25 Σεπτεμβρίου 2021

Οταν η Μέρκελ μάζεψε τα χαρτιά της και είπε: Tέλειωσε, η Ελλάδα φεύγει από την ευρωζώνη

Ξημέρωνε Δευτέρα, 13 Ιουλίου του 2015, όταν η Άνγκελα Μέρκελ διαμήνυσε ότι το παιχνίδι είχε τελειώσει κι ότι η Ελλάδα θα εγκατέλειπε την ευρωζώνη.

Μετά από ολονύκτιες, μαραθώνιες διαπραγματεύσεις ο εφιάλτης του Grexit φαινόταν να λαμβάνει σάρκα και οστά, η Μέρκελ μάζεψε τα χαρτιά της και κατευθύνθηκε προς την πόρτα εξόδου. Αν η σύνοδος κορυφής της ΕΕ είχε τελειώσει εκείνη τη στιγμή, η κληρονομιά της Γερμανίδας καγκελαρίου, η πορεία της Ένωσης και του ευρώ θα ήταν πολύ διαφορετική. Αλλά το δράμα πήρε μια απρόσμενη στροφή, όταν ο τότε πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ μπλόκαρε την έξοδο. Στη διάρκεια της νύχτας ο Φρανσουά Ολάντ προσπαθούσε να πείσει την Μέρκελ να το ξανασκεφτεί και τώρα ο Τουσκ έπαιρνε τη σκυτάλη προβάλλοντας το υψηλό διακύβευμα για την ΕΕ για να τη μεταπείσει για έναν τελευταίο γύρο διαβουλεύσεων με τον Αλέξη Τσίπρα. «Στα πέντε χρόνια των συζητήσεων μεταξύ του Ολάντ και της Μέρκελ ήταν η μοναδική περίπτωση που ο Ολάντ κέρδισε τη μάχη», είπε ο τότε πρεσβευτής της Γαλλίας στην ΕΕ, Πιερ Σελάλ. Ο Ολάντ κατάφερε μαζί με τον Τουσκ να πείσουν τη Μέρκελ να μην ανάψει το πράσινο φως για την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, αφού έτσι θα άνοιγε το κουτί της Πανδώρας με απρόβλεπτες συνέπειες.

Έξι χρόνια πέρασαν έκτοτε κι η σωτηρία του ευρώ πιστώνεται στη Μέρκελ, όχι στο Γάλλο πρόεδρο ή τον Τουσκ. Ακόμη κι ο Γιάνης Βαρουφάκης είπε στο BBC ότι η Γερμανίδα καγκελάριος έσωσε το κοινό νόμισμα κρατώντας στην ευρωζώνη την Ελλάδα, αν και διαφωνεί με τον τρόπο που το έκανε. Κι ο λόγος είναι απλός. Η Ελλάδα δεν θα είχε μείνει στο ευρώ, αν δεν συναινούσε ο μεγαλύτερος πιστωτής της εντός της ΕΕ, η Γερμανία.

Μετά από δεκάξι χρόνια στην εξουσία και περίπου 100 συνόδους κορυφής της ΕΕ η ισχυρότερη ηγέτιδα της Γηραιάς Ηπείρου ετοιμάζεται να εγκαταλείψει την σκηνή αφήνοντας πίσω της μια αμφιλεγόμενη κληρονομιά. Από τη μια βοήθησε την ΕΕ να πορευθεί στις κρίσεις της ευρωζώνης, του μεταναστευτικού, της πανδημίας και σε κάποιο βαθμό ακόμη και του Brexit. Από την άλλη οι επικριτές της της προσάπτουν ότι ήταν απλώς μια Krisenmanagerin – μια «διαχειρίστρια κρίσεων», που περίμενε μέχρι την τελευταία στιγμή για να αναλάβει δράση, μια θιασώτιδα της Real Politik, αλλά χωρίς όραμα, μια «βασίλισσα της Ευρώπης», όπως αρκετοί την αποκαλούσαν κάποτε, που αποχωρεί με στιγματισμένο στέμμα, αφήνοντας πίσω της μια ΕΕ πιο αποδυναμωμένη και χωρίς σαφή κατεύθυνση απ’ ό,τι αν είχε χρησιμοποιήσει αποφασιστικά τη θέση της ως επικεφαλής της πλουσιότερης και ισχυρότερης ως προς την επιρροή που ασκεί χώρα της Ένωσης.

