Του Βασίλη Γεώργα
Με τα εσωτερικά πολιτικά διλήμματα να παρεισδύουν στη επικαιρότητα των αγορών αφαιρώντας «ειδικό βάρος» από τις οικονομικές και επιχειρηματικές εξελίξεις των ημερών, οι ξένοι επενδυτές εμφανίζονται πλέον διχασμένοι για τις προοπτικές της οικονομίας και του ελληνικού χρηματιστηρίου που συνεχίζει να τραμπαλίζεται μεταξύ 850 και 1.000 μονάδων εν μέσω της κατακόρυφης αύξησης του πολιτικού ρίσκου και της αδυναμίας κυβέρνησης-τρόικας να καταλήξουν εγκαίρως σε συμφωνία για την επόμενη μέρα του προγράμματος στην Ελλάδα.
Έτσι το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουμε να κάνουμε με δύο εντελώς διαφορετικές προσεγγίσεις στην αγορά: την κινδυνολογική άποψη που εν μέρει αντικατοπτρίζεται στις εκθέσεις των διεθνών αναλυτών και στις έντονες διακυμάνσεις του χρηματιστηρίου και της αγοράς ομολόγων, και υποστηρίζει ότι το πολιτικό ρίσκο είναι τέτοιο που η χώρα κινδυνεύει να γυρίσει στο 2012 από πλευράς κλίματος. Και την «πραγματική» που δείχνει ότι η πολιτικό-οικονομική αναταραχή αποτελεί βούτυρο στο ψωμί των ξένων και εγχώριων επενδυτών οι οποίοι συνεχίζουν ακάθεκτοι την υλοποίηση των σχεδίων τους. Η προσφορά ύψους 1,2 δις. ευρώ των Γερμανών της Fraport για τα ελληνικά αεροδρόμια στον διαγωνισμό του ΤΑΙΠΕΔ, η είσοδος της σαουδαραβικών συμφερόντων Olayan στο μετοχικό κεφάλαιο του Costa Navarino, η συγχώνευση της Μύθος με τη FIX υπό την δανέζικη πολυεθνική Carlsberg, τα deals στο λιανεμπόριο και την αγορά ακινήτων (Σκλαβενίτης-Makro-Grivalia), το νέο επενδυτικό πρόγραμμα της Philip Morris-Παπαστράτος στην Ελλάδα, η επιμονή των αζέρων της Socar να αποκτήσουν τελικά τον ΔΕΣΦΑ, αλλά και μικρότερου βεληνεκούς κινήσεις όπως π.χ η αύξηση θέσεων της Fairfax στον όμιλο Μυτιληναίου, ή οι τοποθετήσεις σημαντικών ξένων funds στις τράπεζες και η γενικότερη ροή κεφαλαίων που δείχνει ότι διεθνή χαρτοφυλάκια συνεχίζουν να ενισχύουν τις θέσεις τους σε μετοχές του ελληνικού χρηματιστηρίου με καθαρές εισροές 1,1 δισ. ευρώ μέσα στο δύσκολο 2014, είναι μια πραγματικότητα που έρχεται κόντρα στην εικόνα «καταστροφής» η οποία επιχειρείται να παρουσιαστεί στην Ελλάδα με αφορμή τα εσωτερικά πολιτικά αδιέξοδα. Το πολιτικό ρίσκο στην Ελλάδα είναι άλλωστε «αστείο» για funds τα οποία δραστηριοποιούνται σε πολύ πιο «δύσκολες» αγορές σε ότι αφορά τη διακυβέρνηση ή τη νομισματική προστασία.
Στο μακροοικονομικό μέτωπο και εν αναμονή σήμερα της αξιολόγησης της οικονομίας από τη Moody’s, το σενάριο της παράτασης του μνημονίου προβάλλεται από αρκετούς αναλυτές ως «βέλτιστη λύση» ώστε να μην βρεθούν επί ξύλου κρεμάμενες οι τράπεζες από την πρωτοχρονιά και να κερδηθεί χρόνος για την διαπραγμάτευση που αφορά τον ρόλο του ΔΝΤ και την νέα πιστωτική γραμμή ή το περιεχόμενο οποιασδήποτε μελλοντικής συμφωνίας με την σημερινή ή κάποια άλλη κυβέρνηση. Η προσέγγιση αυτή που παρουσιάζει ως δίχτυ ασφαλείας την επέκταση του μνημονίου, ενδεχομένως εξηγεί και την ανθεκτικότητα που έχει επιδείξει η αγορά της Αθήνας μετά το ξεπούλημα της 15ης Οκτωβρίου, «αρνούμενη» μέχρι στιγμής, να καταγράψει χαμηλότερα χαμηλά από τις 853 μονάδες και δείχνοντας διάθεση να σκαρφαλώσει πάνω από τις 1000 μονάδες.
Τα τελευταία 24ωρα γίνεται ωστόσο σαφές μέσω της πίεσης που εκδηλώνεται στις μετοχές και τα ομόλογα, καθώς και από το περιεχόμενο των εκθέσεων των ξένων αναλυτών, ότι αρκετοί ξένοι επενδυτές είναι προβληματισμένοι για το πρόσθετο ρίσκο που δημιουργεί η αδυναμία συμφωνίας με την τρόικα για την 5η αξιολόγηση, οι διαφορετικές εκτιμήσεις για το δημοσιονομικό κενό και η πίεση για τη λήψη σκληρών μέτρων (συνταξιοδοτικό κλπ).
Η προοπτική επίσπευσης των διαδικασιών εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας είναι ένα σενάριο που αναπαράγεται με όλο και μεγαλύτερη ένταση τις τελευταίες ημέρες, φέρνοντας πιο κοντά και την πιθανότητα προκήρυξης πρόωρων εκλογών.
Ωστόσο οι εκτιμήσεις των ξένων είναι μοιρασμένες τόσο για το αν τελικά θα οδηγηθούμε σε πρόωρες βουλευτικές κάλπες, όσο κυρίως για το τι θα σημάνουν τελικά αυτές. Η εκτίμηση της Exotix η οποία δίνει πιθανότητες μόνο 50% να γίνουν πρόωρες εκλογές, όταν η πλειονότητα των αναλυτών τις θεωρεί σίγουρες, και θεωρεί ευκαιρία για αγορές την πολιτική αναταραχή, δίνει ένα στίγμα των διαφορετικών στρατηγικών ή συμφερόντων που υπάρχουν με άξονα την ελληνική οικονομία.
Η αίσθηση που δίνουν πάντως οι περισσότεροι ξένοι αναλυτές (π.χ JP Morgan, Barclays κ.α το τελευταίο διάστημα) είναι ότι ανεξάρτητα από τη θεμελιώδη εικόνα της οικονομίας και τη βελτίωση των επιχειρηματικών επιδόσεων, θα πρέπει να αναμένεται αρκετή ταλαιπωρία και μεταβλητότητα στο χρηματιστήριο και τα ομόλογα, μέχρι οι επενδυτές διεθνώς να αισθανθούν μεγαλύτερη σιγουριά για την Ελλάδα και να αρχίσουν να διοχετεύουν πάλι εντολές αγοράς προς την αγορά της Αθήνας.
Πηγή:www.capital.gr