Ο γοητευτικός και χαρισματικός Αλκιβιάδης – Η πολιτική και στρατιωτική του σταδιοδρομία – Το σκάνδαλο των «Ερμοκοπιδών» - Η εκστρατεία στη Σικελία και η φυγή του στη Σπάρτη – Η επιστροφή στην Αθήνα, η νέα προσέγγισή του προς τους Πέρσες και το τραγικό του τέλος – Άγνωστες λεπτομέρειες του πολυτάραχου βίου του
Ένας από τους πλέον αμφιλεγόμενους πολιτικούς και στρατιωτικούς της αρχαίας Ελλάδας ήταν ο Αλκιβιάδης. Γοητευτικός, χαρισματικός ηγέτης, λάτρης της γενέτειράς του Αθήνας, την οποία όμως πρόδωσε σε δύσκολη γι’ αυτή στιγμή.
Ποιος ήταν ο Αλκιβιάδης;
Ο Αλκιβιάδης γεννήθηκε στην Αθήνα το 450 π.Χ. Ήταν γόνος της υψηλότερης αριστοκρατίας της πόλης. Πατέρας του ήταν ο Κλεινίας που ανδραγάθησε στη ναυμαχία του Αρτεμισίου το 480 π.Χ. αλλά σκοτώθηκε στη μάχη της Κορώνειας της Βοιωτίας το 447 π.Χ. Ο παππούς του από την πλευρά του πατέρα του, Αλκιβιάδης επίσης, ήταν συνεργάτης του μεγάλου μεταρρυθμιστή της αρχαίας Αθήνας Κλεισθένη. Η γενιά του από τον πατέρα του, έφτανε ως τους Αιακίδες. Αλλά και η μητέρα του Δεινομάχη καταγόταν από το γένος των Αλκμεωνιδών. Ήταν ευγενής και πλούσια κόρη του Αλκμεωνίδη Μεγακλή και εγγονή του Ιπποκράτη, αδελφού του Κλεισθένη.
Η φύση προίκισε τον Αλκιβιάδη με σπάνια ομορφιά, εξυπνάδα και ευγενική καταγωγή. Ένα μειονέκτημα, κάποιον τραυλισμό, κατόρθωσε να τον μετατρέψει σε αρετή του λόγου κάνοντας πολλούς από τους αριστοκράτες νέους να θέλουν να τον μιμηθούν. Στην απαράμιλλη ομορφιά του αναφέρθηκαν ο Πλάτωνας, ο Πλούταρχος και ο Ξενοφώντας που γράφει ότι ακόμα και οι σεμνότερες κοπέλες αδυνατούσαν να αντισταθούν σ’ αυτόν. Η ευστροφία και η διαύγεια του νου του σαγήνευσαν ακόμα και τον Σωκράτη! Δεν ήταν όμως μόνο αυτά τα προτερήματά του. Επέβαλε παντού την προσωπικότητά του: στη Σπάρτη διακρίθηκε με την αυστηρή δίαιτα και τη γυμναστική. Οι Βοιωτοί έμειναν έκπληκτοι από τις ικανότητές του στις σωματικές ασκήσεις. Είχε όμως και άλλη πλευρά: στην Ιωνία ξεπέρασε τους πάντες σε φιληδονία και ακολασία, στη Θράκη στο μεθύσι και στη Μικρά Ασία ξεπέρασε σε πολυτέλεια και μεγαλοπρέπεια και τον Τισαφέρνη. Όλα αυτά πήγαζαν από τη διάθεσή του να είναι πάντοτε πρώτος. Σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε τον πλούτο του Αλκιβιάδη τον οποίο κληρονόμησε από τους γονείς του αλλά και απέκτησε από την προίκα του γάμου του με την Ιππαρέτη, κόρη του Ιππόνικου και την αγωγή που έλαβε. Η προίκα που πήρε ήταν δέκα τάλαντα, ποσό τεράστιο για την εποχή ,καθώς ο πεθερός του ήταν κατά τον Ισοκράτη «πλούτω μεν πρώτον ην των Ελλήνων». Η αγωγή του έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα ζωή του. Καθώς έμεινε ορφανός σε ηλικία τριών ετών ανατράφηκε με επιτρόπους τους γιους του Ξάνθιππου, πρώτους εξαδέλφους της μητέρας του, τον σπουδαίο Περικλή και τον Αρίφρονα. Τροφός του ήταν η Αμύκλα από τη Λακωνία και παιδαγωγός του ο Ζώπυρος που δεν μπορούσε να χαλιναγωγήσει τον δύστροπο χαρακτήρα του.