Η Ελλάδα και η κρίση της ευρωζώνης

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η κρίση της ευρωζώνης. Η σκληρή λιτότητα, που επιβλήθηκε στην Ελλάδα από την τρόικα, ήταν αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό των αποφάσεων της Γερμανίας. Το παραδέχθηκε, άλλωστε πρόσφατα κι η ίδια η Μέρκελ ότι η πιο δύσκολη στιγμή στη θητεία της ήταν «όταν ζήτησα τόσα πολλά από τους πολίτες στην Ελλάδα», που δεν έχουν ξεχάσει ακόμη την εποχή που διαδήλωναν στους δρόμους της Αθήνας με πλακάτ που έδειχναν τη Γερμανίδα καγκελάριο με μουστάκι του Χίτλερ.

Και δεν ήταν μόνον η Ελλάδα που υπέφερε από τη στάση της Μέρκελ, αλλά και άλλες οικονομίες της περιφέρειας της ευρωζώνης. Η Ισπανία και η Ιταλία υποχρεώθηκαν να αποδεχθούν σκληρά και άδικα, όπως έλεγαν οι πολίτες τους, μέτρα λιτότητας με αντάλλαγμα την παροχή του αναγκαίου οξυγόνου, συνήθως την τελευταία στιγμή προτού εκπνεύσει ο ασθενής. Αποτέλεσμα: ακόμη και η παθιασμένη με το ευρωπαϊκό όραμα Ρώμη να μετατραπεί σε ευρωσκεπτικίστρια. Οργισμένοι διαδηλωτές τόνιζαν ότι κατά τη γνώμη τους οι κανόνες της ευρωζώνης σχεδιάστηκαν για να εξυπηρετούν τα πανίσχυρα γερμανικά συμφέροντα και την εξαγωγική της βιομηχανία, ότι δεν έβλεπαν το νόημα της συμμετοχής στην ΕΕΕ ή την κοινή αγορά, εφόσον τα πλουσιότερα μέλη όπως η Γερμανία δεν βοηθούσαν τους πιο αδύναμους κρίκους.

Οι επικριτές της προσάπτουν στη Μέρκελ ότι σε τελική ανάλυση δικό της ήταν το δόγμα «πρώτα η Γερμανία» στην Ευρώπη. Φυσικά, κάθε εκλεγμένος ηγέτης προτάσσει τα συμφέροντα της χώρας του, αλλά στην περίπτωση της Γερμανίας, λόγω του ναζιστικού παρελθόντος της, κάτι τέτοιο πυροδοτεί άλλα ανακλαστικά και συνειρμούς. Δικαιούται, ως εκ τούτου, η Μέρκελ τον τίτλο της «καγκελαρίου του Δυτικού Κόσμου», που της απένειμε κάποτε το περιοδικό Time; Ναι και όχι, γράφουν διεθνή ΜΜΕ. Από τη μια παρενέβη για τη διάσωση της ευρωζώνης, κι από την άλλη δημιούργησε ένα βαθύ χάσμα μεταξύ Βορρά και Νότου στην ΕΕ, ένα χάσμα που επανεμφανίστηκε στη διάρκεια της προσφυγικής κρίσης, αλλά και στην αρχή της πανδημίας του κορωνοϊού, όταν οι χώρες της νότιας Ευρώπης ένιωσαν εγκαταλελειμμένες στη μοίρα τους να αντιμετωπίσουν αβοήθητες αυτές τις κρίσεις μέχρι που πέρασαν – χάρη και σε κινήσεις της Μέρκελ, έστω και της τελευταίας στιγμής.

