Ρύθμιση-ανάσα... για 100.000 επιχειρήσεις που χρωστούν στις τράπεζες το «αστρονομικό» ποσό των 45 δισ. ευρώ, καθυστερώντας την πληρωμή των δόσεων, προωθεί η κυβέρνηση μέσα από νομοθετική παρέμβαση που θα καταθέσει στη Βουλή περί τα τέλη Σεπτεμβρίου, σύμφωνα με δημοσίευμα της Ημερησίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, εκτιμήσεις ειδικών θέλουν από αυτές τις 100.000 επιχειρήσεις οι περίπου 20.000 να οφείλουν τα 36 δισ. ευρώ, και επίσης αν γίνουν αναδιαρθρώσεις στα δάνεια του συνόλου των «κόκκινων» επιχειρήσεων περί τις 30.000 σίγουρα θα μείνουν «ζωντανές». Οσο πιο γενναίες είναι οι ρυθμίσεις, τόσο περισσότερες εταιρείες θα καταστούν βιώσιμες.
Τα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών, Ανάπτυξης και η Τράπεζα της Ελλάδος επιλέγουν, όπως όλα δείχνουν, μια πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα λύση, η οποία όμως εφαρμόζεται σε άλλες χώρες. Πρόκειται για τη δημιουργία ενός εξωδικαστικού μηχανισμού ο οποίος μέσα από σύντομες και σφιχτές διαδικασίες θα διευθετεί όχι μόνο τις τραπεζικές οφειλές των επιχειρήσεων, αλλά αν είναι δυνατόν κι εκείνες προς το Δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία, τους προμηθευτές, ακόμη και τους εργαζομένους.
Ο μηχανισμός θα λειτουργεί σε προαιρετική βάση, αλλά θα νομοθετηθεί προκειμένου το αποτέλεσμα της λύσης που θα αποφασίζεται για μία επιχείρηση να έχει θεσμική βαρύτητα. Συνοπτικά, οι πιστωτές θα προτείνουν διοικητικές καθώς και χρηματοοικονομικές λύσεις στις επιχειρήσεις με μη εξυπηρετούμενα δάνεια και καθυστερούμενες άλλες οφειλές (Εφορία, ταμεία κ.λπ.) για να γίνουν βιώσιμες. Οι υποδείξεις τους όμως δεν θα είναι τόσο ανώδυνες για τους μετόχους των εταιρειών καθώς και για τις ίδιες. Η λογική είναι πως «όλοι θα πρέπει ενδεχομένως να ξεχάσουν μέρος των χρημάτων που ήταν να πάρουν, να αρκεστούν σε ορισμένα ποσά από τα χρωστούμενα, αλλά η επιχείρηση θα έχει εξυγιανθεί με δυνατότητες άντλησης νέων κεφαλαίων».
Η άλλη δέσμη μέτρων για τη διευθέτηση των οφειλών των νοικοκυριών καθώς και των επιχειρήσεων προς τις τράπεζες είναι η εφαρμογή του λεγόμενου «κώδικα δεοντολογίας των τραπεζών» ή «ιρλανδικού μοντέλου». Με πιο απλά λόγια, οι δανειολήπτες, είτε ως φυσικά πρόσωπα είτε ως νομικά πρόσωπα, μέσα από συγκεκριμένη διαδικασία θα επισκέπτονται τις τράπεζες ζητώντας τη ρύθμιση του δανείου τους. Εκεί στο τραπέζι κάθονται από τη μία πλευρά ο δανειολήπτης και από την άλλη ο τραπεζίτης. Οι τράπεζες με βάση το οικονομικό προφίλ του οφειλέτη, το είδος του δανείου και τα έξοδα που χρειάζεται για τη διαβίωση θα προτείνει ένα από τα ακόλουθα μοντέλα:
1. Βραχυπρόθεσμες λύσεις
H διάρκειά τους δεν ξεπερνά τα 5 χρόνια περιλαμβάνουν:
Πληρωμή μόνο τόκων κατά τη διάρκεια βραχυπρόθεσμης περιόδου.
• Μειωμένη καταβολή τοκοχρεολυτικής δόσης κατά τη διάρκεια βραχυπρόθεσμης περιόδου.
•Περίοδο χάριτος.
• Αναβολή πληρωμής δόσεων.
•Τακτοποίηση του υπολοίπου που βρίσκεται σε καθυστέρηση.
