Για το τροχαίο δυστύχημα που σημειώθηκε στο Περού, και στοίχισε τη ζωή τεσσάρων ανθρώπων, μίλησε ο Ανδρέας Σοφιανός, ο οποίος επέβαινε στο μοιραίο λεωφορείο.
Υπενθυμίζεται ότι ο γιος του μέλους του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ, Νίκου Σοφιανού, ήταν ο ένας από τους δύο Έλληνες επιβαίνοντες του λεωφορείου που έπεσε σε γκρεμό 100 μέτρων στο Περού, με συνέπεια να χάσουν τη ζωή τους τέσσερις άνθρωποι, τρεις Κολομβιανοί τουρίστες και ο οδηγός του λεωφορείου, ενώ άλλοι 16 τραυματίστηκαν.
Το δυστύχημα συνέβη όταν το τουριστικό όχημα, το οποίο επέστρεφε από το Μάτσου Πίτσου, την ακρόπολη της αυτοκρατορίας των Ίνκας, έπεσε «σε χαράδρα περίπου 100 μέτρων». Ο δρόμος ήταν πολύ στενός, ο οδηγός έχασε τον έλεγχο και το λεωφορείο κατρακύλησε στον γκρεμό, μέχρι που το σταμάτησε μια πέτρα.
Ο Ανδρέας Σοφιανός, ακόμα σοκαρισμένος, περιέγραψε στην εκπομπή «Live News» του MEGA πώς συνέβη το τραγικό δυστύχημα, αλλά και την αγωνία που έζησε.
«Επιστρέφοντας από το Μάτσου Πίτσου με κακό καιρό, κακές συνθήκες, με ομίχλη, το λεωφορείο σε κάποιο σημείο, μη βλέποντας ο οδηγός τον δρόμο, έφυγε στη χαράδρα», σημείωσε.
Συνεχίζοντας, δήλωσε ότι «έγινε προσπάθεια να μεταφερθούν όλοι όσοι χτυπήθηκαν σε κοντινά νοσοκομεία και από εκεί και έπειτα μεταφέρονται όλοι στη Λίμα, από τη στιγμή που το επιτρέπουν οι γιατροί».
Πώς είναι η κατάσταση της υγείας της Ελληνίδας που τραυματίστηκε στο Περού
Ο Ανδρέας Σοφιανός δεν υπέστη βαριά τραύματα, όμως η Μυρτώ Αρβανίτη, η Ελληνίδα που επίσης επέβαινε στο λεωφορείο, νοσηλεύεται ακόμα. Έχει υποστεί κάποια κατάγματα, ενώ αντιμετωπίστηκε η εσωτερική αιμορραγία που είχε.
«Η κοπέλα είναι σε μια σταθερή κατάσταση. Έχει ορισμένα κατάγματα και από εκεί και έπειτα περιμένουμε πότε θα μας δώσουν οι γιατροί το "ΟΚ", παρακολουθώντας μια σειρά από ιατρικές παραμέτρους που μπορεί να οφείλονται στην κρούση, για να μεταφερθεί στη Λίμα», όπως είπε ο γιος του Νίκου Σοφιανού.
Σε συνεχή επικοινωνία βρίσκονται οι ελληνικές με τις περουβιανές Αρχές, ώστε η κοπέλα να μεταφερθεί με ασφάλεια, συνοδεία γιατρού, στην Ελλάδα, όσο πιο σύντομα γίνεται. Αν και δεν υπάρχει κίνδυνος για τη ζωή της, ζητούμενο παραμένει η καλύτερη δυνατή περιποίηση που μπορεί να δεχθεί.