Η πανδημία και το Ταμείο Ανάκαμψης

Σε αντίθεση με την κρίση της ευρωζώνης η πανδημία έπεισε την Μέρκελ ότι οι πλουσιότερες χώρες, όπως η Γερμανία, θα έπρεπε να βάλουν πλάτες στα υπερχρεωμένα, φτωχότερα κράτη της ΕΕ, ειδικά εκείνα που εν προκειμένω σήκωναν τεράστιο βάρος από τις δυσανάλογες οικονομικές επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης. Κι έτσι προχώρησε σ’ ένα άνευ προηγουμένου βήμα για ηγέτη της Γερμανίας, ειδικά αν λάβει κανείς υπόψη τις πιέσεις εντός των τειχών για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και νοικοκυρεμένα δημοσιονομικά.

Ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, Μπρούνο Λεμέρ, εκ των αρχιτεκτόνων του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ που πρότειναν η Μέρκελ και ο Εμμανουέλ Μακρόν, μίλησε στο BBC για απόφαση που άλλαξε τους κανόνες του παιχνιδιού χάρη στο θάρρος της Γερμανίδας καγκελαρίου, που αντιλήφθηκε το διακύβευμα για το μέλλον της Ευρώπης. Υπάρχουν, όμως κι εκείνοι που υπογραμμίζουν από την άλλη πλευρά ότι η Μέρκελ ενήργησε πρωτίστως με γνώμονα το συμφέρον της Γερμανίας, αντιλαμβανόμενη τον κίνδυνο κατάρρευσης της κοινής αγοράς εφόσον, Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, Ελλάδα και άλλες χώρες πάθαιναν οικονομική ασφυξία λόγω της πανδημίας. Η αγορά είναι βασική πηγή εσόδων για τις γερμανικές επιχειρήσεις κι η Μέρκελ ως «διαχειρίστρια κρίσεων» ανασκουμπώθηκε κι έκανε το ρεαλιστικό βήμα που έγραψε ιστορία.

Η προσφυγική κρίση του 2015

Αλλά και η στρατηγική που εφήρμοσε η ΕΕ στην προσφυγική-μεταναστευτική κρίση του 2015 φέρει τη βαθιά, αμφιλεγόμενη, σφραγίδα της Μέρκελ. Επισκεπτόμενη έναν προσφυγικό καταυλισμό στα μέσα Αυγούστου του ‘15 η καγκελάριος είπε το περίφημο πια “wir schaffen das” , ότι δηλαδή η Γερμανία μπορεί να διαχειριστεί μεγάλους αριθμούς προσφύγων που εγκαταλείπουν τον πόλεμο και τις διώξεις στις πατρίδες τους. Λίγο αργότερα, και χωρίς να διαβουλευτεί με τους ευρωπαίους ομολόγους της, η Μέρκελ άνοιξε τα σύνορα της Γερμανίας σε πάνω από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο κυρίως από τη Συρία, που έκαναν το ταξίδι της ελπίδας μέσω των Βαλκανίων. Μ’ ένα χτύπημα είχε σχίσει τη συμφωνία του Δουβλίνου 2, που απαιτεί οι αιτούντες άσυλο να αναζητούν καταφύγιο στην πρώτη χώρα υποδοχής της ΕΕ.

Πέραν από τις σφοδρές αντιδράσεις στο εσωτερικό η Μέρκελ κατηγορήθηκε ότι ενθάρρυνε εκατοντάδες χιλιάδες να αποτολμήσουν τον επικίνδυνο διάπλου της Μεσογείου. «Αν δεν είχαμε δείξει φιλικό πρόσωπο, τότε δεν είναι αυτή η χώρα μου», είπε αργότερα η ίδια προσπαθώντας να δικαιολογήσει την απόφασή της, ενώ σύμμαχοί της επεσήμαναν ότι η Μέρκελ ανησυχούσε και για τον αποσταθεροποιητικό ρόλο του κύματος των προσφύγων στις εύθραυστες πολιτικά χώρες των δυτικών Βαλκανίων. Ωστόσο, η αμφιλεγόμενη συμφωνία με την Τουρκία που προώθησε τον ερχόμενο χρόνο για το προσφυγικό,. έκλεισε τις θαλάσσιες οδούς στους μετανάστες από τη Μέση Ανατολή και μολονότι επικρίθηκε από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες και οργανώσεις προάσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο της ευρωπαϊκής πολιτικής στο μεταναστευτικό και βοήθησε την ΕΕ να διατηρήσει τη συνοχή της.