Ακόμα και ο θείος του Περικλής που τον είχε πάρει σπίτι του («educates Alkibiades in domo Periclis» γράφει ο Κορνήλιος Νέπως) λόγω των πολλών ασχολιών του με τις υποθέσεις της αθηναϊκής Δημοκρατίας δεν είχε χρόνο να ασχοληθεί συστηματικά με την αγωγή του και να του διδάξει ότι η ηθική και η σύνεση είναι απαραίτητες στην πολιτική. Αλλά και ο ίδιος ο Αλκιβιάδης φαίνεται ότι αμφισβητούσε τον θείο του. Όπως γράφουν ο Πλούταρχος και ο Διόδωρος, κάποια φορά που ο Αλκιβιάδης ζήτησε να δει τον θείο του, οι συνεργάτες του Περικλή του είπαν ότι ήταν απασχολημένος με τη λογοδοσία του στον Δήμο. Ο Αλκιβιάδης φεύγοντας είπε με έπαρση ότι καλύτερα θα ήταν αν ο θείος του δεν θα σκεπτόταν πώς θα λογοδοτούσε στον Δήμο.
Εκείνοι που άσκησαν αναμφίβολα μεγάλη επιρροή στην αγωγή του Αλκιβιάδη ήταν οι σοφιστές και ο Σωκράτης. Ο Πρόδικος του δίδαξε τη γοητεία του μύθου και του λόγου και ο Πρωταγόρας τη διαλεκτική και τον αγνωστικισμό. Σημαντικότερη επιρροή όμως ασκούσε στον Αλκιβιάδη ο Σωκράτης, ο μόνος που μπορούσε να δαμάσει τον ατίθασο χαρακτήρα του, κάτι που παραδεχόταν κι ο ίδιος ο Αλκιβιάδης. Η σχέση αυτή δάσκαλου-μαθητή έφτασε δύο φορές στα όρια της αυτοθυσίας. Στην εκστρατεία της Ποτίδαιας (432 π.Χ.) ο Σωκράτης όχι μόνο έσωσε τον νεαρό και τραυματισμένο Αλκιβιάδη αλλά και έπεισε τους Αθηναίους να τον στεφανώσουν για ανδραγαθία! Ο Αλκιβιάδης ανταπέδωσε το 424 π.Χ. στη μάχη στο Δήλιο (επίνειο της Τανάγρας της Βοιωτίας), όπου αν και έφιππος δεν τράπηκε σε φυγή μαζί με τους άλλους Αθηναίους αλλά αγωνίστηκε για να σώσει τον πεζό Σωκράτη. Πέρα από τη στενότατη σχέση μεταξύ Σωκράτη και Αλκιβιάδη από τα παραπάνω περιστατικά, εμείς τουλάχιστον συμπεραίνουμε και κάτι άλλο. Ότι ο μεγάλος Σωκράτης, ένας από τους σπουδαιότερους φιλοσόφους όλων των εποχών, γεννημένος το 470 π.Χ., στα 40 και στα 45 του, πολεμούσε στην πρώτη γραμμή… Σε ανάλογη περίπτωση σήμερα, ψευτοδιανοούμενοι και αμπελοφιλόσοφοι που έχουν υπηρετήσει τη στρατιωτική τους θητεία στο Πεντάγωνο, στον Σκαραμαγκά ή στο Τατόι, με κάποια φαιδρή δικαιολογία θα έδιναν μάχες από τη θαλπωρή του σπιτιού τους…
Ακόμα και ο Σωκράτης πάντως δεν κατόρθωσε να «εξορκίσει» τους δαίμονες που λυμαίνονταν τη ψυχή του φιλόδοξου Αλκιβιάδη. Σε αυτό ευθύνονται και οι ίδιοι οι Αθηναίοι που θαύμαζαν τον Αλκιβιάδη και ανέχονταν κάθε παρεκτροπή του. Κάποτε ο Αλκιβιάδης ράπισε έναν γραμματοδιδάσκαλο γιατί δεν είχε στη βιβλιοθήκη του την «Ιλιάδα». Ο Δήμος δεν αντέδρασε. Το ίδιο έγινε όταν χαστούκισε τον χορηγό Ταυρέα, αντίπαλό του στο θέατρο. Ο Δήμος τον συγχώρησε κι όταν υποχρέωσε τον ζωγράφο Αγάθαρχο να του ζωγραφίσει με τη βία το σπίτι! Ωστόσο οι Αθηναίοι ένιωσαν έκπληξη και αγανάκτηση όταν ο Αλκιβιάδης έσυρε με τη βία τη σύζυγό του Ιππαρέτη από το δικαστήριο όπου είχε καταφύγει για να ζητήσει διαζύγιο καθώς δεν ανεχόταν τις απιστίες και την ακόλαστη ζωή του. Παράλληλα, ράπισε και