Δικαιωμένος στη συνείδηση του ελληνικού λαού δηλώνει ο Γιώργος Παπανδρέου αναφορικά με τις αποφάσεις που έλαβε την περίοδο της οικονομικής κρίσης και οι οποίες οδήγησαν στο πρώτο μνημόνιο καθώς και στην έλευση του ΔΝΤ, σημειώνοντας πως «κατάφερα να κρατήσω την Ελλάδα να επιπλέει και να μην χρεοκοπήσει». «Αν δεν μιλήσουμε για ιδέες και πολιτικές δεν μπαίνω σε αυτή τη συζήτηση» είπε αναφορικά με το ενδεχόμενο συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά είπε ΝΑΙ στην πρόταση Τσίπρα για επιστημονική επιτροπή κοινής αποδοχής...
Στη συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ ο υποψήφιος πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ σημείωσε ότι δεν επιστρέφει για μια… ρεβάνς αφού οι αποφάσεις του έχουν κριθεί και έχουν δικαιωθεί καθώς και ότι αποφάσισε να είναι υποψήφιος μετά την απόφαση της Φώφης Γεννηματά να αποχωρήσει, λόγω του κενού που διαπίστωσε πως δημιουργείται ως προς τις αξίες και τον τρόπο που η ίδια λειτούργησε μέσα στο κίνημα.
«Αν η Φώφη Γεννηματά ήταν υποψήφια δεν θα είχα κατέβει υποψήφιος» υποστήριξε υπογραμμίζοντας μάλιστα πως ο ίδιος τη στήριξε αν και μόλις στα τέλη Σεπτεμβρίου με ανακοίνωσή του το ΚΙΔΗΣΟ, το κόμμα που ίδρυσε και εντάχθηκε στο ΚΙΝΑΛ, ξεκαθάριζε πως ο Γ. Παπανδρέου δεν έχει εμπλοκή στις εκλογές και τις υποψηφιότητες.
Ο πρώην πρωθυπουργός άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να επανέλθει το όνομα και το σύμβολο του ΠΑΣΟΚ στην παράταξη, λέγοντας ότι τα σύμβολα «μας ανήκουν» και «θα τα αξιοποιήσουμε» τιμώντας τον αγώνα και τις αξίες μας. Εξάλλου, όπως δήλωσε, θα διεξαχθεί συνέδριο που θα αποφασίσει για όλα τα ζητήματα.
Στο ερώτημα εάν θα προχωρούσε σε κάποιου είδους συνεργασία με τον Αλέξη Τσίπρα και τον Γιάνη Βαρουφάκη, απάντησε ότι πρόκειται για σενάρια που υποβαθμίζουν την πολιτική συζήτηση. Πρόσθεσε ότι δεν θα μπει σε μία συζήτηση απολιτική χωρίς πρώτα να έχουμε πρώτα μιλήσει για ιδέες και για το τι πρεσβεύει ο καθένας.
Ειδικά για τον ΣΥΡΙΖΑ ανέφερε ότι αποδείχθηκε ότι είναι ένα κόμμα συντηρητικό με δεξιές, πελατειακές αντιλήψεις, χωρίς όραμα, που έκανε παρεμβάσεις στους θεσμούς, όπως τη δικαιοσύνη ή τα Μέσα Ενημέρωσης.
Αναφορικά με τη διακυβέρνησή του τόνισε πως οι αποφάσεις που έλαβε οδηγώντας τη χώρα στο πρώτο μνημόνιο έχουν δικαιωθεί στη συνείδηση του ελληνικού λαούς σημειώνοντας μάλιστα ότι «οι βασικές επιλογές που κάναμε δικαιώθηκαν» και προσθέτοντας πως όσα έκανε οδήγησαν στο να καταφέρει να κρατήσει την Ελλάδα «να επιπλέει και να μην χρεοκοπήσει»
Επέρριψε, δε, ευθύνες στα υπόλοιπα κόμματα την περίοδο εκείνη διότι δεν συναίνεσαν και δεν συνέβαλαν στην προσπάθεια οικονομικής διάσωσης της χώρας
Προοδευτική διακυβέρνηση και συνεργασίες
Ο Γ. Παπανδρέου αναφέρθηκε και στα περί προοδευτικής διακυβέρνησης υποστηρίζοντας πως στην προοδευτική διακυβέρνηση είχαν αναφερθεί τόσο ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κώστας Σημίτης όσο και ο ίδιος πολύ πριν ο Αλέξης Τσίπρας την προσθέσει στα όσα λέει, προσθέτοντας μάλιστα πως «ο ΣΥΡΙΖΑ δοκιμάστηκε δυστυχώς ως αντιπολίτευση και ως συμπολίτευση και έδειξε πως είναι συντηρητικό κόμμα».
Τόνισε μάλιστα στο πλαίσιο αυτό πως ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση «Έκανε παρεμβάσεις σε θεσμούς όπως η δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ» προσθέτοντας πως «Δεν έχει όραμα» αλλά «Εξέφρασε το μένος και την αγανάκτηση του κόσμου». «Δεν είναι ανοιχτό συμμετοχικό κόμμα» είπε για να σημειώσει πως πρόκειται για ένα «Αριστερό συντηρητικό κόμμα»
«Εμείς θα εκφράσουμε τον προοδευτικό κόμμα» δήλωσε ενώ ερώτηση για το πως θα αντιμετωπίσει το ερώτημα που θα ανακύψει μετά τις επόμενες εκλογές που θα γίνουν με απλή αναλογική δηλαδή αν θα συζητήσει συνεργασία με το πρώτο κόμμα που φαίνεται από τα μέχρι τώρα δεδομένα ότι θα είναι η Ν.Δ ή, αν βγαίνουν αριθμοί, θα συζητήσει συνεργασία με τους υπόλοιπους ο Γ. Παπανδρέου είπε ότι θα μπορούσε να τεθεί και θέμα συνεργασίας Ν.Δ. ΣΥΡΙΖΑ όπως είχε γίνει και το 1989.
Στο σημείο αυτό πάντως άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο, στο πλαίσιο της προοδευτικής διακυβέρνησης για συνεργασία με ΣΥΡΙΖΑ, λέγοντας ότι «Δεν θέλω να μιλήσω θεωρητικά. Αν δεν μιλήσουμε για ιδέες και πολιτικές δεν μπαίνω σε συζήτηση συνεργασίας»
Κλείνοντας όμως τη συνέντευξη ο Γ. Παπανδρέου τάχθηκε υπέρ της πρότασης Τσίπρα για σύσταση επιτροπής επιστημόνων κοινής αποδοχής από τα πολιτικά κόμματα προκαλώντας ερωτήματα για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει ή θα αντιμετωπίσει μείζονος σημασίας θέματα όπως η πανδημία κυρίως όμως για το γεγονός πως αποδέχεται την κομματικοποίηση μια επιτροπής ειδικών και επιλογής τους από τους κομματικούς μηχανισμούς