Ο Στέφανος Κασσελάκης, που εξελέγη από τη βάση, αποπέμφθηκε εν μια νυκτί - Λίγους μήνες πριν είχαν έρθει οι αποχωρήσεις των στελεχών που έφτιαξαν τη Νέα Αριστερά - Και η κατρακύλα συνεχίζεται...
Μια σειρά από στελέχη διαφώνησαν και αποσπάστηκαν από τις εντολές της ηγεσίας, είτε του Τσίπρα είτε του https://www.protothema.gr/tag/stefanos-kasselakis/. Αποχώρησαν από την κοινή στέγη της πλατείας Κουμουνδούρου, αποσχίστηκαν από την κομματική «στάνη» και ανεξαρτητοποιημένα τράβηξαν τον δικό τους δρόμο. Φυσικά στο επόμενο διάβα τους συγκρότησαν συλλογικά προσωποπαγώς ξεχωριστούς πολιτικούς σχηματισμούς. Τη Λαϊκή Ενότητα (ΛΑΕ), το ΜέΡΑ5, την Πλεύση Ελευθερίας και τελευταία τη Νέα Αριστερά. Προσθέτοντας ο καθένας ένα ακόμη επεισόδιο στο σίριαλ των πολυδιασπάσεων της Αριστεράς.
Είτε αυτό ανήκει στην παραδοσιακή, δογματική, ανανεωτική ή στην πλουραλιστική εκδοχής της, κάποιες φόρες αντί της εμπλοκής σε εσωκομματικό εμφύλιο που εγκυμονεί διασπαστική αποσύνθεση προτιμάται η μέριμνα αυτοπροστασίας ώστε να δοθεί η μάχη εντός κομματικών ορίων. Από τα μέσα δηλαδή. Και όσο αυτή κρατήσει. Εξάλλου ο μαρξιστής στοχαστής και ιδρυτής του ΚΚ Ιταλίας, Αντόνιο Γκράμσι, προειδοποιούσε ότι «αν κάποιος χτυπήσει το κεφάλι του στον τοίχο, είναι το κεφάλι που σπάει και όχι ο τοίχος». Και από θρυμματισμένα διασπαστικά εγχειρήματα είναι γεμάτη η πολιτική ιστορία. Γεγονός που μάλλον συμφωνεί με τη λαϊκή παροιμία «το πρόβατο που φεύγει απ’› το μαντρί το τρώει ο λύκος».
Η περιοδική, όμως, επανάληψη του φαινομένου των αποσκιρτήσεων, των ρηγματώσεων και της κρίσης ταυτότητας της Αριστεράς έχει σίγουρα τις αιτίες της. Συνοπτικά, ο χώρος θεωρείται πως είναι πρωτίστως ιδεολογικά φορτισμένος, ενίοτε ασφυκτικά εσωστρεφής, αν όχι ομφαλοσκόπος, και πάγια ενδοανταγωνιστικός. Επιτρέπει, αν δεν ωθεί, ασυγκράτητες εκδηλώσεις αυθεντίας, υπεροψίας αγωνιστικής υπεροχής και ιδεολογικής συνέπειας. Αν προστεθεί η ανυπομονησία ανάδειξης και ο αρχηγικός παραγοντισμός μαζί με την αλαζονική περιφρόνηση του κάθε πληγωμένου ναρκισσισμού προς τους υπόλοιπους συντρόφους, η κατασκευή τείνει στα όρια της αντοχής. Ή της θραύσης.
Κομματικός θρυμματισμός
Οταν πια η αμφισβήτηση προς την ηγεσία ομαδοποιηθεί σε ιντριγκαδόρικα καπετανάτα, ο κομματικός θρυμματισμός καταφθάνει με καλπασμό. Η βιτρίνα ραγίζει και κομματιάζεται, το εσωτερικό καταρρέει σε ερείπια. Πολύ ευκολότερα ωστόσο συντρίβεται αν απέναντι στον φραξιονισμό των διαφωνούντων λειτουργεί ως φράξια και το ηγετικό απαράτ. Η συνταγή έχει ξαναμαγειρευτεί και επανειλημμένα σερβιριστεί. Πιο πρόσφατα δοκιμάστηκε στις αρχές Δεκεμβρίου της περασμένης χρόνιας με την αποχώρηση από τον ΣΥΡΙΖΑ έντεκα βουλευτών και αρκετών στελεχών -προερχόμενων από τις συνιστώσες «Ομπρέλα» και «6+6»-, οι οποίοι συγκρότησαν τη Νέα Αριστερά.
