Ο αείμνηστος Ιταλός πολιτικός μηχανικός το 1972 επελέγη από το ελληνικό κράτος για την κατασκευή της Γέφυρας Σερβίων - Τώρα διαπιστώθηκε ότι έχει προβλήματα και χρειάζεται εκτεταμένη συντήρηση
Εντελώς κλειστή στην κυκλοφορία οχημάτων, λόγω επικινδυνότητας, είναι εδώ και μερικές ημέρες η δεύτερη μεγαλύτερη γέφυρα στην Ελλάδα. Προς μεγάλη αναστάτωση και δυσαρέσκεια των κατοίκων της περιοχής -και όχι μόνο-, ένας άξονας ζωτικής σημασίας για την κοινωνία και την οικονομία της ευρύτερης περιοχής, τμήμα της οδικής σύνδεσης ανάμεσα στη Λάρισα και την Κοζάνη, έχει τεθεί εκτός λειτουργίας ύστερα από 48 χρόνια.
Η λεγόμενη Υψηλή Γέφυρα Σερβίων (ή Πολυφύτου ή Νεράιδας - Κοζάνης), μία από τις πιο επιβλητικές και ταυτόχρονα πλέον κομψές γέφυρες σε ολόκληρη τη Βαλκανική, η οποία υπολείπεται ως προς το μήκος της μόνο συγκριτικά με αυτήν του Ρίου - Αντιρρίου, εμφανίζει σοβαρή ρηγμάτωση σε διάφορα σημεία της. Ως εκ τούτου, λόγοι ασφαλείας επέβαλαν τον καθολικό αποκλεισμό της από την κυκλοφορία, επί ένα χρονικό διάστημα που μέχρι στιγμής παραμένει απροσδιόριστο. Η διάρκεια των μελετών και των εργασιών επισκευής -ή μάλλον διάσωσης- θα καθορίσει τη στιγμή που η Γέφυρα Σερβίων θα αποδοθεί ξανά σε κοινή χρήση.
Ωστόσο, πέραν των προφανών και αυτονόητων παρενεργειών που προξενεί στην καθημερινότητα δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων η απενεργοποίησή της, η περίπτωση της γερασμένης γέφυρας έχει όλα τα στοιχεία ενός δράματος. Διότι, εκτός από τις καίριες πρακτικές ανάγκες τις οποίες εξυπηρετεί, πέρα ακόμη και από το γεγονός ότι περίπου τον τελευταίο μισό αιώνα αποτελεί χαρακτηριστικό τοπόσημο για την περιοχή, η Υψηλή Γέφυρα Σερβίων πάνω από τον Αλιάκμονα συνδέεται «εξ αίματος» με μια άλλη γέφυρα, η μοίρα της οποίας ήταν τραγική. Πρόκειται για τη Viadotto Polcevera, τη γέφυρα της Γένοβας στη βόρεια Ιταλία, τμήμα της οποίας κατέρρευσε τον Αύγουστο του 2018. Ο απολογισμός του συμβάντος ήταν 43 νεκροί, 16 τραυματίες, εκτεταμένες υλικές καταστροφές.
Η γέφυρα της Γένοβας στη βόρεια Ιταλία, τμήμα της οποίας κατέρρευσε τον Αύγουστο του 2018. Ο απολογισμός ήταν 43 νεκροί και 16 τραυματίες
Στις ειδησεογραφικές αναφορές σχετικά με το τραγικό γεγονός επαναλήφθηκε αμέτρητες φορές η εναλλακτική ονομασία της γενοβέζικης γέφυρας, ως «Ponte Morandi», η Γέφυρα του Μοράντι. Οπου Μοράντι είναι ο Ρικάρντο Μοράντι, ένας τολμηρός, πρωτοπόρος Ιταλός πολιτικός μηχανικός, από τους σημαντικότερους του 20ού αιώνα, ο οποίος σχεδίασε δεκάδες γέφυρες ανά την υφήλιο, μεταξύ των οποίων και τη, μοιραία όπως αποδείχθηκε για την υστεροφημία του, γέφυρα της Γένοβας.
Το 1972 ο Ρικάρντο Μοράντι επελέγη από το ελληνικό κράτος ως ιδανικός για να εμπνευστεί, να σχεδιάσει και να επιβλέψει την κατασκευή της Υψηλής Γέφυρας Σερβίων Κοζάνης. Ωστόσο, είναι ακριβώς αυτός ο ρηξικέλευθος τρόπος του που σήμερα εμφανίζεται ως ο βασικός ύποπτος για την πρόωρη επισφάλεια των γεφυρών στις οποίες έβαζε την, ολοένα πιο διάσημη, υπογραφή του.