Το Βrexit, o Tραμπ και ο Όρμπαν

Η Μέρκελ πρόβαλε ως βασική της προτεραιότητα την ενότητα της ΕΕ το 2016, ειδικά μετά το σοκ του Brexit και την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ. Σε μια ομιλία της τέσσερις μέρες μετά το δημοψήφισμα στη Βρετανία η Μέρκελ είπε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα ψωνίσει αλά καρτ αναφορικά με το μέλλον των σχέσεων του με την ΕΕ μετά την αποχώρησή του, λόγια που καθόρισαν την ευρωπαϊκή προσέγγιση στις διαπραγματεύσεις για το Brexit την επόμενη τετραετία.

Η συγκρατημένη, μεθοδική και προσεκτική Μέρκελ προβλήθηκε το 2016 ως αντίβαρο του Τραμπ, με δυτικά ΜΜΕ να πλέκουν το εγκώμιό της για την προάσπιση των δημοκρατικών αξιών και του κράτους Δικαίου. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν αναλυτές σαν την Ντανιέλα Σβάρτσερ του Open Society Foundations, δεν όρθωσε ανάλογο ανάστημα στον πρώην σύμμαχό της στο ΕΛΚ, τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν, όταν αναλάμβανε τον έλεγχο κρατικών θεσμών στη χώρα του.

Ο διάδοχος της Μέρκελ στην καγκελαρία

Η αποχώρηση της Μέρκελ πιθανότατα θα καθυστερήσει κάποιους μήνες ενόψει των κρίσιμων διαβουλεύσεων για το σχηματισμό της νέας κυβερνητικής συμμαχίας στο Βερολίνο. Ο πιθανότερος διάδοχός της, ο Σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σολτς, είναι γνωστός στους ευρωπαϊκούς κύκλους, καθώς έχει προεδρεύσει συσκέψεων των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ και έχει σχέσεις με τον Γάλλο ομόλογό του, Μπρούνο Λεμέρ. Ωστόσο, λίγοι περιμένουν από τον Σολτς - ή τον έτερο πιθανό διάδοχο της Μέρκελ, τον Χριστιανοδημοκράτη Άρμιν Λάσετ – να αποστασιοποιηθούν δραστικά από την επιφυλακτική έναντι της εμβάθυνσης της ΕΕ γραμμή της καγκελαρίου.

Χώρες που επηρεάζονται από τη Γερμανία δεν θα έλεγαν όχι σε έναν νέο ηγέτη που θα βαδίζει στα χνάρια της Μέρκελ, όχι όμως και εκείνες που περιμένουν μια νέα, πιο δυναμική γραμμή από το Βερολίνο. Η διατήρηση της συνοχής της ΕΕ δεν θα είναι αρκετή στη μετά Μέρκελ εποχή, αναφέρει σε ανάλυσή το το European Council on Foreign Relations, αφού πέραν τούτου «ο στόχος της υπεράσπισης των θεμελιωδών ευρωπαϊκών αξιών και συμφερόντων θα πρέπει να αποτελέσει το μέτρο μιας υπεύθυνης ηγείας της ΕΕ», συμπληρώνει επικαλούμενο τις απειλές κατάρρευσης του κράτους Δικαίου και της γεωπολιτικής περιθωριοποίησης της ΕΕ.

ΤΡΥΦΩΝΑΣ ΚΑΪΣΕΡΛΙΔΗΣ
iefimerida.gr