Ο Γιάννης Σπανός γεννήθηκε στο Κιάτο Κορινθίας το 1943.
Μπήκε στη δισκογραφία με το τραγούδι «Μια αγάπη για το καλοκαίρι». Έχει γράψει πολλά τραγούδια για το λεγόμενο Νέο κύμα, σημαντικότεροι δίσκοι του όμως είναι οι «Ανθολογίες», το «Εκείνο το καλοκαίρι OST» (Α’ Βραβείο Μουσικής Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1971″ και η «Οδός Αριστοτέλους». Τα πιο γνωστά τραγούδια του είναι: «Σαν με κοιτάς», «Οδός Αριστοτέλους», «Σπασμένο καράβι», «Μια φορά θυμάμαι μ’ αγαπούσες», «Μαρκίζα», «Είπα να φύγω», «Βροχή και σήμερα», «Θα με θυμηθείς», «Στην αλάνα», «Μια Κυριακή» κ.ά. Έχει συνεργαστεί με διάσημους Γάλλους μουσικούς και ηθοποιούς στην αρχή της καριέρας του. Έχει μελοποιήσει στίχους των Λευτέρη Παπαδόπουλου,Γιώργου Παπαστεφάνου, αλλά και ποιήματα των Βασίλη Ρώτα, Γεωργίου Βιζυηνού,Μυρτιώτισσας,Νίκου Καββαδδία,Μίλτου Σαχτούρη κ.ά. Τραγούδια του έχουν ερμηνεύσει η Αρλέτα, ο Κώστας Καράλης, η Καίτη Χωματά,ο Γιάννης Πάριος, η Ελένη Δήμου,η Χάρις Αλεξίου κ.ά.
Οι τσακωμοί με την Αρλέτα και η εξομολόγηση για την προσωπική του ζωή
“Όλα πήραν ένα δρόμο από μόνα τους. Δεν επιδίωξα ποτέ δόξα και προβολή. Έκανα πάντα αυτό που αισθανόμουν και ποτέ μου δεν προκάλεσα. Προσωπικά, έκανα μια ενδοσκόπηση για να καταλάβω ποια είναι τα όριά μου. Ακόμα και σήμερα είμαι πολύ προσεκτικός όταν μιλάω. Δεν θα έλεγα ποτέ για τον εαυτό μου πως είμαι σπουδαίος”, είχε πει ο Γιάννης Σπανός σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο People το 2017 και εξήγησε στη συνέχεια ότι “πλάι στον κορυφαίο Γάλλο πιανίστα, συνθέτη και φίλο μου, Michel Legrand, έμαθα τι σημαίνει να είσαι μεγάλος μουσικός και να μη μιλάς καθόλου για αυτό. Αυτός είναι και ο λόγος που τσακωνόμαστε με τη φίλη μου, την Αρλέτα, γιατί επιμένει πως είμαι ανόητος, καθώς θωρεί πως δεν προωθώ τον εαυτό μου και δεν δείχνω ποιος είμαι. Έβλεπε τους άλλους καλλιτέχνες που ήταν πιο εξωστρεφείς και τα έβαζε με μένα! Πάντα γινόταν έξαλλη που διατηρούσα χαμηλούς τόνους”.
Ερωτηθείς, στην ίδια συνέντευξη, εάν μετάνιωσε για την απόφασή του να μην κάνει οικογένεια και παιδιά, είπε: “Δεν το μετανιώνω. Ο μουσικός μου κόσμος ήταν μια απαγορευμένη ζώνη. Ακόμα και οι συνεργάτες μου δεν έμπαιναν μέσα στη μουσική μου. Αν είχα κάποιον άνθρωπο στο σπίτι μου, δεν θα μπορούσα να κάνω μουσική. Αυτό ήταν μια συνειδητή επιλογή". Παρ’ όλα αυτά, παραδέχτηκε πως κάποια στιγμή αφέθηκε σε ένα μεγάλο έρωτα: “Έτυχε ένας έρωτας να με αποπροσανατολίσει, αλλά για λίγο. Το πάθος μου για τη μουσική δεν με άφηνε να υποδουλωθώ σε τίποτα”.
"Τι με έσωσε από το να έχω πισίνα στα βόρεια προάστια”
Σε άλλη συνέντευξη που είχε δώσει το 2014 στο popaganda.gr, είχε μιλήσει για το νέο κύμα και για το τι τον έσωσε από να γίνει πολύ εμπορικός συνθέτης: “Στο νέο κύμα ξεκίνησα με παρέα τον Μαυρουδή και τον Κοντογιώργο. Θα έλεγα ότι σαν συνθέτης, έκανα ένα είδος μουσικής που το κουβαλούσα μέσα μου από το Παρίσι και είχε πιο ποιοτικά στοιχεία. Είχε να κάνει με μουσική για θεατρικές παραστάσεις, για μονολόγους και για σπουδαίες ερμηνεύτριες που έβγαιναν στην σκηνή μόνο με ένα μικρόφωνο και δυο τρία κεριά. Πιστεύω ότι αυτό που έζησα το κουβαλάω ακόμα μέσα μου και ίσως να με έσωσε από το να γίνω πολύ εμπορικός συνθέτης και να έχω πισίνα στα βόρεια προάστια . Αυτή είναι η αίσθηση της απόλυτης τέχνης, η άρνηση στο εύκολο. Να επιλέγεις το δύσκολο και σπουδαίο τραγούδι και στίχος, μουσική, ερμηνεία να γίνονται ένα πράγμα εκείνη την στιγμή, σαν ένα θεατρικό μονόπρακτο που δεν επαναλαμβάνεται”.
Μιλώντας για τον τρόπο που έγραφε μουσική, είχε περιγράψει στην ίδια συνέντευξη: “Μερικές φορές, για να γράψω μουσική αυτοταλαιπωρούμαι. Συνήθως είναι βράδυ και σβήνω τα φώτα. Μπορεί να βάλω και κάποιο ποτό. Όταν γράφω, δεν θέλω απλά να είμαι μόνος μου, αλλά και να νιώθω απίστευτα μόνος μου. Μετά, γυρίζω σε καταστάσεις αυτοταλαιπωρίας που μπορεί να μην είναι αληθινές ή να τις είχα ξεχάσει και να τις ξαναφέρνω μπροστά μου για να δημιουργήσω ένταση συναισθημάτων”.
Και είχε αποκαλύψει ότι είχε διασκεδάσει σε σκυλάδικα: “Ένα καλό που έχουμε σαν λαός είναι ότι η ψυχή μας είναι ενιαία. Πολλές φορές έτυχε να βρεθώ σε σκυλάδικο με χάλια ηχητικά, αλλά μου άρεσε. Ένοιωθα να υπάρχει μια ψυχή για όλον τον κόσμο, χωρίς να ενδιαφέρει κανέναν ποιος είναι ο διπλανός του. Καταλάβαινα ότι με βλέπανε σαν Γιάννη και όχι σαν Σπανό. Και σήμερα μπορεί να τύχει να βρεθώ σε κάποιο σκυλάδικο. Ακόμα, μου αρέσουν πολύ τα πανηγύρια. Πιστεύω ότι ή πας παντού και έχεις άποψη για την Ελλάδα ή δεν πας πουθενά και έχεις άποψη μόνο για τον εαυτό σου! Εγώ υποστηρίζω το πρώτο”.