•Κεφαλαιοποίηση καθυστερήσεων.
2. Μακροπρόθεσμες λύσεις
Πρόκειται για λύσεις που η διάρκειά τους υπερβαίνει την 5ετία και περιλαμβάνουν:
•Μόνιμη μείωση του επιτοκίου ή του συμβατικού περιθωρίου.
• Αλλαγή τύπου επιτοκίου από κυμαινόμενο σε σταθερό ή το αντίστροφο.
•Παράταση της διάρκειας αποπληρωμής.
•«Σπάσιμο» του δανείου στα δύο. Το πρώτο μέρος είναι με εμπράγματη εξασφάλιση, και για το οποίο ο δανειολήπτης πληρώνει δόση. Στο δεύτερο μέρος, που είναι το υπόλοιπο του δανείου, δεν υπολογίζονται τόκοι για χρονικό διάστημα που θα συμφωνηθεί με την τράπεζα. Για το ποσό αυτό, ο δανειολήπτης θα επαναξιολογηθεί αν διορθωθούν τα οικονομικά του, ή θα κληθεί να βάλει άλλο ακίνητο υποθήκη.
• Πρόσθετη εξασφάλιση από τον δανειολήπτη, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης λύσης ρύθμισης. Δηλαδή να προσφέρει άλλα περιουσιακά στοιχεία ως εγγύηση.
• Λειτουργική αναδιάρθρωση επιχείρησης. Αφορά επιχειρηματικά δάνεια για τα οποία ο επιχειρηματίας θα κληθεί να προχωρήσει σε περικοπές δαπανών και κόστους λειτουργίας της επιχείρησής του.
• Να ανταλλάξει η επιχείρηση χρέος με την είσοδο της τράπεζας σε αντίστοιχο ποσοστό του μετοχικού της κεφαλαίου.
3. Λύσεις οριστικής διευθέτησης
Το τρίτο μοντέλο περιλαμβάνει δραστικές παρεμβάσεις για την οριστική αντιμετώπιση των οφειλών του δανειολήπτη. Ειδικότερα προβλέπει:
• Εθελοντική παράδοση ενυπόθηκου ακινήτου στο πλαίσιο ευρύτερης ρύθμισης.
• Μετατροπή σε χρηματοδοτική μίσθωση, με την οποία ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στην τράπεζα και υπογράφει μια σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, για ελάχιστη χρονική διάρκεια που είναι συνήθως τα 5 χρόνια. Και ο δανειολήπτης έχει τα δικαιώματα που προβλέπονται από το ισχύον δίκαιο περί συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης.
• Πώληση και ενοικίαση. Ο δανειολήπτης δηλαδή μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου είτε στην τράπεζα είτε σε τρίτο (άλλο ίδρυμα, άλλο αγοραστή, κρατική εταιρεία διαχείρισης ακινήτων κ.λπ.) αποπληρώνοντας μέρος ή το σύνολο του δανείου.
Η συμφωνία μπορεί να συνοδεύεται με παραχώρηση του δικαιώματος διαμονής στο ακίνητο για κάποια ελάχιστη χρονική διάρκεια έναντι μισθώματος. Συνήθως προβλέπεται μία ελάχιστη περίοδος 3 ετών.
• Μεταβίβαση του δανείου σε άλλη τράπεζα.
• Αντικατάσταση παλαιού δανείου με νέο, μικρότερου υπολοίπου.
• Διαχείριση σε εκκαθάριση στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας.
• Ρευστοποίηση εξασφαλίσεων για την ικανοποίηση της απαίτησης του ιδρύματος. Και τέλος
• Δικαστικές και νομικές ενέργειες πέραν της ρευστοποίησης εξασφαλίσεων.
Ο διακανονισμός για τα χρέη των νοικοκυριών
Κριτήριο οι εύλογες μηνιαίες δαπάνες
Με... πυξιδα τις εύλογες μηνιαίες δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών όπως αυτές αποτυπώθηκαν σε έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, οι τράπεζες θα καθορίζουν τις νέες χαμηλότερες δόσεις των δανείων.
• Για έναν ενήλικα οι μηνιαίες δαπάνες διαβίωσης κυμαίνονται από 537 μέχρι 682 ευρώ.
• Για ένα ζευγάρι τα έξοδα που δικαιολογούνται ξεκινούν από 906 και φτάνουν μέχρι τα 1.160 ευρώ.
