Το μποξ, ευρέως διαδεδομένο στις ΗΠΑ, μπορεί να είναι ένα στημένο και ιδιαίτερα επικερδές θέαμα/βιομηχανία γυρισμένο σε στούντιο με φαντασμαγορικά εφέ και του οποίου οι σταρ πληρώνονται με μηδενικά κάθε μελανιά, ένα ευγενές άθλημα σε γήπεδα με λιγότερο θεαματικά εφέ που συγκινεί τους θεατές ή ένας αγώνας σε μια ξεχασμένη αποθήκη χωρίς κανόνες και μέχρι τελικής πτώσης στα πλαίσια του οποίου περιουσίες φτιάχνονται και χάνονται σε στοιχήματα μίας νύχτας και μόνος υπεύθυνος είναι όποιος έμεινε τελευταίος κατά την έφοδο –απροειδοποίητη πάντα- της αστυνομίας.
Όπου μποξ σημειώσατε καπιταλισμός. Αυτό που σήμερα καλούμαστε να επιλέξουμε είναι τι είδους καπιταλισμό θέλουμε. Και εξηγώ το εξής: ο καπιταλισμός δεν είναι μόνο ένα οικονομικό μοντέλο, είναι ένα σύνολο αρχών και αξιών υπαγορευμένων από φυσικές πραγματικότητες που υπαγορεύουν συγκεκριμένες κοινωνικές και πολιτικές δομές, δημιουργούν πολιτισμικά πρότυπα κάποτε υπό μορφήν αυτοεκπληρούμενης προφητείας. Ο καπιταλισμός ανεξάρτητα από τις κρίσεις του είναι το μόνο, μέχρι σήμερα, σύστημα που έδωσε τη δυνατότητα για μαζική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και για την ανέλιξη του ατόμου σε ένα υπό την ευρεία έννοια του όρου αξιοκρατικό σύστημα ενώ ταυτόχρονα, περιέπλεξε αφάνταστα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα μέσω μιας ενοποιητικής και, ενίοτε, ισοπεδωτικής διαδικασίας.
Και ενώ μιλάμε για τα κακά του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού προσπαθώντας να ερμηνεύσουμε την δυσπρόσιτη έννοια της εσωτερικής υποτίμησης ελλείψει εθνικού νομίσματος, παραγνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει κρίση στην Ασία και η Αφρική γνωρίζει τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην ιστορία της. Η κρίση είναι εδώ σε Ευρώπη και ΗΠΑ (όχι στην Αμερική), όπου και υιοθετήσαμε ένα συγκεκριμένο καπιταλιστικό πρότυπο με αυτά κι όχι άλλα χαρακτηριστικά όπως αντίστοιχα, κρίσεις, όποτε αυτές εκδηλώθηκαν στην Ανατολή είχαν άλλα χαρακτηριστικά.
Ο καπιταλισμός είναι συνυφασμένος με την προσωπικότητα του ανθρώπου. Όπως το μποξ ανταποκρίνεται σε εκείνα τα ένστικτα που εκφράζονται με ‘ψιλές’ μεταξύ φίλων ή στους «νταήδες» της εφηβείας, κατά τον ίδιο τρόπο ο καπιταλισμός ανταποκρίνεται στην έμφυτη τάση του ανθρώπου να επιλέγει τον εύκολο δρόμο και να έλκεται από το ρίσκο. Βέβαια, δεν είναι όλοι οι άνθρωποι διατεθειμένοι να ξυλοκοπηθούν για τα χρήματα και η κοινωνία τείνει να θεωρεί –γοητευτικές αν πρόκειται για χολυγουντιανή παραγωγή- γενικά κατακριτέες και περιθωριακές τέτοιες πρακτικές.
Σε κάθε οξεία κρίση, κρίση που ξεπερνά τα στενά οικονομικά πλαίσια, πέραν των μακροοικονομικών επιφαινόμενων βρίσκεται αφενός η άνιση κατανομή του πλούτου μεταξύ μισθών και κερδών και αφετέρου ο μόνιμα προβληματικός ρόλος του κράτους και άρα, των υποχρεώσεων και προνομίων που απορρέουν από αυτόν.
