Ο Μάιος μήνας για τα τέσσερα παιδιά του Μανώλη Καντάρη, του πατέρα που δολοφονήθηκε στο κέντρο της Αθήνας τον Μάιο του 2011 για μια κάμερα που πουλήθηκε 120 ευρώ, είναι ο μήνας που έχει στιγματίσει τις καρδιές τους. Η κόρη του Μανώλη Καντάρη, από τον πρώτο του γάμο, Ανδριάνα Καντάρη, κάθε χρόνο την ημέρα του εγκλήματος ανεβάζει αναρτήσεις στη σελίδα της στο Facebook αναπολώντας τις παιδικές στιγμές με τον πατέρα της αλλά και θέλοντας να μην ξεχαστεί η δολοφονία του.
«Όλα ζουν αν τα θυμάσαι» γράφει στην τελευταία της ανάρτηση, συνοδευόμενη από
μια φωτογραφία στην αγκαλιά του πατέρα της από τα παιδικά της χρόνια.
Το ίδιο είχε κάνει και τον Μάιο του 2021 που με την ανάρτησή της για τα δέκα χρόνια από τη δολοφονία του πατέρα της, είχε συγκινήσει αρκετό κόσμο που είχε σοκαριστεί από το έγκλημα.
«Σαν σήμερα πριν από 10 χρόνια... Ξύπνησα με την φράση "πέθανε ο μπαμπάς".
Αντίκρισα την μητέρα μου σε μια κατάσταση σοκ, το αίμα στο σώμα μου πάγωσε και
μη μπορώντας να καταλάβω τι συμβαίνει, κατευθείαν η ερώτηση μου ήταν "Ποιός
μπαμπάς; Ο παππούς εννοείς;" Τα λεπτά φαίνονταν αιώνες μέχρι να πάρω
απαντήσεις στα χιλιάδες ερωτήματα που είχα "Ποιός; Πού; Πώς; ΓΙΑΤΙ...;"
Όλες εκείνες οι ημέρες είναι θολές στην μνήμη μου, πολλά πράγματα έχουν
σβηστεί και εντελώς από αυτήν... Ήμουν 16 χρονών, ένα παιδί σοκαρισμένο που
μόλις είχε μάθει τον τόσο ξαφνικό και άδικο χαμό του αγαπημένου του προσώπου
στην γη... Ένα παιδί που έπρεπε να συνειδητοποιήσει πως σε κάθε βήμα στη ζωή
του, σε κάθε στιγμή δεν θα είχε τον μπαμπά του δίπλα του να το προστατεύει, να
το καμαρώνει, να του δίνει συμβουλές, να του δίνει αγάπη. Σαν σήμερα πριν από
10 χρόνια... 4 παιδιά έχασαν τον μπαμπά τους για μια κάμερα που πουλήθηκε
120€. Η αδερφούλα μου δεν τον γνώρισε ποτέ. Έχει ίδια ημερομηνία γέννησης με
τον θάνατο του μπαμπά μας.
Σαν σήμερα πριν από 10 χρόνια... Ένας μπαμπάς, σε μια από τις πιο ευτυχισμένες
στιγμές της ζωής του, την ώρα που ετοιμαζόταν να δει την κόρη του να έρχεται
στη ζωή, έχασε εκείνος την δική του. Σαν σήμερα πριν από 10 χρόνια... Μια μάνα
έχασε το παιδί της. Σαν σήμερα πριν από 10 χρόνια... Μια γυναίκα έχασε το
στήριγμα της, τον άνθρωπο που πέρασαν μαζί 20 ολόκληρα χρόνια και έκαναν μαζι
δύο κορούλες. Σαν σήμερα πριν από 10 χρόνια...Μια γυναίκα την ώρα που γεννούσε
έπρεπε να κανονίσει την κηδεία του άντρα της.