Ισχυρίστηκαν ότι η έξοδός τους δεν επήλθε ύστερα από απαίτηση για καρέκλες και αξιώματα. Αντίθετα, στο οριστικό διαζύγιο από το πρώην κόμμα τους προχώρησαν -για τι άλλο;- για λόγους αρχών, ηθικής, αξιοπρέπειας, ευθύνης και ελπίδας. Εχει προηγηθεί σφοδρή αντιπαράθεση με τον εκλεγμένο προ τριών μόλις μηνών πρόεδρο, στον Β’ γύρο των εσωκομματικών εκλογών έναντι της Εφης Αχτσιόγλου, του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανο Κασσελάκη.
Στη δριμύτατη κριτική εναντίον του τον κατηγόρησαν ως ξένο σώμα στο κόμμα το οποίο μετάλλασσε σε μόρφωμα χωρίς δομή επιδεικνύοντας γελοίο αρχηγισμό αλά Ντόναλντ Τραμπ. Οι ίδιοι πάντως στο παρελθόν, όταν ο προηγούμενος πρόεδρος, παραιτημένος πια από την ηγεσία, Αλέξης Τσίπρας μετέτρεπε το κόμμα σε αρχηγικό παρακάμπτοντας τα όργανα περιορίστηκαν στην άσκηση κριτικής, αλλά δεν μετακόμισαν από αυτό.
Οπως κι αν έχει πάντως, ανεξαρτήτως ευθυνών, την τραυματική εμπειρία των διασπάσεων, ύστερα από ενδότερες συγκρούσεις, φυγόκεντρες τάσεις και σχισματικές διαιρέσεις, την έχει βιώσει σχεδόν ρουτινιάρικα ο συγκεκριμένος πολιτικός χώρος. Τόσο ο Συνασπισμός από τότε που εκλέχτηκε στην ηγεσία του ο Αλέξης Τσίπρας όσο και ο κινηματικός πολυτασικός ΣΥΡΙΖΑ των άλλοτε 11 ετερόκλητων συνιστωσών. Είχε προηγηθεί η έξοδος από το ίδιο κόμμα του Αλέκου Αλαβάνου -που μεταβίβασε το «δαχτυλίδι» της προεδρίας του ΣΥΝ στον διάδοχό του Αλέξη Τσίπρα-, ο οποίος σχεδόν αθόρυβα σχημάτισε μετέπειτα το Σχέδιο Β. Και πιο βροντερά αποχώρησε μαζί με εκατοντάδες στελέχη της ανανεωτικής πτέρυγας ο Φώτης Κουβέλης.
Για πρώτη φορά μια διάσπαση της Αριστεράς εξελισσόταν σε δημόσια θεά με όλους τους αξιομνημόνευτους συμβολισμούς που κουβαλούσε μια τέτοια κίνηση στην πολιτική σκηνή. Ηταν λίγο πριν τις 12 τα μεσάνυχτα του Σαββάτου 5 Ιουνίου του 2010 όταν ο Κουβέλης με γαλάζιο πουκάμισο έφευγε αργά από τη στρωμένη με κόκκινη μοκέτα αίθουσα του Τάε Κβον Ντο κατά τη διάρκεια του 6ου Συνεδρίου του Συνασπισμού. Είχε κιόλας χαράξει από το βήμα του συνεδρίου κόκκινες γραμμές απέναντι στις κομματικές «αριστερίστικες γκρούπες» και τους «παρακμιακούς κινηματίες της αγανάκτησης» -ήδη η Ελλάδα είχε μπει τότε σε μνημονιακή επιτήρηση- συντελώντας ουσιαστικά στη διάσπαση του Συνασπισμού με τη δημιουργία εκ μέρους του τού κόμματος Δημοκρατική Αριστερά (ΔΗΜΑΡ).
