να φτάσει στο σαλέ του «Nammos» ή σε κάποιο άλλο σαλέ επιζητώντας τη συντροφιά εργένηδων σκιέρ...
Κάπως έτσι λειτουργεί το κόλπο στα 1.850 μ. υψόμετρο. Οι εκπαιδευμένες ανατολικής προέλευσης καλλονές με χαρακτηριστικά βαμπίρ πλασάρονται από νωρίς στα τραπέζια και εντοπίζουν τα υποψήφια «θύματά» τους σχεδόν με ευκολία. Σε μια βραδιά μπορούν να κερδίσουν όσα βγάζει ένας καλοπληρωμένος υπάλληλος στη Γαλλία μέσα σε τρεις μήνες.
Οπως η Μύκονος δεν απευθύνεται στους Ελληνες, έτσι και η Κουρσεβέλ δεν απευθύνεται στους Γάλλους. Λειτουργεί άτυπα ως αυτόνομο κρατίδιο με σήμα κατατεθέν την προκλητική επίδειξη χλιδής. Σας θυμίζει κάτι;
Χορεύοντας πάνω στα τραπέζια του «Nammos» με τις μπότες του σκι
Ουδείς αμφισβητεί ότι το «Nammos» αποτελεί εδώ και χρόνια το ισχυρότερο ελληνικό brand name στον χώρο της διασκέδασης και της εστίασης. Κατά καιρούς μάλιστα αρκετοί ξένοι επιχειρηματίες επιχείρησαν να προσεγγίσουν τους ιδιοκτήτες του, Ζαννή Φραντζέσκο, Σάμι Ιμπραήμ και Κωνσταντή Κουσαθανά, προκειμένου να συνεργαστούν ώστε να ανοίξουν αδερφάκια του «Nammos» σε διάφορα σημεία του πλανήτη, όπως η Νέα Υόρκη και το Μπόντρουμ.
Ωστόσο, αυτές οι συμφωνίες δεν ευοδώθηκαν. Ισως επειδή μέχρι και πριν από μερικούς μήνες δεν είχε πέσει στο τραπέζι των συζητήσεων η Κουρσεβέλ, το χωριό των Γαλλικών Αλπεων που κατακλύζεται από θορυβώδεις ολιγάρχες, έχοντας μεταμορφωθεί σε τόπο ξέφρενης διασκέδασης για επιδειξιμανείς νεόπλουτους. Αυτός που βοήθησε για να φτάσει το «Nammos» στην Κουρσεβέλ είναι ο Φρανουά Σουσινίμ.
Πρόκειται για έναν δαιμόνιο με ρίζες στην Κορσική επιχειρηματία, ιδιοκτήτη του γνωστού «La Mangeoire», που μαζεύει όλο το χαρτί στη νυχτερινή ζωή της περιοχής. Ο επιχειρηματίας βρέθηκε στη Μύκονο το περασμένο καλοκαίρι μαζί με την οικογένειά του. Διέμειναν σε σουίτα του «Santa Marina», πήγαν σχεδόν παντού, όμως δύο πράγματα τους εντυπωσίασαν. Οι γεύσεις και το σέρβις του «Nammos». Κατόπιν, οι συζητήσεις μεταξύ των δύο πλευρών εκτυλίχθηκαν με κινηματογραφική ταχύτητα και κάτω από άκρα μυστικότητα. Οι ιδιοκτήτες του «Nammos» θα πετάξουν από Αθήνα προς Γενεύη και από κει με ελικόπτερο θα προσγειωθούν στη Rue de l’Altiport της Κουρσεβέλ.
Ο Κορσικανός επιχειρηματίας θα τους ξεναγήσει στο νεόκτιστο σαλέ, μεγέθους 1000 τ.μ., το οποίο στην κυριολεξία βρίσκεται μέσα στις χιονοδρομικές πίστες των Γαλλικών Αλπεων. Λέγεται ότι μόνο για την αγορά του οικοπέδου ξόδεψε 18 εκατ. ευρώ, ενώ άλλα 10 εκατ. ευρώ κόστισε η κατασκευή του σαλέ.
Ηταν έτοιμος να συνεργαστεί με τη διεθνούς φήμης αλυσίδα εστιατορίων «Bagatelle» όταν έπεσε στο τραπέζι το όνομα του μυκονιάτικου εστιατορίου-beach bar.
Ηταν μια win-win συνεργασία και για τους δύο, με το «Nammos» να βάζει τη σφραγίδα του στο φημισμένο σε ολόκληρο τον κόσμο θέρετρο των Γαλλικών Αλπεων για τουλάχιστον πέντε χρόνια, σύμφωνα με το συμβόλαιο, και τον ιδιοκτήτη του ακινήτου να ευελπιστεί σε φήμη και σημαντικά κέρδη. Αν και δεν έχουν περάσει καλά-καλά τρεις μήνες λειτουργίας, οι τζίροι έχουν φτάσει ήδη σε δυσθεώρητα ύψη.
