12 Οκτωβρίου 2014

«Τι θέλετε για να... μας δώσετε 3,5 δισ. και να φύγετε;»

Πιο μακριά από μια έξοδο από το Μνημόνιο τύπου Ιρλανδίας ή Πορτογαλίας και πιο κοντά στην αποδοχή μιας προληπτικής γραμμής πίστωσης, που θα τη βοηθήσει μεν να δανείζεται ευκολότερα από τις αγορές, θα θολώσει δε την εικόνα της «καθαρής» απεμπλοκής από τα μνημόνια, βρίσκεται η Ελλάδα.

Σε κάθε περίπτωση, εάν η κυβέρνηση υποχρεωθεί να πάρει την προληπτική γραμμή πίστωσης, θα ζητήσει αυτή να είναι ευρωπαϊκή. «Πείτε μας τι θέλετε να γίνει για να δώσετε τα 3,5 δισ. και να φύγετε» είναι, σύμφωνα με κορυφαίο κυβερνητικό παράγοντα, το θέμα της συζήτησης που έχει σήμερα στην Ουάσιγκτον με την κ. Λαγκάρντ, η ελληνική αντιπροσωπεία, αποτελούμενη από τον υπουργό Οικονομικών κ. Γκίκα Χαρδούβελη, τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας κ. Γιάννη Στουρνάρα και τον σύμβουλο του πρωθυπουργού κ. Σταύρο Παπασταύρου.

Την Πέμπτη, η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είπε ανοικτά και επίσημα αυτό που Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έλεγαν συγκεκαλυμμένα ή ανεπισήμως: η Ελλάδα χρειάζεται μια προληπτική γραμμή πίστωσης γιατί χωρίς αυτή υπάρχει ο κίνδυνος να μην μπορεί να δανειστεί με όρους βιωσιμότητας από τις αγορές. Αυτό που είπε η κ. Λαγκάρντ είναι ότι εκτός από αρωγή στην προσπάθεια δανεισμού, η γραμμή πίστωσης προσφέρει κι ένα πλαίσιο δεσμεύσεων και επιτήρησης, που κάνει τους επίσημους πιστωτές να αισθάνονται πιο ασφαλείς ότι η χώρα θα παραμείνει στην οδό των μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής προσαρμογής, όταν θα κλείσει το κεφάλαιο τρόικα έτσι όπως το γνωρίσαμε τα τελευταία 4,5 χρόνια.

Αυτό το τελευταίο είχε υπονοήσει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κ. Μάριο Ντράγκι, ξεκαθαρίζοντας ότι εάν δεν υπάρχει πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής, συμπεφωνημένο με την Ευρωζώνη, η ΕΚΤ δεν θα δέχεται ως ενέχυρα για παροχή ρευστότητας τα ελληνικά ομόλογα και δεν θα αγοράζει τίτλους τραπεζών. Δηλαδή, χωρίς πρόγραμμα δεν έχει πολλή και φθηνή ρευστότητα.

Η κυβέρνηση θεωρούσε -και εν πολλοίς θεωρεί ακόμη- ότι μπορεί να διεκδικήσει μια απεμπλοκή από το Μνημόνιο τύπου Πορτογαλίας, δηλαδή χωρίς προληπτική γραμμή πίστωσης, δεδομένου ότι οι συνθήκες στις αγορές είναι ευνοϊκές. Ετσι, στον σχεδιασμό της ήταν να σχηματίσει ένα μαξιλάρι ταμειακών διαθεσίμων μέσω μικρών και προσεκτικών εκδόσεων, που σε συνδυασμό με άλλες κινήσεις (ρέπος με τις καταθέσεις δημοσίων φορέων κ.λπ.) θα αντικαθιστούσαν το υπόλοιπο του δανείου του ΔΝΤ (12 δισ. ευρώ περίπου τη διετία 2015 - 2016).

Αυτό είχε αρχίσει να γίνεται, με τις εκδόσεις 3ετών και 5ετών ομολόγων και θα συνεχιζόταν με εκδόσεις 18μηνων εντόκων και 7ετών ομολόγων φέτος και 10ετών το 2015. Αντιλαμβανόμενη δε, την έλλειψη εμπιστοσύνης των διεθνών πιστωτών προς το πολιτικό σύστημα της χώρας και δεδομένου του μεγέθους των δανείων που έχουν χορηγήσει στην Ελλάδα, δεχόταν -και δέχεται- να συζητήσει ένα πλαίσιο αυστηρότερης επιτήρησης από αυτό (post programme surveillance) που ισχύει για τις άλλες χώρες που βγήκαν από το Μνημόνιο, αλλά σαφώς χαλαρότερο από το υφιστάμενο.