Οι «δογματικοί» με τη στήριξη της παλιάς κομματικής φρουράς και οι «ανανεωτικοί». Επικράτησαν οι πρώτοι. Μέσα σε λίγους μήνες αποχώρησε περίπου το 45% της Κεντρικής Επιτροπής, μεταξύ των οποίων και ο πρώην γραμματέας του κόμματος Γρηγόρης Φαράκος. Παραιτήθηκαν, καθαιρέθηκαν, τέθηκαν σε διαθεσιμότητα ή διαγράφτηκαν μεταξύ άλλων στελεχών οι Μαρία Δαμανάκη, Μίμης Ανδρουλάκης, Παναγιώτης Λαφαζάνης, Γιάννης Δραγασάκης, Νίκος Χουντής, Δημήτρης Στρατούλης Θανάσης Καρτερός, Στάθης Λεουτσάκος. Επρόκειτο για κανονική διάσπαση του ΚΚΕ, έστω και χωρίς τα πογκρόμ του παρελθόντος Το αντίκτυπο της αποδυνάμωσής του αποδείχτηκε στο χαμηλό ποσοστό του 4,54% που έλαβε στις εκλογές του 1993.
Ο Συνασπισμός
Στον Συνασπισμό όμως του 2010 το σκηνικό ρήξης ήταν πολύ πιο χαλαρό. Θα αποδεικνυόταν 6 χρόνια αργότερα, όταν τα διόλου ακονισμένα τόμαχοκ εκείνης της εμπλοκής είχαν πλέον θαφτεί. Το νεοϊδρυθέν κόμμα του Φώτη Κουβέλη είχε άδοξα τελευτήσει τον σύντομο πολιτικό του βίο. Παρότι πρόλαβε να συμμετάσχει στην τρικομματική κυβέρνηση των Σαμαρά - Βενιζέλου, κατάφερε κατόπιν να αποχωρήσει και ακολούθως να διασπαστεί. Τα αλλοτινά ολόγεμα εκλογικά φεγγάρια της ΔΗΜΑΡ είχαν πια σκοτεινιάσει όταν ο ίδιος ο Κουβέλης έριξε γέφυρες συνεννόησης με τον κυβερνώντα πλέον ΣΥΡΙΖΑ. Και κουτσά στραβά πήρε μοναχός τον δρόμο της επιστροφής στο προηγούμενο κομματικό του σπίτι, το οποίο είχε παλιότερα επικρίνει για «νεοκομμουνιστική μετάλλαξη».
Η έκπληξη ήταν ότι οι «μεταλλαγμένοι» πρώην σύντροφοί του τον υποδέχτηκαν περίπου σαν τον άσωτο υιό και του πρόσφεραν τον μόσχο τον σιτευτό. Πράγματι, τον Μάρτιο του 2018 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. τον έχρισε αναπληρωτή υπουργό Εθνικής Αμυνας. Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε εξόχως ανεκτική και επιεικής ως προς την προσέγγιση της επανάκαμψης ενός «αποστάτη».
Παρόμοια βέβαια ηπιότητα είχε επιδείξει, πάρα τη διαπιστωμένη εχθροπαθή ιδιοσυγκρασία του, και απέναντι στους 25 βουλευτές, τα 4 μέλη της Πολιτικής Γραμματείας και τα 53 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής που αποχώρησαν από το κόμμα την Παρασκευή 21 Αυγούστου του 2015 ακολουθώντας τον επικεφαλής της Αριστερής Πλατφόρμας Παναγιώτη Λαφαζάνη. Ωστόσο η στάση πραότητας ενός κόμματος που υποτίθεται αντλεί το προφίλ του από μαρξιστικο-λενινιστικές παρακαταθήκες και ταξικές καταβολές παραξένεψε, αν δεν θύμωσε τους τυμβωρύχους της κομματικής ιστορίας της Αριστεράς.
Η σκοτεινή, παρότι λησμονημένη, αλήθεια είναι πως στο μακρινό παρελθόν τα εσωκομματικά πράγματα της πρώιμης ελληνικής Αριστεράς εξελίσσονταν από βάναυσα, μοχθηρά και συκοφαντικά ως τον εκδικητικό βαθμό της ωμής τρομοκράτησης των ίδιων των μελών της. Εστω κι αν δεν προέκυπταν τότε διασπάσεις ή διχοτομήσεις, η εκάστοτε κομματική ηγεσία μεθόδευε συστηματικά την ηθική υπονόμευση και την καταδικαστική εξόντωση κάθε αμφισβητία του σχεδόν υπερβατικού «αλάθητού» της.