τον Ιππόνικο! Όμως η αγανάκτηση έγινε θαυμασμός όταν ο Αλκιβιάδης πήγε στον Ιππόνικο γυμνός και τον παρακαλούσε να τον μαστιγώσει και να τον τιμωρήσει! Οι νέοι της Αθήνας μιμούνταν το ντύσιμο και την εκκεντρικότητά του. Οι συμπολίτες του τον αποθέωσαν όταν στην Ολυμπία με τα επτά άρματά του κέρδισε τρεις συνεχόμενες νίκες. Δεν τον τίμησαν μόνο οι Αθηναίοι για τη νίκη του αυτή αλλά και οι άλλοι Έλληνες: οι Εφέσιοι που διακόσμησαν με κάθε πολυτέλεια τη σκηνή του, οι αντιπρόσωποι της Χίου που πρόσφεραν σφάγια σε όλους τους εορταστές και οι Λέσβιοι που κέρασαν όλους με το περίφημο κρασί τους.
Η πολιτική και στρατιωτική δράση του Αλκιβιάδη
Ο Αλκιβιάδης πολιτεύτηκε στο τέλος της Α’ φάσης του Πελοποννησιακού Πολέμου (γύρω στο 421 π.Χ.). Από την αρχή εναντιώθηκε στη φιλειρηνική πολιτική του Νικία και παρουσιάστηκε ως ανανεωτής του παλαιού αθηναϊκού ονείρου για πανελλήνια κυριαρχία. Η Σπάρτη όμως αντέδρασε και συνέτριψε τους Αθηναίους στη Μαντίνεια το 418 π.Χ. Ο Αλκιβιάδης μόνο χάρη στην παρέμβαση του Νικία απέφυγε τον εξοστρακισμό. Το 417/416 π.Χ. ο Αλκιβιάδης εκλέχθηκε στρατηγός και πάλι, μαζί με τον Νικία. Τότε έγινε η καταστροφή της Μήλου, μία από τις πλέον μελανές σελίδες της αθηναϊκής ιστορίας. Οι Μηλιοί μετά από περήφανη αντίσταση υποτάχθηκαν. Όσοι άντρες μπορούσαν να φέρουν όπλο θανατώθηκαν. Οι γυναίκες και τα παιδιά πουλήθηκαν ως δούλοι. Πλέον η Αθήνα ακολουθούσε έναν δρόμο χωρίς επιστροφή.
Ο Ευριπίδης και ο Αριστοφάνης καλούσαν τους συμπολίτες τους να μην προχωρήσουν, μάταια όμως. Επόμενο βήμα ήταν μετά από προτροπή του Αλκιβιάδη, η εκστρατεία στη Σικελία. Αυτό ήταν κάτι που απασχολούσε τους Αθηναίους αρκετά χρόνια ,όμως η ευκαιρία δόθηκε το 415 π.Χ. όταν η Έγεστα ζήτησε τη βοήθειά της στη διαμάχη με τον Σελινούντα που υποστηριζόταν από τους Συρακούσιους. Στρατηγοί για την εκστρατεία ορίστηκαν ο Λάμαχος, ο Νικίας και ο Αλκιβιάδης. Έξι εβδομάδες μετά τη λήψη της απόφασης για εκστρατεία στη Σικελία συνέβη μια ανήκουστη ασέβεια. Οι πολυάριθμες κεφαλές των Ερμών (λίθινων στηλών με την κεφαλή του Ερμή που χρησίμευαν ως οδοδείκτες) βρέθηκαν αποκεφαλισμένες. Δεν επρόκειτο απλώς για ασέβεια αλλά και για προσβολή των πατροπαράδοτων ηθών και εθίμων της πόλης. Η Βουλή και ο Δήμος περιβλήθηκαν με έκτακτες δικαστικές εξουσίες αλλά όπως σημειώνει ο Θουκυδίδης (6, 60): «το δε σαφές ουδείς ούτε τότε, ούτε ύστερον έχει ειπείν περί των δρασάντων το έργον». Έχουν διατυπωθεί διάφορες εκδοχές για τη βέβηλη αυτή πράξη. Ότι έγινε από αντιπάλους του Αλκιβιάδη που δεν ήθελαν να επιστρέψει από τη Σικελία νικητής. Ότι έγινε από αριστοκρατικούς που δεν συγχώρησαν τον Αλκιβιάδη για την ένταξή του στους δημοκρατικούς. Ότι έγινε από τους Κορίνθιους που ήθελαν να τον συκοφαντήσουν. Τέλος ότι έγινε από τον Αλκιβιάδη και τους φίλους του που περιφρονούσαν την αθηναϊκή δημοκρατία. Αυτό ισχυρίστηκαν και οι αντίπαλοί του.
