Την στήριξή του στον πρώην υπουργό, Κώστα Αχ. Καραμανλή εξέφρασε ο Άδωνις Γεωργιάδης, αναφερόμενος στις εξελίξεις στην υπόθεση των Τεμπών. Ο υπουργός Υγείας τόνισε ότι ο Κώστας Καραμανλής «παραιτήθηκε από το πρώτο δευτερόλεπτο» αναλαμβάνοντας τις πολιτικές ευθύνες και πρόσθεσε: «Αντί να πούμε μπράβο ρε Καραμανλή που παραιτήθηκες από το πρώτο δευτερόλεπτο και ένας πολιτικός τουλάχιστον παραιτήθηκε, από εκείνη τη μέρα τον σταυρώνουμε. Για ποιο λόγο τον σταυρώνουμε;».
Αναλυτικά σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Πρώτο Πρόγραμμα και στην εκπομπή «Πρωινές Διαδρομές στο Πρώτο», ο Άδωνις Γεωργιάδης σημείωσε: «Είναι δυνατόν στα σοβαρά, να υπάρχει συγκάλυψη σε μια υπόθεση που την ερευνά εφέτης ανακριτής, εφέτης εισαγγελέας, ειδική επιτροπή διερεύνησης ατυχημάτων και η Ευρωπαία Εισαγγελέας; Και να ήθελε μια κυβέρνηση να κάνει συγκάλυψη, να είχαμε μια κυβέρνηση συμμορία που ήθελε να συγκαλύψει, σε μια υπόθεση που εμπλέκονται τόσοι διαφορετικοί μεταξύ τους ανεξάρτητοι φορείς είναι δυνατόν πρακτικά να υπάρχει συγκάλυψη;», σχετικά με τις δημοσκοπήσεις που εμφανίζουν την πλειοψηφία των Ελλήνων, να θεωρούν ότι επιχειρείται να συγκαλυφθεί η αλήθεια για το τραγικό δυστύχημα.
«Οι διάλογοι που παρεδόθησαν στη Δικαιοσύνη, γράφει το ίδιο δημοσίευμα, ότι έχουν αποδοθεί στη Δικαιοσύνη ολόκληροι. Οι διάλογοι ολόκληροι έπαιξαν την επομένη μέρα στην ΕΡΤ, οι διάλογοι ολόκληροι μεταφέρθηκαν σε site την επομένη μέρα γραπτώς» σημείωσε ο κ. Γεωργιάδης. «Ας υποθέσουμε λοιπόν, ας υιοθετήσουμε την άποψη του κυρίου Λαμπρόπουλου από το Βήμα, καίτοι επαναλαμβάνω δημοσιογραφική αποκάλυψη ένα χρόνο μετά δεν νοείται, αλλά ας πάρουμε αυτή την εκδοχή ότι ναι, υπήρχε πρόθεση της κυβερνήσεως να κάνει αυτή τη συρραφή. Ποιο ήταν το κίνητρο, το υποτιθέμενο γι’ αυτή την πρόθεση; Η εμπέδωση, λέει, της θεωρίας του ανθρώπινου λάθους. Γιατί, δεν ήταν ανθρώπινο λάθος; Είναι θεωρία το ανθρώπινο λάθος στην τραγωδία των Τεμπών ή είναι η πραγματικότητα η δικαστική;» προσέθεσε ο κ. Γεωργιάδης και υποστήριξε ότι «ήταν μόνο ανθρώπινα λάθη» αυτά που οδήγησαν στην τραγωδία.
«Η ιδέα, που λέμε διαρκώς στον κόσμο ότι αν υπήρχε η σύμβαση και λειτουργούσε 100% δεν θα γινόταν το δυστύχημα είναι ψευδής. Κανένα ηλεκτρονικό σύστημα δεν μπορεί να εγγυηθεί 100% ότι δεν θα γίνει δυστύχημα. Μειώνεις την πιθανότητα, δεν δημιουργείς βεβαιότητα» συμπλήρωσε ο υπουργός.