«Ο τζίρος μιας μέρας μπορεί να ξεπεράσει εύκολα και τις 100.000 ευρώ», αναφέρει στο «ΘΕΜΑ» άνθρωπος της επιχείρησης. Το σαλέ διαθέτει το υψηλότερο ταβάνι απ’ όλα τα σαλέ στην Κουρσεβέλ και επιδαπέδια θέρμανση μέσα και έξω για να λιώνουν οι πάγοι. Ξεχωρίζουν οι γάστρες στην αυλή που παρέχονται στους πελάτες ως επιπλέον υπηρεσία και μαζί με ιδιωτικό σεφ με έξτρα κόστος 500 ευρώ. Ο κατάλογος του καταστήματος περιλαμβάνει αρκετές ελληνικές γεύσεις που γίνονται ανάρπαστες, από καλαμαράκια και τηγανητά κολοκυθάκια μέχρι τσιπούρα και φαγκρί. Ολα τα ψάρια που περιλαμβάνονται στον κατάλογο αλιεύονται στις ελληνικές θάλασσες. Η τσιπούρα φτάνει στην Κουρσεβέλ αεροπορικώς ακολουθώντας τη διαδρομή Αθήνα-Παρίσι-Λιόν και από κει οδικώς στο χωριό, με το συνολικό κόστος των μεταφορικών να φτάνει τα 2-3 ευρώ το κιλό. Στον κατάλογο το φρέσκο ελληνικό ψάρι τιμάται προς 160 ευρώ το κιλό και συνοδεύεται από χωριάτικη σαλάτα που κοστίζει 27 ευρώ.
Ομως το κλου δεν είναι μόνο το φαγητό, αλλά οι μουσικές από τα ηχεία των 8.000 watts στην αυλή του «Nammos», που ακούγεται ως την κορυφή του βουνού, και αναγκάζουν τους σκιέρ να πετάνε μπότες και μπατόν για να ανέβουν στα τραπέζια με τις μπότες ή τα après-ski...
Στα αξιοσημείωτα, τα ατελείωτα δρομολόγια του Αιμίλιου, του οδηγού που μεταφέρει στο «Nammos» τους VIPs. Μέσα σε 72 ημέρες έχει διανύσει με το Mercedes van, ούτε λίγο ούτε πολύ, 14.000 χλμ.!
Ωστόσο, αυτές οι συμφωνίες δεν ευοδώθηκαν. Ισως επειδή μέχρι και πριν από μερικούς μήνες δεν είχε πέσει στο τραπέζι των συζητήσεων η Κουρσεβέλ, το χωριό των Γαλλικών Αλπεων που κατακλύζεται από θορυβώδεις ολιγάρχες, έχοντας μεταμορφωθεί σε τόπο ξέφρενης διασκέδασης για επιδειξιμανείς νεόπλουτους. Αυτός που βοήθησε για να φτάσει το «Nammos» στην Κουρσεβέλ είναι ο Φρανουά Σουσινίμ.
Πρόκειται για έναν δαιμόνιο με ρίζες στην Κορσική επιχειρηματία, ιδιοκτήτη του γνωστού «La Mangeoire», που μαζεύει όλο το χαρτί στη νυχτερινή ζωή της περιοχής. Ο επιχειρηματίας βρέθηκε στη Μύκονο το περασμένο καλοκαίρι μαζί με την οικογένειά του. Διέμειναν σε σουίτα του «Santa Marina», πήγαν σχεδόν παντού, όμως δύο πράγματα τους εντυπωσίασαν. Οι γεύσεις και το σέρβις του «Nammos». Κατόπιν, οι συζητήσεις μεταξύ των δύο πλευρών εκτυλίχθηκαν με κινηματογραφική ταχύτητα και κάτω από άκρα μυστικότητα. Οι ιδιοκτήτες του «Nammos» θα πετάξουν από Αθήνα προς Γενεύη και από κει με ελικόπτερο θα προσγειωθούν στη Rue de l’Altiport της Κουρσεβέλ.
Ο Κορσικανός επιχειρηματίας θα τους ξεναγήσει στο νεόκτιστο σαλέ, μεγέθους 1000 τ.μ., το οποίο στην κυριολεξία βρίσκεται μέσα στις χιονοδρομικές πίστες των Γαλλικών Αλπεων. Λέγεται ότι μόνο για την αγορά του οικοπέδου ξόδεψε 18 εκατ. ευρώ, ενώ άλλα 10 εκατ. ευρώ κόστισε η κατασκευή του σαλέ.