Μέχρι να έρθει και η δική της σειρά να περάσει από την πριονοκορδέλα του ατιμωτικού εξοστρακισμού με βαρύτατα προσβλητικούς χαρακτηρισμούς. Η «διαλεκτική» των εσωκομματικών εκκαθαρίσεων αποτελούσε το παράλογο οργανικό στοιχείο δικαίωσης των μονολιθικών μπολσεβίκικων μηχανισμών. Από την ίδρυση του ΚΚΕ, ως Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΕΚΕ), το 1918 και τις ανελέητες ενδοκομματικές διαμάχες με τους τροτσκιστές και τους αρχειομαρξιστές δεν υπήρξε γραμματέας του που να μη δαιμονοποιήθηκε εμφατικά έως εξευτελιστικού διασυρμού.
Εκκαθαρίσεις
Υπό την παρεμβατική εποπτεία της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κομιντέρν) και την άγρυπνη επιτροπεία του Κ.Κ. της Σοβιετικής Ενωσης η απαίτηση προς κάθε εθνικό κόμμα ήταν επιτακτική: υποταγή στον διακηρυγμένο στόχο της προώθησης της παγκόσμιας επανάστασης. Κάθε σκεπτικισμός ως προς τη αφοσίωση, την πίστη, κάθε αμφιβολία ή παρέκκλιση ως προς τις βεβαιότητες της κομμουνιστικής «Βίβλου» αποτελούσε τιμωρητέα αίρεση. Κάπως έτσι, στα πρώτα του πολιτικά βήματα, εν μέσω παρανομίας, το ΚΚΕ κατάντησε σαν τον μυθικό αδηφάγο Κρόνο που έτρωγε τα παιδιά του. Κατήγγειλε ως «τροτσκιστή» και «προβοκάτορα» τον Παντελή Πουλιόπουλο.
Ως «οπορτουνιστή» και «σοβινιστή» τον Γιάννη Κορδάτο. Ως «λικβινταριστή», «πράχτορα της ασφάλειας» και «προδότη» τον Παστιά Γιατσόπουλο. Ο Ανδρόνικος Χάιτας, που είχε καταφύγει στη Ρωσία μετά από τη δραπέτευσή του από τις ελληνικές φυλακές, τουφεκίστηκε στο πεδίο βολής «Κομμουνάρκα» της Μόσχας κατά τη διάρκεια των σταλινικών εκκαθαρίσεων. Του επέρριψαν μπουχαρινικές απόψεις και κατασκοπεία υπέρ της Ελλάδας, της Γερμανίας και της Ιαπωνίας!
Το γαϊτανάκι της επαίσχυντης διαβολής των διατελεσάντων γραμματέων του κόμματος ξετυλιγόταν καταιγιστικά. Ο Βασίλης Νεφελούδης διαγράφηκε ως «όργανο του ταξικού εχθρού», «δειλός» και «λιγόψυχος». Ο Αντρέας Τσίπας ως «τυχοδιωκτικό και αλήτικο στοιχείο» που «δεν είχε καμμιά εχτίμηση στους σλαβομακεδόνες!». Ακόμη και στον Γιώργη Σιάντο, ο οποίος χρημάτισε γραμματέας του ΚΚΕ στα χρόνια της ναζιστικής κατοχής και πρωταγωνίστησε στη Εθνική Αντίσταση, αποδόθηκε δυσφημιστικά από το ίδιο του το κόμμα ο ρόλος του πράκτορα της Ιντέλιτζενς Σέρβις.
