Ευθύς ως έγινε γνωστό πως τουρκικά μαχητικά αεροπλάνα παραβίασαν τον εθνικό εναέριο χώρο στην Αλεξανδρούπολη, εμφανίστηκαν όλοι αυτοί που θαυμάζουν την πολιτική του τουρκικού παζαριού. Όλοι αυτοί που δε θέλουν να είμαστε δεδομένοι στις υποχρεώσεις μας. Είναι οι ίδιοι που στενοχωρήθηκαν με την επιτυχία της επίσκεψης του Έλληνα πρωθυπουργού στις ΗΠΑ. Βέβαια, δε μπορούσαν να πουν πολλά, αλλά ψιθύριζαν το γνωστό μίζερο σχόλιο «και τι κερδίσαμε;» Δεν μπήκαν στον κόπο να εξετάσουν γιατί η Τουρκία αντέδρασε τόσο έντονα σε αυτήν την επίσκεψη ούτε έκαναν τη σκέψη πως τα αποτελέσματα αυτών των συναντήσεων θέλουν τον χρόνο τους.
Η παραβίαση αυτή του εναέριου χώρου στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης από τα τουρκικά μαχητικά τους έδωσε μεγάλη χαρά. Αισθάνθηκαν δικαιωμένοι.
Άρχισαν να βγαίνουν οι γνωστές κραυγές «γιατί δεν τους καταρρίπτουμε!». Λες και η κατάρριψη ενός πολεμικού αεροπλάνου είναι ένα video-game.
Να διευκρινίσω ότι και στο διεθνές δίκαιο υπάρχει η αρχή της αναλογικότητας. Όταν ένα πολεμικό αεροσκάφος παραβιάζει τον εναέριο χώρο σου, δεν το καταρρίπτεις. Το αναχαιτίζεις και το «λοκάρεις». Όταν ένα πολεμικό πλοίο παραβιάζει τα χωρικά σου ύδατα, δεν το βυθίζεις. Αυτές τις πολεμικές κραυγές τις βγάζουν οι ανόητοι και οι πολεμοκάπηλοι.
Η κατάρριψη και η βύθιση είναι πράξεις κλιμάκωσης. Αν η πολιτική ηγεσία έχει όντως αποφασίσει την κλιμάκωση, θα πρέπει να έχει σχεδιάσει και τα επόμενα βήματα της. Αν όμως δράσει σπασμωδικά υπό το κράτος πίεσης, τότε κάνει ένα βήμα στο κενό.
Ας δούμε τώρα ποιος ωφελείται και ποιος επιδιώκει την κλιμάκωση. Η Ελλάδα ή η Τουρκία.
Η πατρίδα μας ως γνωστόν δεν διεκδικεί τίποτα, δεν είναι μια αναθεωρητική δύναμη. Σέβεται το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς συνθήκες. Ως εκ τούτου δεν έχει κανένα λόγο και κανένα κίνητρο να προχωρήσει σε μια κλιμάκωση της έντασης στις σχέσεις της με την Τουρκία.
Από την άλλη πλευρά η Τουρκία είναι μια αναθεωρητική δύναμη. Οι ελίτ αυτής χώρας οραματίζονται την ανασύσταση της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Κάτι που αποτυπώνεται στον χάρτη της «γαλάζιας πατρίδας», αυτόν τον χάρτη που έδειξε ο Έλληνας πρωθυπουργός στον Τζο Μπάιντεν.
Για να επιτύχει αυτόν τον στόχο της η Τουρκία θα πρέπει να «σύρει» την Ελλάδα σε διαπραγματεύσεις πάνω στη δική της ατζέντα, την οποία βεβαίως ουδεμία ελληνική κυβέρνηση έχει αποδεχθεί. Αυτό η Τουρκία μπορεί να το επιτύχει μετά από ένα θερμό επεισόδιο ή μια μίνι σύρραξη, που τελικά θα καταλήξει σε μια εφ' όλης της ύλης διαπραγμάτευση. Μόνο που αυτή η διαπραγμάτευση θα αφορά μόνο στο τι θα δώσουμε.
Η οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση επιλέξει την κλιμάκωση θα πρέπει να έχει σχεδιάσει και τα αντίμετρα, πολιτικά και διπλωματικά, που θα πρέπει να λάβει για να αποφύγει την εφ' όλης της ύλης διαπραγμάτευση.
Είναι λογικό οι περισσότεροι από αυτούς που κραυγάζουν «καταρρίψτε τους», να αγνοούν τις συνέπειες ενός τέτοιου τυχοδιωκτισμού. Υπάρχουν όμως και αυτοί που ενώ γνωρίζουν, επιμένουν γιατί έχουν δημιουργήσει ένα ακροατήριο που θέλει να ακούει πολεμικές κραυγές. Ή γιατί, για τους δικούς τους προσωπικούς λόγους, θέλουν να «κοντύνουν» τις επιτυχίες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Α propos, οι εγχώριοι πολεμοχαρείς είναι και πουτινόφιλοι. Είναι αυτοί που προτρέπουν τον Ζελένσκι να παραδώσει εθνικό έδαφος στους εισβολείς. Πολεμοχαρείς και πολεμοκάπηλοι με τον Ερντογάν, «κοτούλες» με τον Πούτιν. Να τους χαιρόμαστε!
liberal.gr