Οι «κρυφές πληγές» του δημόσιου χρέους
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 21/10/2001
Το δημόσιο χρέος εκφρασμένο σε δραχμές αυξάνεται από χρόνο σε χρόνο περισσότερο από όσο αυξάνονται οι δανειακές ανάγκες του Δημοσίου.
Η διαπίστωση αυτή είναι φαινομενικά παράλογη, αλλά εξηγείται από τις «κρυφές πτυχές» του δημοσίου δανεισμού οι οποίες συντελούν στο να διαμορφώνεται μια εικονική πραγματικότητα για τις δανειακές ανάγκες του Δημοσίου (της κεντρικής κυβέρνησης) στους προϋπολογισμούς. Ο ταχύς ρυθμός αύξησης του ονομαστικού χρέους οφείλεται στο ότι:
*Οι δανειακές ανάγκες υποτιμώνται.
*Το εξωτερικό χρέος επηρεάζεται από τις συναλλαγματικες διακυμάνσεις.
*Δεν εμφανίζονται τα έξοδα σύναψης νέων δανείων του Δημοσίου.
*Δεν εξοφλούνται εξ ολοκλήρου οι δεδουλευμένοι τόκοι (εξοφλούνται με νέο δανεισμό ή με άλλες δαπανηρές τραπεζικές μεθοδεύσεις).
Το Δημόσιο, ουσιαστικά, δεν καταφέρνει να πληρώσει τα χρεολύσια και όσα καθίστανται απαιτητά εξοφλούνται με νέο δανεισμό. Ο οποίος, όμως, συνεπάγεται προμήθειες και έξοδα εις βάρος του Δημοσίου, τα οποία δεν εμφανίζονται πουθενά στον προϋπολογισμό. Αρα προσαυξάνουν τις δανειακές ανάγκες και το δημόσιο χρέος (το κράτος δεν εισπράττει ολόκληρο το ποσό του δανεισμού, αφού «παρακρατούνται» τα έξοδα και οι προμήθειες).
Ας δούμε αναλυτικά τις κρυφές επιβαρύνσεις του δημοσίου χρέους, όπως αποτυπώθηκαν στους προϋπολογισμούς των τελευταίων ετών:
*Στις 31-12-98 το συνολικό χρέος του Δημοσίου (κεντρικής κυβέρνησης) έφτανε στα 41,5 τρισ. δραχμές. Για το 1999 οι δανειακές ανάγκες είχαν προϋπολογιστεί στα 2,1 τρισ. και, όπως μας πληροφορεί ο απολογισμός '99, τελικά διαμορφώθηκαν στα 1,9 τρισ. δραχμές.
Η αύξηση
Το συνολικό χρέος της κεντρικής κυβέρνησης στις 31-12-99 έφτασε στα 44,01 τρισ., δηλαδή αυξήθηκε κατά 2,4 τρισ. Ενώ εάν οι δανειακές ανάγκες για το 1999 ήσαν πράγματι 1,9 τρισ., θα έπρεπε το συνολικό δημόσιο χρέος να φτάσει στις 31-12-99 στα 41,5+1,9 = 43,4 τρισ. δραχμές.
*Στις 31-12-99 το δημόσιο χρέος ήταν 44,0 τρισ. δραχμές. Για το 2000 οι δανειακές ανάγκες είχαν προϋπολογιστεί στα 1,9 τρισ. και τελικά έφτασαν στα 1,6 τρισ., σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών (το ακριβές ποσό των δανειακών αναγκών θα το δούμε στον απολογισμό 2000 που θα κατατεθεί σύντομα στη Βουλή).
Με βάση τα στοιχεία αυτά, στις 31-12-2000 το συνολικό δημόσιο χρέος θα έπρεπε να είχε διαμορφωθεί στα 44,0+1,6 = 45,6 τρισ. δραχμές. Ομως η εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2001 (σελίς 138 πιν. 7) μας πληροφορεί ότι στις 31-12-2000 το δημόσιο χρέος, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΥΠ.ΟΙΚ., θα φτάει στα 47,41 τρισ. δραχμές. Δηλαδή, οι δανειακές ανάγκες ήσαν υπερδιπλάσιες από εκείνες που είχαν προϋπολογιστεί;
Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού 2002, ο κ. υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών μας πληροφορεί ότι τελικά οι δανειακές ανάγκες το 2000 έφτασαν στα 1,75 τρισ. δραχμές (5.141 εκατ. ευρώ) και το δημόσιο χρέος διαμορφώθηκε στις 31-12-2000 στα 139.184,16 εκατ. ευρώ ή 47,4 τρισ. δραχμές. Μέσα στο 2000 το δημόσιο χρέος παρουσίασε αύξηση 3,4 τρισ. δραχμές, πάλι υπερδιπλάσια από τις δανειακές ανάγκες που είχαν προϋπολογιστεί και τις εκτιμήσεις πραγματοποιήσεως του ΥΠ.ΟΙΚ.