Ο Πυθόνικος τον κατήγγειλε ότι στο σπίτι του φίλου του Πλουτίωνα χλεύασε τα Ελευσίνια Μυστήρια. Μετά τις κατηγορίες του Πυθόνικου και τις συκοφαντίες του Ανδροκλή στη Βουλή για ιεροσυλία, ο Αλκιβιάδης ζήτησε αυστηρή ανάκριση και τιμωρία για τον ίδιο αν κρινόταν ένοχος. Όμως οι αντίπαλοί του υποχώρησαν ζητώντας αναβολή της δίκης. Τον Ιούλιο του 415 π.Χ. 134 αθηναϊκά πλοία ξεκίνησαν για τη Σικελία. Μετά την άφιξή τους, έγινε στο Ρήγιο το πρώτο πολεμικό συμβούλιο όπου υπερίσχυσε η γνώμη του Αλκιβιάδη για άμεση επίθεση εναντίον των Συρακουσών. Λίγο πριν γίνει αυτό όμως έφτασε στη Σικελία η «Σαλαμινία» ένα από τα ιερά πλοία της αρχαίας Αθήνας (το άλλο ήταν η «Πάραλος») για να μεταφέρει τον Αλκιβιάδη στην Αθήνα. Στην πόλη είχαν επικρατήσει οι αντίπαλοί του που ζητούσαν να καταδικαστεί για την καθύβριση των Ελευσινίων Μυστηρίων και για την περικοπή των Ερμών. Τον κατηγορούσαν επίσης ότι στη Σικελία οργάνωνε την κατάλυση της αθηναϊκής δημοκρατίας. Ο Αλκιβιάδης δεν επιβιβάστηκε στη «Σαλαμινία» και είπε ότι θα επιστρέψει με δικό του πλοίο, κάτι που δεν έγινε. Η «Σαλαμινία» έφτασε χωρίς τον Αλκιβιάδη στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι τον καταδίκασαν σε θάνατο ερήμην και δήμευσαν την περιουσία του. Οι ιέρειες και οι ιερείς τον αναθεμάτιζαν. Μόνο η ιέρεια Θεανώ δεν έκανε κάτι τέτοιο, λέγοντας ότι το έργο της είναι να εκφέρει ευχές και όχι κατάρες.
Ο Αλκιβιάδης πολιτεύτηκε στο τέλος της Α’ φάσης του Πελοποννησιακού Πολέμου (γύρω στο 421 π.Χ.). Από την αρχή εναντιώθηκε στη φιλειρηνική πολιτική του Νικία και παρουσιάστηκε ως ανανεωτής του παλαιού αθηναϊκού ονείρου για πανελλήνια κυριαρχία. Η Σπάρτη όμως αντέδρασε και συνέτριψε τους Αθηναίους στη Μαντίνεια το 418 π.Χ. Ο Αλκιβιάδης μόνο χάρη στην παρέμβαση του Νικία απέφυγε τον εξοστρακισμό. Το 417/416 π.Χ. ο Αλκιβιάδης εκλέχθηκε στρατηγός και πάλι, μαζί με τον Νικία. Τότε έγινε η καταστροφή της Μήλου, μία από τις πλέον μελανές σελίδες της αθηναϊκής ιστορίας. Οι Μηλιοί μετά από περήφανη αντίσταση υποτάχθηκαν. Όσοι άντρες μπορούσαν να φέρουν όπλο θανατώθηκαν. Οι γυναίκες και τα παιδιά πουλήθηκαν ως δούλοι. Πλέον η Αθήνα ακολουθούσε έναν δρόμο χωρίς επιστροφή.