Τα μεγαθηριακά έργα του Μοράντι
Ο Ρωμαίος στην καταγωγή Ρικάρντο Μοράντι απεβίωσε το 1989 σε ηλικία 87 ετών. Στην ιστορία των μεγάλων κατασκευαστικών έργων έμεινε ως ένας από τους πρώτους μηχανικούς που υιοθέτησαν συστηματικά τη μέθοδο του προεντεταμένου σκυροδέματος, της προβολοδόμησης καθώς και τη λύση της καλωδιωτής στήριξης για τις γέφυρές του. Εξαιτίας αυτών, το όνομα Ρικάρντο Μοράντι μνημονεύεται -ιδιαίτερα μετά το τραγικό περιστατικό της Γένοβας- ως αμφιλεγόμενο, με διαζεύξεις του τύπου «μεγαλοφυΐα και καινοτόμος ή απλώς ένας κακός μηχανικός;».
Πάντως, τα περισσότερα μεγαθηριακά έργα του εξακολουθούν να προκαλούν δέος ακόμη και σήμερα, πολλές δεκαετίες μετά τη δημιουργία τους, σχεδόν σε κάθε γωνιά του κόσμου, από την Ιταλία, τη Λιβύη και τη Βενεζουέλα έως τη Νότιο Αφρική. Το αξιοπρόσεκτο είναι ότι ο ίδιος ο Μοράντι είχε πλήρη επίγνωση -και προειδοποιούσε με την ανάλογη έμφαση- ότι η μέθοδος του προεντεταμένου σκυροδέματος προϋπέθετε τακτική και ευλαβική συντήρηση. Ειδάλλως οι γέφυρες θα εμφάνιζαν ταχύτατη και πιθανότατα μη αναστρέψιμη φθορά. Ακόμη και στην περίπτωση της γέφυρας που κατέρρευσε στη Γένοβα, ο Μοράντι είχε απευθύνει εγκαίρως εκκλήσεις στους αρμοδίους υπογραμμίζοντας τους σοβαρότατους κινδύνους στους οποίους οδηγεί η παραμέληση.
Επομένως, κατά κάποιον τρόπο, όποιος τον επέλεγε γνώριζε εκ των προτέρων τι θα παραλάμβανε από εκείνον: γέφυρες συναρμολογημένες από πελώρια μέλη σκυροδέματος, πλην χαρακτηριστικά ανάλαφρες και καλαίσθητες, αλλά με αμφίβολη αντοχή στη φθορά του χρόνου. Επιπλέον, σχεδόν ακαταμάχητα ατού της μεθόδου του ήταν η ταχύτητα της κατασκευής, λόγω της χρήσης πολλών προκατασκευασμένων στοιχείων και οπωσδήποτε το αναλογικά χαμηλότερο κόστος σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους.
Πολύ σχηματικά, η προβολοδόμηση έχει να κάνει με την εγκατάσταση πυλώνων με εκατέρωθεν οριζόντιες προεκτάσεις/τμήματα του δρόμου, οι οποίες στηρίζονται πάνω τους. Κατόπιν, βήμα-βήμα, προχωρώντας ουσιαστικά προς το κενό, προστίθενται οριζοντίως προκατασκευασμένα κομμάτια, εν είδει σπονδύλων.
Η τεχνική επιλογή του προεντεταμένου σκυροδέματος συνέχει όλα τα επιμέρους τμήματα της κατασκευής με δέσμες ατσάλινων καλωδίων, οι οποίες διατρέχουν εσωτερικά το σώμα της γέφυρας. Παρενθετικά, το προεντεταμένο σκυρόδεμα διαφέρει κατά πολύ από το οπλισμένο, το γνωστότερο ως «μπετόν αρμέ», ακριβώς -όπως μαρτυρά και η ονομασία του- χάρη στην προένταση.
Αντί, δηλαδή, για την απλή ενίσχυση του τσιμέντου με μεταλλικό οπλισμό (μπετοσίδερα), τα κατασκευαστικά μέλη από προεντεταμένο σκυρόδερμα φέρουν εντός τους καλώδια που έχουν τανυστεί ώστε να αντεπεξέρχονται στην πίεση συγκεκριμένων φορτίων. Στην πράξη, η μεγαλοφυής αυτή ιδέα μετατρέπει τη γέφυρα σε ανάρτηση, καθώς οι καταπονήσεις και οι κραδασμοί από τα διερχόμενα οχήματα και τα φορτία τους αποσβέννυνται από τα φαινομενικά στιβαρά και ακλόνητα μέρη της κατασκευής.
Στις ειδησεογραφικές αναφορές σχετικά με το τραγικό γεγονός επαναλήφθηκε αμέτρητες φορές η εναλλακτική ονομασία της γενοβέζικης γέφυρας, ως «Ponte Morandi», η Γέφυρα του Μοράντι. Οπου Μοράντι είναι ο Ρικάρντο Μοράντι, ένας τολμηρός, πρωτοπόρος Ιταλός πολιτικός μηχανικός, από τους σημαντικότερους του 20ού αιώνα, ο οποίος σχεδίασε δεκάδες γέφυρες ανά την υφήλιο, μεταξύ των οποίων και τη, μοιραία όπως αποδείχθηκε για την υστεροφημία του, γέφυρα της Γένοβας.
