Η αμοιβαία δυσπιστία μεταξύ δανειστών - Ελλάδας έχει φτάσει στο αποκορύφωμά της, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται επιπρόσθετα κωλύματα στις προσπάθειες εξόδου τής Ελλάδας από την κρίση, υποστηρίζει η ολλανδόφωνη εφημερίδα του Βελγίου De Standaard, σε ανταπόκριση από την Αθήνα, υπό τον τίτλο «Έτσι δεν πρόκειται να βγουν ποτέ οι Έλληνες από την κρίση».
Όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται, όλα τα βλέμματα στις Βρυξέλλες είναι στραμμένα πάνω στον Α. Σαμαρά και τις δηλώσεις του, οι οποίες αποτελούν συχνά «κόκκινο πανί» για τους Ολλανδούς και Γερμανούς πολιτικούς. Ιδίως, το «παραθυράκι» για επαναδιαπραγμάτευση που θέλησε να αφήσει κατά την ομιλία του στη Βουλή -συνεχίζει η ανταπόκριση- ενέτεινε την καχυποψία απέναντι στην Ελλάδα και την ατζέντα τού κ. Σαμαρά, όταν ανέλθει στην εξουσία.
Παρόμοιες δηλώσεις -συνεχίζει το δημοσίευμα- έχουν σαν αποτέλεσμα οι δανειστές να αξιώνουν πλέον επιτακτικά ενυπόγραφες εγγυήσεις, ώστε να ‘δέσουν’ όσο μπορούν περισσότερο τον κ. Σαμαρά, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι θα προχωρήσει στην εφαρμογή τής συμφωνίας την επαύριον των εκλογών.
Σε σημείο κάτω του μηδενός βρίσκεται πλέον η εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων απέναντι στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, επισημαίνει και η σημερινή De Tijd, σε ρεπορτάζ υπό τον τίτλο «Ίσως την Δευτέρα να επιλυθεί τελικά το ελληνικό δράμα». Κατά την εφημερίδα, το μείζον ζήτημα που θα απασχολήσει -σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις - τις συζητήσεις του επόμενου Eurogroup, είναι ποιος θα καλύψει το επιπλέον ποσό που χρειάζεται να δοθεί στην Ελλάδα, ως επιπρόσθετη βοήθεια, εφόσον το ελληνικό χρέος θα ανέλθει τελικά στο 129% τού ΑΕΠ το 2020, ξεπερνώντας τις αρχικές προβλέψεις που μιλούσαν για 120%. Πρόκειται για ένα ποσό της τάξεως των 10-15 δισ. ευρώ, το οποίο πρέπει -κατά το δημοσίευμα- να προέλθει είτε από τους ιδιώτες πιστωτές -τής ΕΚΤ μη εξαιρουμένης- είτε από τις εθνικές κυβερνήσεις.
Καταλήγοντας, η εφημερίδα σημειώνει ότι διερευνώνται τρόποι να επιβληθεί στενότερη επιτήρηση στην Ελλάδα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η χώρα θα υλοποιήσει τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνει με το δεύτερο πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης. Και τούτο, διότι υπάρχει πολύ μεγάλη δυσπιστία έναντι της Ελλάδας, η οποία εξακολουθεί να υφίσταται, παρά τις έγγραφες εγγυήσεις που παρείχε ο Α. Σαμαράς, προσθέτει η εφημερίδα.