Παρακολούθησα με ενδιαφέρον, αλλά κυρίως με αγωνία την ομιλία του πρωθυπουργού την Τρίτη στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ. Είναι ίσως η πρώτη φορά που ομιλία του Γιώργου Παπανδρέου εξέπεμπε τόσο ηλεκτρισμό και ένταση.
Λόγος δραματικός, με εμφατικές αναφορές σε ιστορικές στιγμές που πλήγωσαν την Ελλάδα και φαρμακερές βολές προς κοινωνικές συμπεριφορές, σκοτεινές δυνάμεις και κέντρα συντεχνιακών και άλλων συμφερόντων που αγωνίζονται να κρατήσουν τη χώρα πίσω.
Στο σκόπευτρο οι πατριωτικοί αδένες, όλων, μα κυρίως των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, ενόψει της ψήφισης του πολυνομοσχεδίου την Πέμπτη.
Κάποια στιγμή η φωνή σηκώθηκε και το βλέμμα σκλήρυνε. Ήταν η στιγμή που ο πρωθυπουργός άρχισε να ανοίγει με ορμή τη βεντάλια των υπευθύνων για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα. Κάποιες συνδικαλιστικές οργανώσεις που εκβιάζουν, κάποιοι ανεύθυνοι δικαστές, κάποια βρώμικα ΜΜΕ, κάποιες τράπεζες και κάποιοι επιχειρηματίες που θέλουν να κάνουν κουμάντο. Και, επιτέλους, η αίθουσα ζεστάθηκε από ένα δυνατό, εγκάρδιο χειροκρότημα.
Ίσως, αν τα πράγματα ήταν αλλιώς, ο ήχος των χειροκροτημάτων ακουγόταν ταυτόχρονα από κάθε μπαλκόνι, παράθυρο ή φωταγωγό των ελληνικών νοικοκυριών. Να έβγαινε στα πεζοδρόμια, στις πλατείες και στα στέκια. Να ταξίδευε πάνω από τα χωράφια και να έφτανε ως την τελευταία ελληνική βουνοκορφή.
Δυστυχώς, όμως δεν είναι έτσι. Σήμερα είναι αργά για χειροκρότημα. Σήμερα οι παλάμες στρέφονται προς άλλου είδους χειρονομίες, έξω από το πλαίσιο του πολιτικού πολιτισμού. Γιατί, εδώ που είμαστε τα βροντερά λόγια δεν αρκούν. Και, κυρίως, δεν απαντούν, στο γιατί μέχρι σήμερα η εξουσία δεν εμπόδισε, δεν τιμώρησε, δεν πρόλαβε τους λυσσασμένους λύκους που για δεκαετίες κατάπιναν αχόρταγα τα αθώα πρόβατα, παρά τους χάιδευε, τους τάιζε και τους στόλιζε με φαντεζί φιογκάκια κόντρα στην άγρια φύση τους.
Δεν ξέρω για πόσο ακόμη ο Γιώργος Παπανδρέου θα καταφέρει να κρατηθεί στην εξουσία. Πολλοί στοιχηματίζουν ότι διανύει τα τελευταία πρωθυπουργικά του χιλιόμετρα, άλλοι, λιγότεροι, θεωρούν πιθανό ένα ακόμη δυναμικό πολιτικό come back, από αυτά που έχει αποδείξει ότι ξέρει να κάνει.
Αυτό που ξέρω σίγουρα, είναι, ότι, αν τελικά η σταδιοδρομία του ως πρωθυπουργός κάπου εδώ τελειώνει, θα είναι ένας ακόμη ηγέτης που θα τα έχει πει… φεύγοντας. Και μπορεί ο ίδιος να νιώθει την ανάγκη να θυμόμαστε ότι κάποτε τα είπε, περισσότερο από όλα όμως θα θυμόμαστε ότι δεν τα έκανε. Αν πάλι αντέξει στο τιμόνι της εξουσίας, ιδού η μεγάλη πρόκληση!
Για να μην κοροϊδευόμαστε, θα ήταν τουλάχιστον αφελές να υποστηρίξει κανείς ότι η σύγκρουση μιας οποιασδήποτε κυβέρνησης με κατεστημένα μικρά και μεγάλα συμφέροντα είναι μία εύκολη υπόθεση.
Ας μην παριστάνουμε ότι ανακαλύψαμε την πυρίτιδα. Εδώ και δεκαετίες οι κυβερνήσεις συνδιοικούν τη χώρα παρέα με τους σημερινούς «κακούς λύκους». Δύσκολα το πολιτικό σύστημα που εξέθρεψε τα φαινόμενα διαφθοράς, διαπλοκής, συναλλαγής, συντεχνιασμού και εξουσιαστικών συμφερόντων μπορεί να αναμετρηθεί μαζί τους.
Το πολιτικό σύστημα μάχεται με τον Φρανκενστάιν που το ίδιο δημιούργησε. Ένα τέρας που τώρα επιτίθεται στο δημιουργό του. Μπορούν; Θέλουν; Αντέχουν να το αντιμετωπίσουν; Με ασκήσεις θάρρους πάντως το θεριό δε σκοτώνεται. Μόνο με βαρύ οπλισμό και πλήρη γνώση ότι πάνω στη μάχη μπορεί και να πεθάνεις.
Κι επειδή, ο Φρανκενστάιν δε φταίει που γεννήθηκε κι έγινε μεγάλος και ισχυρός, ανακουφιστικό, θα ήταν, αν ο πρωθυπουργός χθες πάταγε γερά και στην απέναντι όχθη των ευθυνών. Το χθες δεν έχει μόνο την κυβέρνηση Καραμανλή. Έχει δεκαετίες κυβερνήσεων που φούσκωσαν τα όνειρα των Ελλήνων με πλαστή ευζωία, με κούφια ευημερία και απατηλές υποσχέσεις. Όπως επίσης, το χθες, έχει και μία διετή δική του κυβέρνηση με τεράστιες ευθύνες για την τροπή που πήραν τα πράγματα.
Ας συνειδητοποιήσει λοιπόν επιτέλους ο καθένας τα λάθη και τις ευθύνες του. Τα κάνανε θάλασσα.
Όσο για εμάς… Άλλοι την καταβρίσκαμε και πλατσουρίζαμε περιχαρείς, άλλοι κολυμπούσαμε αμέριμνοι, άλλοι πνιγόμασταν και δε βγάζαμε «κιχ». Κάποιοι ελάχιστοι φώναζαν «βουλιάζουμε» και τους αποκρίνονταν οι πολλοί «Άντε απο’ δω ρε φλώροι! Μίζεροι! Γραφικοί!»