11 Αυγούστου 2019

Νεμέα: Δύο ασύλητοι, θολωτοί τάφοι ανακαλύφθηκαν σε μυκηναϊκό νεκροταφείο

Xρονολογούνται στην ύστερη μυκηναϊκή, την περίοδο δηλαδή των μυκηναϊκών ανακτόρων, περίπου 1.400 - 1.200 π.Χ. - Δείτε φωτογραφίες

Δύο νέοι, ασύλητοι, θαλαμοειδείς τάφοι, οι οποίοι χρονολογούνται στην ύστερη μυκηναϊκή, την περίοδο δηλαδή των μυκηναϊκών ανακτόρων (περίπου 1.400 - 1.200 π.Χ.) αποκαλύφθηκαν κατά το συστηματικό ερευνητικό πρόγραμμα της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κορινθίας στο μυκηναϊκό νεκροταφείο Αηδονιών Νεμέας. Ο πρώτος από τους δύο τάφος, ο οποίος διέσωζε την οροφή του θαλάμου, περιείχε δύο πρωτογενείς ταφές και τα οστά από 14 ακόμη άτομα σε ανακομιδές. Ο δεύτερος τάφος δεν διατηρούσε οροφή, η οποία παρουσίαζε καταρρεύσεις ήδη από τη μυκηναϊκή περίοδο, μέσα και πάνω από τις οποίες διαπιστώθηκαν τρεις πρωτογενείς ταφές.

Αμφότεροι οι θαλαμοειδείς τάφοι απέδωσαν πήλινα αγγεία και ειδώλια, καθώς και άλλα μικροαντικείμενα, όπως κομβία. Τα ευρήματα αυτά αντιπαραβάλλονται προς τα κτερίσματα των τάφων της πρώιμης μυκηναϊκής περιόδου (περίπου 1.600 - 1.400 π.Χ.), που ερευνήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια στα Αηδόνια και περιλάμβαναν επιτραπέζια και αποθηκευτικά αγγεία, οπλισμό και αντικείμενα γοήτρου. Οι δύο νέοι, ασύλητοι, μυκηναϊκοί θαλαμοειδείς τάφοι στα Αηδόνια, ανοίγουν τον δρόμο για την κατανόηση της διαχρονικής εξέλιξης της θέσης και τις σχέσεις της με τα ανακτορικά συστήματα των όμορων περιοχών και ιδίως των Μυκηνών.



Αεροφωτογραφία με τον δρόμο και τον θάλαμο των δύο νέων, ασύλητων τάφων στο ανατολικό τμήμα του μυκηναϊκού νεκροταφείου στα Αηδόνια Νεμέας, καθώς και των τάφων της παλιάς ανασκαφής

Τα Αηδόνια, που βρίσκονται στις βορειοδυτικές παρυφές του οινοπεδίου της σύγχρονης Νεμέας ή της Φλυασίας των ιστορικών χρόνων, αποτέλεσαν μείζον κέντρο της περιοχής κατά τη μυκηναϊκή περίοδο (π. 1.700 - 1.100 π.Χ.). Τα Αηδόνια έγιναν γνωστά έπειτα από την εκτεταμένη σύληση του μυκηναϊκού νεκροταφείου, πιθανώς τον χειμώνα του 1976-77. Η σωστική ανασκαφή της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας που ακολούθησε (1978-1980, 1986), υπό τη Διεύθυνση της Καλλιόπης Κρυστάλλη - Βότση και την επίβλεψη της Κωνσταντίνα Καζά, έφερε στο φως 20 μυκηναϊκούς τάφους, στην πλειονότητά τους θαλαμοειδείς και οργανωμένους σε μία βασική συστάδα.



Ο δρόμος και το σφραγισμένο στόμιο του τάφου που διέσωσε και την οροφή του θαλάμου, περίπου 1.400 - 1.300 π.Χ.

Πρόκειται για τάφους λαξευμένους στον βράχο, που αποτελούνται από τρία τμήματα, τον δρόμο, την είσοδο (στόμιο) και τον υπόγειο ταφικό θάλαμο. Ελάχιστοι από τους θαλαμοειδείς τάφους των Αηδονιών βρέθηκαν αδιατάρακτοι, ενώ ένας από τους συλημένους διατηρούσε λάκκο που διέσωσε ένα εκπληκτικό σύνολο κοσμημάτων. Τα ευρήματα από τη σωστική ανασκαφή, τεκμηρίωσαν τον συσχετισμό τους με ένα σύνολο μυκηναϊκών κοσμημάτων, που εμφανίστηκε προς πώληση σε αίθουσα τέχνης της Νέας Υόρκης, το 1993. Η Ελληνική Πολιτεία διεκδίκησε το προς πώληση σύνολο και πέτυχε την επιστροφή του, καθιστώντας τα κινητά αυτά ευρήματα από τα Αηδόνια τη σημαντικότερη, ίσως για τα ελληνικά δεδομένα, περίπτωση επαναπατρισμού παράνομα εξαχθέντων αρχαιοτήτων.



Ο θάλαμος του τάφου με την πεσμένη οροφή και δύο λάκκους ανοιγμένους στις καταρρεύσεις της μυκηναϊκής περιόδου, περίπου 1.300 - 1.200 π.Χ.

Η συνεχιζόμενη αρχαιοκαπηλική δραστηριότητα στα Αηδόνια επέβαλε την επανάληψη των ανασκαφών για τη διερεύνηση τάφων, που είχαν εν τω μεταξύ συληθεί ή κινδύνευαν με σύληση. Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Κορινθίας, δρομολόγησε ένα νέο, συστηματικό ερευνητικό πρόγραμμα, το 2016, υπό τη Διεύθυνση του Επίκουρου Καθηγητή Αρχαιολογίας στα Πανεπιστήμια του Graz της Αυστρίας και του Trier της Γερμανίας, Κωνσταντίνου Κίσσα, με βασική συνεργάτιδα τη Διευθύντρια στο Κέντρο Νεμέας της Κλασικής Αρχαιολογίας, Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας Berkeley, Kim Shelton. Το νέο πρόγραμμα τεκμηρίωσε τα προηγούμενα χρόνια την ύπαρξη μιας επί πλέον συστάδας τάφων και έφερε στο φως επί πλέον θαλαμοειδείς, στο ύψος της παλαιότερα ερευνημένης συστάδας. Το ανασκαφικό σκέλος της 4ης περιόδου του προγράμματος ολοκληρώθηκε στις 25 Ιουλίου.



Πήλινα αγγεία, ψευδόστομοι αμφορίσκοι και στενόλαιμη πρόχους, από τον τάφο που διέσωσε και την οροφή του θαλάμου, περίπου 1.400 - 1.300 π.Χ.