Το 1972 ο Ρικάρντο Μοράντι επελέγη από το ελληνικό κράτος ως ιδανικός για να εμπνευστεί, να σχεδιάσει και να επιβλέψει την κατασκευή της Υψηλής Γέφυρας Σερβίων Κοζάνης. Ωστόσο, είναι ακριβώς αυτός ο ρηξικέλευθος τρόπος του που σήμερα εμφανίζεται ως ο βασικός ύποπτος για την πρόωρη επισφάλεια των γεφυρών στις οποίες έβαζε την, ολοένα πιο διάσημη, υπογραφή του.
Τα μεγαθηριακά έργα του Μοράντι
Ο Ρωμαίος στην καταγωγή Ρικάρντο Μοράντι απεβίωσε το 1989 σε ηλικία 87 ετών. Στην ιστορία των μεγάλων κατασκευαστικών έργων έμεινε ως ένας από τους πρώτους μηχανικούς που υιοθέτησαν συστηματικά τη μέθοδο του προεντεταμένου σκυροδέματος, της προβολοδόμησης καθώς και τη λύση της καλωδιωτής στήριξης για τις γέφυρές του. Εξαιτίας αυτών, το όνομα Ρικάρντο Μοράντι μνημονεύεται -ιδιαίτερα μετά το τραγικό περιστατικό της Γένοβας- ως αμφιλεγόμενο, με διαζεύξεις του τύπου «μεγαλοφυΐα και καινοτόμος ή απλώς ένας κακός μηχανικός;».
Πάντως, τα περισσότερα μεγαθηριακά έργα του εξακολουθούν να προκαλούν δέος ακόμη και σήμερα, πολλές δεκαετίες μετά τη δημιουργία τους, σχεδόν σε κάθε γωνιά του κόσμου, από την Ιταλία, τη Λιβύη και τη Βενεζουέλα έως τη Νότιο Αφρική. Το αξιοπρόσεκτο είναι ότι ο ίδιος ο Μοράντι είχε πλήρη επίγνωση -και προειδοποιούσε με την ανάλογη έμφαση- ότι η μέθοδος του προεντεταμένου σκυροδέματος προϋπέθετε τακτική και ευλαβική συντήρηση. Ειδάλλως οι γέφυρες θα εμφάνιζαν ταχύτατη και πιθανότατα μη αναστρέψιμη φθορά. Ακόμη και στην περίπτωση της γέφυρας που κατέρρευσε στη Γένοβα, ο Μοράντι είχε απευθύνει εγκαίρως εκκλήσεις στους αρμοδίους υπογραμμίζοντας τους σοβαρότατους κινδύνους στους οποίους οδηγεί η παραμέληση.
Επομένως, κατά κάποιον τρόπο, όποιος τον επέλεγε γνώριζε εκ των προτέρων τι θα παραλάμβανε από εκείνον: γέφυρες συναρμολογημένες από πελώρια μέλη σκυροδέματος, πλην χαρακτηριστικά ανάλαφρες και καλαίσθητες, αλλά με αμφίβολη αντοχή στη φθορά του χρόνου. Επιπλέον, σχεδόν ακαταμάχητα ατού της μεθόδου του ήταν η ταχύτητα της κατασκευής, λόγω της χρήσης πολλών προκατασκευασμένων στοιχείων και οπωσδήποτε το αναλογικά χαμηλότερο κόστος σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους.
Πολύ σχηματικά, η προβολοδόμηση έχει να κάνει με την εγκατάσταση πυλώνων με εκατέρωθεν οριζόντιες προεκτάσεις/τμήματα του δρόμου, οι οποίες στηρίζονται πάνω τους. Κατόπιν, βήμα-βήμα, προχωρώντας ουσιαστικά προς το κενό, προστίθενται οριζοντίως προκατασκευασμένα κομμάτια, εν είδει σπονδύλων.
Η τεχνική επιλογή του προεντεταμένου σκυροδέματος συνέχει όλα τα επιμέρους τμήματα της κατασκευής με δέσμες ατσάλινων καλωδίων, οι οποίες διατρέχουν εσωτερικά το σώμα της γέφυρας. Παρενθετικά, το προεντεταμένο σκυρόδεμα διαφέρει κατά πολύ από το οπλισμένο, το γνωστότερο ως «μπετόν αρμέ», ακριβώς -όπως μαρτυρά και η ονομασία του- χάρη στην προένταση.
Αντί, δηλαδή, για την απλή ενίσχυση του τσιμέντου με μεταλλικό οπλισμό (μπετοσίδερα), τα κατασκευαστικά μέλη από προεντεταμένο σκυρόδερμα φέρουν εντός τους καλώδια που έχουν τανυστεί ώστε να αντεπεξέρχονται στην πίεση συγκεκριμένων φορτίων. Στην πράξη, η μεγαλοφυής αυτή ιδέα μετατρέπει τη γέφυρα σε ανάρτηση, καθώς οι καταπονήσεις και οι κραδασμοί από τα διερχόμενα οχήματα και τα φορτία τους αποσβέννυνται από τα φαινομενικά στιβαρά και ακλόνητα μέρη της κατασκευής.