Ο Ευριπίδης και ο Αριστοφάνης καλούσαν τους συμπολίτες τους να μην προχωρήσουν, μάταια όμως. Επόμενο βήμα ήταν μετά από προτροπή του Αλκιβιάδη, η εκστρατεία στη Σικελία. Αυτό ήταν κάτι που απασχολούσε τους Αθηναίους αρκετά χρόνια ,όμως η ευκαιρία δόθηκε το 415 π.Χ. όταν η Έγεστα ζήτησε τη βοήθειά της στη διαμάχη με τον Σελινούντα που υποστηριζόταν από τους Συρακούσιους. Στρατηγοί για την εκστρατεία ορίστηκαν ο Λάμαχος, ο Νικίας και ο Αλκιβιάδης. Έξι εβδομάδες μετά τη λήψη της απόφασης για εκστρατεία στη Σικελία συνέβη μια ανήκουστη ασέβεια. Οι πολυάριθμες κεφαλές των Ερμών (λίθινων στηλών με την κεφαλή του Ερμή που χρησίμευαν ως οδοδείκτες) βρέθηκαν αποκεφαλισμένες. Δεν επρόκειτο απλώς για ασέβεια αλλά και για προσβολή των πατροπαράδοτων ηθών και εθίμων της πόλης. Η Βουλή και ο Δήμος περιβλήθηκαν με έκτακτες δικαστικές εξουσίες αλλά όπως σημειώνει ο Θουκυδίδης (6, 60): «το δε σαφές ουδείς ούτε τότε, ούτε ύστερον έχει ειπείν περί των δρασάντων το έργον». Έχουν διατυπωθεί διάφορες εκδοχές για τη βέβηλη αυτή πράξη. Ότι έγινε από αντιπάλους του Αλκιβιάδη που δεν ήθελαν να επιστρέψει από τη Σικελία νικητής. Ότι έγινε από αριστοκρατικούς που δεν συγχώρησαν τον Αλκιβιάδη για την ένταξή του στους δημοκρατικούς. Ότι έγινε από τους Κορίνθιους που ήθελαν να τον συκοφαντήσουν. Τέλος ότι έγινε από τον Αλκιβιάδη και τους φίλους του που περιφρονούσαν την αθηναϊκή δημοκρατία. Αυτό ισχυρίστηκαν και οι αντίπαλοί του.
Ο Πυθόνικος τον κατήγγειλε ότι στο σπίτι του φίλου του Πλουτίωνα χλεύασε τα Ελευσίνια Μυστήρια. Μετά τις κατηγορίες του Πυθόνικου και τις συκοφαντίες του Ανδροκλή στη Βουλή για ιεροσυλία, ο Αλκιβιάδης ζήτησε αυστηρή ανάκριση και τιμωρία για τον ίδιο αν κρινόταν ένοχος. Όμως οι αντίπαλοί του υποχώρησαν ζητώντας αναβολή της δίκης. Τον Ιούλιο του 415 π.Χ. 134 αθηναϊκά πλοία ξεκίνησαν για τη Σικελία. Μετά την άφιξή τους, έγινε στο Ρήγιο το πρώτο πολεμικό συμβούλιο όπου υπερίσχυσε η γνώμη του Αλκιβιάδη για άμεση επίθεση εναντίον των Συρακουσών. Λίγο πριν γίνει αυτό όμως έφτασε στη Σικελία η «Σαλαμινία» ένα από τα ιερά πλοία της αρχαίας Αθήνας (το άλλο ήταν η «Πάραλος») για να μεταφέρει τον Αλκιβιάδη στην Αθήνα. Στην πόλη είχαν επικρατήσει οι αντίπαλοί του που ζητούσαν να καταδικαστεί για την καθύβριση των Ελευσινίων Μυστηρίων και για την περικοπή των Ερμών. Τον κατηγορούσαν επίσης ότι στη Σικελία οργάνωνε την κατάλυση της αθηναϊκής δημοκρατίας. Ο Αλκιβιάδης δεν επιβιβάστηκε στη «Σαλαμινία» και είπε ότι θα επιστρέψει με δικό του πλοίο, κάτι που δεν έγινε. Η «Σαλαμινία» έφτασε χωρίς τον Αλκιβιάδη στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι τον καταδίκασαν σε θάνατο ερήμην και δήμευσαν την περιουσία του. Οι ιέρειες και οι ιερείς τον αναθεμάτιζαν. Μόνο η ιέρεια Θεανώ δεν έκανε κάτι τέτοιο, λέγοντας ότι το έργο της είναι να εκφέρει ευχές και όχι κατάρες.