Σήμερα... 10 χρόνια μετά ... Ο 1 από τους 3 δράστες δεν έχει βρεθεί ακόμα. Το
κράτος δεν έχει πάρει ευθύνη που δεν έλεγξε την παράνομη εισβολή και παραμονή
αυτών των εγκληματιών στην χώρα μας. Το κράτος δεν έχει πάρει ευθύνη για την
φυγή του τρίτου δράστη. Το κράτος δεν έχει πάρει ευθύνη που δεν ήταν εκεί να
προστατεύσει τον πολίτη του την στιγμή που φώναζε "βοήθεια". Ούτε το κράτος,
ούτε κανείς από τους κυβερνώντες δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ και δεν στήριξε με
κανέναν τρόπο την οικογένειά μας. Σήμερα 10 χρόνια μετά... Ο κόσμος φοβάται να
κλάψει, φοβάται να φωνάξει για τον μπαμπά μου, για να μην χαρακτηριστεί ως
"ρατσιστής". Ο μπαμπάς μου, Μανώλης Καντάρης, ήταν ένας άνθρωπος γεμάτος
καλοσύνη, με δίψα για την ζωή, λατρεία για τα παιδιά του, ένας άνθρωπος που
δούλευε σκληρά, ζούσε έντονα, το πάθος του ήταν τα ταξίδια και η μεγάλη του
αγάπη ήταν η ομάδα της καρδιάς του, η ΑΕΚ. Ηταν πάντα με το χαμόγελο στο
στόμα, δεν μισούσε κανέναν.
Τα τελευταία χρόνια που ζούσε στο κέντρο της Αθήνας ήταν πολύ στεναχωρημένος
και προβληματισμένος με την παραβατικότητα και την εγκληματικότητα, αλλά ποτέ
δεν ένιωσε μίσος για ανθρώπους άλλων εθνικοτήτων. Ο Μανώλης Καντάρης ήταν ένας
άνθρωπος που τα έδινε όλα για την οικογένεια του, ένας άνθρωπος ευαίσθητος που
οποτε μπορούσε βοηθούσε τους συνανθρώπους του. Αξίζει όλοι να τον θυμόμαστε
για τα τόσα καλά συναισθήματα που έβγαζε σε όλους μας, για το χαμόγελο του.
Μακριά από κομματικά χρώματα, μακριά από πολιτικές σκοπιμότητες, αυτή η ψυχή
αξίζει να τιμηθεί για αυτό που ήταν. Μπαμπάκα μου όσα χρόνια και αν περάσουν,
ο μεγαλύτερος στόχος της ζωής μου θα είναι να σε κάνω πάντα υπερήφανο».
Η Σιμόνα Βιρτζίλι, η οποία έφυγε από τη ζωή νικημένη από τον καρκίνο, λίγα
χρόνια μετά τη δολοφονία του άντρα της, ήταν η γυναίκα που τον Μάιο του 2011,
πήγε στο μαιευτήριο να γεννήσει ενώ νωρίτερα είχε δει τον άντρα της
δολοφονημένο μετά από επίθεση που δέχτηκε από τρεις Αφγανούς στο κέντρο της
Αθήνας για μια βιντεοκάμερα,την ώρα που ο Μανώλης Καντάρης ετοιμαζόταν να δει
την κόρη του να έρχεται στη ζωή.
«Έγινα πιο μεγάλη και νιώθω ότι έχω "ρυτίδες" μέσα μου», έλεγε βουρκωμένη σε
συνεντεύξεις της , η Σιμόνα Βιρτζίλι. Αυτές οι "ρυτίδες" μέσα της, ήταν κι ο
καρκίνος που προκλήθηκε αργότερα από τα απανωτά χτυπήματα της μοίρας αλλά
πάντα έπαιρνε δύναμη μέσα από την αγάπη και τις αγκαλιές των παιδιών της. Όταν
κατάλαβε ότι οι δυνάμεις της, την εγκαταλείπουν επέστρεψε στον Πύργο μαζί με
τα δύο παιδιά της, για να είναι κοντά στην αγαπημένη της μητέρα που της
στάθηκε "βράχος" όλα αυτά χρόνια και να αφήσει την τελευταία της πνοή, τον
Νοέμβριο του 2021.