Υπό την καχυποψία που αναίτια τον βάραινε, ο Σιάντος έπεσε σε εσωκομματική δυσμένεια, αρρώστησε λαβωμένος από τη συκοφαντία και άφησε την τελευταία του πνοή στα 57 του στην κλινική του γιατρού Πέτρου Κόκκαλη στην Αθήνα τον Μάιο 1947. Τουλάχιστον αυτός δεν «κατακρεουργήθηκε» από την αποδοκιμαστική αποκήρυξη που είχε επιφυλάξει δύο χρόνια νωρίτερα το ΚΚΕ στον Αρη Βελουχιώτη με την κατάπτυστη ρητή εντολή του «ούτε νερό ούτε ψωμί στον δηλωσία μιζέρια». Λίγες ημέρες μετά την τελεσίδικη κομματική καταδίκη του, περικυκλωμένος από ένοπλες παρακρατικές συμμορίες, ο Βελουχιώτης θα αυτοκτονούσε στις 12 Ιουνίου 1945 στη χαράδρα του Φάγγου στη Μεσούντα Αρτας.
Πρωταίτιος όλων αυτών των ξετσίπωτων διαβολών υπήρξε ιστορικά αποδεδειγμένα ο Νίκος Ζαχαριάδης μαζί με το φθονερό σινάφι των κυνικών μπιστικών του και το τσούρμο των ανήθικων εσωκομματικών χαφιέδων του που επικροτούσαν άκριτα όλες τις αποφάσεις του. Ευνοούμενος της Μόσχας και χαϊδεμένο τέκνο της Τρίτης Διεθνούς, διορίστηκε γενικός γραμματέας του ΚΚΕ το 1931 μετά από παρέμβαση των Σοβιετικών. Ανακηρύχθηκε πρωτοφανώς «αρχηγός» του κόμματος, τίτλος που του χάριζε παντοδυναμία αναντικατάστατου μονοκράτορα αλά Ιωσήφ Στάλιν. Σκληροπυρηνικός, υστερόβουλος, αδίστακτος και ιντριγκαδόρος, έσπερνε διχόνοιες και πυροδοτούσε μίσος εναντίον των «ενοχλητικών» συντρόφων του. Στο στόχαστρό του δεν μπήκαν μόνο οι Σιάντος, Βελουχιώτης ή ο Μάρκος Βαφειάδης.
Πικρά, ωστόσο, μαντάτα επιφύλασσε και στον ίδιο η μοίρα. Ή, καλύτερα, έμελλε να του επιστραφούν τοκισμένες οι λάσπες που εκτόξευε αδιάντροπα κατά τη διάρκεια της δεσποτικής κυριαρχίας του. Οι μέρες του άκαπνου σε μάχες «αρχηγού» που με συνυπαιτιότητά του έσυρε τη χώρα σε έναν ολέθριο εμφύλιο ήταν μετρημένες. Το 1956 με επέμβαση της, υπό αποσταλινοποίηση από τον Νικήτα Χρουστσόφ, Μόσχας καθαιρέθηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ.
Κατηγορήθηκε για «αντισοβιετισμό, τυχοδιωκτισμό, φραξιονισμό χωρίς αρχές, ως προβοκάτορας, κακός δαίμονας του κινήματος, φωνή του εχθρού» και μύρια άλλα. Πριν από την αποκαθήλωσή του, όμως, πυροδότησε τη σύγκρουση μεταξύ των πιστών οπαδών του και «αντιζαχαριαδικών» τον Σεπτέμβριο του 1955 στην Τασκένδη, όπου ζούσαν 17.000 πολιτικοί προσφυγές, άνδρες και γυναίκες, στη συντριπτική πλειονότητά τους απομεινάρια των μαχητών του ηττημένου στον Εμφύλιο Δημοκρατικού Στρατού.
Στα 14 συγκροτήματα κατοικιών (Πολιτείες) που κατοικούσαν συνεπλάκησαν σε βίαια αιματηρά επεισόδια με πολλά θύματα έως ότου επενέβη κατασταλτικά η σοβιετική Αστυνομία. Στην πραγματικότητα ήταν η πρώτη εσωτερική διάσπαση του ΚΚΕ στη μεγαλύτερη κομματική οργάνωσή του που απαρτιζόταν από 8.000 άτομα. Χρόνια αργότερα, απομονωμένος, κομματικά αποσυνάγωγος και εξόριστος στο Σουργκούτ της δυτικής σιβηρικής πεδιάδας, ο απελπισμένος 70χρονος Ζαχαριάδης θα αυτοκτονούσε δι’ απαγχονισμού τον Αύγουστο του 1973. Η μακρόχρονη παρουσία του στην κομματική ηγεσία είχε προ πολλού αφήσει πίσω της στάχτες και αποκαΐδια.