Η φυγή του Αλκιβιάδη στη Σπάρτη
Ο Αλκιβιάδης από τη Σικελία πήγε στην Ήλιδα, από εκεί στο Άργος και έπειτα στη Σπάρτη. Έδωσε στους Σπαρτιάτες πολύτιμες συμβουλές που τους οδήγησαν στον θρίαμβο στη Σικελία και τους συμβούλευσε να οχυρώσουν τη Δεκέλεια για να φέρουν σε δύσκολη θέση την Αθήνα, κάτι που έγινε. Στη Σπάρτη σαγήνευσε την Τιμαία, σύζυγο του Άγη Β’ και απέκτησε μαζί της έναν γιο, τον Λεωτυχίδα. Λίγο αργότερα όμως (412 π.Χ.) ο Αλκιβιάδης έπεσε στη δυσμένεια και των Σπαρτιατών. Έτσι πέρασε με μεγάλη ευκολία στην Αυλή του Τισαφέρνη. Κατάφερε να πείσει τον Πέρση βασιλιά να μην ενωθεί το φοινικικό ναυτικό με το πελοποννησιακό, κάτι που θα σήμαινε καταστροφή των Αθηναίων.
Η θριαμβευτική επιστροφή του στην Αθήνα
Ο Αλκιβιάδης είχε πλέον αντιληφθεί ότι έφτασε η ώρα της συμφιλίωσης με την Αθήνα. Πρωταγωνιστής σε μια σειρά ναυμαχίες ο Αλκιβιάδης κατατρόπωσε τους Σπαρτιάτες. Η συμβολή του στη ναυμαχία του Ελλησπόντου (411 π.Χ.) και στον θρίαμβο στην Κύζικο (410 π.Χ.) όπου σκοτώθηκε ο Σπαρτιάτης ναύαρχος Μίνδαρος ήταν καθοριστική. Στη συνέχεια κατέλαβε το Βυζάντιο και τη Χαλκηδόνα και το 408 π.Χ. επέστρεψε θριαμβευτικά στην Αθήνα, με 114 εχθρικά πλοία που είχε κυριεύσει και λεία 100 ταλάντων. Οι συμπολίτες του τον αποθέωσαν, τον στεφάνωσαν και τον εξέλεξαν Στρατηγό. Το 407 π.Χ. ο Αλκιβιάδης ξεκίνησε κατακτητικό πόλεμο στη Φώκαια. Όμως ο Αθηναίος ύπαρχος Αντίοχος παραβαίνοντας τις εντολές του συγκρούστηκε με τον Σπαρτιάτη Λύσανδρο στο ακρωτήριο Νότον. Ο Αντίοχος σκοτώθηκε, πολλά αθηναϊκά πλοία καταστράφηκαν και οι Αθηναίοι καθαίρεσαν τον Αλκιβιάδη.
Ο Αλκιβιάδης από τη Σικελία πήγε στην Ήλιδα, από εκεί στο Άργος και έπειτα στη Σπάρτη. Έδωσε στους Σπαρτιάτες πολύτιμες συμβουλές που τους οδήγησαν στον θρίαμβο στη Σικελία και τους συμβούλευσε να οχυρώσουν τη Δεκέλεια για να φέρουν σε δύσκολη θέση την Αθήνα, κάτι που έγινε. Στη Σπάρτη σαγήνευσε την Τιμαία, σύζυγο του Άγη Β’ και απέκτησε μαζί της έναν γιο, τον Λεωτυχίδα. Λίγο αργότερα όμως (412 π.Χ.) ο Αλκιβιάδης έπεσε στη δυσμένεια και των Σπαρτιατών. Έτσι πέρασε με μεγάλη ευκολία στην Αυλή του Τισαφέρνη. Κατάφερε να πείσει τον Πέρση βασιλιά να μην ενωθεί το φοινικικό ναυτικό με το πελοποννησιακό, κάτι που θα σήμαινε καταστροφή των Αθηναίων.