Η Υψηλή Γέφυρα Σερβίων εμφανίζει σοβαρή ρηγμάτωση και τέθηκε εκτός λειτουργίας ύστερα από 48 χρόνια
Η μέθοδος του προεντεταμένου σκυροδέματος προϋποθέτει σύνθετους μαθηματικούς υπολογισμούς, ακριβείς προσομοιώσεις, τη μέγιστη προσοχή κατά την κατασκευή και, όπως αποδείχθηκε με οδυνηρό τρόπο στη Γένοβα συστηματική συντήρηση. Είναι σαφές όμως ότι ανήσυχα πνεύματα ο Ρικάρντο Μοράντι δεν θα μπορούσαν να αντισταθούν στη γοητεία του προεντεταμένου σκυροδέματος, παρά τους κινδύνους. Και δικαίως, εφόσον το προεντεταμένο σκυρόδεμα αναδείχθηκε σε μία από τις κυρίαρχες κατασκευαστικές τεχνικές στο πέρασμα του χρόνου.
Εργο της επταετίας
Σε ό,τι αφορά στην ιστορία της, η Υψηλή Γέφυρα Σερβίων δημοπρατήθηκε το 1972, επί χούντας. Ηταν ένα από τα πλέον μεγαλεπήβολα έργα της επταετίας, εξ ου και προοριζόταν από το καθεστώς των συνταγματαρχών να χρησιμεύσει, εμμέσως, ως ένα σύγχρονο μνημείο ευημερίας και προόδου, μια βιτρίνα για την Ελλάδα γενικότερα.
Δυστυχώς όμως για τους δικτάτορες, ο χρόνος τούς πρόλαβε και η προπαγάνδα από προεντεταμένο σκυρόδεμα που οραματίζονταν δεν απέδωσε ποτέ τους ποθούμενους καρπούς για την προβολή του καθεστώτος τους, εντός και εκτός της επικράτειας. Η γέφυρα ήταν έτοιμη το 1975, στη Μεταπολίτευση, ενώ εγκαινιάστηκε με κάθε επισημότητα στις 7 Νοεμβρίου του 1976. Εγραφε τότε η εφημερίδα «Μακεδονία» στο σχετικό ρεπορτάζ ότι «η Υψηλή, όπως χαρακτηρίζεται, Γέφυρα Σερβίων, συνέδεσε τις όχθες της τεχνητής λίμνης του φράγματος Πολυφύτου της ΔΕΗ στο σημείο της στενώσεώς της και αποκατέστησε την συνέχεια της εθνικής οδού Κοζάνης - Λαρίσης, που είχε κατακλυσθή από τα νερά της λίμνης. Το μήκος της Γέφυρας φτάνει τα 1.371 μέτρα, το πλάτος του καταστρώματος τα 13 μ. και το ύψος των βάθρων της κυμαίνεται από 15 μέχρι 50 μέτρα, ενώ έχει συνολικά 29 ανοίγματα. Το έργο, συνολικής δαπάνης 320 εκατ. δρχ. χρηματοδοτήθηκε από τη ΔΕΗ κατά ποσοστό 86,5% και από το υπουργείο Δημοσίων Εργων κατά το υπόλοιπον 13,5%».
Εν συνεχεία, το ίδιο δημοσίευμα εστίαζε στη μείζονα κοινωνική παρενέργεια που επέφερε η Γέφυρα Σερβίων: «Μετά την τελετή των εγκαινίων οι υπουργοί διέσχισαν πεζή τη Γέφυρα και πέρασαν στην έναντι όχθη της λίμνης, όπου τους ανέμεναν οι κάτοικοι των πέριξ χωρίων που επλήγησαν από την κατασκευή της τεχνητής λίμνης. Αυτοί έφεραν πανώ και πλακάτ με διάφορα συνθήματα. - Τελευταία φοράˮ είπαν “κάνουμε ειρηνική εκδήλωση”.
Η δικτατορία μάς υποσχέθηκε ότι θα μας δώση 1.450.000 δρχ και αντ’ αυτού πήραμε μόνο 750.000 δρχ.ˮΟπως αναφέρεται στο υπόμνημα, τα νερά της λίμνης κατέκλυσαν 45.000 στρέμματα αρίστης γονιμότητος γης και 30.000 στρέμματα βοσκοτόπων. Οι πληγέντες ζητούν να αναθεωρηθούν οι τιμές απαλλοτριώσεως και να επιτραπή η καλλιέργεια εκτάσεων που απαλλοτριώθηκαν, αλλά δεν έχουν κατακλυσθή από τα νερά». Εντύπωση προκαλεί ότι ο Τύπος της εποχής απέδωσε τα εύσημα για την κατασκευή σε ελληνικές τεχνικές εταιρείες (κοινοπραξία μεταξύ της ΣΚΑΠΑΝΕΥΣ Α.Ε. και της ΞΕΚΤΕ Α.Ε.), παραλείποντας εντελώς την αναφορά στον Ρικάρντο Μοράντι.