Η δολοφονία του Μανώλη Καντάρη
Ξημερώματα της 10ης Μαΐου 2011 κι η δολοφονία του Μανώλη Καντάρη από τρεις
δράστες Αφγανικής καταγωγής για τη βιντεοκάμερα που κρατούσε συγκλονίζει το
πανελλήνιο. Ο Μανώλης Καντάρης κατεβαίνει από την πολυκατοικία στην οποία
διέμενε, στη διασταύρωση των οδών Ηπείρου και Φυλής και κατευθύνεται προς το
πάρκινγκ όπου είχε αφήσει το αυτοκίνητό του. Ιδιαίτερα χαρούμενος και
συγκινημένος ετοιμαζόταν να συνοδεύσει τη σύζυγό του, Σιμόνα Βιρτζίλι στο
μαιευτήριο για να γεννήσει κρατώντας μια κάμερα για να απαθανατίσει το
νεογέννητο παιδί του στο μαιευτήριο. Εκεί του επιτέθηκαν τρεις Αφγανοί και τον
μαχαίρωσαν για να του πάρουν την κάμερα. Τον δολοφόνησαν λίγα λεπτά πριν τον
ερχομό του παιδιού του. Την ίδια ώρα η Σιμόνα που είχε στο πλευρό της, την
μητέρα της, μάταια περίμενε την επιστροφή του άντρα της.
«Μαζί με τη μητέρα μου πήραμε τη βαλίτσα με τα ρούχα μου και φύγαμε από το
σπίτι. Βγαίνοντας από την είσοδο της πολυκατοικίας, είδαμε στη γωνία της 3ης
Σεπτεμβρίου μία κορδέλα δεμένη από άκρη σε άκρη και πολλούς αστυνομικούς. Η
μητέρα μου κατευθύνθηκε προς το σημείο ενώ εγώ λόγω της εγκυμοσύνης έκανα αργά
βήματα. Όταν πλησίασα είδα τα πόδια του Μανώλη, ο οποίος ήταν ξαπλωμένος στο
πεζοδρόμιο. Γύρω του υπήρχε μια λίμνη αίματος . Του δικού του αίματος. Η
μητέρα μου μαζί με την αστυνομία με κρατούσαν για να μην πλησιάσω στο σημείο,
ενώ εγώ παρότι ήμουν ετοιμόγεννη ήθελα να πλησιάσω τον άντρα μου και να τον
φιλήσω για μια τελευταία φορά».
Η Σιμόνα που γέννησε λίγες ώρες μετά , έπρεπε παράλληλα να οργανώσει την
κηδεία του άντρα της. Εμφανώς συγκινημένη από την ανάμνηση της δολοφονίας του
άντρα της περιέγραψε ενώπιον της έδρας του δικαστηρίου τα δυο βίντεο που είδε
από τις κάμερες που κατέγραψαν τα τελευταία λεπτά της ζωής του άντρα της.
«Μέσα σε 14 δευτερόλεπτα τον πλησίασαν τρεις άνθρωποι, τον ακινητοποίησαν, του
προκάλεσαν δύο χτυπήματα από τα οποία το ένα ήταν θανατηφόρο, του πήραν τη
βιντεοκάμερα, άνοιξαν το πορτοφόλι του και ξεχώρισαν τα ξένα χαρτονομίσματα
από τα ευρώ τα οποία και αφαίρεσαν. Οι άνθρωποι που τελούν ένα τέτοιο έγκλημα
μέσα σε 14 δευτερόλεπτα, έχουν τελέσει και στο παρελθόν κι άλλο έγκλημα».