Το έλλειμμα συντονισμού, οι κακοφωνίες, οι δημόσιες αντιπαραθέσεις και η διαφορετική αντίληψη των υπουργών για τις προτεραιότητες της χώρας ήταν μερικά από τα σοβαρά προβλήματα που είχε η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος δημιούργησε ελπίδες ότι θα μπορούσε να συντονίσει το κυβερνητικό έργο, αλλά έχει παγιδευτεί στις πιέσεις της τρόικας. Ο ανασχηματισμός του Ιουνίου, κατά δήλωση των συνεργατών του πρωθυπουργού, θα αντιμετώπιζε όλες αυτές τις δυσλειτουργίες. Τόσο η ανάδειξη του Ευ. Βενιζέλου στη δεύτερη θέση της ιεραρχίας, όσο και η απόφαση του Γ. Παπανδρέου να συγκροτήσει κυβερνητική επιτροπή με τη συμμετοχή των περισσότερων κορυφαίων στελεχών, προκειμένου να γίνει η ασπίδα προστασίας της κυβέρνησης, καλλιέργησαν κλίμα αισιοδοξίας στο εσωτερικό του κόμματος. Τότε, πολλοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι είπαν ότι «αυτή έπρεπε να είναι η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Θα γλιτώναμε από τα εκφυλιστικά συμπτώματα που μας ταλαιπώρησαν και δεν θα υπήρχαν οι καθυστερήσεις που εξόργισαν τους εταίρους μας».
Ο Ευ. Βενιζέλος πήρε πάνω του όλο το παιχνίδι και μάλλον πίστεψε ότι με τη ρητορική δεινότητά του θα κατάφερνε να ηρεμήσει την ελληνική κοινωνία και να διασκεδάσει την καχυποψία των εταίρων μας ως προς τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης. Η διάψευση των προσδοκιών ήρθε πολύ γρήγορα. Και ήταν επώδυνη για όλες τις πλευρές. Οι πολίτες εκλήθησαν να σηκώσουν νέα βάρη, παρά τις υποσχέσεις περί του αντιθέτου. Η τρόικα αιφνιδιάστηκε δυσάρεστα με την πρωτοβουλία του αντιπροέδρου να θέσει ζήτημα διαπραγμάτευσης των συμφωνιών και κλιμάκωσε την επιθετικότητά της απέναντι στην κυβέρνηση. Και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ απορούν πώς είναι δυνατόν ένας ικανός άνθρωπος να κάνει τόσα απανωτά λάθη.
Ο Ευ. Βενιζέλος υποστηρίζει ότι σε καμία περίπτωση δεν κινήθηκε ερήμην του πρωθυπουργού. Αυτή είναι η απάντησή του στις αιτιάσεις ορισμένων συναδέλφων του ότι «η συμφωνία για τις εγγυήσεις που ζήτησε η Φιλανδία και η απόπειρά του να διαπραγματευτεί με την τρόικα ήταν επιπόλαιοι χειρισμοί που εξέθεσαν την κυβέρνηση και δυσφήμησαν τη χώρα».
Για τα μπρος-πίσω σε διάφορα ζητήματα, οι συνομιλητές του υπουργού Οικονομικών υποστηρίζουν ότι «ο Βενιζέλος βρέθηκε απέναντι σε μέτωπο αδιαλλαξίας στην Ευρώπη. Οι πιέσεις για μέτρα άμεσης απόδοσης ήταν ασφυκτικές. Σχέδια δεν υπήρχαν, πολλοί υπουργοί αντιστέκονται, η δημόσια διοίκηση είναι σχεδόν διαλυμένη και ο χρόνος που πρέπει να εφαρμόσουμε τα συμφωνηθέντα είναι εξαιρετικά μικρός. Σε τέτοιες συνθήκες είναι λογικό να έχουν γίνει και σφάλματα». Την ίδια αθωωτική ερμηνεία για τις παλινωδίες δίνουν και αρκετοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι, προσθέτοντας ότι «η εργασιακή εφεδρεία εφαρμόζεται πρώτη φορά στην Ελλάδα, δύσκολα ένας υπουργός βάζει την υπογραφή του για να απολυθούν υπάλληλοι, ευθύνεται εν μέρει και ο πρωθυπουργός, ο οποίος κάθε φορά που του διεκτραγωδούν μία κατάσταση δίνει εντολή για αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων, με συνέπεια να καθυστερούμε». Βεβαίως κάποιοι εκ των υπουργών σημειώνουν ότι «στην προσπάθειά του ο Βενιζέλος να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της τρόικας βιάζεται να ανακοινώσει μέτρα, χωρίς όμως να έχει προηγηθεί η κατάλληλη προετοιμασία. Γι' αυτό και το αλαλούμ, γι' αυτό και και οι καταγγελίες για γονατογραφήματα».
Ο ίδιος ο κ. Βενιζέλος επισημαίνει επίσης (το είπε άλλωστε και δημοσίως) ότι δεν είναι άμοιρα ευθυνών για τη σύγχυση που επικρατεί στην κοινωνία τα εγχώρια μέσα ενημέρωσης, τα οποία εγκαλεί επειδή διακινούν με δημαγωγικό τρόπο φημολογίες, δίνοντας έτσι τροφή στα ξένα μέσα για αρνητικά σχόλια και ενθαρρύνοντας εκείνους τους οικονομικούς κύκλους που θέλουν την Ελλάδα εκτός ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής. Τίποτα πρωτότυπο σ' όλα αυτά. Η ενοχοποίηση των ΜΜΕ είναι η συνήθης και η πιο προσφιλής πρακτική όλων των εξουσιών όταν βρίσκονται σε δύσκολη θέση.
Πάντως, οι αντίπαλοι του κ. Βενιζέλου δεν είναι τόσο επιεικείς όσο είναι μαζί του οι συνεργάτες του και τόσο ανεκτικοί όσο οι «ουδέτεροι τρίτοι». Του χρεώνουν συγκεντρωτισμό, αλαζονεία και τον κατηγορούν ότι εφαρμόζει στο υπουργείο του «την ενός ανδρός αρχή». Χαρακτηριστικά αναφέρουν ότι έχει επιλέξει για συνομιλητές του μόνο τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Η. Πλασκοβίτη και τον πρόεδρο του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (ΣΟΕ) Γ. Ζανιά, και δεν υπολογίζει τους αναπληρωτές του (Σαχινίδη, Οικονόμου), οι οποίοι, όπως είπε στην «Κ.Ε.» κοινοβουλευτικός παράγοντας, «μαθαίνουν τις ρυθμίσεις και τα μέτρα του υπουργείου τους από τις τηλεοράσεις, όπως και οι υπόλοιποι κάτοικοι αυτής της χώρας».