Με τόσες χαίνουσες πληγές στο ηττημένο κομματικό σώμα, τόση απελπισία, πικρία και σωρευμένη ματαίωση για το αίμα και τις θυσίες που κατέθεσαν οι κομμουνιστές αγωνιστές, οι εσωκομματικές εξελίξεις στο ΚΚΕ έμοιαζαν προδιαγεγραμμένες. Εστω αργά και βασανιστικά. Το βολονταριστικό σύνθημα «το όπλο παρά πόδα» που διακήρυσσε ιδεοληπτικά ο Ζαχαριάδης είχε φρακάρει βουτηγμένο στο μετεμφυλιακό πολιτικό κλίμα ασφυξίας και ηττοπάθειας.
Εμελλε η θεαματικότερη και πιο συναρπαστική κρίση στην ιστορία του ελληνικού αριστερού κινήματος να συμβεί στο δραματικά παγωμένο δεκαήμερο μεταξύ 5 και 15 Φεβρουαρίου του 1968. Τότε συνήλθε η 12η πλατιά Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ στη Βουδαπέστη. Οι συνθήκες ήταν οι χειρότερες δυνατές. Κορύφωση του Ψυχρού Πόλεμου, το κόμμα βρισκόταν επί 21 συνεχή χρόνια στην παρανομία, η κατάσταση στην Ελλάδα με την επιβολή της αυταρχικής χούντας των συνταγματαρχών απέκλειε τη συμμέτοχη στην κομματική σύναξη των φυλακισμένων, των εκτοπισμένων και των κρυμμένων διωκομένων κομμουνιστών. Από τη μεριά του ο γραμματέας του κόμματος Κώστας Κολιγιάννης είχε καλέσει για να συμμετάσχουν, ώστε να συμπληρωθεί τυπικά η απαρτία, επιλεγμένους συντρόφους από την Ανατολική Ευρώπη με αποκλειστικό κριτήριο τη νομιμοφροσύνη τους στην ηγεσία.
Σε ένα τεράστιο κρατικό κτίριο στη Βούδα, που χρησίμευε ως τόπος ανάπαυσης και περισυλλογής των στελεχών του ουγγρικού Κομμουνιστικού Κόμματος, τα θέματα της ελληνικής Ολομέλειας τέθηκαν από την αρχή στη διαδικασία των εργασιών. Παρακάμφθηκε το ζήτημα της επανασύστασης των κομματικών οργανώσεων του ΚΚΕ στην Ελλάδα που είχαν διαλυθεί το 1958 και τέθηκαν επιτακτικά πιο κρίσιμα ζητήματα: όπως το ζωτικά υπαρκτό πρόβλημα των σχέσεων εξάρτησης του ΚΚΕ από το Σοβιετικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Ακόμη πιο έντονα επιχειρήθηκε να μπει στη συζήτηση το καυτό ερώτημα αν το κέντρο της καθοδήγησης θα βρισκόταν έξω (στο ανατολικό σοσιαλιστικό μπλοκ) ή μέσα (στην Ελλάδα).
Η διαπιστωμένη έλλειψη κουλτούρας ανοιχτού διαλόγου και η παρέμβαση των ενημερωμένων εκ των πρότερων για τις εσωκομματικές διαφωνίες «αδελφών» κομμάτων της Ρουμανίας και της ΕΣΣΔ διαμόρφωναν το κλίμα. Παρ’ όλα αυτά οι εσωτερικοί συσχετισμοί είχαν πλέον αλλάξει. Η αποχώρηση όσων διαφώνησαν με τις αποφάσεις της Ολομέλειας σηματοδότησε την οριστική εσωκομματική ρήξη. Οταν το πρωί της 17ης Φεβρουαρίου 1968 τρία από τα επτά μέλη του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ (Μήτσος Παρτσαλίδης, Πάνος Δημητρίου, Ζήσης Ζωγράφος) κατήγγειλαν μέσω του επίσημου κομματικού ραδιοσταθμού τον Α’ Γραμματέα Κώστα Κολιγιάννη και τους υποστηρικτές του για «επιστροφή στο ανώμαλο εσωκομματικό καθεστώς του παρελθόντος», η διάσπαση είχε γίνει απτή πραγματικότητα.
