Του Βασίλη Γεώργα
Αναστάτωση στο Μαξίμου και εσωκομματικές τριβές στον ΣΥΡΙΖΑ προκαλούν οι διαρροές κορυφαίου υπουργού της κυβέρνησης για το ενδεχόμενο να νέα μέτρα για το 2018 ώστε να πιαστούν οι στόχοι των πλεονασμάτων.
Μετά το διαδοχικά φιάσκα, πρώτα με την ανάπτυξη και μετά με τις επενδύσεις, αυτό είναι το τρίτο πλήγμα που δέχεται η επικοινωνιακή προσπάθεια της κυβέρνησης να φιλοτεχνήσει την εικόνα μιας Ελλάδας που γυρίζει σελίδα και προετοιμάζεται να βγει από το μνημόνιο με όπλο τις οικονομικές της επιδόσεις. Τα πράγματα εξελίσσονται πολύ διαφορετικά από όσο τα είχε υπολογίσει η κυβέρνηση. Όχι μόνο επειδή τα έσοδα του προϋπολογισμού ξεφεύγουν και ανοίγουν δρόμο στους δανειστές να ζητήσουν πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, αλλά επειδή ταυτόχρονα αποδεικνύονται βάσιμες οι ανησυχίες κυβερνητικών στελεχών ότι το ΔΝΤ προσανατολίζεται όντως να ανοίξει ξανά θέμα ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, και αφετέρου επειδή ένα ακόμη μνημόνιο με τη μορφή «πιστοληπτικής γραμμής» από τον ESM θεωρείται πρακτικά αναπόφευκτο για την περίοδο 2018-2021.
Λίγο πριν ξεκινήσει η τρίτη αξιολόγηση που θα είναι και η καθοριστική με ορίζοντα το επόμενο καλοκαίρι, εκπέμπεται καθαρά το μήνυμα ότι το «έργο δεν βγαίνει» και ότι δεν είναι κανείς σε θέση να πει αυτή τη στιγμή τι θα ξημερώσει σε μερικούς μήνες για τη χώρα και τους πολίτες της. Στην κυβέρνηση έχει πλέον αρχίσει να φυτρώνει ο σπόρος της αμφιβολίας για το αν και με ποιο τρόπο θα καταφέρει αυτή τη φορά να ξεπεράσει τους σκοπέλους και να σηκώσει το βάρος μιας συμφωνίας με πρόσθετα μέτρα χωρίς να συντριβεί πολιτικά.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι μόνο με ένα θαύμα θα αποφευχθεί ο εκτροχιασμός των εσόδων και των στόχων για πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ, και κατά συνέπεια η ενεργοποίηση του «κόφτη» ή η υποχρέωση λήψης νέων μέτρων, είναι πλέον ένα σενάριο που όλοι το συζητούν, και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα το βρούμε μπροστά μας.
Το θέμα είναι πως η ανησυχία αυτή δεν εκπέμπεται αόριστα. Εκπορεύεται από υψηλόβαθμες πηγές του υπουργείου Οικονομικών στο οποίο προΐσταται ο άνθρωπος που σήμερα γνωρίζει τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας καλύτερα από τον καθένα. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δεν είναι μόνο υπουργός Οικονομικών που διαπραγματεύεται και υπογράφει μνημόνια ακόμη και αν δεν συμφωνεί με αυτά, αλλά είναι ακόμη ο άτυπος επικεφαλής της «ομάδας των 53+» , της πιο δραστήριας «αριστερής» αντιπολίτευσης που έχει απομείνει μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο αποδέκτης του μηνύματος
Υπό το πρίσμα αυτό, είναι εύλογο το ερώτημα σε ποιον πραγματικά απευθύνεται το μήνυμα που εξέπεμψε χθες κορυφαίος αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών; Προετοιμάζει τους πολίτες για τα χειρότερα ενώ μέχρι σήμερα γνώριζαν ότι οι συντάξεις τους και το αφορολόγητο θα κοπούν το 2019 και το 2020, ή είναι μια ηχηρή προειδοποίηση προς τον Αλέξη Τσίπρα και την υπόλοιπη κυβέρνηση να προετοιμαστούν για δύσκολες πολιτικές επιλογές και να αλλάξουν στρατηγική ενόψει της τρίτης αξιολόγησης για να προστατεύουν την εκλογική τους επιρροή;
Το στοιχείο που προκαλεί τους ισχυρότερους κραδασμούς είναι η ομολογία αποτυχίας της οικονομικής πολιτικής στο μέτωπο των εσόδων από το φόρο εισοδήματος και τις ασφαλιστικές εισφορές. Μην ξεχνάμε ότι ο ασφαλιστικός νόμος Κατρούγκαλου παρουσιάστηκε ως καινοτόμος μεταρρύθμιση.