Φυσικά καλώς ανέλαβε τις πολιτικές ευθύνες ο πρώην υπουργός κ. Καραμανλής, τόνισε ο κ. Γεωργιάδης, σημειώνοντας ότι πρόκειται για τις «διαχρονικές πολιτικές ευθύνες για έναν ΟΣΕ, που ήταν το πιο βαθύ κράτος του Δημοσίου». «Το έχω πει από την πρώτη στιγμή. Τότε, όταν ξεκίναγε η δεκαετία του 2000, η Ελλάδα είχε πολλούς δημόσιους οργανισμούς πάρα πολύ άρρωστους, τον ΟΤΕ, τη ΔΕΗ, την ΕΥΔΑΠ και τον ΟΣΕ. Την εικοσαετία που μεσολάβησε, έκανε τις τρεις να λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και να έχουν περάσει στον 21ο αιώνα. Ο τέταρτος, ο ΟΣΕ δεν πέρασε ποτέ. Αυτή είναι η αλήθεια. Για αυτές τις πολιτικές ευθύνες ο Καραμανλής παραιτήθηκε από το πρώτο δευτερόλεπτο. Αντί να πούμε μπράβο ρε Καραμανλή που παραιτήθηκες από το πρώτο δευτερόλεπτο και ένας πολιτικός τουλάχιστον παραιτήθηκε, από εκείνη τη μέρα τον σταυρώνουμε. Για ποιο λόγο τον σταυρώνουμε;» είπε χαρακτηριστικά ο Άδωνις Γεωργιάδης.
Συνεχίζοντας, τόνισε πως «δεν έγινε ένα έγκλημα, όπως λένε από το πρωί έως το βράδυ» υπογράμμισε ο κ. Γεωργιάδης. «Γιατί, εσείς τι πιστεύετε; Ο Καραμανλής ήθελε να πεθάνουν τα παιδιά; Ο Μητσοτάκης ήθελε να πεθάνουν τα παιδιά; Άρα, για ποιο έγκλημα μιλάμε; Για ένα δυστύχημα μιλάμε, για μια τραγωδία μιλάμε».
Ερωτηθείς εάν η ΝΔ θα συνυπογράψει, εφόσον έρθει, αίτημα για προανακριτική εξέταση, ο κ. Γεωργιάδης διερωτήθη «η προανακριτική να γίνει υπό ποια κατηγορία;».
Απαντώντας στο επιχείρημα ότι εφόσον η πλειοψηφία της κοινής γνώμης πιστεύει ότι επιχειρείται συγκάλυψη, δεν μπορεί παρά να έχουν γίνει λάθη από την πλευρά της κυβέρνησης, ο κ. Γεωργιάδης είπε τα εξής: «Λάθη γίνονται κάθε μέρα πολλά. Έχει γίνει ένα όμως βασικό λάθος εδώ. Η αστική μας ευγένεια και η ανθρωπιά μας δεν μας επέτρεψε να αντιμετωπίσουμε αυτή την υπόθεση από την αρχή όπως έπρεπε. Δηλαδή εγώ τον εαυτό μου που τον θεωρώ θαρραλέο, όταν βγαίνει μια μάνα και με βρίζει, έχετε δει τι λέει η κ. Καρυστιανού για μένα, με βρίζει. Μπορώ εγώ να απαντήσω στη μάνα; Μπορώ; Εμένα με λέει σκουπίδι, μύγα, με έχει πει διάφορα. Μπορώ εγώ να βγω να αντιδικήσω με τη μάνα; Αν οποιοσδήποτε άλλος τρίτος άνθρωπος με έλεγε σκουπίδι και μύγα δεν θα τον είχα πάει στα δικαστήρια; (…) Αυτοί οι γονείς υφίστανται το μεγαλύτερο πόνο που μπορεί να αισθανθεί μια ύπαρξη στο σύμπαν. Θα κάτσω λοιπόν εγώ να αντιδικήσω με την κυρία Καρυστιανού και τον κύριο Ασλανίδη αν με βρίζει; Όχι, θα πω βρίστε κι άλλο. (..) Εάν αυτοί οι γονείς βρίζοντας εμένα, αισθάνονται καλύτερα έστω και κατ’ ελάχιστον τους δίνω το δικαίωμα να με βρίζουν περισσότερο. Αυτό όμως το συναίσθημα, επειδή δεν απαντήθηκαν τα ερωτήματα, επειδή εμείς δεν απαντούσαμε λόγω αυτού του συναισθήματος δημιούργησε στην κοινή γνώμη και την επικράτηση του “εγκλήματος” και την επικράτηση της “συγκάλυψης”».