06 Οκτωβρίου 2017

«Κυνήγι μαγισσών» στο Ιπποκράτειο: «Σπρώχνουν» δύο καρδιοχειρουργούς εκτός ΕΣΥ

Οι χειρουργοί βρίσκονται στο μικροσκόπιο κι ελέγχονται όχι για πράξεις δικές τους, αλλά της δημόσιας διοίκησης, που μάλιστα χρονολογούνται από το 1984


Έμφραγμα απειλεί το Β’ Καρδιοχειρουργικό Τμήμα του νοσοκομείου «Ιπποκράτειο». Δύο εν ενεργεία καρδιοχειρουργοί – μαζί με συνάδελφο τους που συνταξιοδοτήθηκε πρόσφατα- βρίσκονται στο μικροσκόπιο κι ελέγχονται όχι όμως για πράξεις δικές τους αλλά της δημόσιας διοίκησης, που χρονολογούνται από το 1984 και αφορούν τη διαδικασία αναγνώρισης των τίτλων της ειδικότητας τους.

Τριάντα τρία (!) χρόνια μετά την αναγνώριση των σπουδών και των τίτλων ειδικότητας από το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας (ΚΕΣΥ), τις επιτυχείς εξετάσεις  και τη θητεία τους με χιλιάδες επεμβάσεις οι καρδιοχειρουργοί του Ιπποκρατείου κινδυνεύουν να βρεθούν εκτός ΕΣΥ, και μάλιστα χωρίς ειδικότητα. Αιτία; Οι αβλεψίες κι οι παραλείψεις της διοίκησης που αφού τους αναγνώρισε και τους έθεσε στην υπηρεσία του Έλληνα ασθενή, τώρα τους αμφισβητεί, κλείνοντας τα μάτια στους τίτλους σπουδών και ειδικοτήτων από πανεπιστήμια και νοσοκομεία της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών.

Στο «Ιπποκράτειο» ο έλεγχος των γιατρών του Β’ Καρδιοχειρουργικού Τμήματος, που βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία τέσσερα χρόνια, χαρακτηρίζεται πλέον «κυνήγι μαγισσών» με στόχο τη διάλυση μιας κλινικής με καταξιωμένους γιατρούς. Το νοσοκομείο σηκώνει το βάρος των καρδιοχειρουργικών περιστατικών της Αττικής και της Στερεάς Ελλάδας, εξ ημισείας με τον «Ευαγγελισμό» (εφημερεύουν εναλλάξ).
Οι καρδιοχειρουργοί του Β΄τμήματος του Ιπποκρατείου τα τελευταία χρόνια σηκώνουν ένα επιπλέον «βάρος»: να αποδείξουν ότι δεν ευθύνονται εκείνοι για διοικητικές αποκλίσεις ή  παραλείψεις ή παρεμβάσεις των υπηρεσιών του υπουργείου Υγείας στις οποίες απευθύνονταν αρμοδίως, προσκόμιζαν επίσημα έγγραφα και αναγνωρίζονταν τελικά ως ειδικευμένοι ιατροί.

Σημειώνεται ότι το χρονικό διάστημα 1984 έως και 1991 τα δικαιολογητικά των γιατρών για αναγνώριση χρόνου ειδικότητας στην αλλοδαπή υποβάλλονταν για έλεγχο νομιμότητας και πληρότητας στην πρώην Διεύθυνση Ανάπτυξης Ιατρικού και Υγειονομικού Δυναμικού του υπουργείου Υγείας (και τώρα Γενική Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας Περιφέρειας Αττικής) και σε περίπτωση που κατά την κρίση της υπηρεσίας δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις επιστρέφονταν στους ενδιαφερόμενους. Επίσης, ο νόμος όριζε ότι το μόνο αρμόδιο όργανο για τον έλεγχο των δικαιολογητικών ήταν το ΚΕΣΥ. Συνεπώς, δημιουργούσε δύο διόδους των ενδιαφερομένων για έλεγχο των εγγράφων τους, είτε μέσω της Διεύθυνσης η οποία τα έστελνε στη συνέχεια στο ΚΕΣΥ είτε απευθείας στο ΚΕΣΥ, το οποίο είχε και την αποκλειστική αρμοδιότητα να κρίνει την επάρκεια των σπουδών και να επιτρέψει τη συμμετοχή των γιατρών σε εξετάσεις ειδικότητας.