Το γεγονός ότι ένας από τους καθ’ ύλην αρμόδιους αξιωματούχους του ΥΠΟΙΚ διαπιστώνει ότι η τρύπα των φορολογικών εσόδων διευρύνεται εκθετικά ως αποτέλεσμα της προβληματικής διασύνδεσης των ασφαλιστικών εισφορών με το εισόδημα για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες, φέρνει συνολικά σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση.
Υπουργοί και βουλευτές αποκτούν έναν ισχυρό πονοκέφαλο καθώς στο επόμενο διάστημα θα κληθούν να υπερασπιστούν (ή να αλλάξουν) μια αποτυχημένη συνταγή υπερφορολόγησης, η οποία κόντρα σε όσα ισχυρίζονταν μέχρι πρότινος, ανακυκλώνει την ύφεση και οδηγεί σε νέα μέτρα.
Σε όλα αυτά πρέπει να προσθέσει κανείς και την ανησυχία που εκφράζουν κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για τις πιέσεις του ΔΝΤ στην πολιτική επιδομάτων που ακολουθεί η Ελλάδα, καθώς και για το ενδεχόμενο οι γερμανικές εκλογές να οδηγήσουν σε σχηματισμό κυβέρνησης με τη συνεργασία του CDU και των Φιλελεύθερων, αφήνοντας εκτός παιχνιδιού τους σοσιαλδημοκράτες του SPD. «Δεν θα είναι ό,τι καλύτερο για τις διαπραγματεύσεις» σχολίασε ενδεικτικά χθες κυβερνητικός αξιωματούχος.
Αρμαγεδδών το τρίμηνο Φεβρουαρίου-Απριλίου
Το άλλο ερώτημα είναι προς ποια κατεύθυνση θα κινηθεί η κυβέρνηση.
Από όσα ειπώθηκαν -με ειλικρινείς προθέσεις θέλουμε να πιστεύουμε – αρκετοί στην κυβέρνηση προετοιμάζονται για επικείμενο «Αρμαγεδδών» στο τρίμηνο Φεβρουαρίου-Απριλίου.
Εκείνη την περίοδο είναι που αναμένεται ότι χρονικά θα ανοίξουν σαν βεντάλια τα τρία σοβαρότερα θέματα που θα καθορίσουν την πορεία της χώρας προς την ολοκλήρωση του3ου Μνημονίου.
-Το πρώτο αφορά στις αποφάσεις για τον τρόπο που θα βγει η Ελλάδα από το πρόγραμμα. Αν δηλαδή αυτό θα χρειαστεί να επεκταθεί χρονικά, αν θα το διαδεχθεί μια συμφωνία πιστοληπτικής γραμμής ή αν θα υπάρχει «καθαρή έξοδος».
-Το δεύτερο είναι οι αποφάσεις για τον ρόλο που θα έχει το ΔΝΤ. Αν δηλαδή θα παραμείνει ως σύμβουλος, αν θα μετάσχει χρηματοδοτικά εκταμιεύοντας τα 2 δισ. δολάρια που προβλέπει η συμφωνία, ή αν τελικά θα κριθεί σκόπιμο να αποχωρήσει πλήρως, πουλώντας τα δάνειά του στον ESM.
-Τρίτον είναι οι αποφάσεις για το χρέος. Αν, πότε, με ποιο τρόπο και υπό ποιες πρόσθετες υποχρεώσεις δηλαδή θα υλοποιηθεί η αναδιάρθρωση με βάση τη συμφωνία για τα «μεσοπρόθεσμα μέτρα».
Η ταχεία ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης ως τον Ιανουάριο, ώστε «η Ελλάδα να μην είναι τότε μέρος του προβλήματος όταν θα ξεκινήσουν αυτές οι συζητήσεις», αποτελεί τη μια από τις δύο διαθέσιμες επιλογές που έχει η κυβέρνηση.
Η αξιολόγηση αυτή, όμως, μόνο εύκολη και γρήγορη δεν προδιαγράφεται. Είναι επίσης πολύ πιθανό να εξελιχτεί σε συζήτηση «πακέτο» για την επόμενη μέρα μετά το μνημόνιο.
Οπότε η έννοια της ταχύτητα είναι θεωρητική γιατί η δεύτερη επιλογή της κυβέρνησης είναι να καθυστερήσει την αξιολόγηση και με πρόσχημα αυτή, να επιταχύνει τις πολιτικές εξελίξεις μέσα στο 2018.
http://www.liberal.gr/arthro/165512/oikonomia/2017/SOS-tsakalotos-kalei-maximoui.html