Το 2001 ξεκινάει με δημόσιο χρέος 47,4 τρισ. δραχμές και στον προϋπολογισμό οι δανειακές ανάγκες υπολογίζονται στο 1,4 τρισ. δραχμές (ή 4.270 εκατ. ευρώ). Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού 2002 και το πιν. 2.1 βλέπουμε ότι οι εκτιμήσεις για τις δανειακές ανάγκες της φετινής χρονιάς περίπου συμπίπτουν (4.307 εκατ. ευρώ ή 1,4 τρισ. δραχμές).
Με τα δεδομένα αυτά στις 31-12-2001 το συνολικό δημόσιο χρέος πρέπει να φθάσει στα 47,4+1,4=48,8 τρισ. δραχμές. Στο προσχέδιο ο κ. Παπαντωνίου μάς πληροφορεί ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΥΠ.ΟΙΚ., στο τέλος της φετινής χρονιάς το δημόσιο χρέος θα φθάσει στα 145.238 εκατ. ευρώ ή στα 49,4 τρισ. δραχμές.
Φέτος, λοιπόν, η απόκλιση φαίνεται να περιορίζεται στα 600 δισ. δραχμές και στον απολογισμό θα δούμε το τελικό ύψος της απόκλισης.
Αυτή η αναντιστοιχία μεταξύ δανειακών αναγκών και αύξησης του συνολικού δημοσίου χρέους πώς μπορεί άραγε να δικαιολογηθεί;
Οι διακυμάνσεις
Ενα μικρό ποσοστό της δραχμικής αύξησης του δημοσίου χρέους πέραν των προϋπολογιζομένων δανειακών αναγκών οφείλεται στις συναλλαγματικές διακυμάνσεις που επηρεάζουν το εξωτερικό δημόσιο χρέος (30% του συνολικού χρέους).
Μέχρι την είσοδο της χώρας μας στην ΟΝΕ ακολουθούσαμε πολιτική υπερτιμημένης δραχμής ως αντιπληθωριστικό μέτρο. Ετσι, η επίδραση των συναλλαγματικών διακυμάνσεων στο ύψος του δραχμικού δημοσίου χρέους ελαχιστοποιείται και σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογεί αυτές τις τεράστιες αποκλίσεις μεταξύ προϋπολογιζομένων και πραγματικών δανειακών αναγκών. Φαίνεται ότι, παρά τα πρωτογενή πλεονάσματα που παρουσιάζουν οι κρατικοί προϋπολογισμοί της τελευταίας τριετίας, δεν έχουμε καταφέρει να μειώσουμε το δημόσιο χρέος.
Η μείωσή του ως ποσοστού επί του ΑΕΠ οφείλεται απλά στον ταχύτερο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ. Και η κατάσταση αυτή θα συνεχιστεί και στο μέλλον. Για το 2002 το κατατεθέν προσχέδιο του προϋπολογισμού 2002 μας πληροφορεί ότι οι δανειακές ανάγκες προβλέπεται να φθάσουν στο ύψος των 3.442 εκατ. ευρώ, ενώ το δημόσιο χρέος (της κεντρικής κυβέρνησης) θα αυξηθεί κατά 5.780 εκατ. ευρώ ή κατά 1,62 τρισ. δραχμές.
Ας δούμε αναλυτικά τις κρυφές επιβαρύνσεις του δημοσίου χρέους, όπως αποτυπώθηκαν στους προϋπολογισμούς των τελευταίων ετών:
*Στις 31-12-98 το συνολικό χρέος του Δημοσίου (κεντρικής κυβέρνησης) έφτανε στα 41,5 τρισ. δραχμές. Για το 1999 οι δανειακές ανάγκες είχαν προϋπολογιστεί στα 2,1 τρισ. και, όπως μας πληροφορεί ο απολογισμός '99, τελικά διαμορφώθηκαν στα 1,9 τρισ. δραχμές.
Η αύξηση
Το συνολικό χρέος της κεντρικής κυβέρνησης στις 31-12-99 έφτασε στα 44,01 τρισ., δηλαδή αυξήθηκε κατά 2,4 τρισ. Ενώ εάν οι δανειακές ανάγκες για το 1999 ήσαν πράγματι 1,9 τρισ., θα έπρεπε το συνολικό δημόσιο χρέος να φτάσει στις 31-12-99 στα 41,5+1,9 = 43,4 τρισ. δραχμές.
*Στις 31-12-99 το δημόσιο χρέος ήταν 44,0 τρισ. δραχμές. Για το 2000 οι δανειακές ανάγκες είχαν προϋπολογιστεί στα 1,9 τρισ. και τελικά έφτασαν στα 1,6 τρισ., σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών (το ακριβές ποσό των δανειακών αναγκών θα το δούμε στον απολογισμό 2000 που θα κατατεθεί σύντομα στη Βουλή).