• Για οικογένεια με δύο παιδιά οι εύλογες δαπάνες διαμορφώνονται από τα 1.347 ευρώ μέχρι τα 1.720 ευρώ.
• Για δύο ενήλικες με ένα παιδί τα έξοδα είναι από 1.126 μέχρι 1.440 ευρώ.
Οι «εύλογες δαπάνες διαβίωσης» είναι μια πρακτική που εφαρμόζεται ήδη με επιτυχία σε πολλές χώρες της Ευρώπης, όπως η Ιρλανδία, η Αυστρία, το Βέλγιο, η Φινλανδία, η Νορβηγία και η Ισπανία.
Οι ομάδες των δαπανών είναι τέσσερις:
1η ομάδα: Αφορά τις πιο βασικές δαπάνες για τη διαβίωση του νοικοκυριού, όπως η διατροφή, η ένδυση και υπόδηση, τα λειτουργικά έξοδα κατοικίας, η μετακίνηση, η επισκευή και συντήρηση επίπλων και οικιακού εξοπλισμού, τα είδη οικιακής κατανάλωσης και ατομικής φροντίδας, η ενημέρωση και μόρφωση, οι υπηρεσίες τηλεφωνίας και ταχυδρομείων, τα είδη και οι υπηρεσίες υγείας, οι υπηρεσίες εκπαίδευσης, οι υπηρεσίες κοινωνικής προστασίας και οι οικονομικές υπηρεσίες. Γι' αυτήν ο μέσος όρος ανεξάρτητα από τη σύνθεση του νοικοκυριού έχει υπολογιστεί στα 1.166 ευρώ.
2η ομάδα: Περιλαμβάνει επιπλέον δαπάνες εστίασης. Η μέση δαπάνη μαζί και με τη συγκεκριμένη κατηγορία αυξάνεται στα 1.311 ευρώ.
3η ομάδα: Περιλαμβάνει επιπλέον διαρκή αγαθά και συσκευές. Τα μέσα έξοδα τον μήνα ανεβαίνουν και με αυτά τα προϊόντα στα 1.393 ευρώ μηνιαίως.
4η ομάδα: Περιλαμβάνει επιπλέον δαπάνες για κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και καπνού, αεροπορικές μετακινήσεις, τουριστικές υπηρεσίες και υπηρεσίες αναψυχής, πολιτισμού και αθλητισμού. Μαζί με τις προηγούμενες τρεις ομάδες η μέση μηνιαία δαπάνη αυξάνεται στα 1.507 ευρώ.
Τρόπος επικοινωνίας
Τράπεζες και δανειολήπτες θα έχουν συγκεκριμένο κώδικα επικοινωνίας, σύμφωνα με το σχέδιο, που κλιμακώνεται ανάλογα με τον βαθμό καθυστέρησης του δανείου.
Ειδικότερα, στην περίπτωση που υπάρχει δάνειο με ενδείξεις πιθανής καθυστέρησης:
• Ο δανειολήπτης που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες ή έχει βάσιμες εκτιμήσεις ότι δεν θα μπορεί να πληρώνει τη δόση του ενημερώνει εγγράφως την τράπεζα.
• Η τράπεζα έχει επίσης δικαίωμα στην περίπτωση που εντοπίσει πελάτη της με πιθανότητα να βγει στο «κόκκινο» να τον ειδοποιεί για κατ' ιδίαν συνάντηση με σκοπό τη ρύθμιση.
Αν το δάνειο βρίσκεται σε στάδιο αρχικής καθυστέρησης, που δεν ξεπερνά τις 30 μέρες, και περάσουν και άλλες 15 μέρες χωρίς ο δανειολήπτης να ανταποκριθεί στην ειδοποίηση, τότε η τράπεζα τον ενημερώνει εγγράφως εντός 10ημέρου.
Με τη γραπτή ειδοποίηση τον καλεί να έρθει σε συνεννόηση για τη ρύθμιση του δανείου του.
Αν περάσουν 45 μέρες από την έγγραφη ειδοποίηση και ο δανειολήπτης δεν ανταποκριθεί, ή αν το δάνειο είναι σε καθυστέρηση πάνω από 90 μέρες, τότε η τράπεζα οφείλει σε 10 μέρες να του στείλει προειδοποιητική επιστολή με την οποία θα τον ενημερώνει ότι δεν είναι «συνεργάσιμος».