Στην πράξη όμως, ασχέτως της όποιας πολιτικής υστεροβουλίας και παρότι έγινε επί δικτατορίας, η αρχική επιλογή του Ιταλού μηχανικού φάνταζε μονόδρομος. Απλώς και μόνο διότι στη αρχή της δεκαετίας του ’70 ο Μοράντι αποτελούσε πολλαπλή εγγύηση, εφόσον θεωρούνταν ένας από τους διαπρεπέστερους κατασκευαστές γεφυρών στον κόσμο.
Ο συσχετισμός των δύο έργων του Ρικάρντο Μοράντι, της Γέφυρας των Σερβίων με εκείνη της Γένοβας, ιδιαίτερα σε μια χρονική συγκυρία με νωπή την οδύνη για το δυστύχημα στα Τέμπη, οδηγεί σε συνειρμό πανικού. Βάσει της συλλογιστικής ότι αν οι ιδιαίτερες κατασκευαστικές μέθοδοι που συνήθιζε να εφαρμόζει ο Ρικάρντο Μοράντι καταλήγουν σε γέφυρες εγγενώς εύθραυστες, τότε, μετά απ’ ό,τι συνέβη στη Γένοβα, υπάρχει σοβαρός και άμεσος κίνδυνος να επαναληφθεί στα Σέρβια. Η Πόντε Μοράντι, μήκους 1.182 μ., παραδόθηκε το 1967. Η Υψηλή Γέφυρα Σερβίων δεν είναι πολύ διαφορετική -έχει μήκος 1.372 μ. και εγκαινιάστηκε το 1975. Αρα, μια περίπτωση βίων παραλλήλων; Πόσο κοντά βρίσκεται σήμερα η Γέφυρα των Σερβίων στο χείλος της κατάρρευσης;
Η μέθοδος του προεντεταμένου σκυροδέματος προϋποθέτει σύνθετους μαθηματικούς υπολογισμούς, ακριβείς προσομοιώσεις, τη μέγιστη προσοχή κατά την κατασκευή και, όπως αποδείχθηκε με οδυνηρό τρόπο στη Γένοβα συστηματική συντήρηση. Είναι σαφές όμως ότι ανήσυχα πνεύματα ο Ρικάρντο Μοράντι δεν θα μπορούσαν να αντισταθούν στη γοητεία του προεντεταμένου σκυροδέματος, παρά τους κινδύνους. Και δικαίως, εφόσον το προεντεταμένο σκυρόδεμα αναδείχθηκε σε μία από τις κυρίαρχες κατασκευαστικές τεχνικές στο πέρασμα του χρόνου.
Εργο της επταετίας
Σε ό,τι αφορά στην ιστορία της, η Υψηλή Γέφυρα Σερβίων δημοπρατήθηκε το 1972, επί χούντας. Ηταν ένα από τα πλέον μεγαλεπήβολα έργα της επταετίας, εξ ου και προοριζόταν από το καθεστώς των συνταγματαρχών να χρησιμεύσει, εμμέσως, ως ένα σύγχρονο μνημείο ευημερίας και προόδου, μια βιτρίνα για την Ελλάδα γενικότερα.
Δυστυχώς όμως για τους δικτάτορες, ο χρόνος τούς πρόλαβε και η προπαγάνδα από προεντεταμένο σκυρόδεμα που οραματίζονταν δεν απέδωσε ποτέ τους ποθούμενους καρπούς για την προβολή του καθεστώτος τους, εντός και εκτός της επικράτειας. Η γέφυρα ήταν έτοιμη το 1975, στη Μεταπολίτευση, ενώ εγκαινιάστηκε με κάθε επισημότητα στις 7 Νοεμβρίου του 1976. Εγραφε τότε η εφημερίδα «Μακεδονία» στο σχετικό ρεπορτάζ ότι «η Υψηλή, όπως χαρακτηρίζεται, Γέφυρα Σερβίων, συνέδεσε τις όχθες της τεχνητής λίμνης του φράγματος Πολυφύτου της ΔΕΗ στο σημείο της στενώσεώς της και αποκατέστησε την συνέχεια της εθνικής οδού Κοζάνης - Λαρίσης, που είχε κατακλυσθή από τα νερά της λίμνης. Το μήκος της Γέφυρας φτάνει τα 1.371 μέτρα, το πλάτος του καταστρώματος τα 13 μ. και το ύψος των βάθρων της κυμαίνεται από 15 μέχρι 50 μέτρα, ενώ έχει συνολικά 29 ανοίγματα. Το έργο, συνολικής δαπάνης 320 εκατ. δρχ. χρηματοδοτήθηκε από τη ΔΕΗ κατά ποσοστό 86,5% και από το υπουργείο Δημοσίων Εργων κατά το υπόλοιπον 13,5%».
Εν συνεχεία, το ίδιο δημοσίευμα εστίαζε στη μείζονα κοινωνική παρενέργεια που επέφερε η Γέφυρα Σερβίων: «Μετά την τελετή των εγκαινίων οι υπουργοί διέσχισαν πεζή τη Γέφυρα και πέρασαν στην έναντι όχθη της λίμνης, όπου τους ανέμεναν οι κάτοικοι των πέριξ χωρίων που επλήγησαν από την κατασκευή της τεχνητής λίμνης. Αυτοί έφεραν πανώ και πλακάτ με διάφορα συνθήματα. - Τελευταία φοράˮ είπαν “κάνουμε ειρηνική εκδήλωση”.