Δεν απέφυγε, πάντως, τις περιπέτειες, καθώς όφειλε να αναμετρηθεί με τις εσωτερικές εγγενείς αντιθέσεις του ως προς τον λιγότερο ή περισσότερο κομμουνιστικό χαρακτήρα του. Το «ορθόδοξο» ΚΚΕ τήρησε συνεπή στάση απέναντι στις «λαϊκές δημοκρατίες» και νομιμοφροσύνη προς το ΚΚΣΕ - όσο υπήρχαν. Διατήρησε συμπαγή μαρξιστικο-λενινιστική ιδεολογία, συντηρητική αισθητική αντίληψη περί πολιτικής, αντιευρωπαϊκό χαρακτήρα και την ταξική του ταυτότητα. Και τα δύο συνεργάστηκαν εκλογικά σε περιστασιακές βραχύβιες συμμαχίες που διαλύθηκαν την επομένη τους κλεισίματος της κάλπης.
Οταν το 1986 το ΚΚΕ Εσωτερικού διασπάστηκε και η πλειοψηφία συγκρότησε την Ελληνική Αριστερά με επικεφαλής τον Λεωνίδα Κύρκο, ενώ η μειοψηφία τάχθηκε με τον Γιάννη Μπανιά σχηματίζοντας το ΚΚΕ Εσωτερικού / Ανανεωτική Αριστερά ανοίχθηκαν παράθυρα ευκαιρίας για νέες συμμαχίες. Ο Λεωνίδας Κύρκος της ΕΑΡ και ο Χαρίλαος Φλωράκης του ΚΚΕ ύστερα από χρόνια ανταγωνισμού συναντήθηκαν πολιτικά τον Μάιο του 1988. Επειτα από πολύμηνες διαπραγματεύσεις και διαβουλεύσεις, η «ομάδα εργασίας» που από κοινού όρισαν έδωσε στη δημοσιότητα το περίφημο «Κοινό Πόρισμα», το οποίο αποτέλεσε την πλατφόρμα για τη συγκρότηση του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου.
Οσο για την «ομάδα Μπανιά», με στελέχη της τους Νίκο Βούτση, Αλέκο Φλαμπουράρη, Νίκο Φίλη, Πάνο Σκουρλέτη κ.ά. μετονομάστηκε σε ΑΚΟΑ, πήρε ενεργό μέρος στο πλαίσιο του διαλόγου για τη συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ και αποτέλεσε στις αρχές του 21ου αιώνα μία από τις ιδρυτικές και βασικές συνιστώσες του.
Ολα τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Που περιλαμβάνει την αφήγηση των σχισμάτων, των διχοτομήσεων και των διασπάσεων. Σε τι ωφέλησαν ή πόσο επιβλαβείς ήταν για την πορεία της Αριστεράς το ερώτημα παραμένει αναπάντητο. Σίγουρα γέννησαν προσωπικές βεντέτες, δημιούργησαν οξύνσεις, έκοψαν καλημέρες, χώρισαν παλιούς συναγωνιστές, αλλά έδωσαν διέξοδο σε υπαρξιακές κρίσεις και άνοιξαν ευκαιρίες ίδρυσης νέων πολιτών σχηματισμών. Αρκετοί ισχυρίζονται ότι η διεργασία είναι ευεργετική καθώς προσομοιάζει με την πολλαπλασιαστική διαίρεση του πυρήνα της αμοιβάδας.
Προτού όμως καταλήξει η κατακερματισμένη Αριστερά στα εφόδια που παρέχει η Βιολογία για να δικαιολογήσει τους διαγκωνισιμούς και τους καβγάδες μεταξύ συντρόφων, προτιμότερο είναι να εντρυφήσει στη Θερμοδυναμική. Η οποία εδώ και χρόνια έχει αποδείξει ότι το να βάζεις τα πράγματα σε τάξη είναι πολύ πιο δύσκολο από το να τα διαλύεις. Τουλάχιστον με αυτή τη γνώση αποφεύγονται τα αλλεπάλληλα σοκ των πολιτικών διασπάσεων που προκύπτουν είτε με κρότο είτε με λυγμό.