07 Ιουλίου 2017

Οι καλές και οι κακές εξεταστικές επιτροπές

Του Βασίλη Γεώργα

Να λοιπόν που υπάρχουν  καλές και κακές εξεταστικές επιτροπές. Καλές και θεμιτές είναι για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ εκείνες που ανακαλύπτουν τα ανομήματα «των άλλων», και κακές αυτές που αποκαλύπτουν «τα δικά μας».


Δεν υπάρχει επαρκής εξήγηση που να ερμηνεύει την ταχύτητα με την οποία το Μαξίμου έσπευσε να απορρίψει ως «αντιπερισπασμό» το αίτημα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης για σύσταση εξεταστικής επιτροπής ώστε να διερευνηθεί ο ρόλος και τα κίνητρα της εμπλοκής του υπουργού Άμυνας Πάνου Καμμένου και πιθανόν άλλων υπουργών της κυβέρνησης, στην υπόθεση με τις τηλεφωνικές συνομιλίες του καταδικασμένου Γιαννουσάκη για την υπόθεση Noor 1.  Ο ίδιος ο πρόεδρος της Βουλής Ν. Βούτσης έχει υποστηρίξει δημόσια την άποψη ότι εξεταστικές επιτροπές πρέπει να γίνονται ακόμη και αν δεν προκύπτουν ευθέως και αμέσως πιθανότητες και ενδεχόμενα ποινικών ευθυνών για βουλευτές και υπουργούς.

Από τα δημοσιοποιημένα στοιχεία δεν αμφισβητείται η άμεση εμπλοκή πολιτικών προσώπων. Εδώ το θέμα δεν είναι τα ναρκωτικά, ή ο Μαρινάκης, αλλά τα κίνητρα, οι σκοπιμότητες και το βάθος της εμπλοκής ενός ή περισσότερων υπουργών στη συγκεκριμένη υπόθεση με στόχο η έκβασή της να οδηγήσει σε συγκεκριμένα αποτελέσματα. Ως εκ τούτου δεν δικαιολογείται η άρνηση του Πρωθυπουργού να αποδεχτεί το αίτημα της εξεταστικής και η ταυτόχρονη απόρριψη της προέδρου της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας  Τ. Χριστοδουλοπούλου να κληθεί ο κ. Καμμένος για εξηγήσεις. Πολύ δε περισσότερο όταν σε σύντομο χρονικό διάστημα η ίδια η Δικαιοσύνη θα είναι εκ των πραγμάτων εκείνη που εφόσον υπάρχουν μηνυτήριες αναφορές, τελικά θα στείλει την υπόθεση στη Βουλή προκειμένου να συζητηθεί το θέμα της ασυλίας των εμπλεκόμενων.

Είναι προφανές πως για κάποιους αφανείς λόγους, η κυβέρνηση δεν επιθυμεί να ανοίξει αυτός ο φάκελος. Με βάση την επιχειρηματολογία της δεν υπάρχει λόγος, καθώς θεωρεί εκ των προτέρων εαυτόν άσπιλο, αμόλυντο και κατέχων την αποκλειστικότητα του ηθικού πλεονεκτήματος. Εμμένοντας στην απόρριψη του αιτήματος της εξεταστικής, όμως, αυτό που καταφέρνει είναι να ρίχνει περισσότερο νερό στο μύλο των σεναρίων και να ενισχύει την εντύπωση πως ο φάκελος Καμμένου είναι τόσο βαρύς για την ίδια, που φοβάται ότι θα καταπλακώσει το πολιτικό της μέλλον. Αυτό όμως δεν παύει να είναι μια εικασία.