Η θριαμβευτική επιστροφή του στην Αθήνα
Ο Αλκιβιάδης είχε πλέον αντιληφθεί ότι έφτασε η ώρα της συμφιλίωσης με την Αθήνα. Πρωταγωνιστής σε μια σειρά ναυμαχίες ο Αλκιβιάδης κατατρόπωσε τους Σπαρτιάτες. Η συμβολή του στη ναυμαχία του Ελλησπόντου (411 π.Χ.) και στον θρίαμβο στην Κύζικο (410 π.Χ.) όπου σκοτώθηκε ο Σπαρτιάτης ναύαρχος Μίνδαρος ήταν καθοριστική. Στη συνέχεια κατέλαβε το Βυζάντιο και τη Χαλκηδόνα και το 408 π.Χ. επέστρεψε θριαμβευτικά στην Αθήνα, με 114 εχθρικά πλοία που είχε κυριεύσει και λεία 100 ταλάντων. Οι συμπολίτες του τον αποθέωσαν, τον στεφάνωσαν και τον εξέλεξαν Στρατηγό. Το 407 π.Χ. ο Αλκιβιάδης ξεκίνησε κατακτητικό πόλεμο στη Φώκαια. Όμως ο Αθηναίος ύπαρχος Αντίοχος παραβαίνοντας τις εντολές του συγκρούστηκε με τον Σπαρτιάτη Λύσανδρο στο ακρωτήριο Νότον. Ο Αντίοχος σκοτώθηκε, πολλά αθηναϊκά πλοία καταστράφηκαν και οι Αθηναίοι καθαίρεσαν τον Αλκιβιάδη.
Τα τελευταία χρόνια του Αλκιβιάδη
Ο Αλκιβιάδης εγκαταστάθηκε στα κτήματά του, στη Βισάνθη της Θράκης, απ’ όπου πάντα βοηθούσε τις ελληνικές πόλεις κατά τις βαρβαρικές επιδρομές. Όταν το 405 π.Χ. ο αθηναϊκός στόλος βρισκόταν στους Αιγούς Ποταμούς, ο Αλκιβιάδης συμβούλευσε τους συμπολίτες του να προσορμιστούν στη Σηστό. Αυτοί δεν τον άκουσαν, με αποτέλεσμα να γνωρίσουν τη συντριβή από τον σπαρτιατικό στόλο. Στη συνέχεια κατέφυγε στον Φαρνάβαζο που του έδωσε την Αιολίδα για να μπορεί να ζει με άνεση. Προσπάθησε έπειτα να προσεγγίσει τον Αρταξέρξη Β’ τον Μνήμονα και να του καταγγείλει τα σχέδια του αδερφού του Κύρου να τον εκθρονίσει, πιστεύοντας ότι έτσι θα κέρδιζε κάποια βοήθεια για την πατρίδα του. Η προσπάθειά του όμως βρήκε αντιμέτωπους τόσο τους Σπαρτιάτες όσο και τους τριάκοντα τυράννους που είχαν επιβληθεί στην Αθήνα. Αυτοί εξόρισαν τον γιο του Αλκιβιάδη τον νεότερο, δήμευσαν τα κτήματά του σε όλη την Ελλάδα και ζήτησαν από τον Λύσανδρο τον θάνατό του.
Το άδοξο τέλος του Αλκιβιάδη (404 π.Χ.)