Η «κατηγορία» με την οποία βρίσκονται αντιμέτωποι οι τρεις γιατροί, σύμφωνα με έγγραφο που υπογράφει ο υπουργός Υγείας, κ. Ανδρέας Ξανθός, είναι ότι «οι βεβαιώσεις τους που προέρχονται από την αλλοδαπή δεν έχουν τον απαιτούμενο τύπο» και ότι «οι γιατροί δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις συμμετοχής σε εξετάσεις ειδικότητας». Διαπιστώσεις που προφανώς αφορούν τις υπηρεσίες και πρέπει να διερευνηθούν από αυτές. Από το σημείο αυτό αρχίζει να ξεδιπλώνεται το παρασκήνιο που σε συνδυασμό με τον παραλογισμό του διοίκησης περιπλέκει την υπόθεση. Παρότι οι αρμόδιες υπηρεσίες αποφαίνονται τα τελευταία τρία χρόνια πως δεν προκύπτει ζήτημα με την ειδικότητα των τριών καρδιοχειρουργών, εφόσον το ΚΕΣΥ είχε κρίνει την επάρκεια των σπουδών τους και της ειδικότητας, το υπουργείο επανέρχεται τρεις φορές στο θέμα, σαν να προσπαθεί να «εκμαιεύσει» την επιθυμητή απάντηση για ανάκληση των τίτλων των γιατρών.

Συγκεκριμένα, στο πόρισμα του Σώματος Επιθεωρητών Υγείας (ΣΕΥΥΠ) που είχε εκδοθεί σχετικά διαπιστώνεται πως «δεν προκύπτει ότι συντρέχει περίπτωση δόλιας ενέργειας κάποιου από τους εν λόγω ιατρούς ως προς τη χορήγηση των επίμαχων τίτλων» καθώς επίσης «δεν προκύπτει ότι η διατήρηση σε ισχύ των διοικητικών πράξεων της χορήγησης τίτλου ειδικότητας θέτει σε κίνδυνο καθ΄ οιονδήποτε τρόπο τη δημόσια υγεία».

Αλλά και η Περιφέρεια Αττικής αναφέρει σε έγγραφό της πως δεν προκύπτει και δεν τεκμηριώνεται ότι ακολουθήθηκε μη προβλεπόμενη διαδικασία για την κατάθεση των εγγράφων αναγνώρισης ειδικότητας των τριών γιατρών. Σε κάθε περίπτωση η Περιφέρεια ζητεί ειδικώς αιτιολογημένη κρίση του ΚΕΣΥ ως προς την ανάκληση ή μη των τίτλων ειδικότητας των γιατρών με άξονες αφενός μεν αν αυτοί πληρούσαν τις νόμιμες προϋποθέσεις – που το ΚΕΣΥ τότε είχε δεχθεί ότι πληρούνταν- αφετέρου εάν συντρέχει λόγος δημοσίου συμφέροντος.

Το ΚΕΣΥ σε δύο αποφάσεις του, το 2016 και το 2017, αποφάνθηκε ότι το θέμα δεν χρήζει περαιτέρω διερεύνησης και δεν χορήγησε θετική σύμφωνη γνώμη για την ανάκληση των τίτλων ειδικότητας στους τρεις γιατρούς. Παρόλα αυτά, το υπουργείο Υγείας με επιμονή που προβληματίζει ζητεί από το ΚΕΣΥ με γνωμοδότησή του να ανοίξει τον δρόμο για την αποπομπή των καρδιοχειρουργών από το ΕΣΥ.

Σύμφωνα με στελέχη του νοσοκομείου, ο όψιμος έλεγχος των δικαιολογητικών των τριών γιατρών έχει ως αφετηρία την απομάκρυνση του τέως διευθυντή της Καρδιοχειρουργικής Κλινικής. To 2007, πόρισμα του ΣΕΥΥΠ,  που είχε αποκαλύψει το «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ»,  διαπίστωνε υψηλά ποσοστά θνησιμότητας των ασθενών που χειρουργούνταν από τον διευθυντή της Καρδιοχειρουργικής Κλινικής του Ιπποκράτειου. Ενδελεχής έρευνα των περιστατικών που είχε χειρουργήσει σε διάστημα τριών ετών ο τότε διευθυντής έδειξε ότι το 19,1% των ασθενών κατέληγαν –πρόκειται για ποσοστό που υπερέβαινε κατά πολύ το μέσο όρο της βιβλιογραφίας. Το πόρισμα του ΣΕΥΥΠ σηματοδότησε την αρχή ενός δικαστικού μαραθώνιου, στη διάρκεια του οποίου αποκαλύφθηκε ότι ο διευθυντής είχε πλαστογραφήσει την υπογραφή του Μαγκντί Γιακούμπ σε πιστοποιητικά σπουδών του, καθώς και πλαστά έγγραφα περί μετεκπαίδευσής του στο Λονδίνο. Το 2011 ο γιατρός τέθηκε εκτός ΕΣΥ κι έναν χρόνο αργότερα η Περιφέρεια του ανακάλεσε τον τίτλο της ειδικότητας του. Εκείνος «απάντησε» στους πρώην συναδέλφους του με  μήνυση κατηγορώντας τους για σύσταση εγκληματικής ομάδας εις βάρος του. Η δίκη την οποία επιζητούσαν οι κατηγορούμενοι για να καταπέσει το κατηγορητήριο αναβλήθηκε πέντε φορές από τον μηνυτή πριν απαλλαγούν ομόφωνα.

Παναγιώτα Καρλατήρα
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