Ηταν έτοιμος να συνεργαστεί με τη διεθνούς φήμης αλυσίδα εστιατορίων «Bagatelle» όταν έπεσε στο τραπέζι το όνομα του μυκονιάτικου εστιατορίου-beach bar.
Ηταν μια win-win συνεργασία και για τους δύο, με το «Nammos» να βάζει τη σφραγίδα του στο φημισμένο σε ολόκληρο τον κόσμο θέρετρο των Γαλλικών Αλπεων για τουλάχιστον πέντε χρόνια, σύμφωνα με το συμβόλαιο, και τον ιδιοκτήτη του ακινήτου να ευελπιστεί σε φήμη και σημαντικά κέρδη. Αν και δεν έχουν περάσει καλά-καλά τρεις μήνες λειτουργίας, οι τζίροι έχουν φτάσει ήδη σε δυσθεώρητα ύψη.
«Ο τζίρος μιας μέρας μπορεί να ξεπεράσει εύκολα και τις 100.000 ευρώ», αναφέρει στο «ΘΕΜΑ» άνθρωπος της επιχείρησης. Το σαλέ διαθέτει το υψηλότερο ταβάνι απ’ όλα τα σαλέ στην Κουρσεβέλ και επιδαπέδια θέρμανση μέσα και έξω για να λιώνουν οι πάγοι. Ξεχωρίζουν οι γάστρες στην αυλή που παρέχονται στους πελάτες ως επιπλέον υπηρεσία και μαζί με ιδιωτικό σεφ με έξτρα κόστος 500 ευρώ. Ο κατάλογος του καταστήματος περιλαμβάνει αρκετές ελληνικές γεύσεις που γίνονται ανάρπαστες, από καλαμαράκια και τηγανητά κολοκυθάκια μέχρι τσιπούρα και φαγκρί. Ολα τα ψάρια που περιλαμβάνονται στον κατάλογο αλιεύονται στις ελληνικές θάλασσες. Η τσιπούρα φτάνει στην Κουρσεβέλ αεροπορικώς ακολουθώντας τη διαδρομή Αθήνα-Παρίσι-Λιόν και από κει οδικώς στο χωριό, με το συνολικό κόστος των μεταφορικών να φτάνει τα 2-3 ευρώ το κιλό. Στον κατάλογο το φρέσκο ελληνικό ψάρι τιμάται προς 160 ευρώ το κιλό και συνοδεύεται από χωριάτικη σαλάτα που κοστίζει 27 ευρώ.
Ομως το κλου δεν είναι μόνο το φαγητό, αλλά οι μουσικές από τα ηχεία των 8.000 watts στην αυλή του «Nammos», που ακούγεται ως την κορυφή του βουνού, και αναγκάζουν τους σκιέρ να πετάνε μπότες και μπατόν για να ανέβουν στα τραπέζια με τις μπότες ή τα après-ski...
Στα αξιοσημείωτα, τα ατελείωτα δρομολόγια του Αιμίλιου, του οδηγού που μεταφέρει στο «Nammos» τους VIPs. Μέσα σε 72 ημέρες έχει διανύσει με το Mercedes van, ούτε λίγο ούτε πολύ, 14.000 χλμ.!
Αιθέριες υπάρξεις στα πίσω δερμάτινα καθίσματα του νέου μοντέλου της Rolls Royce
Δεν πρόκειται για την πίστα του Λε Μαν, αλλά για τον δρόμο μπροστά από
το περίφημο ξενοδοχείο της Louis Vuitton όπου μια βραδιά κοστίζει μόλις… 50.000 ευρώ
Η διάσημη Σουηδέζα ηθοποιός Βικτόρια Σίλβστεντ με τον συνοδό της στην αυλή του «Nammos» το μεσημέρι του περασμένου Σαββάτου
Ελλάς - Γαλλία συμμαχία: Γαλλίδα σκιέρ κρατά τη γαλανόλευκη που κυματίζει περήφανα
σε υψόμετρο 1.850 μέτρων
Με τζίρους άνω των 100.000 ευρώ τη μέρα το «Nammos» κυριαρχεί έναντι των υπόλοιπων σαλέ στις ατελείωτες πίστες της Κουρσεβέλ
Φαγκρί και τσιπούρες που ψαρεύονται στις θάλασσες του Αιγαίου ταξιδεύουν καθημερινά
για τα βουνά της Κουρσεβέλ
Περιζήτητα τα διάφανα μπουκάλια σαμπάνιας Cristal
Αποστολή στην Κουρσεβέλ: Φρίξος Δρακοντίδης
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