Ενώ ο Αλκιβιάδης κοιμόταν, απεσταλμένοι του Φαρνάβαζου, ο θείος του Σουσαμίθρης και ο ανιψιός του Μαζαίος, έβαλαν φωτιά γύρω από το σπίτι του στη θέση Μέλισσα. Όταν ο Αλκιβιάδης, πάντα θαρραλέος, βγήκε απ’ αυτό με την εταίρα Τιμάνδρα και έναν Αρκάδα, αυτοί τον σκότωσαν με βέλη. Το κεφάλι του το μετέφεραν στον Φαρνάβαζο και το σώμα του τάφηκε από την πιστή του Τιμάνδρα. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, την οικία του Αλκιβιάδη πολιόρκησαν μια νύχτα δύο Πέρσες ευγενείς, την αδελφή των οποίων είχε διαφθείρει, και τον σκότωσαν για να ξεπλύνουν την οικογενειακή ντροπή…
Ο Αλκιβιάδης εγκαταστάθηκε στα κτήματά του, στη Βισάνθη της Θράκης, απ’ όπου πάντα βοηθούσε τις ελληνικές πόλεις κατά τις βαρβαρικές επιδρομές. Όταν το 405 π.Χ. ο αθηναϊκός στόλος βρισκόταν στους Αιγούς Ποταμούς, ο Αλκιβιάδης συμβούλευσε τους συμπολίτες του να προσορμιστούν στη Σηστό. Αυτοί δεν τον άκουσαν, με αποτέλεσμα να γνωρίσουν τη συντριβή από τον σπαρτιατικό στόλο. Στη συνέχεια κατέφυγε στον Φαρνάβαζο που του έδωσε την Αιολίδα για να μπορεί να ζει με άνεση. Προσπάθησε έπειτα να προσεγγίσει τον Αρταξέρξη Β’ τον Μνήμονα και να του καταγγείλει τα σχέδια του αδερφού του Κύρου να τον εκθρονίσει, πιστεύοντας ότι έτσι θα κέρδιζε κάποια βοήθεια για την πατρίδα του. Η προσπάθειά του όμως βρήκε αντιμέτωπους τόσο τους Σπαρτιάτες όσο και τους τριάκοντα τυράννους που είχαν επιβληθεί στην Αθήνα. Αυτοί εξόρισαν τον γιο του Αλκιβιάδη τον νεότερο, δήμευσαν τα κτήματά του σε όλη την Ελλάδα και ζήτησαν από τον Λύσανδρο τον θάνατό του.
Το άδοξο τέλος του Αλκιβιάδη (404 π.Χ.)
Ενώ ο Αλκιβιάδης κοιμόταν, απεσταλμένοι του Φαρνάβαζου, ο θείος του Σουσαμίθρης και ο ανιψιός του Μαζαίος, έβαλαν φωτιά γύρω από το σπίτι του στη θέση Μέλισσα. Όταν ο Αλκιβιάδης, πάντα θαρραλέος, βγήκε απ’ αυτό με την εταίρα Τιμάνδρα και έναν Αρκάδα, αυτοί τον σκότωσαν με βέλη. Το κεφάλι του το μετέφεραν στον Φαρνάβαζο και το σώμα του τάφηκε από την πιστή του Τιμάνδρα. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, την οικία του Αλκιβιάδη πολιόρκησαν μια νύχτα δύο Πέρσες ευγενείς, την αδελφή των οποίων είχε διαφθείρει, και τον σκότωσαν για να ξεπλύνουν την οικογενειακή ντροπή…
Επίλογος
Έτσι, στα 46 του χρόνια, ολοκληρώθηκε ο πολυτάραχος βίος ενός από τους μεγαλοφυέστερους Αθηναίους πολιτικούς και στρατιωτικούς, ο οποίος όμως με την υπέρμετρη φιλοδοξία και ματαιοδοξία του, άφησε την ανάμνηση ενός τυχοδιώκτη. Ο Αλκιβιάδης γοήτευσε δεκάδες ποιητές και καλλιτέχνες, από τον Πλάτωνα και τον Ευριπίδη, ως τον Feuerbach, στον περίφημο πίνακα του οποίου για το Συμπόσιον του Πλάτωνα, ο Αλκιβιάδης παριστάνεται πομπώδης και μεγαλοπρεπής…
Έτσι, στα 46 του χρόνια, ολοκληρώθηκε ο πολυτάραχος βίος ενός από τους μεγαλοφυέστερους Αθηναίους πολιτικούς και στρατιωτικούς, ο οποίος όμως με την υπέρμετρη φιλοδοξία και ματαιοδοξία του, άφησε την ανάμνηση ενός τυχοδιώκτη. Ο Αλκιβιάδης γοήτευσε δεκάδες ποιητές και καλλιτέχνες, από τον Πλάτωνα και τον Ευριπίδη, ως τον Feuerbach, στον περίφημο πίνακα του οποίου για το Συμπόσιον του Πλάτωνα, ο Αλκιβιάδης παριστάνεται πομπώδης και μεγαλοπρεπής…
Μιχάλης Στούκας
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