Την δέσμευση ότι θα επαναφέρει το καθεστώς μισθοδοσίας των κληρικών αν ο Αλέξης Τσίπρας προχωρήσει μονομερώς στην αλλαγή του, ανέλαβε ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, συναντήθηκε σήμερα με εκπροσώπους της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, με τους οποίους συζήτησε τα τρέχοντα ζητήματα που αφορούν τις σχέσεις Κράτους - Εκκλησίας και κυρίως τη συμφωνία που ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός ότι πέτυχε με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο.
Ο πρόεδρος της ΝΔ υποδέχεται τους εκπροσώπος της Εκκλησίας Κρήτης -Φωτογραφία: Γρ, Τύπου ΝΔ
Ο κ. Μητσοτάκης τόνισε ότι κατανοεί απόλυτα τον αιφνιδιασμό και την αγανάκτηση που προκάλεσε στους κόλπους της Εκκλησίας ο τρόπος με τον οποίο έγιναν οι διαπραγματεύσεις και οι ανακοινώσεις. Τους ενημέρωσε ότι δεν είχε καμία απολύτως προηγούμενη ενημέρωση για τη “συμφωνία”, πόσο μάλλον για την αλλαγή του εργασιακού καθεστώτος των κληρικών. Χαρακτήρισε μάλιστα τη “συμφωνία” “άλλο ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα του κ. Τσίπρα” καθώς, όπως είπε, “αυτό που απεδείχθη ότι τον ενδιέφερε ήταν η εξαγγελία 10.000 νέων κομματικών προσλήψεων”.
Ο Πρόεδρος τη Ν.Δ. ξεκαθάρισε επίσης ότι ακόμα και αν ο κ. Τσίπρας επιβάλει μονομερώς την αλλαγή του εργασιακού καθεστώτος των κληρικών, η Νέα Δημοκρατία δεν θα την αναγνωρίσει ως επόμενη κυβέρνηση και θα επαναφέρει το υφιστάμενο καθεστώς μισθοδοσίας τους.
Ως προς το ζήτημα της συνταγματικής αναθεώρησης ο κ. Μητσοτάκης επανέλαβε τη θέση της Ν.Δ. ότι δεν είναι αναγκαία η αλλαγή του άρθρου 3 του Συντάγματος. Τόνισε, ωστόσο, ότι υπάρχουν ζητήματα που πρέπει να ρυθμιστούν στις σχέσεις Κράτους - Εκκλησίας, επισημαίνοντας ότι αυτά μπορούν να προωθηθούν με καλόπιστο διάλογο και ότι δεν απαιτούν συνταγματική αναθεώρηση. Υπενθύμισε επιπλέον ότι, όσα άρθρα και εάν προταθούν για αναθεώρηση από τη σημερινή κυβέρνηση, την ευθύνη για το αν τελικώς θα μεταβληθούν και σε ποια κατεύθυνση, την έχει, εκ του Συντάγματος, η Βουλή που θα προκύψει μετά τις εκλογές.
Ο κ. Μητσοτάκης διευκρίνισε τέλος ότι η Νέα Δημοκρατία τάσσεται σταθερά υπέρ της αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας, πλην όμως για την υποστήριξη του κοινωνικού έργου της Εκκλησίας.