Με βάση τα στοιχεία αυτά, στις 31-12-2000 το συνολικό δημόσιο χρέος θα έπρεπε να είχε διαμορφωθεί στα 44,0+1,6 = 45,6 τρισ. δραχμές. Ομως η εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2001 (σελίς 138 πιν. 7) μας πληροφορεί ότι στις 31-12-2000 το δημόσιο χρέος, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΥΠ.ΟΙΚ., θα φτάει στα 47,41 τρισ. δραχμές. Δηλαδή, οι δανειακές ανάγκες ήσαν υπερδιπλάσιες από εκείνες που είχαν προϋπολογιστεί;
Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού 2002, ο κ. υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών μας πληροφορεί ότι τελικά οι δανειακές ανάγκες το 2000 έφτασαν στα 1,75 τρισ. δραχμές (5.141 εκατ. ευρώ) και το δημόσιο χρέος διαμορφώθηκε στις 31-12-2000 στα 139.184,16 εκατ. ευρώ ή 47,4 τρισ. δραχμές. Μέσα στο 2000 το δημόσιο χρέος παρουσίασε αύξηση 3,4 τρισ. δραχμές, πάλι υπερδιπλάσια από τις δανειακές ανάγκες που είχαν προϋπολογιστεί και τις εκτιμήσεις πραγματοποιήσεως του ΥΠ.ΟΙΚ.
Το 2001 ξεκινάει με δημόσιο χρέος 47,4 τρισ. δραχμές και στον προϋπολογισμό οι δανειακές ανάγκες υπολογίζονται στο 1,4 τρισ. δραχμές (ή 4.270 εκατ. ευρώ). Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού 2002 και το πιν. 2.1 βλέπουμε ότι οι εκτιμήσεις για τις δανειακές ανάγκες της φετινής χρονιάς περίπου συμπίπτουν (4.307 εκατ. ευρώ ή 1,4 τρισ. δραχμές).
Με τα δεδομένα αυτά στις 31-12-2001 το συνολικό δημόσιο χρέος πρέπει να φθάσει στα 47,4+1,4=48,8 τρισ. δραχμές. Στο προσχέδιο ο κ. Παπαντωνίου μάς πληροφορεί ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΥΠ.ΟΙΚ., στο τέλος της φετινής χρονιάς το δημόσιο χρέος θα φθάσει στα 145.238 εκατ. ευρώ ή στα 49,4 τρισ. δραχμές.
Φέτος, λοιπόν, η απόκλιση φαίνεται να περιορίζεται στα 600 δισ. δραχμές και στον απολογισμό θα δούμε το τελικό ύψος της απόκλισης.
Αυτή η αναντιστοιχία μεταξύ δανειακών αναγκών και αύξησης του συνολικού δημοσίου χρέους πώς μπορεί άραγε να δικαιολογηθεί;
Οι διακυμάνσεις
Ενα μικρό ποσοστό της δραχμικής αύξησης του δημοσίου χρέους πέραν των προϋπολογιζομένων δανειακών αναγκών οφείλεται στις συναλλαγματικές διακυμάνσεις που επηρεάζουν το εξωτερικό δημόσιο χρέος (30% του συνολικού χρέους).
Μέχρι την είσοδο της χώρας μας στην ΟΝΕ ακολουθούσαμε πολιτική υπερτιμημένης δραχμής ως αντιπληθωριστικό μέτρο. Ετσι, η επίδραση των συναλλαγματικών διακυμάνσεων στο ύψος του δραχμικού δημοσίου χρέους ελαχιστοποιείται και σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογεί αυτές τις τεράστιες αποκλίσεις μεταξύ προϋπολογιζομένων και πραγματικών δανειακών αναγκών. Φαίνεται ότι, παρά τα πρωτογενή πλεονάσματα που παρουσιάζουν οι κρατικοί προϋπολογισμοί της τελευταίας τριετίας, δεν έχουμε καταφέρει να μειώσουμε το δημόσιο χρέος.
Η μείωσή του ως ποσοστού επί του ΑΕΠ οφείλεται απλά στον ταχύτερο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ. Και η κατάσταση αυτή θα συνεχιστεί και στο μέλλον. Για το 2002 το κατατεθέν προσχέδιο του προϋπολογισμού 2002 μας πληροφορεί ότι οι δανειακές ανάγκες προβλέπεται να φθάσουν στο ύψος των 3.442 εκατ. ευρώ, ενώ το δημόσιο χρέος (της κεντρικής κυβέρνησης) θα αυξηθεί κατά 5.780 εκατ. ευρώ ή κατά 1,62 τρισ. δραχμές.