Επίσης, θεωρούσε ότι εάν συμφωνήσει την επόμενη ημέρα, θα υπήρχε μεγαλύτερη ευελιξία στο να κλείσει η τρέχουσα αξιολόγηση με την τρόικα. Ενδεικτικό είναι πως κατήρτισε και απέστειλε στην τρόικα προσχέδιο προϋπολογισμού 2015 με στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 2,34% του ΑΕΠ, αντί του 3% που προέβλεπε το Μνημόνιο. Μετά την απόρριψή του υποχρεώθηκε να το ξαναγράψει, θέτοντας στόχο 2,9% του ΑΕΠ.

Ωστόσο, για να «βγει» ο σχεδιασμός της κυβέρνησης για τη μεταμνημονιακή περίοδο, υπάρχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως για παράδειγμα, να είναι οι συνθήκες στις αγορές ευνοϊκές. Αυτό είναι πλέον αμφίβολο εάν ισχύει. Το τελευταίο διάστημα οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων έχουν αυξηθεί, την ώρα που οι άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου δανείζονται με τα χαμηλότερα επιτόκια στην ιστορία τους. Κορυφαίο στέλεχος του οικονομικού επιτελείου υποστηρίζει ότι η άνοδος των αποδόσεων είναι συγκυριακή και οφείλεται στις ρευστοποιήσεις ενός μόνο fund. Ελπίζει δε πως όταν ολοκληρωθεί η ρευστοποίηση και αρθεί εν μέρει η αβεβαιότητα που προκαλεί η ψήφος εμπιστοσύνης, οι αποδόσεις θα υποχωρήσουν.

Οι αγορές θέλουν αυστηρή επιτήρηση

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι η άνοδος των αποδόσεων είναι αποτέλεσμα της αντίδρασης των αγορών στην επισημοποίηση της πρόθεσης της Ελλάδας να απαλλαγεί από την τρόικα και τα Μνημόνια, καθώς επίσης και εξαιτίας της απροθυμίας της κυβέρνησης να εφαρμόσει όλα όσα έχουν συμφωνηθεί. «Οι αγορές θέλουν μια αυστηρή επιτήρηση της χώρας και μετά το πρόγραμμα» υποστηρίζουν και όταν τίθεται θέμα για την ύπαρξή της, ανησυχούν και το δείχνουν.

Μια άλλη προϋπόθεση είναι να καταβληθεί ένα μεγάλο μέρος των υπολειπόμενων δόσεων του 2014 και ιδίως τα 3,5 δισ. ευρώ του ΔΝΤ. Αν δεν καταβληθούν αυτά τα λεφτά, η Αθήνα θα πρέπει να ξεχάσει οριστικά το μαξιλάρι με τα ταμειακά διαθέσιμα. Για να καταβάλει το ΔΝΤ τα 3,5 δισ., ακόμη κι αν κλείσει η διαπραγμάτευση με την τρόικα, θα πρέπει να είναι εξασφαλισμένη η χρηματοδότηση της χώρας για τους επόμενους 12 μήνες. Αυτό μπορεί να γίνει είτε μέσω μιας προληπτικής γραμμής πίστωσης (από την Ευρωζώνη ή το ίδιο το ΔΝΤ), είτε με κάποιου άλλου είδους, υβριδικό σχήμα.

Η κυβέρνηση θέλει να βγάλει οπωσδήποτε από το κάδρο το ΔΝΤ, συνεπώς δεν θέλει από αυτό ούτε προληπτική πιστωτική γραμμή. Ετσι, θα επιδιώξει κατ’ αρχάς να συμφωνήσει με τους Ευρωπαίους σε ένα υβριδικό σχήμα που θα καλύπτει το ΔΝΤ και θα διασφαλίζει ότι η Ελλάδα θα έχει πρόσβαση σε χρηματοδότηση εάν τη χρειαστεί, ώστε να διευκολυνθεί και στις επόμενες εξόδους της στις αγορές. Εάν δεν καταστεί εφικτό κάτι τέτοιο, θα υποχρεωθεί να δεχθεί την προληπτική γραμμή πίστωσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Θα απέχει από αυτό που επιδίωκε, αλλά είναι σίγουρα καλύτερο από αυτό που έχουμε σήμερα.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΖΗΡΑΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