Η δικτατορία μάς υποσχέθηκε ότι θα μας δώση 1.450.000 δρχ και αντ’ αυτού πήραμε μόνο 750.000 δρχ.ˮΟπως αναφέρεται στο υπόμνημα, τα νερά της λίμνης κατέκλυσαν 45.000 στρέμματα αρίστης γονιμότητος γης και 30.000 στρέμματα βοσκοτόπων. Οι πληγέντες ζητούν να αναθεωρηθούν οι τιμές απαλλοτριώσεως και να επιτραπή η καλλιέργεια εκτάσεων που απαλλοτριώθηκαν, αλλά δεν έχουν κατακλυσθή από τα νερά». Εντύπωση προκαλεί ότι ο Τύπος της εποχής απέδωσε τα εύσημα για την κατασκευή σε ελληνικές τεχνικές εταιρείες (κοινοπραξία μεταξύ της ΣΚΑΠΑΝΕΥΣ Α.Ε. και της ΞΕΚΤΕ Α.Ε.), παραλείποντας εντελώς την αναφορά στον Ρικάρντο Μοράντι.
Στην πράξη όμως, ασχέτως της όποιας πολιτικής υστεροβουλίας και παρότι έγινε επί δικτατορίας, η αρχική επιλογή του Ιταλού μηχανικού φάνταζε μονόδρομος. Απλώς και μόνο διότι στη αρχή της δεκαετίας του ’70 ο Μοράντι αποτελούσε πολλαπλή εγγύηση, εφόσον θεωρούνταν ένας από τους διαπρεπέστερους κατασκευαστές γεφυρών στον κόσμο.
Ο συσχετισμός των δύο έργων του Ρικάρντο Μοράντι, της Γέφυρας των Σερβίων με εκείνη της Γένοβας, ιδιαίτερα σε μια χρονική συγκυρία με νωπή την οδύνη για το δυστύχημα στα Τέμπη, οδηγεί σε συνειρμό πανικού. Βάσει της συλλογιστικής ότι αν οι ιδιαίτερες κατασκευαστικές μέθοδοι που συνήθιζε να εφαρμόζει ο Ρικάρντο Μοράντι καταλήγουν σε γέφυρες εγγενώς εύθραυστες, τότε, μετά απ’ ό,τι συνέβη στη Γένοβα, υπάρχει σοβαρός και άμεσος κίνδυνος να επαναληφθεί στα Σέρβια. Η Πόντε Μοράντι, μήκους 1.182 μ., παραδόθηκε το 1967. Η Υψηλή Γέφυρα Σερβίων δεν είναι πολύ διαφορετική -έχει μήκος 1.372 μ. και εγκαινιάστηκε το 1975. Αρα, μια περίπτωση βίων παραλλήλων; Πόσο κοντά βρίσκεται σήμερα η Γέφυρα των Σερβίων στο χείλος της κατάρρευσης;
Ο φημισμένος Ιταλός πολιτικός μηχανικός Ρικάρντο Μοράντι
Αναζητώντας έγκυρες απαντήσεις στις θεμελιώδεις απορίες για την κατάσταση της γέφυρας, φερ’ ειπείν η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Μηχανικών Δημοσίων Υπαλλήλων Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών σε ανακοίνωσή της με ημερομηνία 21/3/2023 επισημαίνει ότι «με έκπληξη πληροφορηθήκαμε από τα ΜΜΕ (έντυπα και ηλεκτρονικά), ότι δεν υπήρχαν πουθενά τα σχέδια του έργου και βρέθηκαν κάπου στην Ιταλία. Από αρμόδια χείλη ακούσαμε ότι από την κατασκευή της γέφυρας και επί 50 χρόνια λειτουργίας της δεν έγινε καμία συντήρηση. Ενώ σε άλλη έγκυρη πηγή αναφέρεται ότι η μοναδική επιθεώρηση της γέφυρας έγινε μετά από το σεισμό του Μαΐου το 1995, άγνωστο πως, αφού δεν υπήρχαν σχέδια.
Η Γέφυρα αφέθηκε στην τύχη της, δίχως να ληφθεί σχετική μέριμνα από την Πολιτεία, παρόλο που τα προβλήματά της πλήθαιναν στην πορεία του χρόνου και πλέον φαίνονταν διά γυμνού οφθαλμού (παραμόρφωση στο κατάστρωμα, καμπυλώσεις στα κάγκελα κ.λπ.). Μετά από πρόσφατη διαπίστωση σοβαρών ρωγμών στους τένοντες της Γέφυρας ξεκίνησαν να εκτελούνται εργασίες επισκευής».