Μετά υπάρχει και η ιστορία με το τι πραγματικά συνέβη στην Ελλάδα κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015 στη διάρκεια του οποίου η χώρα υπέστη αναμφισβήτητη οικονομική ζημιά. Τότε που σύμφωνα με τις αποκαλύψεις η Ελλάδα βρέθηκε με το ένα πόδι εκτός ευρώ και με το άλλο στο προθάλαμο παράλληλου νομίσματος, βάσει σχεδίου που είχαν καταρτίσει ο τότε υπουργός Οικονομικών Γ. Βαρουφάκης και ο έως και σήμερα σύμβουλος της κυβέρνησης Glenn Kim. Το γεγονός ότι το σχέδιο αυτό ήταν ευρέως γνωστό στα μέλη της τότε κυβέρνησης αλλά όχι στους πολίτες, καθιστά ακόμη πιο σοβαρή την υπόθεση σύμφωνα με την αντιπολίτευση, ώστε να δικαιολογεί την ανάγκη σύστασης εξεταστικής επιτροπής. Εξάλλου τη διερεύνηση εκείνης της περιόδου ζητά, από καιρού εκτός από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, και ο ίδιος ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιάννης Βαρουφάκης προκειμένου, όπως ισχυρίζεται, να αποδείξει  το δίκιο του και να εκθέσει τα γεγονότα όπως τα είδε εκείνος. Αν η κυβέρνηση θεωρεί πως πράγματι δεν έχει τίποτα να φοβάται, δεν έχει και λόγο να αρνηθεί τη διαδικασία.

Το επιχείρημα δε πως η υπόθεση του Noor 1 εκκρεμεί στη δικαιοσύνη, απεδείχθη έωλο από τη στιγμή που η ίδια η κυβέρνηση είναι εκείνη που έχει προκαλέσει σωρεία εξεταστικών για υποθέσεις τις οποίες διερευνούν τα δικαστήρια.

Η ίδια είναι που (για προφανείς πολιτικούς λόγους αποδυνάμωσης των πολιτικών της αντιπάλων και ιδίως του ΠΑΣΟΚ), δρομολόγησε προανακριτική -και όχι απλώς εξεταστική επιτροπή- για την εμπλοκή Παπαντωνίου στο σκάνδαλο των εξοπλιστικών, παρότι ήταν εξ αρχής ενήμερη ότι λόγω παραγραφής του χρόνου των αδικημάτων, η Βουλή δεν θα μπορούσε να φτάσει στην άσκηση ποινικής δίωξης, όπως και έγινε.

Άνοιξαν -και καλώς έπραξαν- τους φακέλους για τα σκάνδαλα στην Υγεία (Novartis, Ερρίκος Ντυνάν, KΕΕΛΠΝΟ), τις χρηματοδοτήσεις των MME και των κομμάτων, όχι όμως με την ευγενή πρόθεση να συνδράμουν τη Δικαιοσύνη στη διερεύνηση των υποθέσεων, αλλά σε πολλές περιπτώσεις για να δημιουργήσουν πρωτοσέλιδα και να εκμεταλλευτούν τον πολιτικό θόρυβο και τις εντυπώσεις με όρους εξυπηρέτησης του επικοινωνιακού αφηγήματος ότι «οι άλλοι» (πλην της περιόδου Καραμανλή) είναι εκείνοι που κατέστρεψαν τη χώρα.

Και οι δύο αυτοί φάκελοι, (της οικονομίας και της εμπλοκής Καμμένου στην υπόθεση με τις συνομιλίες Γιαννουσάκη), είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος που εν τέλει εκδηλώνονται ως αμφισβήτηση των θεσμών. Δεν είναι μόνο ότι η κυβέρνηση απορρίπτει την διερεύνησή τους από εξεταστικές επιτροπές οι οποίες περιορίζονται στο στάδιο της ανάκρισης και της προανάκρισης, αλλά ότι σε συνέχεια αυτού, η αμφισβήτηση επεκτείνεται στην ίδια τη Δικαιοσύνη, τον ρόλο και την ανεξαρτησία της, και ακόμη στην δομή λειτουργίας των θεσμών της ευρωζώνης σε ότι αφορά το νόμισμα.

Το λάθος που διαπράττει η κυβέρνηση χτυπώντας τη Δικαιοσύνη και αμφισβητώντας τους θεσμούς με κάθε ευκαιρία για να πολώσει το αστικό στοιχείο της Δημοκρατίας, είναι στρατηγικού χαρακτήρα. Δεν συνιστά απειλή μόνο για την ίδια στο μέλλον, αλλά κυρίως για τους πολίτες και τη χώρα.

http://www.liberal.gr/arthro/150850/epikairotita/2017/oi-kales-kai-oi-kakes-exetastikes-epitropes-.html