Μένοντας στο παράδειγμα, δεν μπορεί να ζητάμε από το κράτος αντί των μέτριων αλλά εγγυημένων εισοδημάτων ενός ευυπόληπτου αθλήματος τις αποδόσεις του παράνομου τζόγου προκειμένου να ικανοποιήσει προσλήψεις ρουσφετολογικού χαρακτήρα και μακράν της αντίληψης του κράτους πρόνοιας και κοινωνικής δικαιοσύνης και επιπρόσθετα, να το κατακεραυνώνουμε επειδή έτυχε (ή του την έστησαν) και βγήκε με μαυρισμένο μάτι και δυο πλευρά σπασμένα.
Δεν είναι δυνατόν ως κοινωνίες να επικροτούμε λογικές εύκολου πλουτισμού της πλέον περιορισμένης ευθύνης, να θεοποιούμε τη χρηματιστηριακή σπέκουλα και από την άλλη, να μιλάμε για έλλειμμα κοινωνικής ευαισθησίας όταν επιχειρήσεις και άτομα αρνούνται να συμμετάσχουν στις ζημίες ‘προκειμένου να μην διαρραγεί ο κοινωνικός ιστός’.
Για να το θέσουμε απλά, κοινωνική πολιτική με όρους και χρηματοπιστωτικά κριτήρια επιχειρήσεων, δεν γίνεται. Όπως βέβαια, και επιχειρήσεις δεν μπορούν να ασκήσουν κοινωνική πολιτική, διότι πολιτική ασκούν και συχνά, μακράν του “laissez passer laissez faire”.
Αντιστοίχως, εάν το κοινωνικό-οικονομικό-πολιτικό κόστος της δημιουργικής καταστροφής είναι θεωρητικά ανεκτό παραμένει δυσερμήνευτη η μέριμνα των ισχυρών και των οικονομικών εγκεφάλων να σώσουν μερικά ‘γουρουνάκια’ μιας και τα φιλάνθρωπα αισθήματα απορρίπτονται λόγω των όχι και τόσο φιλικών επιτοκίων δανεισμού.
Πρέπει να περάσουμε από τα οικονομικά της εφημερίας, στα Οικονομικά της Ευημερίας όχι των αριθμών αλλά, των ανθρώπων. Και αυτό σημαίνει να ξεφουσκώσουμε τον Coca-Santa Claus-Cola αν όχι να θυμηθούμε τον Άγιο Νικόλαο, και να στοχεύσουμε σε κατ’ ανάγκην μικρότερους, αλλά μακροπρόθεσμα σταθερούς, ρυθμούς ανάπτυξης που επιτυγχάνουν την ισορροπία με τον κόσμο εντός εκτός και γύρω μας. Χωρίς να είναι αναγκαιότητα ο αποκλειστικά δημόσιος χαρακτήρας της, η Παιδεία πρέπει να αποσκοπεί στη διαμόρφωση κοινωνικής συνείδησης με κέντρο το άτομο και βέβαια, να προάγει την ευρύτερη θέαση της πραγματικότητας· αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις δεν παράγει μόνο η δημόσια παιδεία αλλά και η κάθε πισίνα και της οποίας το κόστος επιμερίζονται αυτός που ό,τι πιο κοντινό έχει σε πισίνα είναι η μπανιέρα του και τον Ινδό που θεωρεί τρεχούμενο το νερό του Γάγγη.
Άλλωστε το Χόλυγουντ, θεραπαινίδα και ιεροφάντης του υπερκαταναλωτικού πρότυπου, αγαπά τους ήρωες που ξεκινούν τα βήματά τους στο φάσμα της παρανομίας και ανυποληψίας για να περάσουν την ωριμότητα στο φώς του ευ αγωνίζεσθαι, των ιδανικών, της μάχης υπέρ των αδυνάτων με κανόνες και ευπρέπεια.
Λοιπόν εσείς τι τύπου μποξ προτιμάτε;