Σε επιστημονικό δημοσίευμα σχετικά με τη Γέφυρα των Σερβίων αναφέρεται επίσης ότι οι φθορές της ενδέχεται να οφείλονται σε αιτίες όπως η ανισομερής καθίζηση του εδάφους, η αστοχία τενόντων (δηλαδή των τεράστιων χαλύβδινων καλωδίων, τα οποία διαδραματίζουν κρίσιμης σημασίας ρόλο στη στατικότητα της γέφυρας), ενώ ένας τρίτος επιβλαβής παράγοντας είναι τυχαία συμβάντα, φυσικά ή ανθρωπογενή. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν δύο ισχυροί σεισμοί, στη δεύτερη η ταυτόχρονη διέλευση μεγάλου αριθμού βαρέων οχημάτων. Οι κάτοικοι της περιοχής θυμούνται πολύ καλά ότι σε μια περίπτωση τη Γέφυρα διέσχισαν 30 άρματα μάχης, χωρίς κανείς να προνοήσει να αραιώσει τη φάλαγγα, εφόσον το βάρος από έναν τόσο μεγάλο σχηματισμό τανκς υπερέβαινε κατά πολύ τα όρια αντοχής της κατασκευής.
«Γλιτώσαμε τα χειρότερα»
Από τη δική του πλευρά, ο περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας Γιώργος Κασαπίδης υποστηρίζει ότι «γλιτώσαμε τα χειρότερα στο παρά πέντε. Κλείσαμε τη Γέφυρα αφού εντοπίστηκε μια μεγάλη ρωγμή στο σημείο στήριξης του προβόλου με το κατάστρωμα, στην 4η κολόνα, με κατεύθυνση από Κοζάνη προς Σέρβια. Επίσης, έχουμε μεγάλο βαθμό οξείδωσης σε δύο ισχυρούς τένοντες, οι οποίοι κρατούσαν σε οριζόντια θέση τον πρόβολο της 4ης κολόνας. Και πάνω σε αυτόν στηριζόταν το κατάστρωμα του δρόμου, βάρους 500 τόνων. Ο τρίτος λόγος είναι ότι μετά την εγκατάσταση ειδικών καταγραφικών ρωγμώμετρων για δύο συνεχόμενα 24ωρα, διαπιστώσαμε διεύρυνση της μεγάλης, επικίνδυνης ρωγμής».
Μετά από συσκέψεις στο υπουργείο Μεταφορών, αναλυτικές μετρήσεις, μελέτες κ.λπ. η Υψηλή Γέφυρα Σερβίων θα συντηρηθεί ολοκληρωμένα (με κόστος 250 εκατ. ευρώ) για πρώτη φορά τα τελευταία 50 χρόνια. Ο κ. Κασαπίδης συμπληρώνει ότι «η μεγάλη συντήρηση και επισκευή θα γίνει μέσα στο 2024. Επί του παρόντος κάνουμε μια τοπική ενίσχυση, αλλά μεγάλης ισχύος, σημειακά, πάνω στον τραυματισμένο τένοντα, όπως και στη μεγάλη ρωγμή. Ουσιαστικά η Γέφυρα θωρακίζεται με έναν νάρθηκα, ο οποίος θα τοποθετηθεί στον πρόβολο.
Οι μηχανικοί μάς διαβεβαιώνουν ότι, μόλις ολοκληρωθεί η επισκευή, θα γίνουν δοκιμαστικές φορτίσεις προκειμένου να ελεγχθεί στην πράξη η αντοχή της Γέφυρας και ακολούθως να αποδοθεί στην κυκλοφορία με ασφάλεια. Στην παρούσα φάση η Γέφυρα θα μείνει κλειστή για περίπου δύο μήνες, όσο χρειάζεται για τις επισκευές. Ζητήσαμε ήδη να γίνουν και οι έλεγχοι με πολύ στοχευμένο τρόπο πάνω στους υπόλοιπους τένοντες της γέφυρας στο σημείο της προβολοδόμησης. Συγκεκριμένα, μιλάμε για 46 ακόμα τένοντες που πρέπει να ελεγχθούν με καταστροφικούς ελέγχους, όπως λέγονται, δηλαδή να σκάψουμε το σκυρόδεμα, σε βάθος 15 εκ. για να δούμε σε τι κατάσταση βρίσκονται πραγματικά».
Αναζητώντας έγκυρες απαντήσεις στις θεμελιώδεις απορίες για την κατάσταση της γέφυρας, φερ’ ειπείν η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Μηχανικών Δημοσίων Υπαλλήλων Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών σε ανακοίνωσή της με ημερομηνία 21/3/2023 επισημαίνει ότι «με έκπληξη πληροφορηθήκαμε από τα ΜΜΕ (έντυπα και ηλεκτρονικά), ότι δεν υπήρχαν πουθενά τα σχέδια του έργου και βρέθηκαν κάπου στην Ιταλία. Από αρμόδια χείλη ακούσαμε ότι από την κατασκευή της γέφυρας και επί 50 χρόνια λειτουργίας της δεν έγινε καμία συντήρηση. Ενώ σε άλλη έγκυρη πηγή αναφέρεται ότι η μοναδική επιθεώρηση της γέφυρας έγινε μετά από το σεισμό του Μαΐου το 1995, άγνωστο πως, αφού δεν υπήρχαν σχέδια.
Η Γέφυρα αφέθηκε στην τύχη της, δίχως να ληφθεί σχετική μέριμνα από την Πολιτεία, παρόλο που τα προβλήματά της πλήθαιναν στην πορεία του χρόνου και πλέον φαίνονταν διά γυμνού οφθαλμού (παραμόρφωση στο κατάστρωμα, καμπυλώσεις στα κάγκελα κ.λπ.). Μετά από πρόσφατη διαπίστωση σοβαρών ρωγμών στους τένοντες της Γέφυρας ξεκίνησαν να εκτελούνται εργασίες επισκευής».
Σε επιστημονικό δημοσίευμα σχετικά με τη Γέφυρα των Σερβίων αναφέρεται επίσης ότι οι φθορές της ενδέχεται να οφείλονται σε αιτίες όπως η ανισομερής καθίζηση του εδάφους, η αστοχία τενόντων (δηλαδή των τεράστιων χαλύβδινων καλωδίων, τα οποία διαδραματίζουν κρίσιμης σημασίας ρόλο στη στατικότητα της γέφυρας), ενώ ένας τρίτος επιβλαβής παράγοντας είναι τυχαία συμβάντα, φυσικά ή ανθρωπογενή. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν δύο ισχυροί σεισμοί, στη δεύτερη η ταυτόχρονη διέλευση μεγάλου αριθμού βαρέων οχημάτων. Οι κάτοικοι της περιοχής θυμούνται πολύ καλά ότι σε μια περίπτωση τη Γέφυρα διέσχισαν 30 άρματα μάχης, χωρίς κανείς να προνοήσει να αραιώσει τη φάλαγγα, εφόσον το βάρος από έναν τόσο μεγάλο σχηματισμό τανκς υπερέβαινε κατά πολύ τα όρια αντοχής της κατασκευής.
«Γλιτώσαμε τα χειρότερα»
Από τη δική του πλευρά, ο περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας Γιώργος Κασαπίδης υποστηρίζει ότι «γλιτώσαμε τα χειρότερα στο παρά πέντε. Κλείσαμε τη Γέφυρα αφού εντοπίστηκε μια μεγάλη ρωγμή στο σημείο στήριξης του προβόλου με το κατάστρωμα, στην 4η κολόνα, με κατεύθυνση από Κοζάνη προς Σέρβια. Επίσης, έχουμε μεγάλο βαθμό οξείδωσης σε δύο ισχυρούς τένοντες, οι οποίοι κρατούσαν σε οριζόντια θέση τον πρόβολο της 4ης κολόνας. Και πάνω σε αυτόν στηριζόταν το κατάστρωμα του δρόμου, βάρους 500 τόνων. Ο τρίτος λόγος είναι ότι μετά την εγκατάσταση ειδικών καταγραφικών ρωγμώμετρων για δύο συνεχόμενα 24ωρα, διαπιστώσαμε διεύρυνση της μεγάλης, επικίνδυνης ρωγμής».
Μετά από συσκέψεις στο υπουργείο Μεταφορών, αναλυτικές μετρήσεις, μελέτες κ.λπ. η Υψηλή Γέφυρα Σερβίων θα συντηρηθεί ολοκληρωμένα (με κόστος 250 εκατ. ευρώ) για πρώτη φορά τα τελευταία 50 χρόνια. Ο κ. Κασαπίδης συμπληρώνει ότι «η μεγάλη συντήρηση και επισκευή θα γίνει μέσα στο 2024. Επί του παρόντος κάνουμε μια τοπική ενίσχυση, αλλά μεγάλης ισχύος, σημειακά, πάνω στον τραυματισμένο τένοντα, όπως και στη μεγάλη ρωγμή. Ουσιαστικά η Γέφυρα θωρακίζεται με έναν νάρθηκα, ο οποίος θα τοποθετηθεί στον πρόβολο.
Οι μηχανικοί μάς διαβεβαιώνουν ότι, μόλις ολοκληρωθεί η επισκευή, θα γίνουν δοκιμαστικές φορτίσεις προκειμένου να ελεγχθεί στην πράξη η αντοχή της Γέφυρας και ακολούθως να αποδοθεί στην κυκλοφορία με ασφάλεια. Στην παρούσα φάση η Γέφυρα θα μείνει κλειστή για περίπου δύο μήνες, όσο χρειάζεται για τις επισκευές. Ζητήσαμε ήδη να γίνουν και οι έλεγχοι με πολύ στοχευμένο τρόπο πάνω στους υπόλοιπους τένοντες της γέφυρας στο σημείο της προβολοδόμησης. Συγκεκριμένα, μιλάμε για 46 ακόμα τένοντες που πρέπει να ελεγχθούν με καταστροφικούς ελέγχους, όπως λέγονται, δηλαδή να σκάψουμε το σκυρόδεμα, σε βάθος 15 εκ. για να δούμε σε τι κατάσταση βρίσκονται πραγματικά».
Βασίλης Τσακίρογλου
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